Εκείνος που θέλει να βαδίζει χωρίς να σφάλλει τον κατά Θεόν δρόμο της ησυχίας, πρέπει μαζί με την καθολική απάρνηση των πάντων, να εκλέξει και την τέλεια υποταγή.
14. Στο όνομα του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, που είπε: «Εγώ είμαι το φως, η ζωή και η αλήθεια, η οδός και η θύρα που οδηγεί προς το Θεό Πατέρα, κι όποιος περάσει από μένα θα σωθεί και θα μπαίνει και θα βγαίνει και θα βρίσκει βοσκή σωτηριώδη»(Ιω. 8, 12· 14, 6· 10, 9)), πρόσεξε σε κείνα που λέμε και σε συμβουλεύομε ειλικρινά.
Προπάντων να εκλέξεις για τον εαυτό σου μαζί με την καθολική κατά την ιερή τελετή απάρνηση του κόσμου, και υποταγή άδολη και τέλεια. Να φροντίσεις δηλαδή πολύ, να βρεις οδηγό και διδάσκαλο απλανή. Αυτό θα το γνωρίσεις αν για όσα λέει φέρνει μαρτυρία από τις ιερές Γραφές και αν η ζωή του είναι πνευματοφόρα και συμφωνεί με τα λόγια του.
Να έχει επίσης υψηλή τη διάνοια αλλά ταπεινό το φρόνημα και να είναι ενάρετος στους τρόπους και γενικά όπως παριστάνουν τα θεοπαράδοτα λόγια τον κατά Χριστόν διδάσκαλο. Και αφού τον βρεις και προσκολληθείς σωματικά και πνευματικά σ' αυτόν, ως υιός φιλόστοργος σε πατέρα γνήσιο, ολόκληρος ν' ακολουθείς αποκλειστικά και πιστά τις εντολές του, αποβλέποντας σ' αυτόν όπως στον ίδιο το Χριστό και όχι σε άνθρωπο.
Και αφού απορρίψεις μακριά από σένα κάθε απιστία και δισταγμό, ακόμη και κάθε φρόνημα και θέλημα δικό σου, να ακολουθείς το διδάσκαλο με απλότητα και απεριέργεια, βήμα προς βήμα, έχοντας τη συνείδησή σου σαν κάποιο καθρέφτη για σαφή και καθαρή σου πληροφορία της ανεπιφύλακτης και άκρας υπακοής στο μυσταγωγό σου.
Κι αν καμιά φορά σου βάλει κρυφά κάποιον αντίθετο λογισμό ο διάβολος, ο εχθρός κάθε καλού, τότε, σαν να πρόκειται για πορνεία και φωτιά, τινάξου κυριολεκτικά από αυτόν προς τον εαυτό σου και αντιμίλησε σοφά στον απατεώνα που σου υποβάλλει αυτούς τους λογισμούς, λέγοντάς του ότι δεν οδηγεί ο οδηγούμενος τον οδηγό, αλλά ο οδηγός τον οδηγούμενο, και ότι δεν ανέλαβα εγώ την κρίση του γέροντά μου, αλλά εκείνος τη δική μου, και δεν ορίστηκα εγώ κριτής εκείνου, αλλά εκείνος δικός μου, σύμφωνα με όσα γράφει ο Ιωάννης της Κλίμακος και τα παρόμοιά τους.
Γιατί δεν υπάρχει γνησιότερο πράγμα από αυτόν τον τρόπο ζωής, δηλαδή την υποταγή, για κείνον που διάλεξε αποφασιστικά να σχίσει τα χειρόγραφα των αμαρτιών του και να γραφεί στο θείο βιβλίο των σωζομένων. Κατά τον μακάριο Παύλο, ο Υιός του Θεού και Θεός μας Κύριος Ιησούς, όταν έγινε άνθρωπος για χάρη μας και οικονομούσε με πολλή σοφία το πατρικό σχέδιο της σωτηρίας μας, χάραξε το δρόμο της υποταγής, με τον οποίο ευαρέστησε ως άνθρωπος και αξιώθηκε ν' ανυψωθεί πάλι από τον Πατέρα. Γιατί λέει: «Ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού.
Γι' αυτό και ο Θεός τον ανέβασε πολύ ψηλά και του χάρισε όνομα κλπ»(Φιλιπ. 2, 8-9). Ποιος λοιπόν είναι εκείνος που περιμένει με αυθάδεια, για να μην πω με αμάθεια, ότι θα επιτύχει τη δόξα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού και τα πατρικά έπαθλα, χωρίς να έχει διαλέξει τον ίδιο δρόμο του καθηγητή και διδασκάλου μας Ιησού Χριστού; Γιατί και ο μαθητής, αν ενδιαφέρεται να γίνει όμοιος με το δάσκαλό του, σαν εκμαγείο άριστου πρωτοτύπου, πρέπει με όλη την ορμή της ψυχής του να αποβλέπει απαρασάλευτα στη ζωή και τα έργα του παιδαγωγού του και τούτον να σπεύδει κάθε μέρα και περισσότερο να μιμείται.
