(με την εισπνοή από τη μύτη και την προσευχή που κάνομε κατ' αυτή και που είναι το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Η μέθοδος αυτή συντελεί κάπως και στη συγκέντρωση της διάνοιας. )
19. «Γνωρίζεις αδελφέ ότι αυτό που αναπνέομε είναι ο κοινός αέρας, και τον αναπνέομε όχι για άλλο τίποτε, παρά για την καρδιά, γιατί αυτή είναι η αιτία της ζωής και της θερμότητας του σώματος. Η καρδιά δηλαδή φέρνει προς τον εαυτό της τον αέρα της αναπνοής ως ένα μέσο που θα μεταφέρει έξω, με την εκπνοή, μέρος της θερμότητάς της, ώστε η ίδια να διατηρεί τη σωστή θερμοκρασία. Αίτιος, ή μάλλον υπηρέτης αυτής της λειτουργίας είναι ο πνεύμονας, που τον έκανε ο Δημιουργός με αραιή δομή ώστε σαν ένα φυσερό να εισάγει και να εξάγει χωρίς δυσκολία τον αέρα.
Έτσι η καρδιά με την αναπνοή ψύχεται, αποβάλλοντας θερμότητα, και επιτελεί απαράβατα αυτή τη λειτουργία, στην οποία έχει οριστεί για τη διατήρηση της ζωής. Εσύ λοιπόν, αφού καθίσεις σε ήσυχο κελί και συγκεντρώσεις το νου σου, πέρασέ τον στην αναπνευστική οδό που αρχίζει από τη μύτη και οδηγεί τον αέρα στην καρδιά· και ώθησε το νού σου κι ανάγκασέ τον να κατεβεί μαζί με τον εισπνεόμενο αέρα στην καρδιά.
Κι όταν εισέλθει εκεί, τα μετέπειτα δε θα είναι πλέον χωρίς ευφροσύνη και χαρά. Όπως δηλαδή ένας άνδρας που είχε απουσιάσει μακριά από το σπίτι του, όταν επιστρέψει, δεν ξέρει τι κάνει από τη χαρά του που αξιώθηκε να συναντήσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του, έτσι κι ο νους όταν ενωθεί με την ψυχή, γεμίζει από ανείπωτη ηδονή και ευφροσύνη. Λοιπόν, αδελφέ, συνήθισε το νου σου να μη βγαίνει γρήγορα από εκεί.
Στην αρχή στενοχωρείται πάρα πολύ από το κλείσιμο μέσα και τον περιορισμό· όταν όμως συνηθίσει, δεν ανέχεται πλέον να περιφέρεται έξω. Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα μας(Λουκ. 17, 21), και καθώς ο νους την παρατηρεί εκεί και με την καθαρή προσευχή την επιδιώκει, νομίζει βδελυρά και μισητά όλα τα έξω.»
Και λίγο πιό κάτω λέει: «Πρέπει να μάθεις και τούτο· όταν ο νους σου βρίσκεται εκεί, οφείλεις να μην τον αφήνεις να σιωπά και να κάθεται αργός, αλλά δώσε του να έχει ως έργο και ακατάπαυστη μελέτη του το "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με" και να μην το σταματά ποτέ. Γιατί αυτό διατηρεί το νου συγκεντρωμένο, τον αναδεικνύει ανίκητο και απρόσβλητο κατά τις επιθέσεις του εχθρού και του αυξάνει καθημερινά την αγάπη και τον πόθο του Θεού.»
Αυτά λέει ο μακάριος Νικηφόρος, έχοντας κύριο σκοπό του, με την εξάσκηση της φυσικής αυτής μεθόδου να επιστρέψει ο νους από τη συνηθισμένη του περιπλάνηση και την αιχμαλωσία του και το ρεμβασμό του στην προσοχή. Με την προσοχή να συνδεθεί πάλι με τον εαυτό του και έτσι να ενωθεί με την προσευχή.
Και να κατεβαίνει από τότε στην καρδιά μαζί με αυτή την προσευχή και να παραμένει πάντοτε μέσα σ' αυτή· όπως παραγγέλλει και κάποιος άλλος από τους θεόσοφους Πατέρες, επεξηγώντας το παραπάνω απόσπασμα ως άνθρωπος που έλαβε πείρα της ιερής αυτής εργασίας και λέγοντας τα εξής.
------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 45-46).
Έτσι η καρδιά με την αναπνοή ψύχεται, αποβάλλοντας θερμότητα, και επιτελεί απαράβατα αυτή τη λειτουργία, στην οποία έχει οριστεί για τη διατήρηση της ζωής. Εσύ λοιπόν, αφού καθίσεις σε ήσυχο κελί και συγκεντρώσεις το νου σου, πέρασέ τον στην αναπνευστική οδό που αρχίζει από τη μύτη και οδηγεί τον αέρα στην καρδιά· και ώθησε το νού σου κι ανάγκασέ τον να κατεβεί μαζί με τον εισπνεόμενο αέρα στην καρδιά.
Κι όταν εισέλθει εκεί, τα μετέπειτα δε θα είναι πλέον χωρίς ευφροσύνη και χαρά. Όπως δηλαδή ένας άνδρας που είχε απουσιάσει μακριά από το σπίτι του, όταν επιστρέψει, δεν ξέρει τι κάνει από τη χαρά του που αξιώθηκε να συναντήσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του, έτσι κι ο νους όταν ενωθεί με την ψυχή, γεμίζει από ανείπωτη ηδονή και ευφροσύνη. Λοιπόν, αδελφέ, συνήθισε το νου σου να μη βγαίνει γρήγορα από εκεί.
Στην αρχή στενοχωρείται πάρα πολύ από το κλείσιμο μέσα και τον περιορισμό· όταν όμως συνηθίσει, δεν ανέχεται πλέον να περιφέρεται έξω. Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα μας(Λουκ. 17, 21), και καθώς ο νους την παρατηρεί εκεί και με την καθαρή προσευχή την επιδιώκει, νομίζει βδελυρά και μισητά όλα τα έξω.»
Και λίγο πιό κάτω λέει: «Πρέπει να μάθεις και τούτο· όταν ο νους σου βρίσκεται εκεί, οφείλεις να μην τον αφήνεις να σιωπά και να κάθεται αργός, αλλά δώσε του να έχει ως έργο και ακατάπαυστη μελέτη του το "Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με" και να μην το σταματά ποτέ. Γιατί αυτό διατηρεί το νου συγκεντρωμένο, τον αναδεικνύει ανίκητο και απρόσβλητο κατά τις επιθέσεις του εχθρού και του αυξάνει καθημερινά την αγάπη και τον πόθο του Θεού.»
Αυτά λέει ο μακάριος Νικηφόρος, έχοντας κύριο σκοπό του, με την εξάσκηση της φυσικής αυτής μεθόδου να επιστρέψει ο νους από τη συνηθισμένη του περιπλάνηση και την αιχμαλωσία του και το ρεμβασμό του στην προσοχή. Με την προσοχή να συνδεθεί πάλι με τον εαυτό του και έτσι να ενωθεί με την προσευχή.
Και να κατεβαίνει από τότε στην καρδιά μαζί με αυτή την προσευχή και να παραμένει πάντοτε μέσα σ' αυτή· όπως παραγγέλλει και κάποιος άλλος από τους θεόσοφους Πατέρες, επεξηγώντας το παραπάνω απόσπασμα ως άνθρωπος που έλαβε πείρα της ιερής αυτής εργασίας και λέγοντας τα εξής.
------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 45-46).