26. Ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα - Point of view

Εν τάχει

26. Ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα





Αποστολή των Δώδεκα — Αι προς αυτούς οδηγίαι — Εορτή των Ιουδαίων — Η παρουσία του Ιησού

Όστις εμελέτησε μετά προσοχής τα ιερά Ευαγγέλια δυνατόν να παρετήρησεν ευκρινώς εν τω βίω του Χριστού, τας επομένας περιστάσεις.

Πρώτον, ότι ο άκακος ενθουσιασμός της χαρμοσύνου υποδοχής μεθ' ου ο Χριστός και οι λόγοι Του και τα έργα Του εγίνοντο το πρώτον δεκτά ανά τα βόρεια της Γαλιλαίας, βαθμηδόν, αλλ' εν βραχεί χρόνω, υπεχώρησεν εις υποψίαν, αποστροφήν, ως και έχθραν εκ μέρους μεγάλων και ισχυρών του λαού μερίδων.

Δεύτερον, ότι ο εξωτερικός χαρακτήρ, καθώς και οι τόποι της αποστολής του Κυρίου πολύ ηλλοιώθησαν μετά την σφαγήν Ιωάννου του Βαπτιστού.

Τρίτον, ότι το άγγελμα του φόνου, ομού μετά της αναπτύξεως σφοδράς αντιδράσεως, και η συνεχής παρουσία Γραμματέων και Φαρισαίων από της Ιουδαίας, όπως επιτηρώσι την διαγωγήν Του και ιχνηλατώσι τας κινήσεις Του, φαίνονται να είνε σύγχρονα με επίσκεψιν εις Ιεροσόλυμα, μη μνημονευμένην υπό των Συνοπτιστών (Ματθαίου, Μάρκου και Λουκά), αλλά προφανώς ταυτιζομένην με την ανώνυμον εορτήν την μνημονευομένην εν κεφαλαίω Ε', εδ. 1, του Ιωάννου.

Τέταρτον, ότι η ανώνυμος αύτη εορτή πρέπει να συνέπεσε περίπου με την περίοδον του κηρύγματός Του εις ην έχομεν φθάσει τανύν.

Της εορτής ταύτης προηγήθη άλλο συμβεβηκός· η αποστολή του Δώδεκα.

Περί το τέλος των αποστολικών περιπλανήσεων, κατά την διάρκειαν των οποίων συνέβησαν τινα των προειρημένων, ο Ιησούς εις την θέαν του πλήθους ησθάνθη βαθυτάτην συμπάθειαν. «Και ιδών εσπλαγχνίσθη επ' αυτούς, ότι ήσαν ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα». Ήσαν προσέτι όμοιοι με σπαρτά ώριμα, αλλ' αθέριστα δι' έλλειψιν εργατών. Και εκέλευσε τους μαθητάς Του να παρακαλέσωσι τον Κύριον του θερισμού όπως πέμψη εργάτας εις την συγκομιδήν Του. Ευθύς ύστερον, αφού Αυτός διέτρεξεν ήδη όλην την Γαλιλαίαν, έπεμψεν αυτούς ανά δύο και δύο όπως ενισχύσωσι το κήρυγμά του και εκτελέσωσιν έργα ελέους εν τω ονόματι Του.

Πριν ή αποστείλη αυτούς, ως εικός, έδωκεν αυτοίς τας αναγκαίας οδηγίας. Προς το παρόν ώφειλον να περιορίσωσι την εκτέλεσιν της εντολής των εις τα απολωλότα πρόβατα οίκου Ισραήλ και να μη επεκτείνωσι ταύτην εις Σαμαρείτας ή εθνικούς. Το θύμα του κηρύγματός των ώφειλε να είνε η προσέγγισις της βασιλείας των ουρανών, έμελλε δε αφθόνως να υποστηριχθή δι' έργων δυνάμεως και ευποιίας. Δεν έπρεπε να φέρωσι τίποτε μεθ' εαυτών· ούτε πήραν δι' άρτον· ούτε βαλάντιον διά χρήματα· ούτε ενδύματα προς αλλαγήν· ούτε υποδήματα οδοιπορίας αντί των συνήθων πεδίλων των· ούτε να προμηθευθώσι ράβδον διά την πορείαν, εκτός αν είχον ήδη· η αποστολή των, καθώς όλαι αι μέγισται και ανυσιμώταται αποστολαί όσας εγνώρισεν ο κόσμος, έπρεπε να είνε απλή και αυτάρκης. Η συνήθης εν τη Ανατολή ξενία θα ήρκει δι' αυτούς. Άμα εισερχόμενοι εις πόλιν, θα διευθύνοντο εις πάσαν οικίαν εν αυτή, όπου θα είχον λόγους να πιστεύσουν ότι θα εγένοντο ευπρόσδεκτοι, και θα εχαιρέτιζον αυτήν με τον συνήθη χαιρετισμόν ε ι ρ ή ν η υ μ ί ν. Εάν οι υιοί της ειρήνης ήσαν εκεί, η ευλογία θα ήτο λυσιτελής· εάν όχι, θα επέστρεφεν εις τας ιδίας κεφαλάς των. Εάν τους απέρριπτον, έπρεπε ν' αποτινάσσωσι και την κόνιν από των ποδών των εις μαρτυρίαν, ότι πιστώς ελάλησαν, και ότι αποβάλλουσι πάσαν ευθύνην διά την μέλλουσαν κρίσιν.

