«Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι»
Μια πονεμένη χήρα οδηγεί στον τάφο το μονάκριβο παιδί της.
Θέαμα τραγικό.
Ό Κύριος τη συμπονεί:
«Μή κλαίε», της λέει με στοργή.
Έπειτα στρέφεται προς το νεκρό παιδί και με τόνο προστακτικό λέει:
«Νεανίσκε, σοι λέγω, έγέρθητι».
Νέε, σε σένα μιλάω, σήκω επάνω!
Αμέσως ό νεκρός νέος ανασηκώνεται και αρχίζει να μιλάει.
Όλοι γύρω σαστίζουν.
Τα δάκρυα της λύπης γίνονται τώρα δάκρυα χαράς...
Αυτό το εκπληκτικό θαύμα του Κυρίου μας δίνει την αφορμή να εξετάσουμε τί γίνεται ό άνθρωπος όταν πεθαίνει και ποιά σχέση μπορούμε να έχουμε μαζί του.
ΕΡ. Βρίσκομαι σε μεγάλη θλίψη.
Έφυγε ο προστάτης της οικογένειας μου.
Θα παρηγορηθώ όμως αν κάποιος με πείσει ότι δ μακαριστός σύζυγος μου ζει.
ΑΠ. Η αγία μας Εκκλησία, μας δίδει ικανοποιητικές απαντήσεις σ' αυτά τα θέματα.
Λίγη καλή θέληση απαιτείται να έχεις, καθώς και πίστη στο Χριστό και να είσαι βεβαία ότι θα παρηγορηθείς.
Ναι. Οι νεκροί μας ζουν.
Είναι βέβαιο τούτο.
Ο άνθρωπος είναι δισυπόστατος.
Απαρτίζεται από σώμα και ψυχή.
Το σώμα του είναι φθαρτό η ψυχή όμως αθάνατη.
Το σώμα διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη, η ψυχή όμως μένει άφθαρτος μέχρι της κοινής αναστάσεως, όποτε θα συναντηθεί με το σώμα της, το αφθαρτοποιημένο πλέον και θα ζει αιωνίως στις ουράνιες μονές.
Η ψυχή ας μη λησμονούμε ότι έχει όλες τις πνευματικές ιδιότητες και λειτουργίες.
Ο αρχηγός της ζωής και εξουσιαστής ζωής και θανάτου ο Κύριος Ιησούς Χριστός κατά την επίγεια ενδημία του δίδαξε σε μας ότι οι ψυχές των προσφιλών μας νεκρών ζουν.
Και δεν δίδαξε μόνο, αλλά απέδειξε ότι οι ψυχές των προσφιλών μας ζουν, υπάρχουν, ακούουν, αισθάνονται.
Το γεγονός της αναστάσεως του υιού της χήρας της Ναΐν μας πείθει.
Πένθιμος ομήγυρις με επί κεφαλής την χήρα οδηγεί τον υιόν της στο κοιμητήριο.
Στο δρόμο συναντώνται με το Χριστό.
Τότε ο Κύριος τους σταμάτησε και απευθύνεται προς τον νέον και του λέγει:
Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι (Λουκ. Ζ, 4).
Σε ποιόν απευθύνθηκε;
Στο άψυχο σώμα; αυτό δεν ακούει, δε βλέπει, δεν αισθάνεται. αυτό είναι νεκρό.
Στην ψυχή του νέου απευθύνεται ο Ιησούς και της δίδει εντολή να επιστρέψει στο σώμα.
Και επιστρέφει. Ζωοποιεί το σώμα του νεανίσκου προς μεγάλη χαρά των παρευρισκομένων.
Τι είπε ο Ιησούς στο Λάζαρο;
Λάζαρε δεύρο έξω(Ίωαν. 11,43)
Στον οδωδότα Λάζαρο απευθύνεται η στην ψυχή του που ζωοποίησε το σώμα που άρχισε να αποσυντίθεται;
Όταν ο Ιησούς με την παντοκρατορική του φωνή απευθύνθηκε στην κόρη του Ιαείρου και της είπε:
η παις εγείρου (Λουκ. 5,54)
προς την ψυχή της νεκρής δεν απευθύνθηκε;
Άρα τόσο ο νεανίσκος της χήρας της Ναΐν όσο και ο Λάζαρος και η κόρη του Ιαείρου μετά το θάνατο του σώματος ζούσαν.
Που όμως;
Η απάντηση θα δοθεί σε άλλο ερώτημα.
Αλλά μεγάλη παρηγοριά μπορεί να μας δώσει η εκλεκτή εκείνη παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου.
