83. Γι' αυτό λοιπόν να αγωνίζεσαι για όλα τα παραπάνω, προπάντων όμως να επικαλείσαι ήσυχα, με πραότητα και καθαρή συνείδηση, τον Κύριο Ιησού Χριστό μέσα στο βάθος της καρδιάς, όπως είπαμε. Και έτσι προχωρώντας στο δρόμο σου, θα έχεις στην ψυχή σου τη θεία χάρη να αναπαύεται.
Λέει ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Να μην τολμήσει ποτέ κανείς, που ενοχλείται από θυμό ή οίηση ή υποκρισία και μνησικακία, ν' αντικρίσει ούτε ίχνος της ησυχίας, μήπως βγει από τα λογικά του. Αν όμως είναι κανείς καθαρός από τα πάθη αυτά, αυτός θα γνωρίσει το συμφέρον της ησυχίας· αλλά νομίζω ούτε κι αυτός».
Και δε θα έχεις τη χάρη ν' αναπαύεται στην ψυχή σου μόνο, αλλά και να αναπαύει τελείως την ψυχή από την προηγούμενη ενόχληση των δαιμόνων και των παθών. Γιατί κι αν ακόμη την ενοχλούν, δεν μπορούν ωστόσο να τη βλάψουν, επειδή δεν πρόσκειται σ' αυτά, ούτε ποθεί την ηδονή που προσφέρουν.
Και συνεχίζει: «Η παιδαγωγική παραχώρηση φέρνει μεγάλη λύπη και ταπείνωση και μέτρια απελπισία στην ψυχή, για να έρχεται το φιλόδοξο και απτόητο μέρος της σε ταπείνωση. Αμέσως όμως φέρνει φόβο Θεού και δάκρυα εξομολογήσεως στην καρδιά και μεγάλη επιθυμία για την άριστη σιωπή. Η παραχώρηση όμως από αποστροφή του Θεού αφήνει να γεμίσει η ψυχή από απελπισία, απιστία, οργή και υπερηφάνεια. Πρέπει λοιπόν να διακρίνομε με την πείρα μας το είδος της παραχωρήσεως και ανάλογα να προσερχόμαστε στο Θεό. Στην πρώτη περίπτωση, οφείλομε να του προσφέρομε ευχαριστία και απολογία, γιατί παιδαγωγεί την απαίδευτη γνώμη μας, αποσύροντας τη χάρη Του, για να μας διδάσκει ως αγαθός Πατέρας τη διαφορά αρετής και κακίας. Στη δεύτερη περίπτωση, πρέπει να προσφέρομε ακατάπαυστη εξομολόγηση των αμαρτημάτων μας, αδιάκοπα δάκρυα και μεγαλύτερη ασκητική αναχώρηση, για να μπορέσομε με την προσθήκη των κόπων μας να εξιλεώσομε κάποτε το Θεό, ώστε να επιβλέψει όπως και πριν στις καρδιές μας. Πρέπει όμως να γνωρίζομε ότι όταν η μάχη γίνεται με πραγματική συμπλοκή μεταξύ ψυχής και σατανά, εννοώ στην περίπτωση της παιδευτικής παραχωρήσεως, τότε η χάρη υποχωρεί, όπως προείπα, αλλά βοηθεί την ψυχή χωρίς αυτή να το γνωρίζει, για να επιδείξει στους εχθρούς της ψυχής ότι η νίκη είναι μόνο δική της».
