Οι αρχάριοι μπορούν να προσεύχονται άλλοτε με ολόκληρη την προσευχή, άλλοτε με ένα μέρος της, πάντοτε όμως μέσα στην καρδιά, και να μην αλλάζουν συνεχώς τα λόγια της προσευχής.
51. Οι αρχάριοι μπορούν να προσεύχονται άλλοτε με ολόκληρη την προσευχή κι άλλοτε με ένα μέρος της, πλην όμως αυτό θα γίνεται μέσα στην καρδιά και ακατάπαυστα. Γιατί, κατά τον άγιο Διάδοχο, «εκείνος που διατρίβει πάντοτε μέσα στην καρδιά του, απομακρύνεται οπωσδήποτε από όσα θεωρούνται ωραία στη ζωή. Γιατί καθώς ζει πνευματικά, δεν μπορεί να γνωρίζει τις επιθυμίες της σάρκας(Γαλ. 5, 16).
Ο άνθρωπος αυτός περιφέρεται λοιπόν μέσα στο φρούριο των αρετών έχοντας τις ίδιες τις αρετές ως θυρωρούς να φυλάγουν την πόλη της αγνότητας· γι' αυτό και μένουν άπρακτες οι εναντίον του μηχανές των δαιμόνων». Και ο άγιος Ισαάκ γράφει: «Του ανθρώπου που στρέφεται κάθε ώρα στην ψυχή του, ευφραίνεται η καρδιά με τις αποκαλύψεις. Κι εκείνος που συνάγει τη θεωρία του μέσα του, βλέπει εκεί τη λάμψη του Πνεύματος. Όποιος αποστράφηκε κάθε περιπλάνηση του νου, αυτός βλέπει τον Κύριό του μέσα στην καρδιά του».
Όμως, μην αλλάζεις συνεχώς τα λόγια της προσευχής, για να μη συνηθίσει ο νους από τη συνεχή εναλλαγή και μεταφορά των λέξεων σε κάποια αστασία και μετατόπιση και μείνει αρρίζωτος και άκαρπος, όπως τα δένδρα που μετακινούνται και μεταφυτεύονται συνεχώς.
Για να καρποφορήσει η προσευχή μέσα στην καρδιά, χρειάζεται καιρός πολύς και αγώνας και βία. Και γενικά, κάθε αγαθό κατορθώνεται με μεγάλο κόπο και πολύν καιρό.
Μακάριος λοιπόν εκείνος που βλέπει σαν μέσα σε καθρέφτη στα άδυτα της καρδιάς του τον Κύριο και ξεχύνει εμπρός στην αγαθότητά Του με κλαυθμό τη δέησή του». Και ο όσιος Ιωάννης ο Καρπάθιος: «Χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος στις προσευχές για να βρούμε στην ολότελα απαλλαγμένη από ενοχλήσεις κατάσταση της διάνοιας έναν άλλο καρδιακό ουρανό, όπου κατοικεί ο Χριστός, όπως λέει ο Απόστολος· "Ή δεν καταλάβατε ότι ο Ιησούς Χριστός κατοικεί μέσα σας; Εκτός βέβαια αν είστε αδόκιμοι"(Β΄ Κορ. 13, 50».
Και ο μέγας Χρυσόστομος λέει: «Παράμενε αδιάλειπτα στο όνομα του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά σου τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά σου και να γίνουν τα δύο ένα. Αλλά το έργο αυτό δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας ή δύο, αλλά πολλού χρόνου και καιρού. Γιατί χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος για να εξοριστεί ο εχθρός και να κατοικήσει μέσα ο Χριστός». Αυτά αρκούν· ο λόγος ας επιστρέψει στα προκείμενα με τη σειρά.
Έτσι λοιπόν παραμένοντας ο νους δίχως εμπόδια μέσα στην καρδιά, προσεύχεται καθαρά και απλανώς, σύμφωνα με τον Άγιο που λέει: «Τότε είναι αληθινή και απλανής η προσευχή, όταν ο νους φυλάγει την καρδιά όταν προσεύχεται». Γράφει και ο άγιος Ησύχιος: «Πράγματι αληθινός μοναχός είναι εκείνος που κατορθώνει τη νήψη. Κι έχει αληθινα νήψη, εκείνος που είναι μοναχός κατά την καρδιά».