Έπειτα, για τον ίδιο τον Κύριό μας Ιησού Χριστό έχει γραφεί: «Και ζούσε υπακούοντας στον πατέρα και τη μητέρα Του»(Λουκ. 2, 51), αλλά και ο ίδιος ο Σωτήρας λέει: «Δεν ήρθα για να με υπηρετήσουν αλλά για να υπηρετήσω»(Ματθ. 20, 28). Και υπάρχει κανείς, που θέλει να ζεί με άλλο τρόπο, δηλαδή αυτάρεσκα και αυτόβουλα και χωρίς οδηγό, και νομίζει ότι ακολουθεί ορθά την κατά Θεόν ζωή; Όχι βέβαια· κάθε άλλο, αφού ξεπερνά τα εσκαμμένα. Λέει και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Όπως εκείνος που δεν έχει οδηγό εύκολα χάνει το δρόμο του, έτσι κι εκείνος που ακολουθεί αυτεξούσια τη μοναχική ζωή, εύκολα χάνεται, κι ας κατέχει όλη τη σοφία του κόσμου». Γι' αυτό και οι περισσότεροι, για να μην πούμε όλοι, όσοι δεν είναι υποτακτικοί και πορεύονται χωρίς συμβουλή, σπέρνουν ονειροπολώντας πολλά, με κόπο και ιδρώτα. Στην πραγματικότητα όμως ελάχιστα θερίζουν. Μερικοί μάλιστα αντί σιτάρι μαζεύουν, αλοίμονο, ζιζάνια, γιατί ακολουθούν, όπως έχει ειπωθεί, την ιδιορρυθμία* και το αυτάρεσκο φρόνημά τους, από το οποίο τίποτε δεν είναι χειρότερο.
Και σ' αυτό μαρτυρεί ο Ιωάννης της Κλίμακος γράφοντας τα εξής: «Όσοι επιχειρήσατε να κατεβείτε στην παλαίστρα αυτή της νοεράς αθλήσεως· όσοι θέλετε να σηκώσετε στους ώμους σας το ζυγό του Χριστού· όσοι επιδιώκετε να μεταθέσετε το φορτίο σας στον τράχηλο του άλλου (του γέροντα)· όσοι σπεύδετε να συντάξετε θεληματικά το πωλητήριο του εαυτού σας, κι αντί γι' αυτό θέλετε να σας γράψουν έγγραφο ελευθερίας· όσοι περνάτε το μεγάλο αυτό πέλαγος κολυμπώντας, κρατούμενοι από τα χέρια άλλων, μάθετε ότι επιχειρήσατε να βαδίσετε ένα σύντομο και τραχύ δρόμο, που έχει μία μόνο πλάνη, η οποία ονομάζεται ιδιορρυθμία.
Εκείνος που απαρνήθηκε μιά και καλή την ιδιορρυθμία, σε όλα όσα νομίζει καλά και πνευματικά και θεάρεστα, αυτός έφτασε πριν καν βαδίσει. Γιατί υπακοή σημαίνει να μην εμπιστεύεται κανείς τον εαυτό του σε κανένα καλό μέχρι το τέλος της ζωής του». Επομένως και συ, μάθε τα αυτά καλά σε βάθος, κι επιθυμώντας να εξασκείς την αγαθή και αναφαίρετη μερίδα της ουρανοδρόμου ησυχίας, να ακολουθείς όπως σου δηλώθηκε τους νόμους που έχουν ορθά θεσπιστεί. Αποδέξου πρώτα μετά χαράς την υπακοή. Όμοια έπειτα την ησυχία. Γιατί όπως η πράξη είναι η βάση της θεωρίας, έτσι και η υπακοή της ησυχίας. και όπως έχει γραφεί, μη θέλεις να μετακινείς όρια που έβαλαν οι Πατέρες(Παροιμ. 22, 28), και: «Αλοίμονο στον μόνο»(Εκκλ. 4, 10).
Με αυτό τον τρόπο βάζοντας καλή αρχή στη θεμελίωση, με τον καιρό θα βάλεις και λαμπρότατη οροφή με την αρχιτεκτονική του Πνεύματος. Γιατί, όπως έχει λεχθεί, όπου η αρχή είναι ακατάλληλη, είναι για πέταμα και το σύνολο, και αντίστροφα, όπου η αρχή είναι κατάλληλη, θα είναι και το σύνολο ωραίο, όπως και αρμονικό, παρ' όλο που καμιά φορά συμβαίνει το αντίθετο· πράγμα βέβαια που γίνεται από τη δική μας πρόθεση και προαίρεση.