Και ο άγιος Ισαάκ λέει: «Δίχως τους κατά παραχώρηση πειρασμούς, δεν είναι δυνατό να γίνει ο άνθρωπος σοφός στους πνευματικούς πολέμους, να γνωρίσει τον Προνοητή του, να αισθανθεί το Θεό του και να στερεωθεί μυστικά στην πίστη του, παρά με τη δύναμη της πείρας που δέχτηκε. Κι όταν δει η χάρη ότι κάνει μέσα στο λογισμό του μικρή αρχή η οίηση και σχηματίζει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, ευθύς παραχωρεί τους πειρασμούς να ισχυροποιηθούν και να δυναμώσουν εναντίον του, ώσπου να γνωρίσει την ασθένειά του και να καταφύγει και να πλησιάσει στο Θεό με ταπείνωση. Με αυτά φτάνει ο άνθρωπος στα μέτρα της τέλειας πνευματικής ωριμότητας με την πίστη και την ελπίδα στον Υιό του Θεού και υψώνεται προς την αγάπη. Γιατί η αγάπη του Θεού γίνεται φανερή στον άνθρωπο με θαυμαστό τρόπο, όταν καμιά φορά ο άνθρωπος πέσει σε δεινά που του κόβουν την ελπίδα· τότε ο Θεός δείχνει τη δύναμή Του για τη σωτηρία και την απαλλαγή του. Γιατί ο άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να μάθει τη θεία δύναμη όσο βρίσκεται σε ανάπαυση και άνεση. Και ο Θεός δεν έδειξε ποτέ αισθητή την ενέργειά Του, παρά στην ησυχία και στην έρημο, όπου δεν υπάρχουν συνομιλίες και ταραχές από τη συγκατοίκηση των ανθρώπων».
Και για την αγνότητά τους, καθώς και την λεπτότητα και ελαφρότητα και ταχύτητα του νου τους και την άσκησή τους, καθαρίζεται ο νους των αγωνιστών και γίνεται διαυγής, γιατί στέγνωσε η σάρκα τους από την ασχολία της ησυχίας και την πολλή διαμονή τους σ' αυτή. Χάρη σε τούτο, η θεωρία που έχουν μέσα τους, εύκολα και γρήγορα κυριεύει τον καθένα από αυτούς και τον οδηγεί στην έκπληξη που τη συντροφεύει. Γι' αυτό έχουν όλο και περισσότερες θεωρίες και η διάνοιά τους δε στερείται ποτέ υλικό για τη σύνεση, ούτε ζούνε ποτέ χωρίς εκείνα τα οποία προξενεί σ' αυτούς ο καρπός του Αγίου Πνεύματος. Από τη μακροχρόνια συνήθεια εξαλείφονται από την καρδιά τους οι μνήμες που κινούν τα πάθη της ψυχής και η ισχύς της εξουσίας του διαβόλου. Γιατί όταν η ψυχή δε συμβιβαστεί με τα πάθη και δε συμφιλιωθεί μαζί τους με τη μελέτη τους, με το να κατέχεται ακατάπαυστα από άλλη φροντίδα, τότε δεν μπορούν τα ισχυρά νύχια των παθών να κρατήσουν τις πνευματικές της αισθήσεις».
Και ο θείος Διάδοχος λέει: «Απάθεια δεν είναι να μη μας πολεμούν οι δαίμονες, γιατί τότε θα έπρεπε να φύγομε από τον κόσμο, κατά τον Απόστολο(Α΄ Κορ. 5, 10)· αλλά ενώ μας πολεμούν, να μένομε απολέμητοι. Οι σιδερόφρακτοι πολεμιστές τοξεύονται από τους αντιπάλους τους, ακούνε και τον ήχο του βέλους, ακόμη βλέπουν και τα ίδια τα βέλη που ρίχνουν εναντίον τους οι εχθροί, αλλά δεν τραυματίζονται λόγω της στερεότητας της πανοπλίας τους. Αλλά εκείνοι μένουν απολέμητοι επειδή είναι κατάφρακτοι από το σίδερο. Εμείς όμως, φορώντας την πανοπλία του αγίου φωτός και την περικεφαλαία της σωτηρίας και οπλισμένοι με όλα τα καλά έργα, ας διασπάσομε τις σκοτεινές φάλαγγες των δαιμόνων. Την καθαρότητα δεν την προκαλεί μόνο το να μην πράττομε πια τα κακά, αλλά το να καταργήσομε ολότελα τα κακά με την επιμέλεια των καλών».
