Πρόκειται για εκείνο το φιλοσοφικό ρεύμα που, με σημείο εκκίνησης την εμπειρία των φαινομένων (αυτό που αποτυπώνεται ως συνειδητή εμπειρία), επιχειρεί να εξαγάγει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της εμπειρικής διαδικασίας και την οντότητα των εμπειριών μας. Βασίζεται στο έργο του φιλοσόφου Έντμοντ Χουρσέλ (E. Husserl 1859–1938) και έπαιξε καθοριστική σημασία στην ανάπτυξη του Υπαρξισμού, όπως είναι φανερό στο έργο του Ζαν-Πωλ Σαρτρ, του Μωρίς Μερλώ-Ποντύ και του Μάρτιν Χάιντεγκερ.
Ο Χουρσέλ, μετά την έκδοση του έργου του «Λογικές Διερευνήσεις», έκανε μερικές σημαντικές ανακαλύψεις που τον οδήγησαν στη διάκριση μεταξύ της πράξης της συνείδησης (νόηση) και τα φαινόμενα στα οποία κατευθύνεται (νοήματα). Οντολογική γνώση θα ήταν δυνατή μόνο αν ανασταλθούν όλες οι υποθέσεις για την ύπαρξη εξωτερικού κόσμου. Τη διαδικασία αυτή την ονόμασε epoche.
Αργότερα επικεντρώθηκε στις ιδανικές, θεμελιώδεις δομές της συνείδησης. Καθώς ήθελε να αποκλείσει κάθε υπόθεση για την ύπαρξη εξωτερικών αντικειμένων, εισήγαγε τη μέθοδο της φαινομενολογικής αναγωγής για να τις απαλείψει. Αυτό που απέμεινε είναι το καθαρό, υπερβατικό ego, σε αντιπαράθεση με το συμπαγές εμπειρικό ego. Η υπερβατική φαινομενολογία είναι η μελέτη των βασικών δομών που απομένουν στην καθαρή συνείδηση: αυτό ισοδυναμεί με τη μελέτη των νοημάτων και των σχέσεων μεταξύ τους.
Φαινομενολογία
Τι απαντά η φαινομενολογία στο ερώτημα αν η γνώση που αποκτήσαμε κατοπτρίζει πιστά την αντικειμενική πραγματικότητα ή είναι υποκειμενικές εικόνες και ιδέες, που έπλασαν γι’ αυτήν οι άνθρωποι.
Στο ζήτημα αυτό διατυπώθηκαν τρεις, κυρίως, διαφορετικές θεωρίες: O Ρεαλισμός, ο Ιδεαλισμός και η Φαινομενολογία.
Σύμφωνα με τον Ρεαλισμό, το αντικείμενο της γνώσης είναι αυτά τα ίδια τα πράγματα και γεγονότα όπως έχουν, είτε τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας (Ρεαλισμός των ιδιοτήτων) είτε τα κατανοούμε με το νου μας (κριτικός Ρεαλισμός).
Υποστηρικτές της θεωρίας αυτής υπήρξαν ο Εμπεδοκλής, ο Δημόκριτος, ο Descartes, o Locke, ο Hartmann και άλλοι.
Αντίθετα, ο Ιδεαλισμός πρεσβεύει ότι το αντικείμενο της γνώσης δεν είναι αυτά τα πράγματα ως έχουν, αλλά οι ιδέες που έχουμε πλάσει γι’ αυτά. Κατά τον θεμελιωτή του Ιδεαλισμού, τον Πλάτωνα, τα αντικείμενα είναι απλά είδωλα των αυτοτελών ιδεών που βρίσκονται «εν ούρανίω τόπω».
Τέλος, η Φαινομενολογία θέλησε κι εδώ να συμβιβάσει τις παραπάνω εκ διαμέτρου αντίθετες θεωρίες, τονίζοντας ότι, από τα πράγματα γνωρίζουμε μόνο την αισθητική τους πλευρά, ενώ τη φύση και την ουσία τους τη γνωρίζουμε όπως αυτά εμφανίζονται στη συνείδηση μας.
H θεωρία αυτή ξεκίνησε από τον Αρίστιππο τον Κυρηναίο και θεμελιώθηκε από τους Hume και Kant. Σύμφωνα με τον τελευταίο «Την πραγματικότητα διαβλέπουμε δια μέσου έγχρωμης υάλου και αποδίδουμε εις τα εξωτερικά αντικείμενα τις υποκειμενικές ιδιότητες του γνωστικού μας οργάνου ακριβώς, ως εάν θεωρούσαμε ως αντικειμενική ιδιότητα των πραγμάτων το χρώμα της υάλου».
Η φαινομενολογία του Χάιντεγκερ και οι διαφορές με αυτή του Χούσερλ
Ενώ η πεποίθηση του Χούσερλ ήταν ότι η φιλοσοφία είναι ένας επιστημονικός τομέας που πρέπει να θεμελιωθεί σε μια φαινομενολογία που γίνεται κατανοητή ως επιστημολογία, ο Χάιντεγκερ άλλαξε ριζικά την άποψη αυτή.
Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, η φιλοσοφία δεν είναι σε καμία περίπτωση ένας επιστημονικός τομέας, αλλά πιο θεμελιώδης από την ίδια την επιστήμη. Συνακόλουθα, αντί της φαινομενολογίας ως θεμελιωτικής μελέτης, την θεώρησε ως μεταφυσική οντολογία: «η ύπαρξη είναι το ορθό και μόνο θέμα της φιλοσοφίας», έγραψε.
Ενώ για τον Χούσερλ στην εποχή η ύπαρξη εμφανίστηκε μόνο σαν απόρροια της συνείδησης, για τον Χάιντεγκερ η ύπαρξη είναι το αρχικό σημείο.
Ενώ για τον Χούσερλ πρέπει να αποστασιοποιηθούμε από κάθε συμπαγή καθορισμό του εμπειρικού εγώ, για να μπορούμε να κατευθυνθούμε στο πεδίο της καθαρής συνείδησης, ο Χάιντεγκερ υποστηρίζει ότι «οι πιθανότητες και ο προορισμός της φιλοσοφίας είναι δεμένα στενά με την ανθρώπινη ύπαρξη, και ως εκ τούτου, με την προσωρινότητα και την ιστορικότητα».
Πηγή: wikipedia