Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι - Σύντομη βιογραφία και Εισαγωγικά σχόλια - Point of view

Εν τάχει

Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι - Σύντομη βιογραφία και Εισαγωγικά σχόλια




Σύντομη βιογραφία: Ο αγιότατος πατριάρχης Κων/πόλεως Κάλλιστος, ο επονομαζόμενος Ξανθόπουλος, έζησε επί Ανδρονίκου του Β' του Παλαιολόγου κατά το έτος 1360. Αφού μαθήτευσε κοντά στον άγιο Γρηγόριο το Σιναΐτη (του οποίου έγραψε αργότερα εκτενή βίο), ασκήτεψε στο Άγιον Όρος στη Σκήτη του Μαγουλά, απέναντι στη Μονή του Φιλοθέου. Έζησε μαζί με το συνασκητή του Μάρκο εικοσιοκτώ ολόκληρα χρόνια.



Αλλά και με τον Ιγνάτιο που κι αυτός λεγόταν Ξανθόπουλος είχε τόση φιλία, ώστε ήταν σαν μία ψυχή σε δύο σώματα. Αφού έγινε πατριάρχης, εξόρμησε μαζί με τον κλήρο προς τη Σερβία για την ειρηνική ένωση της εκεί Εκκλησίας, περνώντας από το Άγιον Όρος.


Από εκεί τον ξεπροβόδισε ο άγιος Μάξιμος ο λεγόμενος Καυσοκαλυβίτης με τον αστείο, αλλά προφητικό χαιρετισμό: «Τούτος ο γέροντας τη γριά του έχασε», ψάλλοντας και τον επικήδειο ψαλμό «Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ» (Ψαλμ. 118). Φτάνοντας λοιπόν στη Σερβία άλλαξε τον φθαρτό βίο με τον άφθαρτο.



Γι' αυτούς τους δύο λέει κάπου και ο Συμεών Θεσσαλονίκης, μιλώντας για την θεοποιό προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», στο κεφ. 295, τα εξής: «Ιδιαιτέρως τώρα στον δικό μας καιρό έγραψαν με το φωτισμό του Πνεύματος περί της προσευχής αυτής, όντας κι αυτοί άνθρωποι του Θεού, οι δύο θεηγόροι και θεοφόροι και χριστοφόροι και αληθινά ένθεοι, ο άγιος δηλαδή πατέρας μας Κάλλιστος που έγινε εκ Θεού πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, και ο ομόψυχος και συνασκητής του όσιος Ιγνάτιος. 



Και σε βιβλίο σχετικό που συνέγραψαν, φιλοσόφησαν πνευματικά και με θείο φρόνημα πράγματα υψηλά, διατυπώνοντας στα κεφάλαιά τους, που συμπληρώνουν τον τέλειο αριθμό 100, την τέλεια γνώση γι' αυτή την προσευχή. Βλαστοί κι οι δυο της Βασιλεύουσας, εγκατέλειψαν μαζί τα πάντα και αφού πρωτύτερα έζησαν την παρθενική και μοναχική ζωή ως υποτακτικοί, έζησαν έπειτα μαζί την ασκητική και ουράνια ζωή αχώριστοι, φυλάγοντας προπάντων το να είναι ένα εν Χριστώ, πράγμα για το οποίο ο ίδιος ο Χριστός παρακάλεσε για μας τον Πατέρα (Ίω. 17, 21). 



Φάνηκαν έτσι στον κόσμο σαν φωτεινά αστέρια, κατά τον Παύλο, κρατώντας στερεά το λόγο της ζωής (Φιλιπ. 2, 15-16). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι περισσότερο από πολλούς άλλους Αγίους κατόρθωσαν την εν Χριστώ ένωση και αγάπη, ώστε ούτε υπόνοια κάποιας διαφοράς να υπάρξει ποτέ μεταξύ τους, και σ' αυτή τη θέλησή τους ακόμα και στον τρόπο τους, ή κάποιας στιγμιαίας λύπης, πράγμα σχεδόν αδύνατο στους ανθρώπους.



Γι' αυτό και έγιναν αγγελικοί και κράτησαν την ειρήνη του Θεού όπως υποσχέθηκαν και την έκαναν κτήμα τους, η οποία ειρήνη, όπως λέει ο Παύλος, είναι ο Ιησούς Χριστός, η ειρήνη μας, Αυτός που συνένωσε τα δύο μέρη (Έφ. 2, 14) και του οποίου η ειρήνη ξεπερνά κάθε νου (Φιλιπ. 4, 7). Έτσι απεβίωσαν ειρηνικά και τώρα απολαμβάνουν τη θεία γαλήνη και βλέπουν καθαρότερα τον Ιησού, τον οποίο αγάπησαν με όλη την ψυχή τους και τον αναζήτησαν αληθινά, και είναι ένα μαζί Του και μετέχουν ακόρεστα στο γλυκύτατο και θείο φως Του. Του φωτός αυτού τον αρραβώνα έλαβαν από εδώ, καθαρμένοι με τη θεωρία και τις πράξεις, και δέχθηκαν τη θεία έλλαμψη όπως οι Απόστολοι στο όρος Θαβώρ (Ματθ. 17, 1-2). 