Φιλοκαλία Ε΄Ο άνθρωπος αυτός περιφέρεται λοιπόν μέσα στο φρούριο των αρετών έχοντας τις ίδιες τις αρετές ως θυρωρούς να φυλάγουν την πόλη της αγνότητας· γι' αυτό και μένουν άπρακτες οι εναντίον του μηχανές των δαιμόνων». Και ο άγιος Ισαάκ γράφει: «Του ανθρώπου που στρέφεται κάθε ώρα στην ψυχή του, ευφραίνεται η καρδιά με τις αποκαλύψεις. Κι εκείνος που συνάγει τη θεωρία του μέσα του, βλέπει εκεί τη λάμψη του Πνεύματος. Όποιος αποστράφηκε κάθε περιπλάνηση του νου, αυτός βλέπει τον Κύριό του μέσα στην καρδιά του».
Όμως, μην αλλάζεις συνεχώς τα λόγια της προσευχής, για να μη συνηθίσει ο νους από τη συνεχή εναλλαγή και μεταφορά των λέξεων σε κάποια αστασία και μετατόπιση και μείνει αρρίζωτος και άκαρπος, όπως τα δένδρα που μετακινούνται και μεταφυτεύονται συνεχώς.
Για να καρποφορήσει η προσευχή μέσα στην καρδιά, χρειάζεται καιρός πολύς και αγώνας και βία. Και γενικά, κάθε αγαθό κατορθώνεται με μεγάλο κόπο και πολύν καιρό.
52. Το να προσεύχεται κανείς αδιάλειπτα μέσα στην καρδιά, επίσης και τα πέρα από αυτό, δεν κατορθώνονται απλώς και ως έτυχε και με σύντομο και μικρό κόπο· μ' όλο που κι αυτό μπορείς να το συναντήσεις σε κάποιες σπάνιες περιπτώσεις κατά απόρρητη θεία οικονομία. Αλλά για να κατορθωθεί αυτό χρειάζεται και μακρό χρονικό διάστημα και κόπο και αγώνα σωματικό και ψυχικό και βία πολλή και εντατική.
Γιατί ανάλογα με το μερίδιο της δωρεάς και της χάρης που ελπίζομε να μετάσχομε, πρέπει να καταβάλομε και τους αγώνες γι' αυτήν και να προσθέσομε επιπλέον ώρες. Και αυτή, σύμφωνα με τους διδασκάλους των θείων, είναι το να εξοριστεί από τα μέρη της καρδιάς ο εχθρός και να κατοικήσει σ' αυτήν φανερά ο Χριστός. Λέει σχετικά ο άγιος Ισαάκ: «Εκείνος που θέλει να δει τον Κύριο, επινοεί τρόπους να καθαρίσει την καρδιά του με την αδιάλειπτη μνήμη του Θεού. Κι έτσι μέσα στη λαμπρότητα της διάνοιάς του θα βλέπει κάθε στιγμή τον Κύριο».
Και ο άγιος Βαρσανούφιος: «Αν η εσωτερική εργασία μαζί με τη χάρη του Θεού δε βοηθήσει τον άνθρωπο, μάταια κοπιάζει με την εξωτερική. Η εσωτερική εργασία με πόνο καρδιάς φέρνει την καθαρότητα κι η καθαρότητα την αληθινή ησυχία της καρδιάς· η ησυχία αυτή φέρνει την ταπείνωση, κι η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο κατοικητήριο του Θεού. Από την κατοίκηση αυτή εξορίζονται τα πάθη και οι δαίμονες και γίνεται έτσι ο άνθρωπος ναός Θεού γεμάτος από αγιασμό, γεμάτος φωτισμό, καθαρότητα και χάρη.
Και ο μέγας Χρυσόστομος λέει: «Παράμενε αδιάλειπτα στο όνομα του Κυρίου Ιησού, για να καταπιεί η καρδιά σου τον Κύριο και ο Κύριος την καρδιά σου και να γίνουν τα δύο ένα. Αλλά το έργο αυτό δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας ή δύο, αλλά πολλού χρόνου και καιρού. Γιατί χρειάζεται πολύς αγώνας και χρόνος για να εξοριστεί ο εχθρός και να κατοικήσει μέσα ο Χριστός». Αυτά αρκούν· ο λόγος ας επιστρέψει στα προκείμενα με τη σειρά.