Το ιερό ευαγγέλιο μας πληροφορεί ότι εν ζωή βρίσκονται όχι μόνο ο Αβραάμ και ο πτωχολάζαρος αλλά και ο πλούσιος που στον κόσμο αυτό ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ' ημέραν λαμπρώς.
Βέβαια τα ονόματα του Λαζάρου και του Αβραάμ αναφέρονται στη Γραφή, ενώ του πλουσίου αποσιωπάται.
Και είναι πράγματι εντυπωσιακό τούτο.
Τι λέγει για τον πλούσιο;
Απέθανεν ο πλούσιος και ετάφη.
Από τα παραπάνω αντιλαμβανόμαστε ότι οι ψυχές των προσφιλών μας προσώπων βρίσκονται εν ζωή, υπάρχουν, έχουν πλήρη συνείδηση της υπαρξεώς τους ανεξάρτητα αν βρίσκονται στην αγκαλιά του Αβραάμ η σε τόπο βασάνου, όπως ο πλούσιος.
Ο Ιερός Χρυσόστομος λέγει ότι το θέμα αυτό με άλλο τρόπο το αντιμετωπίζουν οι πιστοί και με άλλο τρόπο οι άπιστοι.
Ο άπιστος βλέπει νεκρό.
Εγώ όμως στο θέαμα του νεκρού βλέπω ύπνο.
Σκέψου σε ποιο τόπο μετέβη η ψυχή του κοιμηθέντος και παρηγορήσου.
Μετέβη εκεί που ζουν ο Πέτρος, ο Παύλος, οι Όσιοι, οι μάρτυρες, οι άγιοι της εκκλησίας μας.
Να γιατί οι θρήνοι και οι οδυρμοί σου είναι ανωφελείς.
Οι θρηνούντες δεν είναι πιστοί, γιατί οι πιστοί έχουν ελπίδα αναστάσεως και δεν θρηνούν.
Μόνο οι ειδωλολάτρες θρηνούν και μοιρολογούν στους θανάτους και κηδείες των οικείων και τούτο, γιατί δεν έχουν ελπίδα αναστάσεως.
Τον τάφο τον βλέπουν ως τέρμα της ζωής.
Για μας όμως τους πιστούς ο τάφος είναι αφετηρία, είναι κολυμβήθρα για την νέα γέννηση του πιστού.
Ας μη διαφεύγει της προσοχής μας το γεγονός, ότι τους προσφιλείς μας θα τους συναντήσουμε και πάλι, όταν φύγουμε από τον πρόσκαιρο τούτο κόσμο και βρεθούμε στον κόσμο των πνευμάτων.
Έτσι μαζί τους στην κοινή ανάσταση θα απολαμβάνουμε τη δόξα του Θεού και την μακαριότητα.
Και είναι αληθές.
Οι προσφιλείς μας νεκροί ζουν.
Τα σώματά τους μόνο κοιμούνται και θα ξυπνήσουν, όταν έλθει η ώρα της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου μας.
Που ζουν ο ψυχές των κεκοιμημένων;
ΕΡ. Άκουσα ότι ο άνθρωπος είναι δισυπόστατος.
Αποτελείται από το υλικό σώμα και την αθάνατη ψυχή.
Το σώμα μετά το θάνατο τοποθετείται στη μητέρα γη και μεταβάλλεται σε χώμα, η ψυχή όμως συνεχίζει να ζει.
Ζουν πραγματικά οι ψυχές των κεκοιμημένων;
Που βρίσκονται τώρα;
ΑΠ. Ναι, ο άνθρωπος αποτελείται από δυο στοιχεία.
Σώμα και ψυχή.
Ο Δημιουργός σύμφωνα με το πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης τη Γένεση, κατασκεύασε τον άνθρωπο με χώμα και στη συνέχεια ενεφύσησε Πνοήν ζωής.
Αυτή η πνοή ζωής είναι η πνευματική μας υπόσταση, η ψυχή δηλαδή που δεν πεθαίνει, αλλά μένει αθάνατη.
Βέβαια με το θάνατο του σώματος η ψυχή χωρίζεται από το σώμα και μεταβαίνει στο χώρο των πνευμάτων.
Το ερώτημα είναι:
Πού είναι αυτός ο χώρος;
Πού ζουν σήμερα οι ψυχές των προσφιλών μας προσώπων;
Είναι αλήθεια πως οι ψυχές μεταβαίνουν σε κάποιο τόπο.
Ο τόπος αυτός δεν είναι οπωσδήποτε τόπος ύλης, γιατί η ψυχή δεν είναι υλική.
