Ο Σατανάς του Κορανίου - Point of view

Εν τάχει

Ο Σατανάς του Κορανίου




  Όταν ο Θεός έπλασε τον Αδάμ και την Εύα από λάσπη και φύσηξε μέσα τους το πνεύμα του, κάλεσε όλους τους αγγέλους να προσκυνήσουν μπροστά στο δημιούργημά του. Ο μόνος που αρνήθηκε ήταν ο Ιμπλίς, καθώς πίστευε πως ήταν ανώτερος από τον άνθρωπο αφού αυτός δημιουργήθηκε με φωτιά ενώ ο Αδάμ από χώμα. «Ιμπλίς» ήταν το όνομα ενός Jinn, τα οποία ήταν πλάσματα που δημιούργησε ο Θεός και ήταν παρεμφερή των Αγγέλων (κάποιοι, μάλιστα, χρησιμοποιούν τις λέξεις εναλλακτικά, και χαρακτηρίζουν τον Ιμπλίς «άγγελο»). 






Η διαφορά μεταξύ Αγγέλων και Jinn ήταν ότι οι Άγγελοι δεν μπορούσαν να παρακούσουν τον Θεό και, έτσι, δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι λάθος. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ιμπλίς (η λέξη ίσως προέρχεται από το ελληνικό «διάβολος»), μη όντας Άγγελος, μπόρεσε και παράκουσε την εντολή του Θεού, και από εκείνη τη στιγμή ονομάστηκε Σατανάς Shaitan», λέξη που γενικά μεταφράζεται ως «εχθρός», «επαναστάτης», «κακός»). Έτσι, ο Ιμπλίς έγινε άπιστος λόγω της αλαζονείας του και ο Θεός τον καταράστηκε και τον εξόρισε. Αυτή η αλαζονεία του, η περηφάνια του, είναι που του έδωσε το παρωνύμιο «Άγγελος Παγώνι», όπως τον αποκαλούν κάποιοι λόγιοι του Ισλάμ, αλλά και οι Γιαζίντι στη δική τους θρησκεία, η οποία έχει πολλές ομοιότητες με τις αβρααμικές. Ο Σατανάς ζήτησε αναβολή μέχρι τη συντέλεια του κόσμου (ημέρα της Κρίσης, μέρα ανάστασης των ανθρώπων) και ο Θεός του την έδωσε. Επειδή ο Θεός τον έδιωξε, ο Σατανάς υποσχέθηκε πως θα παραμονεύει τους ανθρώπους για να τους αποτρέψει από τον ίσιο δρόμο του Θεού.
«Εγώ να σκύψω ενώπιον εκείνου τον οποίο έπλασες από λάσπη; Αν μου δώσεις καιρό μέχρι την ημέρα της Ανάστασης, θα εξαφανίσω (εκτός από λίγους) τους απογόνους εκείνου, τον οποίο ανύψωσες πάνω από μένα» (17.62).





Μόνο οι πιστοί δούλοι του Θεού δεν θα είναι δυνατό να εξαπατηθούν («Πάνω στους δούλους Μου, όμως, δεν έχεις καμία εξουσία. Αρκεί αυτοί να έχουν τον Θεό για προστάτη τους» 17.65). Ο Αλλάχ τότε είπε πως αυτός και οι οπαδοί του θα καταλήξουν στον Άδη, ο οποίος θα γεμίσει. Προστατευμένοι από την επιρροή του Σατανά ήταν μόνο ο Ιησούς και η Μαρία, καθώς η μητέρα της Μαρίας έθεσε την κόρη της και τους απογόνους της υπό την προστασία του Θεού, ώστε να αποτρέψει τις πανουργίες του Σατανά, και ο Θεός δέχτηκε.
Ο Αδάμ, λοιπόν, πήρε την εντολή να κατοικήσει στον Παράδεισο με τη γυναίκα του με μόνο περιορισμό να μην φάνε από ένα συγκεκριμένο δέντρο. Ο Σατανάς τους εξαπάτησε λέγοντάς τους ότι ο λόγος που ο Θεός τους απαγόρευσε να τρώνε από το συγκεκριμένο δέντρο ήταν πως οι καρποί του θα τους έκαναν αγγέλους και αθάνατους˙ πως επρόκειτο για το δέντρο της αιωνιότητας και της άφθαρτης εξουσίας. Αμάρτησαν, λοιπόν, τρώγοντας από το δέντρο και συναισθάνθηκαν τη γύμνια τους, αφού τους την υπέδειξε ο Σατανάς. Ο Θεός τους απευθύνθηκε ενώ προσπαθούσαν να καλυφθούν με φύλλα, αρνήθηκε να τους συγχωρέσει μετά από τα παρακάλια τους και τους τιμώρησε να κατεβούν στη Γη όπου η ζωή τους θα ήταν περιορισμένη, μέχρι να αναστηθούν τη μέρα της Κρίσης, και έσπειρε την έχθρα μεταξύ τους. «Στη συνέχεια, όμως, τον σπλαχνίστηκε ο Θεός. Έτσι, ο Αδάμ μετανόησε και καθοδηγήθηκε κοντά στον Κύριο στον ίσιο δρόμο» (20.122). Στο Ισλάμ δεν υπάρχει προπατορικό αμάρτημα.