Η μη καθαρή καρδιακή προσευχή, και πώς φτανει κανείς στην καθαρή και αρρέμβαστη προσευχή.
53. Από την επιμονή στη μέθοδο που αναφέραμε της καρδιακής και αρρέμβαστης προσευχής, έστω κι αν η προσευχή είναι ίσως όχι τελείως καθαρή και αρρέμβαστη καθώς εμποδίζεται από τις εμπαθείς μνήμες και τους λογισμούς, φτάνει ο αγωνιζόμενος στην έξη να προσεύχεται αβίαστα, αρρέμβαστα, καθαρά και αληθινά.
Δηλαδή με το να παραμένει ο νους μέσα στην καρδιά και όχι να εισάγεται σ' αυτήν με τη βία και χωρίς όρεξη μέσω της εισπνοής και να ξεφεύγει αμέσως, αλλά να παραμενει πάντοτε εκεί και να προσεύχεται έτσι αέναα. Γιατί λέει ο άγιος Ησύχιος: «Εκείνος που δεν έχει προσευχή καθαρή από λογισμούς, δεν έχει όπλο στον πόλεμο.
Προσευχή εννοώ εκείνη που γίνεται αέναα στα άδυτα της καρδιάς, για να μαστιγώνεται και να φλογίζεται με την επίκληση του Ιησού Χριστού αυτός που μας πολεμά κρυφά». Και πάλι: «Μακάριος εκείνος που έχει τόσο προσκολληθεί στην ευχή του Ιησού με τη διάνοιά του και τον φωνάζει ακατάπαυστα μέσα στην καρδιά, όπως είναι ενωμένος ο αέρας με τα σώματά μας ή η φλόγα με το κερί.
Ο ήλιος περνώντας πάνω από τη γη κάνει την ημέρα. Και το άγιο και σεβάσμιο όνομα του Κυρίου Ιησού, όταν λάμπει συνεχώς μέσα στη διάνοια, θα γεννήσει αναρίθμητες έννοιες λαμπρές σαν τον ήλιο».
H αρρέμβαστη και καθαρή καρδιακή προσευχή και η θέρμη που δημιουργείται από αυτή.
54. Με τα προηγούμενα φάνηκε τι είναι και ονομάζεται καθαρή και αρρέμβαστη καρδιακή προσευχή, από την οποία γεννιέται κάποια θέρμη μέσα στην καρδιά, κατά το: «Θερμάνθηκε μέσα μου η καρδιά μου και από τη μελέτη μου θ' ανάψει μέσα μου φωτιά»(Ψαλμ. 38,4).
Φωτιά, την οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήρθε να βάλει στα χωράφια των καρδιών μας, τα πριν γεμάτα αγκάθια από τα πάθη και τώρα με τη χάρη του Θεού γεμάτα από Πνεύμα, όπως λέει ο ίδιος: «Ήρθα να βάλω φωτιά στη γη και τι θέλω αν έχει κιόλας ανάψει!»(Λουκ. 12, 49).
Αυτή η φωτιά θέρμανε τότε και φλόγισε τον Κλεόπα και το σύντροφό του και τους έκανε να λένε μεταξύ τους σε έκσταση: «Δε φλογιζόταν μέσα μας η καρδιά μας καθώς περπατούμε;»(Λουκ. 24, 32). Γράφει και ο μέγας Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε κάποιο από τα τροπάριά του προς την υπέραγνη Θεοτόκο: «Με ωθεί να υμνολογήσω τον πόθο της Παρθένου η φωτιά της καρδιάς μου».
Γράφει και ο άγιος Ισαάκ: «Από τη βίαιη εργασία των αρετών γεννιέται η υπερβολική θέρμη, η οποία πυρπολεί την καρδιά από τις φλογερές ενθυμήσεις που περιστρέφονται παράδοξα στη διάνοια. Αυτή η εργασία και η προσοχή λεπτύνουν το νου με τη θέρμη τους και του παρέχουν την ικανότητα να βλέπει.