Γι' αυτό πρέπει να τον εννοήσουμε πνευματικά.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τον χαρακτηρίζει νοητόν.
Σ' αυτόν τον νοητό τόπο μένουν, περιμένοντας την κοινήν Ανάστασιν.
Ο Ιερός Χρυσόστομος στην 28η Ομιλία του εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο λέγει ότι οι ψυχές δεν κινούνται από τόπο σε τόπο, ούτε περιδιαβαίνουν πότε εδώ και πότε εκεί, όπως μερικοί θέλουν να πιστεύουν.
Ούτε πλανώνται εδώ κάτω στη γη.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης λέγει ότι Αι ψυχαί τόσο των δικαίων, όσο και των αμαρτωλών, όταν φύγουν από το σώμα δεν διατρίβουν πλέον εις την γην και εις τα εδώ πράγματα, αλλ ευθύς υπάγουν εκεί, όπου ήθελον διορισθεί από τον Θεόν μάταια και μυθώδη λέγουσιν εκείνοι, όπου αδολεσχούσιν, ότι αι ψυχαί των δικαίων και των αμαρτωλών, μετά θάνατον εκ του σώματος εξερχόμεναι, τεσσαράκοντα ημέρας διατρίβουσιν, εν τη γη, και περιέρχονται εις τους τόπους εκείνους, όπου η ψυχή του αποθανόντος διέτριβεν έτι ζώντος (Ν. Κλίμαξ Νικοδήμου).
Το εντυπωσιακό είναι ότι οι άγιοι θεόπνευστοι και πνευματοκίνητοι πατέρες της Εκκλησίας μας δεν τολμούν να διατυπώσουν γνώμες προσωπικές για το συγκεκριμένο αυτό θέμα.
Για να στηρίξουν τις απόψεις τους παραπέμπουν στα ιερά κείμενα τόσο της Παλαιάς όσο και της Καινής Διαθήκης.
Να τι λέγει για το συγκεκριμένο αυτό θέμα ο Άγιος Αθανάσιος:
Ξένον και φοβερόν, και παρά ανθρώποις κεκρυμμένον.
Άγνωστος για μας τους ανθρώπους ο χώρος στον όποιον κατοικούν οι ψυχές των κεκοιμημένων.
Ο Κύριος του παντός δεν επέτρεψε να έλθει κάποιος από εκεί και να μας διηγηθεί που βρίσκονται και πως ζουν οι ψυχές εκεί.
Και συνεχίζοντας ο στύλος της Ορθοδοξίας τονίζει ότι από τα αγιογραφικά κείμενα μαθαίνουμε ότι αι μεν των αμαρτωλών ψυχαί εν τω άδη υπάρχουσιν σύμφωνα με τον ψαλμό εν σκοτεινοίς και εν σκιά θανάτου και εν λάκκω κατωτάτω (87,7).
Που όμως βρίσκονται οι ψυχές των δικαίων;
Μετά την του Χριστού παρουσίαν εν τω Παραδείσω υπάρχουσιν Χριστός ο Θεός ημών ήνοιξε τον Παράδεισον ουχί μόνον δια την ψυχην του ευγνώμονος ληστού αλλά και δια πάσας τας των Αγίων ψυχάς (προς Αντίοχον έρωτ. ΙΘ).
Ας μη λησμονούμε και τον Ευαγγελικόν λόγον επί του Σταυρού του Σωτήρος Χριστού απευθυνόμενον στον ευγνώμονα ληστή:
Αμήν λέγω σοι, σήμερον μετ' εμού εση εν τω παραδείσω (Λουκ. κγ, 43).
Και ο ιερός Χρυσόστομος την ίδια απάντηση δίδει με άλλα λόγια.
Όσοι απέθαναν λέγει -πήγαν εκεί πού άρα ἦ πως ἦ εν ποίω τόπω ή εν ποίω τρόπω;
Ποιος μπορεί να δώσει απάντηση;
Ουδείς.
Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι οι ψυχές μετά θάνατον πορεύονται εκεί όπου βρίσκεται ο μόνος αιώνιος και μόνος αθάνατος, όπου υπάρχει ο μόνος αγαθός και μόνος φιλάνθρωπος, ο ποιητής των ψυχών και των σωμάτων και εκεί οι ψυχές βιώνουν την φοβεράν εκείνην ημέρα αναμένουσαι (ομιλία 28, εις Ματθ.) δηλ. την ημέρα της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου κατά την οποία θα κριθούν ζώντες και νεκροί και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς (Συμβ. Πίστεως).