Ποιά είναι τα σημάδια της αληθινής υποταγής, που όταν τα κατέχει ο πραγματικός υπήκοος, θα υποτάσσεται σωστά.
Ιδού λοιπόν τι θα σου πούμε: Εκείνος που ασκεί αληθινή υπακοή πρέπει, όπως νομίζομε, να φυλάει οπωσδήποτε τις εξής πέντε αρετές. Πρώτη, την πίστη, να έχει δηλαδή καθαρή και ειλικρινή .πίστη προς τον πνευματικό του πατέρα, τόσο πολύ ώστε να νομίζει ότι βλέπει το Χριστό και ότι σ' Αυτόν υποτάσσεται, όπως λέει ο Κύριος Ιησούς: «Όποιος ακούει εσάς ακούει εμένα, κι όποιος απορρίπτει εσάς απορρίπτει εμένα· κι όποιος απορρίπτει εμένα, απορρίπτει αυτόν που με απέστειλε»(Λουκ. 10,16), επίσης: «Ό,τι δεν προέρχεται από πίστη είναι αμαρτία»(Ρωμ. 14,23).
Δεύτερη, την αλήθεια· να είναι δηλαδή αληθινός στα έργα και στους λόγους και στην ακριβή εξομολόγηση των λογισμών του. Γιατί λέει ο Ψαλμωδός: «Θεμέλιο των λόγων σου είναι η αλήθεια»(Ψαλμ. 118, 160), και: «Ο Κύριος αρέσκεται στην αλήθεια»(Ψαλμ. 30, 24). Και ο Χριστός λέει: «Εγώ είμαι η αλήθεια»(Ιω. 14, 6)· μάλιστα λέγεται και Αυτοαλήθεια.
Τρίτη αρετή, να μην κάνει το δικό του θέλημα —γιατί, λέει, είναι ζημία στον υποτακτικό να κάνει το θέλημά του—, αλλά πάντοτε να το κόβει θεληματικά, χωρίς δηλαδή να αναγκάζεται από τον πνευματικό του πατέρα.
Τέταρτη, να μην αντιλέγει και να μη φιλονεικεί καθόλου, γιατί η αντιλογία και η φιλονεικία δεν είναι των ευσεβών. Όπως γράφει και ο ιερότατος Παύλος: «Αν είναι κανένας φιλόνεικος, εμείς πάντως δεν έχομε τέτοια συνήθεια, ούτε οι Εκκλησίες του Θεού»(Α΄ Κορ. 11, 16). Αν τώρα απαγορεύονται αυτά σε όλους τους Χριστιανούς γενικά, πολύ περισσότερο απαγορεύονται στους μοναχούς, και μάλιστα αφού αυτοί υποσχέθηκαν να υποτάσσονται πλήρως, όπως θέλει ο Κύριος. Το να αντιλέγει λοιπόν κανείς και να φιλονεικεί προέρχεται από φρόνημα δεμένο με απιστία και υπερηφάνεια, όπως έχει λεχθεί ότι ο υπερήφανος μοναχός αντιλέγει έντονα. Ισχύει και το αντίθετο, δηλαδή το να μην αντιλέγει κανείς και να μη φιλονεικεί προέρχεται από πίστη και ταπεινή διάθεση.
Πέμπτη αρετή που πρέπει να φυλάει ο υποτακτικός είναι η ακριβής και ειλικρινής εξομολόγηση στον γέροντα, όπως κατά την τελετή της κουράς δώσαμε υπόσχεση σαν να παραστεκόμασταν στο φοβερό βήμα του Χριστού, ενώπιον του Θεού και των αγίων Αγγέλων, να έχομε αρχή και τέλος, μαζί με τις άλλες υποσχέσεις και συμφωνίες μας με τον Κύριο, και την εξομολόγηση των κρυπτών της καρδιάς.
Λέει και ο θείος Δαβίδ: «Αποφάσισα να φανερώσω στον Κύριο την ανομία μου, κατηγορώντας τον εαυτό μου, και Σύ συγχώρησες κλπ.»(Ψαλμ. 31, 5). Και ο Ιωάννης της Κλίμακος λέει: «Μώλωπες που φανερώνονται, δε θα προχωρήσουν στο χειρότερο, αλλά θα θεραπευθούν».