*Άσκητικός όρος, που σημαίνει το να «ρυθμίζει» ο μοναχός τα του εαυτού του ο ίδιος, ακολουθώντας δηλαδή τη δική του γνώμη και θέληση, χωρίς να υπακούει ή να συμβουλεύεται γέροντα.
------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 29-31)
Προπάντων να εκλέξεις για τον εαυτό σου μαζί με την καθολική κατά την ιερή τελετή απάρνηση του κόσμου, και υποταγή άδολη και τέλεια. Να φροντίσεις δηλαδή πολύ, να βρεις οδηγό και διδάσκαλο απλανή. Αυτό θα το γνωρίσεις αν για όσα λέει φέρνει μαρτυρία από τις ιερές Γραφές και αν η ζωή του είναι πνευματοφόρα και συμφωνεί με τα λόγια του.
Να έχει επίσης υψηλή τη διάνοια αλλά ταπεινό το φρόνημα και να είναι ενάρετος στους τρόπους και γενικά όπως παριστάνουν τα θεοπαράδοτα λόγια τον κατά Χριστόν διδάσκαλο. Και αφού τον βρεις και προσκολληθείς σωματικά και πνευματικά σ' αυτόν, ως υιός φιλόστοργος σε πατέρα γνήσιο, ολόκληρος ν' ακολουθείς αποκλειστικά και πιστά τις εντολές του, αποβλέποντας σ' αυτόν όπως στον ίδιο το Χριστό και όχι σε άνθρωπο.
Και αφού απορρίψεις μακριά από σένα κάθε απιστία και δισταγμό, ακόμη και κάθε φρόνημα και θέλημα δικό σου, να ακολουθείς το διδάσκαλο με απλότητα και απεριέργεια, βήμα προς βήμα, έχοντας τη συνείδησή σου σαν κάποιο καθρέφτη για σαφή και καθαρή σου πληροφορία της ανεπιφύλακτης και άκρας υπακοής στο μυσταγωγό σου.
Κι αν καμιά φορά σου βάλει κρυφά κάποιον αντίθετο λογισμό ο διάβολος, ο εχθρός κάθε καλού, τότε, σαν να πρόκειται για πορνεία και φωτιά, τινάξου κυριολεκτικά από αυτόν προς τον εαυτό σου και αντιμίλησε σοφά στον απατεώνα που σου υποβάλλει αυτούς τους λογισμούς, λέγοντάς του ότι δεν οδηγεί ο οδηγούμενος τον οδηγό, αλλά ο οδηγός τον οδηγούμενο, και ότι δεν ανέλαβα εγώ την κρίση του γέροντά μου, αλλά εκείνος τη δική μου, και δεν ορίστηκα εγώ κριτής εκείνου, αλλά εκείνος δικός μου, σύμφωνα με όσα γράφει ο Ιωάννης της Κλίμακος και τα παρόμοιά τους.
Γιατί δεν υπάρχει γνησιότερο πράγμα από αυτόν τον τρόπο ζωής, δηλαδή την υποταγή, για κείνον που διάλεξε αποφασιστικά να σχίσει τα χειρόγραφα των αμαρτιών του και να γραφεί στο θείο βιβλίο των σωζομένων. Κατά τον μακάριο Παύλο, ο Υιός του Θεού και Θεός μας Κύριος Ιησούς, όταν έγινε άνθρωπος για χάρη μας και οικονομούσε με πολλή σοφία το πατρικό σχέδιο της σωτηρίας μας, χάραξε το δρόμο της υποταγής, με τον οποίο ευαρέστησε ως άνθρωπος και αξιώθηκε ν' ανυψωθεί πάλι από τον Πατέρα. Γιατί λέει: «Ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού.
Γι' αυτό και ο Θεός τον ανέβασε πολύ ψηλά και του χάρισε όνομα κλπ»(Φιλιπ. 2, 8-9). Ποιος λοιπόν είναι εκείνος που περιμένει με αυθάδεια, για να μην πω με αμάθεια, ότι θα επιτύχει τη δόξα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού και τα πατρικά έπαθλα, χωρίς να έχει διαλέξει τον ίδιο δρόμο του καθηγητή και διδασκάλου μας Ιησού Χριστού; Γιατί και ο μαθητής, αν ενδιαφέρεται να γίνει όμοιος με το δάσκαλό του, σαν εκμαγείο άριστου πρωτοτύπου, πρέπει με όλη την ορμή της ψυχής του να αποβλέπει απαρασάλευτα στη ζωή και τα έργα του παιδαγωγού του και τούτον να σπεύδει κάθε μέρα και περισσότερο να μιμείται.