Από τη θέρμη αυτή που προξενείται από τη χάρη της θεωρίας γεννιέται η ανάβλυση των δακρύων. Από τα ασταμάτητα δάκρυα δέχεται η ψυχή την ειρήνη των λογισμών. Από την ειρήνη των λογισμών υψώνεται στην καθαρότητα του νου. Και με την καθαρότητα του νου ο άνθρωπος φτάνει να βλέπει τα μυστήρια του Θεού. "Ύστερα από αυτά φτάνει ο νους να δει αποκαλύψεις και σημεία, όπως είδε ο προφήτης Ιεζεκιήλ».
Και αλλού πάλι λέει: «Τα δάκρυα και τα χτυπήματα της κεφαλής που γίνονται κατά την προσευχή του αγωνιστή και το κύλισμα στο έδαφος με θερμότητα, ξυπνούνε τη θέρμη της γλυκύτητάς τους μέσα στην καρδιά, η οποία με επαινούμενη έκσταση πετά προς το Θεό και φωνάζει· "Δίψασε η ψυχή μου εσένα, τον Θεό τον ισχυρό, τον ζώντα. Πότε θα φτάσω και θα παρουσιαστώ μπροστά Σου, Κύριε;"(Ψαλμ. 41, 3)».
Και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Έπεσε φωτιά στην καρδιά και ανέστησε την προσευχή. Κι όταν αυτή αναστήθηκε και αναλήφθηκε στον ουρανό, έγινε κατάβαση φωτιάς στο ανώγαιο της ψυχής». Και αλλού λέει: «Ποιος άραγε είναι ο πιστός και φρόνιμος μοναχός, ο οποίος φύλαξε άσβηστη τη θέρμη του, και μέχρι το θάνατό του κάθε μέρα δεν έπαψε να προσθέτει φωτιά στη φωτιά, και θέρμη στη θέρμη, και πόθο στον πόθο, και επιμέλεια στην επιμέλεια;».
Και ο άγιος Ηλίας ο Έκδικος λέει: «Όταν η ψυχή εγκαταλείψει τα εξωτερικά και ενωθεί με την προσευχή, τότε η προσευχή την περικυκλώνει σαν φλόγα και την πυρακτώνει ολόκληρη όπως η φωτιά το σίδερο. Και η ψυχή παραμένει βέβαια η ίδια, αλλά δεν επιτρέπει άγγιγμα, όπως το πυρακτωμένο σίδερο δεν μπορεί κανείς να το αγγίσει».
Ακόμη λέει: «Μακάριος εκείνος που αξιώθηκε να φτάσει σε τέτοια μέτρα σ' αυτή τη ζωή, και είδε το κατά φύση πήλινο σώμα του, με τη χάρη πύρινο».
Φωτιά, την οποία ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήρθε να βάλει στα χωράφια των καρδιών μας, τα πριν γεμάτα αγκάθια από τα πάθη και τώρα με τη χάρη του Θεού γεμάτα από Πνεύμα, όπως λέει ο ίδιος: «Ήρθα να βάλω φωτιά στη γη και τι θέλω αν έχει κιόλας ανάψει!»(Λουκ. 12, 49).
Αυτή η φωτιά θέρμανε τότε και φλόγισε τον Κλεόπα και το σύντροφό του και τους έκανε να λένε μεταξύ τους σε έκσταση: «Δε φλογιζόταν μέσα μας η καρδιά μας καθώς περπατούμε;»(Λουκ. 24, 32). Γράφει και ο μέγας Ιωάννης ο Δαμασκηνός σε κάποιο από τα τροπάριά του προς την υπέραγνη Θεοτόκο: «Με ωθεί να υμνολογήσω τον πόθο της Παρθένου η φωτιά της καρδιάς μου».
Γράφει και ο άγιος Ισαάκ: «Από τη βίαιη εργασία των αρετών γεννιέται η υπερβολική θέρμη, η οποία πυρπολεί την καρδιά από τις φλογερές ενθυμήσεις που περιστρέφονται παράδοξα στη διάνοια. Αυτή η εργασία και η προσοχή λεπτύνουν το νου με τη θέρμη τους και του παρέχουν την ικανότητα να βλέπει.