Και ο άγιος Μάξιμος διαιρεί την απάθεια σε τέσσερα είδη λέγοντας: «Πρώτη απάθεια ονομάζω την κίνηση του σώματος που μένει ανέπαφη από την ενεργητική αμαρτία. Δεύτερη, την τέλεια απόρριψη από την ψυχή των εμπαθών λογισμών, με την οποία μαραίνεται ολωσδιόλου η κίνηση των παθών της πρώτης απάθειας, καθώς δεν έχει να τη διεγείρουν σε ενέργεια οι εμπαθείς λογισμοί. Τρίτη, την τέλεια ακινησία της επιθυμίας προς τα πάθη, για την οποία γίνεται και η δεύτερη απάθεια που συνίσταται στην καθαρότητα των λογισμών. Τέταρτη απάθεια ονομάζω την τέλεια απόθεση από τη διάνοια όλων των αισθητών φαντασιών· από αυτή γεννιέται η τρίτη, που δεν έχει τις φαντασίες των αισθητών να μορφοποιούν σ' αυτή τις εικόνες των παθών». Λέει ακόμη: «Απάθεια είναι μία ειρηνική κατάσταση της ψυχής, κατά την οποία η ψυχή δύσκολα κινείται προς την κακία».
Ακόμη: «Άλλη είναι η αγάπη της ψυχής η φυσική, κι άλλη εκείνη που προξενεί σ' αυτή το Άγιο πνεύμα. Η πρώτη κινείται όταν θέλομε, σύμφωνα με τη δική μας θέληση, γι' αυτό και εύκολα λεηλατείται από τα πονηρά πνεύματα όταν δεν κρατάμε με βία την αγαπητική μας προαίρεση. Η άλλη εξάπτει σε τόσο βαθμό την ψυχή προς την αγάπη του Θεού, ώστε όλα τα μέρη της ψυχής να προσκολλώνται στην ανέκφραστη αγαθότητα του θείου πόθου με μια απέραντη απλότητα διαθέσεως. Γιατί τότε ο νους, γεμάτος από την πνευματική ενέργεια, σαν να κυοφορεί, αναβλύζει κάποια πηγή αγάπης και χαράς».
Και ο άγιος Ισαάκ: «Η αγάπη που προέρχεται από κάποια πράγματα, μοιάζει σαν μικρό λυχνάρι που τρέφεται με το λάδι του και έτσι διατηρεί το φως του. Ή και σαν ένας χείμαρρος που σχηματίζεται από τη βροχή, και όταν λείψει το νερό που τον δημιούργησε σταματά και η ροή του. Η αγάπη όμως που έχει αιτία το Θεό είναι σαν πηγή που αναβρύζει και που τα ρεύματά της δε σταματούν ποτέ, γιατί μόνος ο Θεός είναι πηγή της αγάπης και το νερό της είναι ανεξάντλητο». Κι όταν πάλι ερωτήθηκε ποιά είναι η τελειότητα των πολλών καρπών του Πνεύματος, αποκρίθηκε: «Ν' αξιωθεί κανείς την τέλεια αγάπη του Θεού». Κι όταν τον ξαναρώτησαν, από που γνωρίζει κανείς ότι έφτασε στην τέλεια αγάπη, αποκρίθηκε: «Όταν κινηθεί μέσα στη διάνοιά του η μνήμη του Θεού, ευθύς η καρδιά του κινείται στην αγάπη Του και τα μάτια του τρέχουν άφθονα δάκρυα. Γιατί η αγάπη, στη θύμηση των αγαπητών της συνηθίζει να προκαλεί τα δάκρυα. Κι ένας τέτοιος άνθρωπος ποτέ δεν έχει έλλειψη από δάκρυα, γιατί δεν του λείπει ποτέ η αιτία που τον φέρνει στη θύμηση του Θεού, ώστε και στον ύπνο του συνομιλεί με το Θεό. Είναι συνήθεια της αγάπης να τα κάνει αυτά. Και αυτή είναι η τελειότητα των ανθρώπων σ' αυτή τη ζωή τους».