Αυτό φανερώθηκε καθαρά για να βεβαιωθούν πολλοί· είδαν δηλαδή τα πρόσωπά τους ν' αστράφτουν όπως του Στεφάνου (Πράξ. 6, 15), γιατί δε χύθηκε η χάρη στην καρδιά τους μονάχα, αλλά και στα πρόσωπα. Γι' αυτό και φάνηκαν ν' αστράφτουν στα πρόσωπά τους καθώς ο ήλιος, όμοια με τον μέγα Μωυσή (Έξ. 34, 29-30), όπως μαρτύρησαν όσοι τους είδαν. Αυτοί, καθώς έπαθαν το μακάριο αυτό πάθος και διότι γνωρίζουν από την πείρα τους, μιλούν ολοκάθαρα για το θείο φως, τη φυσική ενέργεια και χάρη του Θεού, όπως επίσης και για την ιερή προσευχή, παρουσιάζοντας τους Αγίους ως μάρτυρες.





Εισαγωγικά σχόλια: Ο Ησυχασμός αποτελεί μία αξιοσέβαστη μορφή πνευματικής ζωής και ίσως την ύπατη οδό της μυστικής εν Χριστώ τελειώσεως και θείας ενώσεως. Η Εκκλησία κοσμείται από πλήθος Αγίων, Ησυχαστών που έφθασαν στα υψηλότερα επίπεδα τελειότητας και η διδακαλία τους συνοψίζει τους θείους έρωτες και τις άκτιστες λαμπηδόνες, που ενεργήθηκαν στις θεοφόρες ψυχές τους από το «ακτιστοσυμπλαστουργοσύνθρονον» Άγιον Πνεύμα.



Μεταξύ των αγίων Ησυχαστών, που έμαθαν και «έπαθαν» τα θεία, είναι οι ομότροποι και ομόψυχοι και κατά χάρη ομόθεοι Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι, κατά τα μέσα του 14ου αιώνος, που προήρχοντο μεν από το ομώνυμο Μοναστήρι του Βυζαντίου, αλλά στη δυνατή τελειότητα έφθασαν στο χώρο του Ησυχασμού. Και ο μεν πρώτος εκλήθη αργότερα στο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, ως Κάλλιστος Β', ο δε όσιος Ιγνάτιος παρέμεινε μέχρι τέλους του βίου του απλός ιερομόναχος. Αμφότεροι πάντως, πλήρεις Πνεύματος Αγίου, συνέταξαν την θεόσοφη πραγματεία που ακολουθεί, για τον Ησυχασμό και τις διάφορες φάσεις του κατά προοδευτική τάξη.



Πρόκειται για έργο γνησίας άγιοπνευματικής πείρας, που συμπυκνώνει ολόκληρη τη διδασκαλία των μυστών του Ησυχασμού, όπως είχε διαμορφωθεί και εμπλουτισθεί από τους αγίους Γρηγορίους Σιναΐτη και Παλαμά, με τα ψυχοτεχνικά στοιχεία, που χρησιμοποιούσαν κατά τα πρώτα στάδια της νοεράς και καρδιακής προσευχής.



Οι άγιοι Ησυχαστές, συγγραφείς του σχολιαζομένου έργου, πράγματι παραδίδουν μία εμπειρική και θεωρητική μέθοδο και έναν ακριβή κανόνα ησυχαστικής βιοτής, αρχίζοντας από βασικές ανθρωπολογικές προϋποθέσεις, περνώντας από τα διάφορα πνευματικά στάδια, για να καταλήξουν στην τελεία ένωση με τον Θεόν εν Αγίω Πνεύματι. 



Και είναι απτό το γεγονός, ότι όσα εκθέτουν και υποστηρίζουν δεν είναι γνωσιολογικά ευρήματα, φαντασιώσεις, συναισθηματικές διακυμάνσεις, ένα είδος σατανικών ή φυσικών ανατολικής προελεύσεως γυμνασμάτων, αλλά υποστατικές αλήθειες, που γεύτηκαν και έζησαν σε τέλεια γνησιότητα, αφού αποδεικνύονται εναρμονισμένες με την αγιοπνευματική εμπειρία των προ αυτών αγίων Πατέρων, την οποία πυκνώς επικαλούνται.



Τα εκατό Κεφάλαια αποτελούν κωδικοποίηση ολοκλήρου της ησυχαστικής παραδόσεως, που περιλαμβάνει όλες τις σταδιακές φάσεις των θείων εμπειριών των αγίων συγγραφέων τους, επαληθευομένων με τις σχετικές αναφορές σε ησυχαστικά κείμενα, και η αξία τους συνίσταται στην μεθοδικότητα και την ιεράρχηση αυτών των θείων εμπειριών τους.



Είναι βεβαίως καταφανές, ότι κέντρον όλων των εκφάνσεων της θείας πείρας των αγίων Ξανθοπούλων αποτελεί η νοερά και κυρίως η καρδιακή προσευχή με κορυφαία απόληξη τον θείον έρωτα, από τον οποίο διακατείχοντο οι μακάριες ψυχές τους, όπως αντικατοπτρίζεται στα γλυκύτατα κείμενά τους και στις αναφορές τους σε πνευματικώς ερωτικές εκφράσεις των θείων Γραφών.