Από τη θέρμη αυτή που προξενείται από τη χάρη της θεωρίας γεννιέται η ανάβλυση των δακρύων. Από τα ασταμάτητα δάκρυα δέχεται η ψυχή την ειρήνη των λογισμών. Από την ειρήνη των λογισμών υψώνεται στην καθαρότητα του νου. Και με την καθαρότητα του νου ο άνθρωπος φτάνει να βλέπει τα μυστήρια του Θεού. "Ύστερα από αυτά φτάνει ο νους να δει αποκαλύψεις και σημεία, όπως είδε ο προφήτης Ιεζεκιήλ».
Και αλλού πάλι λέει: «Τα δάκρυα και τα χτυπήματα της κεφαλής που γίνονται κατά την προσευχή του αγωνιστή και το κύλισμα στο έδαφος με θερμότητα, ξυπνούνε τη θέρμη της γλυκύτητάς τους μέσα στην καρδιά, η οποία με επαινούμενη έκσταση πετά προς το Θεό και φωνάζει· "Δίψασε η ψυχή μου εσένα, τον Θεό τον ισχυρό, τον ζώντα. Πότε θα φτάσω και θα παρουσιαστώ μπροστά Σου, Κύριε;"(Ψαλμ. 41, 3)».
Και ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Έπεσε φωτιά στην καρδιά και ανέστησε την προσευχή. Κι όταν αυτή αναστήθηκε και αναλήφθηκε στον ουρανό, έγινε κατάβαση φωτιάς στο ανώγαιο της ψυχής». Και αλλού λέει: «Ποιος άραγε είναι ο πιστός και φρόνιμος μοναχός, ο οποίος φύλαξε άσβηστη τη θέρμη του, και μέχρι το θάνατό του κάθε μέρα δεν έπαψε να προσθέτει φωτιά στη φωτιά, και θέρμη στη θέρμη, και πόθο στον πόθο, και επιμέλεια στην επιμέλεια;».
Και ο άγιος Ηλίας ο Έκδικος λέει: «Όταν η ψυχή εγκαταλείψει τα εξωτερικά και ενωθεί με την προσευχή, τότε η προσευχή την περικυκλώνει σαν φλόγα και την πυρακτώνει ολόκληρη όπως η φωτιά το σίδερο. Και η ψυχή παραμένει βέβαια η ίδια, αλλά δεν επιτρέπει άγγιγμα, όπως το πυρακτωμένο σίδερο δεν μπορεί κανείς να το αγγίσει».
Ακόμη λέει: «Μακάριος εκείνος που αξιώθηκε να φτάσει σε τέτοια μέτρα σ' αυτή τη ζωή, και είδε το κατά φύση πήλινο σώμα του, με τη χάρη πύρινο».
Η θέρμη παράγεται από διάφορες αιτίες. Η κυριότερη είναι εκείνη που παράγεται από την καθαρή καρδιακή προσευχή.
55. Να γνωρίζεις ότι η θέρμη αυτή παράγεται και υπάρχει μέσα μας από διάφορες αιτίες και με πολλούς τρόπους. Αυτό γίνεται φανερό από τις διάφορες γνώμες των Αγίων που εκθέσαμε, αλλά, - διστάζομε να το πούμε -, και από αυτή την πείρα μας. Κυριότερη κατά κάποιο τρόπο είναι η θέρμη που προέρχεται από την καθαρή καρδιακή προσευχή, και προχωρεί συνεχώς μαζί της και αυξάνει και καταπαύει στον ενυπόστατο φωτισμό, δηλαδή κάνει πραγματικά φωτισμένο, κατά τους Πατέρες, τον άνθρωπο που βρίσκεται σ' αυτή την κατάσταση.
Ποιο είναι το εργο που ακολουθεί την καρδιακή θέρμη.
56. Αυτή λοιπόν η θέρμη στη συνέχεια εξουδετερώνει όσα εμπόδιζαν πρωτύτερα την προσευχή να γίνεται τελείως καθαρή. Γιατί ο Θεός μας είναι φωτιά, φωτιά που κατακαιει( την κακία των δαιμόνων και των παθών μας. Λέει και ο άγιος Διάδοχος: «Όταν η καρδιά, μ' ένα πόνο που καιει, δέχεται τα τοξεύματα των δαιμόνων, ώστε να νομίζει ο πολεμούμενος ότι είναι πραγματικά βέλη, τότε η ψυχή μισεί με πόνο τα πάθη, καθώς βρίσκεται στην αρχή της καθάρσεως. Γιατί άν δε νιώσει έντονο άλγος για την αναίδεια της αμαρτίας, δε θα μπορέσει να χαρεί πλούσια με τη χρηστοτητα της αρετης.
