38 - 42 «Είπε ο Θεός στον Αβραάμ, "Θα πληθύνω πολύ το σπέρμα σου κλπ."» - Point of view

Εν τάχει

38 - 42 «Είπε ο Θεός στον Αβραάμ, "Θα πληθύνω πολύ το σπέρμα σου κλπ."»



38. Έπειτα από αυτά, όταν εγώ κοιτάξω προς τον θεάνθρωπο Κύριο με ειρηνικό το βλέμμα της ψυχής μέσα στη ζωοποιό και φωτιστική δύναμη του Πνεύματος και μελετήσω εκείνους τους πέντε λόγους που προείπα, βλέπω ολοφάνερα ότι εκπληρώθηκε από τον σαρκωθέντα Λόγο εκείνο που Αυτός υποσχέθηκε παλιά στον Αβραάμ λέγοντας: «Θα πληθύνω πολύ το σπέρμα σου, όπως τα άστρα του ουρανού και την άμμο στο χείλος της θάλασσας»(Γεν. 22, 17). 



Όταν ο πανίερος Παύλος αναφέρει το στίχο «Με το σπέρμα σου θα ευλογηθούν όλα τα έθνη»(Γεν. 22, 18· Γαλ. 3, 16), ανάγει την έννοια του σπέρματος στον Ιησού· έτσι βέβαια πολύ εύλογα και το σπέρμα του Αβραάμ που πληθύνθηκε με τέτοιο τρόπο είναι ο Κύριος Ιησούς, που μόνο Αυτός είναι υπερπλήρης λόγω της ενώσεως και της ενέργειας της θεότητας, και είναι άπειρος για το μέγεθός Του, ανεξερεύνητος για το πλήθος και αληθινά πολυπληθής, ως Θεός των χαρίτων, όπως τα άστρα του ουρανού και η άμμος στην άκρη της θάλασσας, και είναι γενιά του Αβραάμ και κατάγεται από αυτόν ρητά και κατηγορηματικά. 



Δεν είναι λογικό να υποθέσομε ότι ο λόγος αυτός του Θεού αναφέρεται στον Ισμαήλ, γιατί αυτός δεν ήταν παιδί ελεύθερης μητέρας(Γεν. 16, 1 κ.ε.) και ο Θεός είπε στον Αβραάμ ότι το σπέρμα του θα προέλθει από τον Ισαάκ(Γεν. 21, 12· Εβρ. 11, 18)· ούτε πάλι αναφέρεται στον Ισραήλ, γιατί το πλήθος των απογόνων του δεν έφτασε σε τέτοιο αριθμό που είπε ο Θεός, όπως βέβαια ούτε όλος ο πληθυσμός της γης. Τέτοιο είναι το πλήθος μόνο του Κυρίου και Χριστού, ο οποίος έχει προσληφθεί από το σπέρμα του Αβραάμ και ενώθηκε με το Θεό Λόγο και είναι ένα πρόσωπο, άνθρωπος και Θεός, και που Αυτού μόνο η ειρήνη είναι απεριόριστη(Ησ. 9, 7), τα κρίματά Του άβυσσος(Ψαλμ. 35, 7) και οι δρόμοι Του ανεξερεύνητοι(Ρωμ. 11, 33) και η δύναμη και η σοφία Του και όλες οι θείες ιδιότητές Του άπειρες φορές απείρως άπειρες. 



Στο πρόσωπο του Χριστού και τα έθνη που τότε ήταν ακόμη ανύπαρκτα ευλογήθηκαν ανέλπιστα και πραγματοποιήθηκε φανερά ο τόσος πληθυσμός με όσες ιδιότητές του είπαμε. Εξάλλου, ούτε ταίριαζε, ούτε ήταν καθόλου αναγκαίο στο Θεό να κάνει χάρη στον πατριάρχη και να του υποσχεθεί πληθυσμό λαών από το σπέρμα του. 