Αι πάνσοφοι αύται οδηγίαι του Κυρίου είνε απαραίτητοι και νυν διά τους ιεραποστόλους, όσοι θέλουσι να είνε φρόνιμοι. Ελέχθη μετά δηκτικής ειρωνείας ότι οι σημερινοί ιεραπόστολοι βάλλουσιν όλα τα δυνατά των, πρώτον διά ν' ανακαλύψωσιν όλας των λαών τας προλήψεις και τα έθιμα, και δεύτερον διά να προσβάλωσι και πολεμήσωσι ταύτα. Αναμφιβόλως τούτο οφείλεται εις ζήλον ου κατ' επίγνωσιν. Αλλά δεν έπραττεν ούτω ο Άγιος Παύλος, όστις ωμίλησε προς τους Αθηναίους φιλοφρονέστατα και διαλλακτικώτατα, και έζησεν επί τρία και ήμισυ έτη εν Εφέσω, χωρίς μηδέ άπαξ να προσβάλη ή να υβρίση τους λάτρεις της Αρτέμιδος.

Έως εδώ ο Κύριος υπέδειξεν αυτοίς τα χρέη της πιστής φιλίας, της αβράς φιλοφροσύνης, της εν αυταπαρνήσει απλότητος, ως πρώτους ουσιώδεις όρους κατορθούσης αποστολής. Προέβη δε να ενισχύση αυτούς εναντίον των αφεύκτων δοκιμασιών του αποστολικού έργου των.

Ώφειλον να είνε φρόνιμοι ως οι όφεις (οι οποίοι, όταν κινδυνεύωσι, προφυλάττουσι την κεφαλήν των ως λίαν τρωτήν) και ακέραιοι ως αι περιστέραι (αίτινες είναι ειρηνικαί και άχολοι). «Ιδού Εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων».

Ενταύθα, λέγει αρχαία παράδοσις, ηρώτησεν ο Πέτρος; «Εάν ουν διασπαράξωσιν οι λύκοι τα αρνία;» Ο δε Ιησούς απεκρίθη: «Μη φοβήσθωσαν τα αρνία τους λύκους μετά το αποθανείν αυτά». Και ευθύς προσέθηκε, τα αναφερόμενα εν Ευαγγελίοις: «Μη φοβείσθε από των αποκτεινόντων το σώμα την δε ψυχήν ου δυναμένων αποκτείναι, φοβείσθε δε μάλλον τον έχοντα εξουσίαν μετά το αποθανείν υμάς εμβαλείν εις την Γέενναν του πυρός». Είτα προείπεν αυτοίς ότι έμελλον να προσαχθώσιν ενώπιον συνεδρείων, και να μαστιγωθώσιν εν ταις Συναγωγαίς (οι προϊστάμενοι των Συναγωγών είχον εξουσίαν να τιμωρώσι διά μάστιγος), και να σταθώσιν ενώπιον δικαστηρίων, και όμως, άνευ αγωνιώδους προμελέτης, το πνεύμα θα εδίδασκεν αυτούς τι ν' απολογηθώσιν. Η διδασκαλία της ειρήνης έμελλε να μεταβληθή διά των μοχθηρών παθών των ανθρώπων εις πολεμικήν κραυγήν μανίας και μίσους, και δυνατόν ν' απηλαύνοντο και να έφευγον από προσώπου των εχθρών των από πόλεως εις πόλιν. Αλλ' ώφειλον να υπομείνωσι μέχρι τέλους, διότι πριν διατρέξωσι τας πόλεις του Ισραήλ ο Υιός του Ανθρώπου έρχεται. Η έλευσις αύτη σημαίνει εδώ την πτώσιν του Ιουδαϊσμού, και την ίδρυσιν πνευματικής βασιλείας του Χριστού επί της γης, την οποίαν τινές των Αποστόλων επέζησαν να ίδωσι.