Εκείνος λοιπόν που θέλει να καθαρίσει την καρδιά του, άς την πυρώνει συνέχεια με τη μνήμη του Ιησού Χριστού(Εβρ. 12, 29), αυτό μόνο έχοντας μελέτη και έργο ακατάπαυστο. Γιατί εκείνοι που θέλουν ν' αποβάλουν τη σαπίλα, δεν πρέπει άλλοτε να προσεύχονται κι άλλοτε όχι, αλλά ν' ασχολούνται πάντοτε με την προσευχή και τη φύλαξη του νου, ακόμη και όταν βρίσκονται έξω από τους ιερούς ναούς.
Όπως εκείνος που θέλει να καθαρίσει το χρυσάφι, αν έστω και για λίγο αφήσει να χαμηλώσει η φωτιά στο χωνευτήρι, προκαλεί πάλι τη σκλήρυνση στο χρυσάφι που καθαρίζει, έτσι κι εκείνος που άλλοτε θυμάται το Θεό κι άλλοτε όχι, εκείνο που νομίζει ότι αποκτά με την προσευχή, το χάνει με την αργία. Ιδίωμα του ανθρώπου που αγαπά την αρετή είναι να αφανίζει πάντοτε με τη μνήμη του Θεού το γήινο φρόνημα της καρδιάς, κι έτσι να κατατρώγεται λίγο-λίγο το κακό από τη φωτιά της μνήμης του αγαθού και η ψυχή να επανέλθει με περισσότερη δόξα στη φυσική της λαμπρότητα».
Ο πόθος και έρωτας που γεννιέται από τη θέρμη, την προσοχή και την προσευχή.
57. Μέσα σ' αυτή τη θέρμη και την προσεκτική προσευχή, δηλαδή την καθαρή προσευχή, γεννιέται ο πόθος και ο θείος έρωτας και η αγάπη μέσα στην καρδιά προς τον πάντοτε μνημονευόμενο Κύριο Ιησού Χριστό, όπως έχει γραφεί: «Νεανίδες με αγάπησαν, με έλκυσαν»(Άσμα 1, 3-4), και: «Εγώ είμαι πληγωμένη από την αγάπη»(Άσμα 2, 50. Ο άγιος Μάξιμος λέει: «Όλες οι αρετές βοηθούν το νου στο θείο έρωτα, περισσότερο όμως απ΄ όλες η καθαρή προσευχή. Επειδή με αυτήν ο νους φτερώνεται και πετά προς το Θεό και βγαίνει έξω απ΄ όλα».
Τα καρδιακά δάκρυα. Ο θείος πόθος και έρωτας.
58. Από τέτοια καρδιά κυλούν και άφθονα δάκρυα που καθαίρουν και γλυκαίνουν εκείνον που αξιώθηκε από αγάπη να τα αποκτήσει, χωρίς να φθείρουν και να ξηραίνουν. Καθαίρουν τα δάκρυα που προέρχονται από το φόβο του Θεού, ενώ γλυκαίνουν τα δάκρυα του θείου έρωτα, με το σφοδρό και ακατάσχετο πόθο και έρωτα του μνημονευομένου Κυρίου Ιησού Χριστού.
Και τότε γεμάτη από ενθουσιασμό η καρδιά κράζει: «Με έθελξες με το πόθο Σου, Χριστέ, και με αλλοίωσες με το θείο έρωτά Σου», και: «Σωτήρα μου, είσαι όλος γλυκασμός, όλος είσαι επιθυμία, όλος λαχτάρα αχόρταστη, είσαι όλος κάλλος απερίγραπτο».
Και κραυγάζει μαζί με τον χριστοκήρυκα Παύλο: «Μας διακατέχει η αγάπη του Χριστού»(Β΄ Κορ. 5, 14) και: «Ποιος μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη ή δυσκολία ή διωγμός ή γύμνια ή κίνδυνος ή απειλή σφαγής;»(Ρωμ. 8, 35) και: «Είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε Άγγελοι, ούτε αρχές, ούτε εξουσίες, ούτε δυναμεις, ούτε παρόντα, ούτε μέλλοντα, ούτε επιτυχίες, ούτε ταπεινώσεις, ούτε κανένα άλλο δημιούργημα μπορούν να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού που φανερώθηκε δια μέσου του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας»(Ρωμ. 8, 38-39).