Είπε πάλι: «Η αγάπη του Θεού είναι θερμή στη φύση της, κι όταν πέσει δίχως μέτρο πάνω σε κάποιον, κάνει την ψυχή του εκστατική. Γι' αυτό και η καρδιά εκείνου που την αισθάνθηκε δεν μπορεί να τη χωρέσει και να κάνει υπομονή, αλλά κατά το μέτρο της ποιότητας και του βαθμού της αγάπης που του ήρθε, παρατηρείται σ' αυτόν μια ασυνήθιστη αλλοίωση. Τα αισθητά σημάδια είναι τα εξής. Το πρόσωπο του ανθρώπου γίνεται πυρρόχρωμο, ολόχαρο· το σώμα του θερμαίνεται· απομακρύνεται από αυτόν ο φόβος και η συστολή και γίνεται σαν εκστατικός· φεύγει από αυτόν η δύναμη που συγκεντρώνει το νου και γίνεται σαν τρελλός· το φοβερό θάνατο τον θεωρεί χαρά· η θεωρία του νου του ουδέποτε διακόπτεται από τη μελέτη των ουρανίων· ενώ είναι απών μιλάει σαν να είναι παρών, χωρίς να τον βλέπει κανένας. Η φυσική γνώση και όρασή του φεύγουν από αυτόν και δε νιώθει με τις αισθήσεις την κίνησή του με την οποία κινείται στα πράγματα. Γιατί κι αν πράττει κάτι, δεν το αισθάνεται τελείως, επειδή ο νους του είναι υψωμένος στη θεωρία και η διάνοιά του είναι σαν να συνομιλεί πάντοτε με κάποιον άλλο. Με αυτή την πνευματική μέθη μέθυσαν κάποτε οι Απόστολοι και οι Μάρτυρες· και οι μεν γύρισαν όλο τον κόσμο υπομένοντας κόπους και ονειδισμούς, οι δε κατακομματιάζονταν και έχυναν το αίμα τους ποτάμι. Και ενώ βασανίζονταν φοβερά, δεν έχαναν το ζήλο τους αλλά υπέφεραν με γενναιότητα· και ενώ ήταν σοφοί, θεωρήθηκαν ανόητοι. Άλλοι περιπλανήθηκαν σε έρημους, σε βουνά, σε σπήλαια και σε τρύπες της γης(Εβρ. 11, 38), ζώντας σε φαινομενική αταξία, ενώ ήταν πνευματικά εύτακτοι. Αυτή την "ανοησία" είθε να μας αξιώσει ο Θεός να φτάσομε κι εμείς».
Αν δηλαδή εκείνοι που λερώνουν τη στολή του βασιλιά τιμωρούνται όπως εκείνοι που τη σχίζουν, δεν είναι καθόλου παράλογο, και αυτοί που με ακάθαρτη διάνοια δέχονται το Σώμα του Κυρίου να τιμωρηθούν το ίδιο μ' εκείνους που το ξέσχισαν με τα καρφιά. και πρόσεξε πόσο φοβερή έδειξε ο Παύλος την τιμωρία με το να πει· "Όταν παραβεί κανείς το Μωσαϊκό νόμο και βεβαιώσουν την παράβαση δύο ή τρεις μάρτυρες, θανατώνεται χωρίς επιείκεια. Σκεφτείτε πόσο βαρύτερη τιμωρία θα υποστεί εκείνος που ποδοπάτησε τον Υιό του Θεού και θεώρησε χωρίς αξία το αίμα της Νέας Διαθήκης, με το οποίο και αυτός αγιάστηκε"(Εβρ. 11, 28-29).