Η ικανοποίηση από τέτοια πράγματα ταιριάζει οπωσδήποτε σε άπιστους και ακαλλιέργητους· ενώ σε άνθρωπο όπως ο Αβραάμ, με άριστα φρονήματα και αγαπητό στο Θεό, στο βαθμό που ήταν ο πατριάρχης εκείνος, ταίριαζε να ικανοποιείται με όλη την ψυχή του και να χαίρεται για την κατά το δυνατό γνώση και θεωρία περί Θεού, και από αυτές να δέχεται πλήθος θείων νοημάτων και θεωριών και ελλάμψεων κι έτσι να «πληθύνεται» θεοπρεπώς. Με αυτή την έννοια και ο Μωυσής γίνεται ικέτης αξιόπιστος για να δει και να γνωρίσει το Θεό που του φανερώθηκε(Εξ. 33, 13κ.ε.)· κι αφού τον είδε —όσο ήταν δίκαιο να δει—, έγινε τόσο μεγάλος και απέκτησε τόσο πολλή θεία γνώση, ώστε ούτε να το πει δεν μπορεί κανείς. 



Στο Σολομώντα πάλι έδωσε ο Θεός αφθονία και πλήθος σοφίας και γνώσεως των όντων, όπως η άμμος που είναι στο χείλος της θάλασσας, γι' αυτό και πληθύνθηκε περισσότερο απ' όλους τους συγχρόνους του(Γ΄ Βασ. 2, 35α-β). Όποιος σκεφτεί θα εννοήσει, και μάλιστα εύκολα, κατά τί πληθύνει ο Θεός άνθρωπο ή σπέρμα ενός ανθρώπου αφοσιωμένου σ' Αυτόν. Γιατί ο Θεός ελάχιστα χαίρεται απλώς για πλήθος λαού, χαίρεται όμως για τη σοφία και την πνευματική γνώση της ψυχής και για τις άλλες αναρίθμητες θείες αρετές. 



Αυτά τα είχε όλα μαζί και άφθονα ο Κύριος Ιησούς, το σπέρμα του Αβραάμ, στον Οποίο κατοίκησε όλη η Θεότητα σωματικά(Κολ. 2, 9), πράγμα που υπερβαίνει απείρως κάθε έννοια πλήθους. Από Αυτόν προέρχεται κάθε ον και κάθε πλήθος, και μαζί με αυτά και οι θησαυροί της γνώσεως και της σοφίας που είναι κρυμμένοι στο Χριστό(Κολ. 2, 3). Και τούτο είναι δωρεά πράγματι θεοπρεπής και έξοχη, που την υποσχέθηκε ο Θεός κατάλληλα στον έξοχο φίλο Του, τον Αβραάμ. 



Και πρόσεξε τώρα πληθυσμό του Ιησού Χριστού, θείο και απέραντο, από τους πέντε λόγους που προείπα. Πρώτα λοιπόν διαφαίνονται από τη δόξα Του τα ένδοξα ιδιώματα της θείας φύσεώς Του, που τα έχει εκ φύσεως ως Θεός αληθινός- άπειρα για το μέγεθός τους, καθώς λένε οι Πατέρες που θεολογούν γι' αυτά, και ανεξερεύνητα για το πλήθος τους. Έπειτα τα γνήσια εκείνα που αναφέρονται στη σχέση υιότητας με τον Πατέρα και την ομοουσιότητά Του μ' Εκείνον, και τα προερχόμενα από την ένωσή Του με το Πνεύμα και τη διάδοση των δωρεών, στις οποίες μετέχουν μυριάδες άνθρωποι, Ίσως και όλη η οικουμένη, χωρίς να λιγοστεύουν. 



Και ανάμεσά τους ακόμη τα ιδιώματα της ένσαρκης οικονομίας, τα άρρητα και αναρίθμητα. Αυτά όλα, για να μιλήσω με συντομία, όσα προέρχονται από τη δόξα Του, όσα από την αγάπη, από τη χάρη, την ειρήνη και την ανάπαυσή μας σ' Αυτόν, αν τα παρατηρεί κάποιος όσο είναι δυνατό, βλέπει πόσο περισσότερο από τα άστρα του ουρανού και από την άμμο που είναι στο χείλος της θάλασσας, έχει πληθυνθεί μυστικά ο Ιησούς Χριστός, το σπέρμα του Αβραάμ. 