Εκείνος που κρατά αυτή την πεντάδα των αρετών με σοφία και επιμέλεια, ας γνωρίζει χωρίς ν' αμφιβάλλει ότι θα επιτύχει από εδώ ακόμα σαν αρραβώνα τη μακαριότητα των δικαίων. Και αυτά μέν είναι τα χαρακτηριστικά της αξιομνημόνευτης υπακοής, τα οποία είναι ένα είδος ρίζας και θεμελίου. Άκουσε τώρα και ποιοι είναι οι κλάδοι και ο καρπός και η οροφή.
Μας λέει πάλι ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Από την υπακοή γεννιέται η ταπείνωση, από την ταπείνωση η διάκριση, από τη διάκριση η διόραση, και από αυτήν η προόραση», η οποία είναι έργο μόνο του Θεού και τη δωρίζει, σαν δώρο εξαιρετικό και υπερφυσικότατο, σ' εκείνους που θεοποιούνται και γίνονται μακάριοι.
Εκτός από αυτά, γνώριζε και τούτο· ανάλογα με την ακρίβεια της υποταγής σου βλαστάνει μέσα σου η ταπείνωση, και πάλι ανάλογα με την ταπείνωσή σου η διάκριση, ομοίως και οι άλλες αρετές. Και ν' αγωνίζεσαι με όλη σου τη δύναμη να τρέχεις χωρίς να πλανάσαι το δρόμο της υπακοής. Και έτσι θα φτάσεις ασφαλώς και στην προχωρημένη αρετή.
Αν όμως χωλαίνεις κάπου στο στάδιο της υποταγής, να ξέρεις ότι δε θα τελειώσεις καλά τον υπόλοιπο δρόμο που ξεκίνησες, δηλαδή την κατά Χριστόν πολιτεία, ούτε θα στεφανωθείς με το στεφάνι που δίνουν στους νικητές. Αλλά η υπακοή και τα γνωρίσματά της που είπαμε, να σου είναι ένα είδος οδηγός, όπως στους ναυτικούς αυτό που κοιτούν για να κρατούν ίσια την πορεία τους.
Έτσι κοιτάζοντας σταθερά σ' αυτήν θα μπορέσεις να περάσεις το μέγα πέλαγος των αρετών και να ρίξεις άγκυρα στο ατάραχο λιμάνι της απάθειας. Κι αν σου συμβεί και καμιά θύελλα ή τρικυμία, αυτή θα οφείλεται σε παρακοή σου.
Γιατί, οπως λένε οι Πατέρες, εκείνον που έχει αληθινή υπακοή ούτε ο ίδιος ο διάβολος δεν μπορεί να τον βλάψει. Για να σου δείξομε σύντομα πόσο μεγάλο είναι το σεβάσμιο ύψος της πανθαύμαστης υπακοής, θα θυμηθούμε ακόμη μία πατερική φράση.
Λέει λοιπόν το λαμπρότατο αστέρι της κατά Χριστόν πολιτείας, που έφτιαξε σαν νέος Βεσελεήλ(Έξ. 31, 2) την ουράνια Κλίμακα: «Οι Πατέρες ονομάζουν όπλο την ψαλμωδία, την προσευχή τείχος, τα άμωμα δάκρυα λουτρό· την μακάρια υπακοή όμως την χαρακτήρισαν μαρτύριο, χωρίς το οποίο κανείς από τους εμπαθείς δε θα δει τον Κύριο».
Νομίζομε είναι αρκετά κι αυτά για μιά εναργέστατη φανέρωση και έπαινο του αμίμητου μιμήματος της τρισμακάριστης υπακοής. Θα μπορέσομε ακόμη να μάθομε και να διακρίνομε με την πείρα, αν βέβαια κοιτάξομε προς τα άνω και εξετάσομε, ποιο είναι το αίτιο της συντριβής και της θνητότητάς μας, ενώ δε δημιουργηθήκαμε έτσι εξαρχής· και ποιο είναι πάλι το αίτιο της ανακαινίσεώς μας και της αθανασίας.