Όσοι λοιπόν μετέχομε σ' αυτό το Σώμα, όσοι γευόμαστε αυτό το Αίμα, εννοείται ότι γευόμαστε Εκείνον που κάθεται στον ουρανό, που τον προσκυνούν οι Άγγελοι, που είναι δίπλα στην άφθαρτη Δύναμη. Αλοίμονο! Πόσοι δρόμοι για τη σωτηρία μας υπάρχουν! Μας έκανε σώμα δικό Του, μας μετέδωσε το σώμα Του· και κανένα από αυτά δε μας αποτρέπει από τα κακά. Τι ασυγκινησία, τι αναισθησία!».
Και πάλι: «Κάποιος γέροντας θαυμαστός μού διηγήθηκε ότι αξιώθηκε να δει και να ακούσει κάτι τέτοιο· εκείνοι που μέλλουν να αναχωρήσουν από τη ζωή, αν τύχει να έχουν κοινωνήσει με καθαρή συνείδηση τα θεία μυστήρια όταν είναι να πεθάνουν, τους συνοδεύουν Άγγελοι και τους παίρνουν από εδώ, για χάρη της θείας μεταλήψεως».
Και ο θείος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει: «Επειδή είμαστε διπλοί και σύνθετοι, πρέπει και η γέννηση να είναι διπλή. Επίσης και η τροφή μας να είναι σύνθετη. Η γέννηση λοιπόν μας δίνεται με το νερό και με το Πνεύμα. Η τροφή είναι αυτός ο ίδιος ο άρτος της ζωής, ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, που κατέβηκε από τον ουρανό. Και όπως στο βάπτισμα, επειδή είναι συνήθεια να λούζονται οι άνθρωποι και να αλείφονται με λάδι, ένωσε με το λάδι και το νερό τη χάρη του Πνεύματος και το έκανε λουτρό αναγεννήσεως, έτσι κι επειδή συνηθίζομε να τρώμε ψωμί και να πίνομε νερό και κρασί, ένωσε με αυτά τη θεότητά Του και τα έκανε Σώμα και Αίμα Του, ώστε με τα συνηθισμένα και τα φυσικά να φτάσομε στα υπερφυσικά. Είναι σώμα αληθινά ενωμένο με τη θεότητα, το σώμα που πήρε από την Αγία Παρθένο.
Όχι ότι κατεβαίνει από τους ουρανούς αυτό το σώμα που αναλήφθηκε, αλλά ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα Θεού. Αν ερωτάς για τον τρόπο πώς γίνεται αυτό, σου αρκεί να ακούσεις ότι, διά Πνεύματος Αγίου. Όπως από την Αγία Θεοτόκο διά Πνεύματος Αγίου δημιούργησε ο ίδιος για τον εαυτό Του σάρκα ο Κύριος, και τίποτε άλλο δε γνωρίζομε, εκτός ότι ο Λόγος του Θεού είναι αληθινός και ενεργής και παντοδύναμος, ενώ ο τρόπος ανεξερεύνητος.
Σ' εκείνους λοιπόν που μεταλαμβάνουν αξίως και με πίστη, χαρίζει άφεση αμαρτιών και ζωή αιώνια και γίνεται φύλαξη της ψυχής και του σώματος. Για εκείνους όμως που μεταλαμβάνουν ανάξια και χωρίς πίστη, γίνεται για κόλαση και τιμωρία τους, όπως και ο θάνατος του Κυρίου. Και δεν είναι ο άρτος και ο οίνος τύπος του σώματος και του αίματος του Χριστού, μη γένοιτο, αλλά το ίδιο το σώμα του Χριστού θεωμένο, και το ίδιο το αίμα. "Η σάρκα μου, λέει ο Κύριος, είναι αληθινή τροφή και το αίμα μου είναι αληθινό ποτό"(Ιω. 6, 55).