Και θα υμνήσει, δοξάζοντας ανάλογα την τόσο μεγάλη και υψηλότατη υπόσχεση, τη θαυμαστή και μυστηριώδη και μόνη άξια του Θεού που είναι πηγή χαρίτων, την οποία ο Θεός πραγματοποίησε στον περισσότερο απ' όλους διαλεκτό και πιστότατο φίλο —το Χριστό— για χάρη γενικής και εξαιρετικής ευδαιμονίας του ανθρωπίνου γένους και μάλιστα των πιστών. Δόξα σ' Εκείνον που ευαρεστήθηκε να γίνει έτσι ο πληθυσμός. Αμήν.
39. Να υμνείς, ψυχή μου, τον Κύριο

39. Να υμνείς, ψυχή μου, τον Κύριο, από τους ουρανούς του ουρανού, που η ουσία Του είναι φώς· να τον υμνείς στα επουράνια ύψη, μέσα σε όλους τους Αγγέλους Του και τις ουράνιες δυνάμεις(Ψαλμ. 145, 1-2). Είναι εξαιρετικά άξιες δοξολογίας και η δύναμη και η σοφία Του, και ευλογημένο το άγιο όνομά Του.




Να υμνείς τον Κύριο παίρνοντας αφορμή από τα πάνω από το στερέωμα νερά και το πάνω από αυτά φως· από το στερέωμα του ουρανού και την τάξη του και τη θαυμαστή περιδίνησή του· από τον αιθέρα που καίει τα πάντα· από τη λαμπρότητα και την ομορφιά του ηλίου και της σελήνης και των άστρων και από τη διαφορά τους, τη θέση, την κίνηση και την χωρίς ύλη πυρώδη κατάσταση και ύπαρξή τους, που είναι κάτι το υπερβολικά φοβερό· από το φως της ημέρας και την μεταβολή της κατά την παράτασή της, με την οποία όλος ο κόσμος διοικείται πάνσοφα και δίκαια. 

Να υμνείς, ψυχή μου, τον Κύριο από τη σύνθεση των τεσσάρων μεγίστων στοιχείων του παντός, δηλαδή του νερού, της φωτιάς, του αέρα και της γης, η οποία παραμένει σε θαυμαστή ειρήνη και ευστάθεια μολονότι αυτά είναι ενάντια μεταξύ τους και ασυμβίβαστα. Από την ορμητική φορά και τη διαφορά των πουλιών και την πρόνοια για τη ζωή και τη διατήρησή τους. 

Από τη θάλασσα και την ισχυρότατη δύναμή της, που συγκρατείται με την άμμο, ένα τόσο σαθρό οχύρωμα, και από όλα όσα ζουν μέσα στη θάλασσα, που είναι άπειρα κι έχουν μύριες διαφορές μεταξύ τους στην όψη, στον όγκο, στις ιδιότητες, στη ζωή και στους τόπους διαμονής, στις συνήθειες, στις ικανότητες και στις ενέργειές τους. 

Να υμνείς πάλι με ειρήνη και θαυμασμό τον Κύριο από την κάθε είδους γρήγορη συγκομιδή από τη θάλασσα των αναγκαίων για τη ζωή του άνθρωπου. Να υμνείς με χαρά τον Κύριο από τη γη και τα αναρίθμητα ζώα που κινούνται ή έρπουν στη γη κι έχουν ποικίλες και πολλές διαφορές μεταξύ τους. Και ακόμη βέβαια και από τα δένδρα που φυτρώνουν σ' αυτή, καρποφόρα ή και άκαρπα, με τις αφάνταστες διαφορές ακόμη και μεταξύ δένδρων του ιδίου γένους, και από τα φυτά τα κηπευτικά, τα σιτηρά, τα όσπρια και όσα χρησιμεύουν στον αρωματισμό, στη θέρμανση, στην ψύξη, στην υγρασία, στην ξηρότητα, τα οποία διαφέρουν υπερβολικά πάνω από λόγο, με χίλιους δυο τρόπους. 