Βλέπομε λοιπόν ότι το πρώτο, δηλαδή τη φθορά, την προξένησε η πίστη του πρώτου Αδάμ στον εαυτό του, η ιδιορρυθμία του, η ανυπακοή του, από τα οποία προήλθε η αθέτηση και η παράβαση της θείας εντολής. Το δεύτερο το πέτυχε για μας η κοινή βούληση και υποταγή προς τον Πατέρα Του του δεύτερου Αδάμ, του Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, από τα οποία προήλθε η τήρηση της πατρικής εντολής.
Γιατί, όπως είπε ο Σωτήρας: «Εγώ δε δίδαξα από μόνος μου, αλλά ο Πατέρας που με έστειλε, εκείνος μου έδωσε εντολή τι να πω και τι να κηρύξω. Και ξέρω πως η εντολή Του οδηγεί στην αιώνια ζωή. Ό,τι λοιπόν κηρύττω, το κηρύττω όπως μου το έχει πει ο Πατέρας»(Ιω. 12, 49-50).
Όπως λοιπόν στον προπάτορα Αδάμ και σε όσους του μοιάζουν, ρίζα και μητέρα όλων των λυπηρών είναι η οίηση, έτσι και στον καινούργιο Αδάμ, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και σ' εκείνους που επιθυμούν να ζουν σύμφωνα με Αυτόν, αρχή και πηγή και θεμέλιο όλων των αγαθών είναι η ταπείνωση.
Αυτή την τάξη και τη στάση βλέπομε να κρατά και η υπέρτατη και πάνω από μας ιερή παράταξη όλων των θεόμορφων Αγγέλων, όπως επίσης και η επίγεια Εκκλησία μας. Κι έχομε διδαχθεί και πιστεύομε πώς όσοι με κάποιο τρόπο ξεφεύγουν από αυτή τη θεσμοθεσία και θέλουν να ζουν με σκολιότητα, για να μην πω με αυθάδεια, αποκόπτονται από το Θεό και τη φωτεινή και ουράνια κληρουχία και από την καθολική Εκκλησία, και εξοστρακίζονται και εξαποστέλλονται στο σκότος και τη φωτιά της γέεννας.
Και αυτό το έχουν πάθει οι πονηροί εργάτες του κακού που συνοδεύουν τον εωσφόρο και οι διάφοροι κατά καιρούς λογοπλάνοι κακόδοξοι αιρετικοί, όπως παρουσιάζουν τα θεόγραφα λόγια. Αυτοί, εξαιτίας της αυταρέσκειας και της υπερηφάνειάς τους, αποδιώχθηκαν ελεεινά από τη θεία δόξα και τρυφή, και από τον ιερό σύλλογο των χριστιανών.
Είπε κάποιος σοφός ότι τα αντίθετα είναι φάρμακα για τα αντίθετα. Αφού λοιπόν αιτία όλων των θλιβερών είναι η ανυπακοή και η αλαζονεία, ενώ των ευχαρίστων η υποταγή και η συντριβή, πρέπει εξάπαντος εκείνος που επιθυμεί να ζει ακατηγόρητα, να ζει με υποταγή σε πατέρα δοκιμασμένο και απλανή, που να αντλεί τη δύναμή του από την εμπειρία πολλών χρόνων και την επιστήμη των θείων και που η ζωή του να καταστολίζεται από το στέφανο των αρετών.
Και τη διαταγή και τη συμβουλή του πατέρα αυτού να τη θεωρεί φωνή και θέλημα του Θεού. Γιατί, όπως λέει, «η σωτηρία βρίσκεται στην άφθονη συμβουλή»(Παροιμ. 11, 14), και «άνθρωπος ασύμβουλος, εχθρός του εαυτού του». Αν τώρα σε μερικούς από τους ένδοξους Πατέρες συνέβη και χωρίς αυτή την άσκηση στην υποταγή, να επιτύχουν τη θεοποιό ησυχία και την κατά Θεόν τελειότητα, αυτό έγινε με θεία αποκάλυψη και σπάνια.