Στους «γιους του Αδάμ» (δηλαδή στους ανθρώπους) έστειλε ρούχα και στολίδια και τους συμβούλεψε να μην ακούν τον Σατανά, που είναι εχθρός τους, ο οποίος θα τους προτρέπει να κάνουν το κακό και να λένε ψέματα για τον Κύριο, αλλά να πασχίζουν να είναι ευσεβείς. Ο Σατανάς θα χρησιμοποιεί το κρασί, τα τυχερά παιχνίδια και τα είδωλα για να γεννήσει το μίσος μεταξύ των ανθρώπων και την έχθρα, απομακρύνοντάς τους από την προσευχή. Ο Θεός θα αφήσει αυτούς που έχουν ως προστάτη τους τον Σατανά να καταστραφούν.
«Και όταν όλα τελειώσουν, ο Διάβολος θα τους πει: ‘Ο Θεός σάς έδωσε μια αληθινή υπόσχεση. Κι εγώ σάς έδωσα μια παρόμοια υπόσχεση, η οποία όμως ήταν απατηλή. Δεν είχα καμία εξουσία πάνω σας. Απλώς σάς κάλεσα και με ακολουθήσατε. Μην κατηγορείτε πλέον εμένα, αλλά τους ίδιους σας τους εαυτούς. Εγώ δεν μπορώ ούτε να δώσω ούτε να λάβω κάποια βοήθεια από εσάς. Όταν με εξισώσατε με τον Θεό, σίγουρα δεν πίστευα πως είμαι όμοιος με Εκείνον’. Φοβερά βασανιστήρια ετοιμάζονται για τους άδικους.» (14.22)
Οι άνθρωποι καλούνται να καταφύγουν στον Αλλάχ εναντίον των παρακινήσεων των δαιμόνων για να μην τους επηρεάσουν, ενώ όταν οι ασεβείς, καθώς ψυχομαχούν και παρακαλάνε για μια δεύτερη ευκαιρία ώστε να διορθώσουν τα λάθη τους, οι εκκλήσεις τους θα αγνοούνται.
Πριν τον προφήτη Μωάμεθ, σε όλους τους απόστολους και προφήτες που έστειλε ο Θεός στους ανθρώπους, ο Σατανάς έσπειρε εμπόδια στην αποστολή τους. Ο Θεός, όμως, επιτρέπει τη σωτηρία για αυτούς που δεν έχουν σκληρή καρδιά, για τους ευσεβείς. Οι υποδείξεις του Σατανά, έτσι, χρησιμεύουν ώστε να ξεχωριστούν αυτοί από τους «αναίσθητους» και ασεβείς που αρνήθηκαν την αλήθεια. «Οι δαίμονες πλησιάζουν όσους λένε ψέματα και είναι παραδομένοι στην ανομία» (26.222). Ο Σατανάς (ένας δαίμονας), εδώ, φαίνεται να  λειτουργεί σαν όργανο του Θεού, ο οποίος έτσι κι αλλιώς κυριεύει τα πάντα, όχι απλά σαν δοκιμασία που πρέπει να υπερνικήσει ο άνθρωπος, αλλά σαν ένα μέσο να μάθει ο Θεός ποιος πιστεύει σε αυτόν και ποιος όχι: «Ωστόσο, καμία εξουσία δεν είχε [ενν. ο Σατανάς] πάνω τους, παρά μόνο στον βαθμό που Εμείς ζητήσαμε (μέσω του Σατανά) να μάθουμε ποιος από αυτούς πιστεύει στη μέλλουσα ζωή και ποιος αμφιβάλλει» (34.21). Αυτοί που προσφέρουν ελεημοσύνη στους φτωχούς με μόνο κίνητρο την επίδειξη και χωρίς να πιστεύουν στον Θεό, αποδεικνύεται πως έχουν φίλο τον Σατανά. Ο