Και από τα νερά τα πολυειδή και ποικίλα, τις βροχές, τα χιόνια, το χαλάζι, και από τις βροντές και τις αστραπές. Από αυτά λοιπόν και τα παρόμοια να υμνείς και να ευλογείς, ψυχή μου, τον Κύριο για την ακατανόητη δύναμή Του, την άρρητη σοφία Του και την απερίγραπτη δόξα Του, και μάλιστα, γιατί από τέτοιο Δημιουργό όλα τα ορατά έγιναν για σένα από την ανέκφραστη αγάπη που έχει για σένα, για να ζεις μέσα σ' αυτές τις λαμπρότητες και δόξες όπως ταιριάζει στη φύση και στο λογικό σου και να θεωρείς τη δόξα και τη σοφία και τη δύναμη του Δημιουργού σου που τόσο σε αγαπά, ο οποίος και τον μονογενή Του Υιό έδωσε για χάρη μας(Ιω. 3, 16) που έγινε άνθρωπος με ασυνήθιστο, θαυμάσιο τρόπο, που ξεπερνά τη νόηση του ανθρώπου.
40-41. Περί θεωρίας

40. Τί σκέφτηκε, για να πώ έτσι, η υπέρτατη εξουσία της δυνάμεώς Σου, υπερούσιε Δέσποτα, και τί θέλησες, αν μπορώ να πω, υπέρσοφε Βασιλεύ, και τί επιθύμησες μέσα σε μία ακατανόητη ευαρέσκεια, υπεράγαθε Θεέ, και τί έκανες από άπειρη αγάπη, Παντοκράτορα Κύριε, με την ανέκφραστη πρόνοια της αγαθότητάς Σου για μας, υπερένδοξε; 




Δόξα στην άπειρη αγαθότητα που επέδειξες απεριόριστα για μας με ανάλογη προνοητική σοφία και άπειρη δύναμη, Εσύ που κατά την ουσία Σου δεν κινείσαι διόλου προς τα έξω σε τίποτε. Ας πω κι εγώ μαζί με τον όσιο Δαβίδ: «Πόσο μεγαλείο έχουν τα έργα Σου, Κύριε, και πόσο ασύλληπτο είναι το βάθος των λογισμών Σου!(Ψαλμ. 91, 6)». 

Γιατί βλέπω νοερά και αληθινά με τη δύναμη του Πνεύματος και να, είναι γεμάτος από απερίγραπτη δόξα ο οίκος Κυρίου(Ησ. 6, 1). Και βλέποντας φυσικά με τον τρόπο αυτό, βλέπω και τον εαυτό μου μέσα στον οίκο του Κυρίου να είναι υπερπλήρης από δόξα και χάρη, μέσα σε ανείπωτη ανάπαυση και ανέκφραστη και αιώνια ειρήνη. 

Και δικαιολογημένα υπερεκπλήττομαι κι έχω χτυπηθεί από τα βέλη της θείας αγάπης και είμαι πληγωμένος από αυτά και καίγομαι από ερωτική ζέση μέσα σε χαρά πνευματική, σε υπερκόσμια ευφροσύνη και αγαλλίαση, κι η καρδιά μου, από θεία δωρεά, είναι γεμάτη ιερό φως του οποίου πυρσός άσβηστος είναι το Πνεύμα, αν επιτρέπεται να πω έτσι. 

Κι έτσι εισάγομαι στους λόγους όλων των όντων, ενωμένους σε ένα μυστικό λόγο, και βλέπω όλα τα περιεχόμενα των Γραφών να καταλήγουν σ' εκείνο το λόγο. Και πολλά τέτοια μυστήρια μού αποκαλύπτονται που αναφέρονται στον ένα εκείνο λόγο και που φαίνονται μέσω εκείνου σε όσους βλέπουν αληθινά και πνευματικά. Ο λόγος αυτός είναι η μεγάλη βουλή του Θεού, την οποία είδε ο Δαβίδ και έψαλλε: «Η βουλή του Κυρίου μένει στον αιώνα και οι λογισμοί της καρδιάς Του σε γενεές γενεών»(Ψαλμ. 32, 11). 

Γιατί τη βουλή του Κυρίου κανείς δεν μπορεί να ματαιώσει(Ησ. 14, 26-27). Η βουλή αυτή βλέπεται ή μεταδίδεται όχι με τη μάθηση αλλά με την πνευματική και ενυπόστατη χάρη, η οποία φωτίζει το νου να εννοήσει την αλήθεια και τον προετοιμάζει να βλέπει τα υπερκόσμια. «Ποιος γνωρίζει, Κύριε, τη δύναμη της οργής Σου; Και ποιος μπορεί από το φόβο Σου να μετρήσει το θυμό Σου;»(Ψαλμ. 89, 11) είπε η θεία Γραφή. 