Και έχει γραφεί ότι το σπάνιο δε γίνεται νόμος της Εκκλησίας, όπως ένα χελιδόνι δεν κάνει την άνοιξη. Αλλά εσύ, πιστεύοντας ως προκαταρκτική επιστήμη της ωραιότατης ησυχίας την αληθινή υποταγή, άφησε αυτά που έγιναν μιά φορά και κατ' οικονομίαν και ακολούθησε όσα από κοινού καθόρισαν οι σεβάσμιοι Πατέρες.
Έτσι θ' αξιωθείς και τα βραβεία εκείνων που ζουν κατά το νόμο. Τι νομίζεις; Έναν οποιοδήποτε άγνωστο δρόμο, κανείς ποτέ δε θα διαλέξει να τον αρχίσει χωρίς οδηγό που να τον δείχνει σωστά. Επίσης ούτε την ανοιχτή θάλασσα χωρίς έμπειρο κυβερνήτη.
Το ίδιο και οποιαδήποτε τέχνη και επιστήμη, χωρίς σωστό δάσκαλο. Την δε τέχνη των τεχνών και επιστήμη των επιστημών και το δρόμο που καταλήγει στο Θεό και το άπειρο νοητό πέλαγος, δηλαδή τη μοναχική ζωή, που είναι όμοια με τη ζωή των Αγγέλων, τολμά κανείς ν' αρχίσει να την ασκεί και έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του ότι θα φτάσει στο τέλος, χωρίς οδηγό και κυβερνήτη και διδάσκαλο έμπειρο και γνήσιο; Όποιος και να είναι τούτος, πραγματικά εξαπατά τον εαυτό του και πριν βάλει καν αρχή έχει πλανηθεί, επειδή δεν ασκείται κατά το νόμο.
Όπως και το αντίθετο, πριν ξεκινήσει έχει επιτύχει το τέλος εκείνος που πείθεται στους θεσμούς των Πατέρων. Γιατί, από που αλλού μπορούμε να μάθομε να πολεμούμε εναντίον της σάρκας όπως ταιριάζει, ή να παίρνομε τα όπλα κατά των παθών και των δαιμόνων; Αφού, όπως έχει γραφεί, δίπλα στις αρετές είναι στημένες οι κακίες και γειτονεύουν.
Και από που θα γυμνάσομε τις αισθήσεις του σώματος και θα ρυθμίσομε τις δυνάμεις της ψυχής σαν να είναι χορδές κιθάρας; Ακόμη, πώς θα μπορέσομε να ξεχωρίζομε προφητείες και αποκαλύψεις και παρηγορίες και θεωρίες που στέλνει ο Θεός, αλλά και δόλους και πλάνες και φαντασίες δαιμονικές; Και με λίγα λόγια, πώς θ' αξιωθούμε να φτάσομε σε ένωση με το Θεό και θεουργικές τελετές και μυστήρια χωρίς τη μύηση ενός μυσταγωγού αληθινού και φωτισμένου; Αδύνατο πράγματι, αδύνατο.
Ας προσέξομε και το σκεύος της εκλογής, τον μακάριο Παύλο, τον μύστη των απορρήτων, το στόμα του Χριστού, το φως του κόσμου, τον κοινό ήλιο, τον διδάσκαλο όλης της οικουμένης, να συζητά από κοινού και να συνδιασκέπτεται με τους συναποστόλους του για το Ευαγγέλιο, για το λόγο, όπως λέει, «μήπως μάταια κοπιάζω ή κοπίασα»(Γαλ. 2, 2).
Ας προσέξομε ακόμη και αυτήν την Αυτοσοφία, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό να λέει για μεν τον εαυτό Του ότι «κατέβηκα από τον ουρανό όχι για να κάνω το θέλημά μου, αλλά το θέλημα του Πατέρα που με απέστειλε»(Ιω. 6, 38), για δε το πανάγιο και ζωοποιό Πνεύμα ότι «δε θα μιλήσει από τον εαυτό Του, αλλά θα πει όσα ακούσει»(Ιω. 16, 13).