Έπειτα, για τον ίδιο τον Κύριό μας Ιησού Χριστό έχει γραφεί: «Και ζούσε υπακούοντας στον πατέρα και τη μητέρα Του»(Λουκ. 2, 51), αλλά και ο ίδιος ο Σωτήρας λέει: «Δεν ήρθα για να με υπηρετήσουν αλλά για να υπηρετήσω»(Ματθ. 20, 28). Και υπάρχει κανείς, που θέλει να ζεί με άλλο τρόπο, δηλαδή αυτάρεσκα και αυτόβουλα και χωρίς οδηγό, και νομίζει ότι ακολουθεί ορθά την κατά Θεόν ζωή; Όχι βέβαια· κάθε άλλο, αφού ξεπερνά τα εσκαμμένα. Λέει και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Όπως εκείνος που δεν έχει οδηγό εύκολα χάνει το δρόμο του, έτσι κι εκείνος που ακολουθεί αυτεξούσια τη μοναχική ζωή, εύκολα χάνεται, κι ας κατέχει όλη τη σοφία του κόσμου». Γι' αυτό και οι περισσότεροι, για να μην πούμε όλοι, όσοι δεν είναι υποτακτικοί και πορεύονται χωρίς συμβουλή, σπέρνουν ονειροπολώντας πολλά, με κόπο και ιδρώτα. Στην πραγματικότητα όμως ελάχιστα θερίζουν. Μερικοί μάλιστα αντί σιτάρι μαζεύουν, αλοίμονο, ζιζάνια, γιατί ακολουθούν, όπως έχει ειπωθεί, την ιδιορρυθμία* και το αυτάρεσκο φρόνημά τους, από το οποίο τίποτε δεν είναι χειρότερο.
Και σ' αυτό μαρτυρεί ο Ιωάννης της Κλίμακος γράφοντας τα εξής: «Όσοι επιχειρήσατε να κατεβείτε στην παλαίστρα αυτή της νοεράς αθλήσεως· όσοι θέλετε να σηκώσετε στους ώμους σας το ζυγό του Χριστού· όσοι επιδιώκετε να μεταθέσετε το φορτίο σας στον τράχηλο του άλλου (του γέροντα)· όσοι σπεύδετε να συντάξετε θεληματικά το πωλητήριο του εαυτού σας, κι αντί γι' αυτό θέλετε να σας γράψουν έγγραφο ελευθερίας· όσοι περνάτε το μεγάλο αυτό πέλαγος κολυμπώντας, κρατούμενοι από τα χέρια άλλων, μάθετε ότι επιχειρήσατε να βαδίσετε ένα σύντομο και τραχύ δρόμο, που έχει μία μόνο πλάνη, η οποία ονομάζεται ιδιορρυθμία.
Εκείνος που απαρνήθηκε μιά και καλή την ιδιορρυθμία, σε όλα όσα νομίζει καλά και πνευματικά και θεάρεστα, αυτός έφτασε πριν καν βαδίσει. Γιατί υπακοή σημαίνει να μην εμπιστεύεται κανείς τον εαυτό του σε κανένα καλό μέχρι το τέλος της ζωής του». Επομένως και συ, μάθε τα αυτά καλά σε βάθος, κι επιθυμώντας να εξασκείς την αγαθή και αναφαίρετη μερίδα της ουρανοδρόμου ησυχίας, να ακολουθείς όπως σου δηλώθηκε τους νόμους που έχουν ορθά θεσπιστεί. Αποδέξου πρώτα μετά χαράς την υπακοή. Όμοια έπειτα την ησυχία. Γιατί όπως η πράξη είναι η βάση της θεωρίας, έτσι και η υπακοή της ησυχίας. και όπως έχει γραφεί, μη θέλεις να μετακινείς όρια που έβαλαν οι Πατέρες(Παροιμ. 22, 28), και: «Αλοίμονο στον μόνο»(Εκκλ. 4, 10).
Με αυτό τον τρόπο βάζοντας καλή αρχή στη θεμελίωση, με τον καιρό θα βάλεις και λαμπρότατη οροφή με την αρχιτεκτονική του Πνεύματος. Γιατί, όπως έχει λεχθεί, όπου η αρχή είναι ακατάλληλη, είναι για πέταμα και το σύνολο, και αντίστροφα, όπου η αρχή είναι κατάλληλη, θα είναι και το σύνολο ωραίο, όπως και αρμονικό, παρ' όλο που καμιά φορά συμβαίνει το αντίθετο· πράγμα βέβαια που γίνεται από τη δική μας πρόθεση και προαίρεση.
*Άσκητικός όρος, που σημαίνει το να «ρυθμίζει» ο μοναχός τα του εαυτού του ο ίδιος, ακολουθώντας δηλαδή τη δική του γνώμη και θέληση, χωρίς να υπακούει ή να συμβουλεύεται γέροντα.
------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 29-31)