Είναι σώμα και αίμα Χριστού, που συναρμόζει την ψυχή και το σώμα μας, δεν αφανίζεται, δε φθείρεται, δεν αποβάλλεται τελικά όπως οι τροφές, αλλά συνιστά την ύπαρξη και τη συντήρησή μας. Καθαρίζει κάθε ρύπο. Μας παίρνει χρυσάφι νοθευμένο, και μας καθαρίζει με την πύρωση που ξεχωρίζει το γνήσιο από τις προσμίξεις, για να μην κατακριθούμε στη μέλλουσα ζωή μαζί με τον κόσμο(Α΄ Κορ. 11, 32). Με αυτό καθαριζόμαστε και ενωνόμαστε με το σώμα του Χριστού και με το Πνεύμα Του και γινόμαστε σώμα Χριστού. Αυτός ο άρτος είναι η απαρχή του μέλλοντος άρτου, ο οποίος είναι ο "επιούσιος"(Ματθ. 6, 11).
Γιατί το "επιούσιος" σημαίνει ή τον μέλλοντα, δηλαδή του μέλλοντος αιώνος, ή τον άρτο που λαμβάνομε για τη συντήρηση της υπάρξεώς μας. Η σάρκα του Κυρίου είναι πνεύμα ζωοποιό, γιατί συνελήφθη με τη δύναμη του ζωοποιού Πνεύματος, και ό,τι γεννήθηκε με τη δύναμη του Πνεύματος είναι πνεΰμα(Ιω. 3, 60. Αυτό βέβαια το λέω όχι γιατί αναιρώ την υλική φύση του σώματος, αλλά για να φανερώσω τη ζωοποιό και θεϊκή ιδιότητά του.
Αυτά λοιπόν λέγονται "αντίτυπα των μελλόντων", όχι γιατί δεν είναι πράγματι σώμα και αίμα Χριστού, αλλά γιατί τώρα με αυτά μετέχομε στη θεότητα του Χριστού, ενώ τότε νοητά, με μόνη τη θέα». Και ο θειότατος Μακάριος λέει: «Όπως το κρασί απλώνεται μέσα σε όλα τα μέρη εκείνου που το πίνει, και γίνεται το κρασί μέσα του κι αυτός μέσα στο κρασί, έτσι κι εκείνος που πίνει το Αίμα του Χριστού ποτίζεται το πνεύμα της Θεότητας, το οποίο ενώνεται με την τέλεια ψυχή και η ψυχή με αυτό. Και αφού έτσι αγιαστεί, γίνεται αντάξια του Κυρίου.
Όπως λέει ο Απόστολος, όλοι ποτιστήκαμε από το ίδιο Πνεύμα(α΄ Κορ. 12, 13). Και με τη θεία Ευχαριστία, εκείνοι που μεταλαμβάνουν αληθινά, αξιώνονται να γίνουν μέτοχοι του Αγίου Πνεύματος, κι έτσι μπορούν οι άξιες ψυχές να ζήσουν στους αιώνες. και όπως η ζωή του σώματος δε συντηρείται από αυτό, αλλά από έξω από αυτό, με πράγματα δηλαδή από τη γη, έτσι ευδόκησε ο Θεός και η ψυχή όχι από τη δική της φύση, αλλά από τη θεότητά Του, από το ίδιο Του το πνεύμα και το φως να έχει και τροφή και ποτό και ένδυση, τα οποία είναι η πραγματική ζωή της ψυχής. Γιατί η θεία φύση έχει και άρτο που δίνει ζωή, Αυτόν που είπε: «Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής»(Ιω. 6, 48). Έχει και νερό ζωντανό(Ιω. 4, 10)· και οίνο που ευφραίνει(Ψαλμ. 103, 15)· και έλαιον αγαλλιάσεως(Ψαλμ. 44, 8)».
Ο άγιος Ισίδωρος λέει: «Η μετάληψη των θείων Μυστηρίων ονομάζεται κοινωνία, γιατί μας χαρίζει την ένωση με το Χριστό και μας κάνει κοινωνούς της βασιλείας Του».