Τελευταίον τους ενουθέτησε και τους ενίσχυσεν, αναμνήσας ό,τι Αυτός υπέφερε και πως επολεμείτο. Ας μη φοβώνται. Ο Θεός όστις προνοεί διά τα στρουθία, ο Θεός, υφ' ου και αι τρίχες της κεφαλής των είνε ηριθμημέναι, ο Θεός όστις βαστάζει εις τας χείρας Του τας εξόδους ου μόνον της ζωής και του θανάτου, αλλά της αιωνίου ζωής και του αιωνίου θανάτου, είνε μετ' αυτών· θα αναγνωρίση εκείνους οίτινες ανεγνώρισαν τον Υιόν Του, και θ' αρνηθή εκείνους οίτινες Τον ηρνήθησαν. Και αυτοί οι οικείοι των, οι γονείς και αδελφοί των, θα τους καταγγείλωσι και θα τους παραδώσωσιν. Αλλά και αυτοί θα είνε όπως Αυτός ήτο εν τω κόσμω· ο δεχόμενος αυτούς δέχεται Αυτόν· και όστις θα χάση την ζωήν του δι' Αυτόν, Εκείνος πράγματι θα την κερδήση· Και ότι ποτήριον ψυχρού ύδατος διδόμενον εις ένα των ταπεινών τούτων των ελαχίστων, θα έχη την αμοιβήν του.

Ελεήμων και σοφή ήτο η πρόβλεψις ότι έπρεπε ν' απέλθωσιν ανά δύο εις την αποστολήν. Τούτο τους καθίστα ικανούς να συνδιαλέγωνται και να συμβοηθώνται εναπληρούντες τας ελλείψεις αλλήλων. Αναμφιβόλως οι αδελφοί και οι φίλοι απήλθον σύνδυο· ο πυρ πνέων Πέτρος και ο θεωρητικός Ανδρέας· οι Υιοί της Βροντής, ο είς ευδόκιμος και επιβάλλων, ο έτερος ευφράδης και ευαίσθητος· η ομαίμων πίστις και το άδολον του Φιλίππου και του Βαρθολομαίου· ο βραδύς αλλ' αφωσιωμένος Θωμάς μετά του σύννου και ευλαβούς Ματθαίου· ο Ιάκωβος μετά του αδελφού του Ιούδα· ο ζηλωτής Σίμων διά ν' ανάψη με τον ένθεον ζήλον του το σκοτεινόν, κυμαινόμενον, άπελπι πνεύμα του προδότου Ιούδα.

Κατά την απουσίαν των, ο Ιησούς εξηκολούθει το έργον Του μόνος, ίσως καθώς κατήρχετο βραδέως προς τα Ιεροσόλυμα. Διότι εις την περίοδον ταύτην φαίνεται ότι ανήκει το εδάφιον του Ιωάννου: «Μετά ταύτα ην εορτή των Ιουδαίων, και ανέβη ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα».

Φαίνεται δε ότι ο Ιησούς, έχων φίλους και θαυμαστάς πολλούς εις Ιεροσόλυμα και εις τα πέριξ, έμεινεν εν τω μεταξύ μεμονωμένως, περιμένων, την επάνοδον των μαθητών Του από το κήρυγμα. Ίσως έμενεν εις Βηθανίαν, όπου ως γνωστόν υπήρχε μία ευσεβής οικογένεια αγαπώσα Αυτόν και πιστεύουσα εις Αυτόν, η οικογένεια της Μάρθας και της Μαρίας, και Λαζάρου του αδελφού των.

Ποία ήτο η εορτή αύτη των Ιουδαίων, εν καιρώ της οποίας ανέβη ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα (και την οποίαν ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν ονομάζει) αγνοούμεν, όπως αγνοούμεν και αν χάριν της εορτής, ή κατά συγκυρίαν, απήλθεν εκεί ο Χριστός. Αλλά δεν φαίνεται να ήτο ουδεμία των μεγάλων εορτών των Ιουδαίων, ούτε το Πάσχα, ούτε η Πεντηκοστή, ούτε η Σκηνοπηγία.
via

Pages