Αλλά η πνευματική σοφία μέσα μου λέει: «Ποιος γνωρίζει τη δύναμη της αγάπης Σου και θα μπορέσει από τα ενεργήματά Σου να μετρήσει τον έρωτά Σου;» Είναι θαυμαστά, Κύριε, τα έργα της αγάπης Σου· η ψυχή μου είναι γεμάτη από τη γνώση τους. Μου κινεί το θαυμασμό η γνώση του έρωτά Σου(Ψαλμ. 138, 14 και 6). 

Ποιος μπορεί να την αντικρίσει στο σύνολό της; Δεν απλώνεται μόνο η ποιότητά της στο άπειρο του απείρου, αλλά και με την ανείπωτη ποικιλία της προχωρεί εδώ κι εκεί με απεριόριστη σοφία και δύναμη ανάλογη, ανέκφραστε Κύριε! Είσαι μονάδα στη φύση, τη δύναμη και την ενέργεια, Τριάδα κατά τις Υποστάσεις και τις προσωπικές ιδιότητες. 

Είσαι ευλογημένος, Εσύ που μας ευλόγησες με κάθε ευλογία πνευματική(Εφ. 1, 3) στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και μας ανέστησες μαζί με το Χριστό και μας έβαλες να καθίσομε μαζί Του στα επουράνια(Εφ. 2, 6) παραπάνω από κάθε αρχή και εξουσία και δύναμη και κυριότητα και κάθε όνομα που λέγεται στον παρόντα αλλά και στον μέλλοντα αιώνα(Εφ. 1, 21) και μας έκανες συγκληρονόμους του Χριστού(Ρωμ. 8, 17) και κληρονόμους Σού της Τριάδος, του ενός Θεού. Έδωσες θαυμαστώς στην εξουσία μας όλα τα επουράνια και τα επίγεια στο όνομα του Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου δικαιωθήκαμε οι επίγειοι με τον ουσιαστικό Του λόγο και με τη δύναμη της χάρης. 

Ω, η υπερβολή της θείας αγάπης και του θαυμαστού έρωτά Σου, ώστε να γινόμαστε πραγματικά μέτοχοι της δωρεάς του Θεού, της Τριάδος, και του Θεού Λόγου! Είσαι αληθινά δοξασμένος, Κύριε, που μας μετέδωσες ακατανόητα τη φυσική Σου δόξα. Είσαι πραγματικά ανέκφραστος, και ακατανόητα σ' εμάς εκείνα που κάνεις και υπερβολικά αφανέρωτος ο έρωτάς Σου για μας.


41. Είναι μακάριος ο άνθρωπος που ξανάνθισε η νοερή του αίσθηση από τη σωστή ησυχία και σαν να πούμε ξαναγύρισε στον εαυτό της και ζει με την έμπνευση και την ενίσχυση του Πνεύματος. Αυτή, με τη χάρη του Θεού, είναι καρπός υγιούς διάνοιας που ανορθώνει τις διαθέσεις της ψυχής και μαζί κινητοποιεί και το νου και ευκολότατα αλλοιώνει την καρδιά, ενώ η διάνοια πετά προς τα θεία. Να έρθει αυτή στον εαυτό της χωρίς επιστημονική ησυχία και καθαρότητα του νου με τη χάρη του Θεού, είναι πιο αδύνατο παρά να κολυμπά ο άνθρωπος στον αέρα. 

Μαζί με αυτή, είναι πραγματοποιήσιμο και ωφέλιμο να θυμάται κανείς το Θεό και να θεωρεί το Θεό. Χωρίς τη νοερή αίσθηση η μνήμη του Θεού είναι μάλλον λήθη Θεού, και η θεωρία και η γνώση Του είναι μάλλον άγνοια και αβλεψία Θεού. Εκείνος που με τη χάρη του Θεού βρήκε αυτή τη θεία αίσθηση, μπορεί να πει κανείς ότι βρήκε το Θεό. Δε χρειάζεται λόγια, αφού διάλεξε να στέκεται κοντά στο Θεό και να τον λατρεύει. 