Και ο όσιος Νείλος: «Αδύνατο με άλλο τρόπο να σωθεί ο πιστός και να λάβει άφεση των αμαρτιών του και να επιτύχει τη βασιλεία των ουρανών, αν δε μεταλαμβάνει με φόβο και πίστη και πόθο τα μυστικά και άχραντα Μυστήρια, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού».
Επίσης και ο μέγας Βασίλειος στην επιστολή του προς την πατρικία Καισαρία γράφει: «Το να κοινωνούμε κάθε μέρα και να μεταλαμβάνομε το άγιο Σώμα και Αίμα του Χριστού είναι καλό και ωφέλιμο, αφού ο ίδιος λέει· "Εκείνος που τρώγει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου μένει σ' εμένα και εγώ σε αυτόν, κι έχει ζωή αιώνια"(Ιω. 6, 54 και 56). Και ποιος αμφιβάλλει ότι το να μετέχει κανείς συνεχώς στη ζωή, δεν είναι άλλο, παρά να ζει με πολλούς τρόπους; Όσο για μας, κοινωνούμε τέσσερις φορές την εβδομάδα, την Κυριακή, την Τετάρτη, την Παρασκευή και το Σάββατο και σε άλλες ημέρες αν τύχει μνήμη κάποιου Αγίου» —από αυτό υποθέτω ότι τις ημέρες αυτές λειτουργούσε ο Άγιος, γιατί δεν μπορούσε να λειτουργεί κάθε μέρα, αφού είχε τόσες φροντίδες.
Είπε και ο άγιος Απολλώς ότι «πρέπει ο μοναχός, αν είναι δυνατό, να κοινωνεί τα μυστήρια του Χριστού κάθε μέρα. Γιατί εκείνος που απομακρύνεται από αυτά, απομακρύνεται από το Θεό. Ενώ εκείνος που συνεχώς κοινωνεί, δέχεται συνεχώς το σώμα του Χριστού.
Γιατί είπε η σωτήρια φωνή: "Εκείνος που τρώγει τη σάρκα μου και πίνει το αίμα μου μένει σ' εμένα και εγώ σε αυτόν"(Ιω. 6, 56). Αυτό λοιπόν συμφέρει στους μοναχούς, να κάνουν συνεχώς ανάμνηση του σωτηρίου πάθους. Ο μοναχός πρέπει κάθε μέρα να είναι έτοιμος και να τακτοποιεί τον εαυτό του ώστε να είναι πάντοτε άξιος να δεχτεί τα άγια Μυστήρια· επειδή με αυτά αξιωνόμαστε να λάβομε και την άφεση των αμαρτιών μας».
Λέει και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Αν ένα σώμα, όταν αγγίζει ένα άλλο, αλλοιώνεται κατά την ενέργειά του, πώς δε θα αλλοιωθεί εκείνος που αγγίζει το σώμα του Θεού με αθώα χέρια;»
Γράφει και στο Γεροντικό: «Ο Ιωάννης ο Βοστρηνός, άνθρωπος άγιος και με εξουσία κατά πνευμάτων ακαθάρτων, ρώτησε δαίμονες που κατοικούσαν μέσα σε κόρες και που εξαιτίας τους ήταν κυριευμένες από μανία και υπέφεραν φοβερά, και τους είπε: "Ποιά πράγματα φοβάστε από τους Χριστιανούς"; Και αυτοί απάντησαν: "Έχετε πράγματι τρία μεγάλα πράγματα· εκείνο που φοράτε στο λαιμό σας, εκείνο που λούζεστε στην Εκκλησία κι εκείνο που τρώτε στη Λειτουργία". Αυτος ρώτησε πάλι: "Ποιο από τα τρία αυτά φοβάστε περισσότερο;" και αποκρίθηκαν: "Αν φυλάγατε καλά εκείνο που μεταλαμβάνετε, κανένας από μάς δε θα μπορούσε να βλάψει Χριστιανό"». Αυτά λοιπόν που φοβούνται περισσότερο οι δαίμονες είναι ο Σταυρός, το Βάπτισμα και η θεία Κοινωνία.
------------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 106-119).