Θεός είναι που δημιούργησε αυτόν τον εχθρό των προφητών, και πειρασμό των ανθρώπων, για να υπαγορεύει τα υπεροπτικά λόγια που ξεστομίζουν οι τυφλωμένοι. Είναι, όμως, στο χέρι του καθενός να απομακρυνθεί από τα τεχνάσματα του Σατανά, καθώς ο Θεός καλεί τους ανθρώπους να «μη σας θαμπώνει η ζωή του κόσμου τούτου˙ μη σας τυφλώνει η ματαιοδοξία ενάντια στον Θεό» (35.5). «Δεν ζητώ από εσάς καμία αμοιβή ούτε είμαι από εκείνους που ζητούν να κουβαλήσετε φορτίο ανώτερο από τις δυνάμεις σας» (38.86). Ο Σατανάς, όμως, μπορεί και να παραπλανά τους ανθρώπους ακόμα κι αν αυτοί πιστεύουν πως είναι στο δρόμο της σωτηρίας. «Υπόσχεται και γεννά πόθους» στους παραπλανημένους (4.119) και βγάζει από τη μνήμη των ανθρώπων τον Θεό (58.19). Αφού ο Σατανάς πείθει τον άνθρωπο να γίνει άπιστος, μετά του λέει «Δεν ανακατεύομαι σε ό,τι κάνεις, γιατί φοβάμαι τον Θεό, τον Κύριο του σύμπαντος» (59.16). «Το τέλος και των δύο θα είναι το πυρ το εξώτερον, όπου θα μείνουν για πάντα» (59.17). Όσο και να παρακαλάνε οι άπιστοι τον Θεό τη στιγμή που θα παρουσιαστούν μπροστά του για να κριθούν, αυτός δεν θα τους συγχωρήσει.
Ο Σατανάς εξουσιάζει μόνο όσους ξεστράτισαν από το δρόμο του Θεού και όσους εξισώνουν τον Θεό με άλλες θεότητες. «Ο άσωτος άνθρωπος είναι αδερφός του σατανά, ο οποίος υπήρξε αχάριστος προς τον Κύριό του» (17.27). «Η παράταξη του Σατανά είναι χαμένη» (58.19).
Ο Σατανάς είναι επίσης αυτός που σπέρνει στους ανθρώπους αμφιβολίες μέσω «συζητήσεων». «Μερικοί συζητούν για τον Θεό χωρίς να έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις, αλλά ακολουθώντας τυφλά τους αποστάτες δαίμονες» (21.3). Όποιος συμμαχεί με αυτούς πρόκειται να οδηγηθεί στην ποινή της φωτιάς. «Όταν ακούσεις τους άπιστους να συζητούν για τις αποκαλύψεις Μας, να απομακρυνθείς από κοντά τους, έως ότου συζητήσουν για κάποιο άλλο θέμα» (6.68). «Πιστοί, όταν συζητάτε μεταξύ σας, μην κάνετε ως θέμα των συζητήσεών σας την αμαρτία, την έχθρα και την ανυπακοή εναντίον των εντολών του Αποστόλου, αλλά να μιλάτε για τη δικαιοσύνη και τον φόβο του Θεού. Να φοβάστε τον Κύριο, ενώπιον του Οποίου θα συγκεντρωθείτε όλοι. Οι μυστικές συνομιλίες είναι έργο του σατανά, ο οποίος επιδιώκει την καταστροφή σας. Κανένα κακό, όμως, δεν μπορεί να σας κάνει, χωρίς την άδεια του Θεού. Να εμπιστεύονται, λοιπόν, τον Θεό οι πιστοί μουσουλμάνοι» (58.9-10).