Εκλέγει τη σιωπή, ή μάλλον σωπαίνει και χωρίς να θέλει. Μέσα του κατοικεί πνεύμα θεϊκό· αγάπη και ειρήνη και χαρά πνευματική πηγάζει από αυτόν. Ζει μια ζωή διαφορετική από τη συνηθισμένη και κοινή. Ευφραίνεται εξαιτίας του Θεού και τα νοερά μάτια του βλέπουν φως νοερό. Μέσα η καρδιά του έχει φωτιά. Απλότητα, ατρεψία, απειρία, απεριοριστία, αναρχότητα και αιωνιότητα συνυπάρχουν μέσα του μαζί με έκπληξη. Συνεχή δάκρυα τρέχουν από τα μάτια του, και ακόμη αναβλύζει και από την καρδιά του πηγή ζωντανού πνευματικού νερού. 

Ενώνεται ενιαία και ολοκληρωτικά με τα νοητά, περικυκλώνεται από τη λάμψη τού Ενός, η απόλαυση που νιώθει είναι υπερκόσμια, ενθουσιάζεται, χαίρεται, θαυμάζει και απορεί με τη μεταβολή που τον οδήγησε στο Θεό. 

Εκείνος που γεύθηκε αυτά, θα εννοήσει και θα υμνήσει, πολύ εύλογα βέβαια, το Θεό τον υπερούσιο, τον ύψιστο, τον χωρίς μορφή ή ποιότητα ή μέγεθος ή ποσότητα, τον απλό, τον ασχημάτιστο, τον άπειρο, τον απεριόριστο, τον αχώρητο, τον αψηλάφητο, τον αόρατο, τον άρρητο, τον ανερμήνευτο, τον άναρχο, τον αιώνιο, τον άκτιστο, τον άφθαρτο, τον ακατανόητο, τον ανεξιχνίαστο, τον υπερούσιο, τον υπερδύναμο, τον υπεράγαθο και υπέρκαλο. Σε Αυτόν ανήκει η δόξα και ο ύμνος στους αιώνες.
42. Για το θείο φωτισμό


42. Καλώντας Κύριε, Συ η Σοφία, εκείνους που είναι φτωχοί από νου, τους είπες: «Ελάτε να φάτε το ψωμί μου και να πιείτε το κρασί που σας ετοίμασα»(Παροιμ. 9, 4-5). Αφού λοιπόν πίστεψα στην άφατη φιλανθρωπία Σου, έρχομαι Κύριε, εγώ ο αληθινά φτωχός στο νου, γιατί σφάλλω σε ό,τι κάνω. Σε παρακαλώ —η παράκληση μού μένει—, δώσε μου δωρεάν, εύσπλαχνε Θεέ, τροφή πνευματική και ποτό το Πνεύμα Σου, το οποίο αναμφισβήτητα είναι και φως. 

Γι' αυτό και οι δικοί Σου λένε ότι εκείνοι που έχουν το Πνεύμα φορούνε φως. Και όταν το φως θα λάμπει μέσα μου κατά ανείπωτο τρόπο, θα νιώσω πραγματικά ότι Συ είσαι για μένα το ένδυμά μου, Συ είσαι η αγία και μακάρια ζωή μου. Γιατί εκείνοι που φορούν το φως, όπως πάλι λένε οι δικοί Σου, Χριστέ, είναι ντυμένοι Εσένα(Γαλ. 3, 27), το απαύγασμα της δόξας του Πατέρα(Εβρ. 1, 3), την αληθινή και αθάνατη ζωή. Και αυτοί πάλι, κατά τους Αγίους Σου, είναι ντυμένοι και τον Πατέρα.

Κι έτσι γίνονται ολοφάνερα οίκοι και καταλύματα και ναοί της υπερύμνητης τρίφωτης Θεότητας· βγαίνουν έξω από τα ορώμενα, παύουν να ασχολούνται με τα νοούμενα και αναπαύονται πνευματικά σ' Εσένα, την υπέρθεη Θεότητα.

 --------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 159-163).  

Pages