Αυτή η ισχύουσα τάξη, η οποία συγκρατεί και τα ουράνια και τα επίγεια, θα μας γεμίσει φρίκη και θάμβος και αγωνία και για τη δική μας μηδαμινότητα και αδιαφορία, και για εκείνους που από παραφροσύνη και οίηση προτιμούν να ζουν άσχημα και επικίνδυνα, ιδιόρρυθμα και ανυπότακτα. Ο αγώνας αυτός είναι πραγματικά φοβερός και χίλιοι δυό οι κλέφτες και αναρίθμητες οι ενέδρες των πειρατών και τα ναυάγια αμέτρητα.
Γι' αυτό και από τους πολλούς λίγοι είναι όσοι σώζονται(Λουκ. 13, 23). Αλλ' αυτοί ας ζουν όπως θέλουν, αφού το έργο του καθενός, όπως λέει η Γραφή, θα το δοκιμάσει η φωτιά(Α΄ Κορ. 3, 13)· και ο Ψαλμωδός λέει: «Εσύ θ' αποδώσεις στον καθένα κατά τα έργα του»(Ψαλμ. 61, 13). Και μάλιστα όχι έτσι απλά όπως θέλουν, αλλά όπως πρέπει κανείς να βούλεται και να ζει, έτσι ας δώσει ο Κύριος σε όλους σύνεση.
Εσύ όμως και καθένας που θέλει να ζήσει κατά Θεόν, μαθαίνοντας από τους λόγους αυτούς σαν από μιά άκρη ολόκληρο το χρυσό και πνευματικό ύφασμα της μακάριας υπακοής, βιάσου, όπως είπαμε πριν, να βρεις διδάσκαλο απλανή και τέλειο. Η στερεή τροφή είναι, κατά τον χριστοφόρο Παύλο, για τους τέλειους που έχουν γυμνασμένα τα αισθητήρια για τη διάκριση του καλού και του κακού(Εβρ. 5, 14), και μ' αυτό τον τρόπο, αναζητώντας δηλαδή με κόπο και πίστη, δε θα αποτύχεις στο σκοπό σου. Γιατί, όπως λέει η Γραφή, καθένας που ζητεί παίρνει κι όποιος αναζητεί βρίσκει και σ' όποιον χτυπά θ' ανοίξουν(Ματθ. 7, 8).
Και ο διδάσκαλος που θα βρεις θα σε μυσταγωγήσει με αλληλουχία και τάξη σε όλα τα πρέποντα και θεοφιλή, και ακόμα περισσότερο θα σε οδηγήσει προς τα θεάρεστα και πνευματικότερα και απρόσιτα στους πολλούς, όταν σε βλέπει ότι χαίρεται η ψυχή σου στο μέτρο, στη λιτότητα και την προχειρότητα στα φαγητά, τα ποτά, τα σκεπάσματα και τα ενδύματα και ότι αρκείσαι στα πραγματικά χρήσιμα και κατάλληλα και αναγκαία για κάθε περίσταση, και δε ζητάς τα περιττά και βλακώδη με τα οποία καμαρώνουν εκείνοι που ζουν ανόητα με την αλαζονεία και τη λάμψη κι έτσι στρέφουν το ξίφος εναντίον του εαυτού τους και της σωτηρίας τους.
Και λέει ο μέγας Απόστολος: «Όταν έχομε τροφές και σκεπάσματα, ας αρκεστούμε σ' αυτά»(Α΄ Τιμ. 6, 8). Αλλά συ ζητάς και θέλεις να διδαχτείς κι από μας γραπτώς τα κατάλληλα και για την αρχή και για τη μεσότητα και για το τέλος της κατά Χριστόν ζωής; Είναι βέβαια επαινετό το ερώτημά σου, όμως είναι δύσκολη η πρόχειρη απόκριση. Όμως με τη βοήθεια του Χριστού, σύμφωνα με το αίτημά σου, θα φροντίσομε να το κάνομε κι αυτό. Πάνω σε στερεό και ασάλευτο θεμέλιο, στην πανένδοξη τέλεια υπακοή, θα οικοδομήσομε τον πολυθρύλητο οίκο όλης της πνευματικής οικοδομής, δηλαδή τη θεοποιό ησυχία. Και θα μιλήσομε στο εξής στηριζόμενοι πάνω σε ακλόνητους στύλους, στις θεόπνευστες μαρτυρίες των Πατέρων.
--------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 31-36)