Πέραν των βιογραφικών στοιχείων, που μας δίδουν οι ανθολόγοι της Φιλοκαλίας, περί των μακαρίων Ξανθοπούλων, που ήσαν τόσο αγαπημένοι σαν μια ψυχή «εν δυσί σώμασι» —τους οποίους ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης ονομάζει «θεηγόρους, θεοφόρους, χριστοφόρους και ενθέους»—, δεν γνωρίζουμε αρκετά από τον υπερφυσικό βίο τους. 



Αλλά το ύψος της αγιότητός των γίνεται αισθητό μέσα από τα θεία λόγια τους, φορτισμένα ερωτικώς από τις ενέργειες του Αγίου Πνεύματος. Ακριβώς γι' αυτό δεν γνωρίζουμε ποιος υπερείχε του άλλου, αφού τα εκατό Κεφάλαια παραδίδονται ως κοινοί καρποί, όπου γίνεται πνευματικώς αισθητό το «αλλόμενον ύδωρ» στις αγιασμένες καρδιές τους.



Ειδικότερα όμως, ο πατριάρχης Κάλλιστος —στον οποίον απεδίδοντο τα 83 Κεφάλαια περί προσευχής, ενώ μόνο τα 14 πρώτα ανήκουν στον κάλαμό του, τα δε υπόλοιπα 69 στον ομώνυμο του Ησυχαστή Αγγελικούδη, όπως σημειώνουμε αλλού—, ως γνήσιος μαθητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, αποκαλύπτει με τα 14 Κεφάλαια την εμμονή του στη γονιμότητα της νοεράς και της καρδιακής προσευχής, που είναι ενωμένες με τη νήψη, δίνοντας έτσι το μέτρο της βαθύτατης πνευματικής του πείρας.



Θα μπορούσε να υποστηριχθεί, ότι είναι τόσο μεστά σε πείρα και σαφήνεια τα 14 μικρά Κεφάλαια, ώστε να συγκροτούν μια ολοκληρωμένη πραγματεία, για την νοερά και καρδιακή προσευχή, που περιλαμβάνει πλήρη περιγραφή για τις προϋποθέσεις, τα διάφορα στάδια και τις κορυφές του θείου έρωτος, με μια θελκτική εκφραστικότητα και με προσφυείς εικόνες και παραδείγματα.



Αλλ' ας επανέλθουμε στο κοινό σύγγραμμα των Ξανθοπούλων. Όπως ελέχθη, τα εκατό Κεφάλαια είναι άνθος εύοσμο της προσωπικής πείρας των αγίων αυτών. Και προκειμένου να ωφελήσουν τους εν Χριστώ αδελφούς των, ως φιλάδελφοι, τα κατοχύρωσαν με σχετικές αναφορές διαφόρων θεολόγων και Ησυχαστών Πατέρων. 



Ζώντες δε στα μέσα του 14ου αιώνος, που χάρη στις ησυχαστικές έριδες ανεπτύχθη εκτεταμένη πνευματική, ησυχαστική και θεολογική γραμματεία, ήταν επόμενο να επωφεληθούν των αγιοπνευματικών θησαυρών, που επεκύρωσαν οι Σύνοδοι του 1341, 1347 και 1351. Γι' αυτό συνεχώς ψηλαφούμε την ησυχαστική διδασκαλία, που ανέπτυξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, χωρίς να αναφέρεται το όνομά του, αφού τότε δεν είχαν ακόμη κατασιγάσει τα απηχήματα των αντιπαλαμικών.



Πάντως τα εκατό Κεφάλαια αποτελούν κωδικοποίηση της περί Ησυχασμού διδασκαλίας της Εκκλησίας σε όλες τις εκφάνσεις του, σε όλη την κλίμακά του, στην αρνητική και θετική πλευρά του, από τα χαμηλότερα επίπεδα ησυχαστικής αγωγής μέχρι τις έσχατες συνέπειές του, που είναι η θεία ένωση. Και παρ' ότι κυριαρχεί το ρεύμα της νοεράς και καρδιακής προσευχής, όμως δίδονται και στοιχεία θεωρητικά και αποφατικά, γι' αυτό και επανειλημμένα αναφέρονται τα ονόματα του Αρεοπαγίτου Διονυσίου και Μαξίμου του Ομολογητού.



Ένας Ησυχαστής, έχοντας τα εκατό Κεφάλαια των αγίων Ξανθοπούλων, νομίζομεν ότι δύναται να οδεύσει απλανώς προς τον έσχατο σκοπό του, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλες οδοί και άλλα περιθώρια αναπτύξεως των δυνάμεων της ψυχής με τη συνεργία του Αγίου Πνεύματος, που ενέπνευσε στον Ψαλμωδό την αλήθεια: «Εγνώρισάς μοι οδούς ζωής» (Ψαλμ. 15, 11), η οποία αποτρέπει την απολυτοποίηση οιασδήποτε οδού.



------------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 15-19). 

Pages