Και στη τζιχάντ, οι συζητήσεις παρουσιάζονται ως μέσο του Σατανά για να πλήξει τους εχθρούς του. Στη μάχη των μουσουλμάνων με τους κατοίκους της Μέκκας, οι πρώτοι κλήθηκαν να μνημονεύουν ακατάπαυστα το όνομα του Θεού και να «μην εγείρουν συζητήσεις», γιατί έτσι θα κάμψουν το θάρρος τους, ενώ οι δεύτεροι είχαν με το μέρος τους τον Σατανά, οποίος τους είχε υποσχεθεί πως είναι αήττητοι με βοηθό τον ίδιο, αλλά, όταν τα στρατεύματα ήρθαν σε σύγκρουση, τους γύρισε την πλάτη και αναίρεσε την υπόσχεσή του λέγοντάς τους: «βλέπω αυτό που εσείς δεν βλέπετε˙ φοβάμαι τον Θεό, του Οποίου οι τιμωρίες είναι φριχτές» (8.44-8.48).
Όταν βρίσκονται [ενν. οι άπιστοι] μαζί με τους πιστούς, λένε: «Πιστέψαμε κι εμείς». Όταν όμως βρίσκονται μαζί με τους διαβόλους τους, λένε: «Είμαστε μαζί σας˙ τους πιστούς τούς κοροϊδεύουμε» (2.14).
Ο Σατανάς οδηγεί τους ανθρώπους στην ειδωλολατρία, όπως έκανε με τους Αδίτες, τους Θαμουδίτες, το λαό της Σαβά και όσους τους πίστεψαν «παρόλο που ήταν έξυπνοι», κάνοντας τα έργα τους να φαίνονται όμορφα και ενάρετα και, έτσι, τους παραπλάνησε από τον ίσιο δρόμο (29.38 & 27.24). Οι ειδωλολάτρες είναι οι λειτουργοί του και αυτόν επικαλούνται όσοι λατρεύουν γυναικείες θεότητες.
Ο Αβραάμ, που θεωρείται απόστολος/προφήτης στο Ισλάμ, αναγνώρισε την πλάνη των ανθρώπων που λάτρευαν ψεύτικους θεούς χάρη στην αποκάλυψη σοφίας που έλαβε από τον Θεό, και ρώτησε τον πατέρα του γιατί πιστεύει σε είδωλα που δεν μπορούν να του χρησιμέψουν σε τίποτα. Τον παρότρυνε να μην λατρεύει τον Σατανά, που τον οδήγησε σε αυτήν την πλάνη, για να μην τιμωρηθεί από τον Αλλάχ. Ο πατέρας του τον έδιωξε οργισμένος, αυτός όμως έμεινε πιστός στον Αλλάχ, ο οποίος του χάρισε τον Ισαάκ και τον Ιακώβ.
Το Κοράνι ολοκληρώνεται με δύο ικεσίες που σκοπό έχουν να απομακρύνουν τον Σατανά και τους βοηθούς του:
Πες: «Ζητώ καταφύγιο στον Κύριο της χαραυγής,
για να σωθώ από την κακία των όντων που ο Εκείνος έπλασε.
Από τον κίνδυνο της ζοφερής νύχτας που μας αγκαλιάζει.
Από τον κίνδυνο των μάγων, οι οποίοι φτιάχνουν κόμπους και τους φυσούν.
Από τον κίνδυνο των φθονερών που στήνουν παγίδες» (113.1-5).

Πες: «Ζητώ καταφύγιο στον κύριο των ανθρώπων,
στον Βασιλιά των ανθρώπων,
στον Θεό των ανθρώπων,
κατά  της κακίας εκείνου που υπαγορεύει 

τους πονηρούς λογισμούς και κρύβεται,
εκείνου που εμπνέει το κακό στις καρδιές των ανθρώπων,
κατά των πνευμάτων και κατά των ανθρώπων» (114.1-6).





Η μετάφραση είναι του Κ. Ι. Πεντάκη (από τις εκδόσεις Κάκτος, 2006) από όπου δανείστηκα  και τις υποσημειώσεις.

Pages