Παραίνεση να μη ζητούμε τα υπέρμετρα. Προτροπή για συνεχή μνήμη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού μέσα στην καρδιά μας.
59. Για να αξιωθεί κανείς αυτά και όλα όσα ακολουθούν —τα οποία δεν είναι καιρός τώρα να τα πούμε, γιατί λέει: «Μη ζητάς πράγματα πριν από τον καιρό τους» και: «Το καλό δεν είναι καλό, όταν δε γίνει καλά», και, κατά τον άγιο Μάρκο, «δε συμφέρει προτού εργαστείς τα πρώτα να μάθεις τα δεύτερα· γιατί η γνώση φέρνει έπαρση λόγω της αργίας, ενώ η αγάπη οικοδομεί επειδή υπομένει τα πάντα(Α΄ Κορ. 8, 2 κ΄ 13, 7)» - , για να τα αξιωθεί λοιπόν, πρέπει να σπεύδει και να αγωνίζεται πάντοτε, όπως έχομε πει, να περιφέρει συνεχώς τη μνήμη του Κυρίου Ιησού Χριστού μέσα στο βάθος της καρδιάς και όχι εξωτερικά και επιφανειακά, όπως λέει γι' αυτό ο ίδιος μακάριος Μάρκος: «Αν δεν ανοιχτεί με καθολική νοερή ελπίδα ο εσώτατος και απόκρυφος και αληθινός χώρος της καρδιάς μας, δεν είναι δυνατό να αναγνωρίσομε με βεβαιότητα αυτόν που κατοικεί μέσα, ούτε να γνωρίζομε αν έγιναν δεκτές ή όχι οι λογικές θυσίες μας».
Ο θερμός ζήλος και η θεία εμφάνεια μέσα μας και ο ενυπόστατος φωτισμός της χάρης.
60. Έτσι λοιπόν κανείς θα ξεφύγει εύκολα όχι μόνο από τα πονηρά έργα, αλλά και από τους εμπαθείς λογισμούς και τις άπρεπες φαντασίες, όπως λέει η Γραφή: «Να πορεύεστε πνευματικά και δε θα εκτελέσετε επιθυμία της σάρκας»(Γαλ. 5, 16)· ή μάλλον, θα βγει τελείως έξω από κάθε λογισμό και κάθε φαντασία, επειδή κατακαίει και αφανίζει με το θερμό ζήλο του για την αρετή κάθε πονηρή πράξη που πρωτύτερα ενεργούσε αισθητά ή νοητά μέσα του, μαζί με τους αρχηγούς τους χαιρέκακους δαίμονες.
Όπως λέει ο άγιος Ισαάκ: «Είναι φοβερός στους δαίμονες και ποθητός στο Θεό και τους Αγγέλους Του εκείνος που με θερμό ζήλο ξεριζώνει τα αγκάθια που φυτεύει μέσα του ο εχθρός. Για την προκοπή του θα μπορέσει να πληροφορηθεί από εδώ την αγάπη του Θεού προς αυτόν και τη σαφή εμφάνεια και ενοίκηση σ' αυτόν του ενυπόστατου και θειότατου φωτισμού της χάρης. Και αν θέλεις να σου πω, με μεγάλη χαρά θα ξαναγυρίσει στην αρχική ευγένεια και πνευματική υιοθεσία που τελεσιουργήθηκε σ' εμάς με τη χάρη του βαπτίσματος».
Και πάλι λέει ο άγιος Ισαάκ: «Αυτή είναι η Ιερουσαλήμ και η βασιλεία του Θεού που είναι κρυμμένη μέσα μας σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου(Λουκ. 17, 21). Αυτή η χώρα είναι νεφέλη της δόξας του Θεού, στην οποία μόνο όσοι είναι καθαροί στην καρδιά θα μπουν για να δουν το πρόσωπο του Κυρίου τους(Ματθ. 5, 8)». Μόνο να μη ζητά ο ίδιος εμφάνεια του Θεού, για να μη δεχτεί το σατανά που είναι αληθινά σκότος, μα υποκρίνεται ότι είναι φως.
----------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 78-84).