64 - 79 Ο Θεός από φιλανθρωπία γίνεται αντιληπτός σε όλα τα νοερά αισθητήρια - Point of view

Εν τάχει

64 - 79 Ο Θεός από φιλανθρωπία γίνεται αντιληπτός σε όλα τα νοερά αισθητήρια




64. Ω πανάγιε ενυπόστατε Λόγε του Θεού και σοφία και δύναμη· πώς να υμνήσω, Κύριε, την ουσία και τη δόξα Σου που είναι απρόσιτη, πώς να υμνήσω την αγαθότητά Σου, που είναι άπειρη, αφού μάλιστα είμαι άνθρωπος και ο νους μου είναι περιορισμένος; Θα σε υμνήσω ωστόσο και θα σε δοξολογήσω όσο μου είναι εφικτό. Και ίσως με αυτό να έρθω κάπως σε συναίσθηση της δόξας Σου και της αγαθότητάς Σου και να προσκολληθεί η ψυχή μου με όλη τη δύναμή της σ' Εσένα(Ψαλμ. 62, 9). 


Και ακούγοντάς σε θα φοβηθώ και στη συνέχεια θ' αποξενωθώ απ' όλα για χάρη Σου, σύμφωνα με τον Προφήτη που είπε: «Κύριε, άκουσα για Σένα και φοβήθηκα, παρατήρησα προσεκτικά τα έργα Σου και ήρθα σε έκσταση»(Αββ. 3, 1-2). Συ Λόγε ύψιστε, ακατανόητε, χτύπησες τη θύρα, δηλαδή την ακοή της νύμφης του Άσματος των Ασμάτων, και η καρδιά της ταράχθηκε για Σένα(Άσμα 5, 4), κι αυτή ήρθε σε έκσταση και ζήτησε περιπαθώς να σε δει, και μάλιστα φωνάζει: «Δείξε μου την όψη Σου, κάνε ν' ακούσω τη φωνή Σου· γιατί η όψη Σου είναι ωραία και η φωνή Σου γλυκιά»(Άσμα 2, 14). 

Γιατί της άρεσε στ' αλήθεια να λέει εκείνα που έλεγε και ο Ιώβ: «Πρώτα άκουγα για Σένα με τ' αυτιά μου μόνο· τώρα σε είδα με τα μάτια μου»(Ιώβ 42, 5). Όπως σε άκουγα Κύριε, ως Λόγο και Σοφία, έτσι σε είδα και Φως αληθινό που φωτίζεις κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο(Ιω. 1, 9)· φως που τον φωτίζεις όταν σε βλέπει για πρώτη φορά. Κατόπιν φωτίζεις, καθώς είσαι νοητός ήλιος της δικαιοσύνης, για να βλέπει μακάρια τις θείες και υπερφυσικές πραγματικότητες εκείνον που χάρη στις αρετές του βλέπει στο Θεό και στα θεία με έρωτα ας πούμε υπερκόσμιο, με τρόπο ανέκφραστο. 

Γι' αυτό και ο Ιωάννης διακηρύττει φανερά: «Και είδαμε τη δόξα Του, τη δόξα που έχει από τον Πατέρα Του ως μονογενής, γεμάτος από χάρη και αλήθεια»(Ιω. 1, 14). Ως Θεός αληθινός είσαι αληθινά και φως, όπως μαρτυρεί πάλι ο Ιωάννης, γι' αυτό όσοι πήραν από τον πλούτο Σου(Ιω. 1, 16) κατά άρρητη δωρεά, άφραστε Κύριε, φωνάζουν φανερά ότι Συ ο Θεός που είπες να λάμψει φως από το σκοτάδι, έλαμψες μέσα στις καρδιές μας(Β΄ Κορ. 4, 6)· και λάμπεις με τρόπο ανείπωτο και καταλαμπρύνεις με το φως Σου, ώστε έτσι να μας κάνεις να βλέπομε υπερφυσικά και υπερκόσμια πράγματα της υπερουράνιας χάρης και αλήθειας και να ευφραινόμαστε με θαυμαστό τρόπο. 

Γι' αυτό, από φιλανθρωπία Σου δε σε αντιλαμβανόμαστε με την ακοή μόνο και την όραση, αλλά και με την αφή, όπως λέει ο επιστήθιος Μαθητής: «Αυτό που ακούσαμε, αυτό που είδαμε, αυτό που παρατηρήσαμε και που τα χέρια μας ψηλάφησαν, για το Λόγο της ζωής»(Α΄ Ιω. 1, 1). Και αφού γίνεσαι και ένδυμα για τους πιστούς, αναπαύοντας μια για πάντα τους δικούς Σου, είναι φανερό ότι έρχεσαι, Αγαθέ, και σε επαφή νοερή και θεουργική μαζί τους. Γιατί όσοι είχαν την ευτυχία να πιστέψουν και να βαπτιστούν στο όνομά Σου, είχαν και την ακόμη μεγαλύτερη ευτυχία να ντυθούν Εσένα, μεγαλόδωρε, όπως γράφει ο Παύλος(Γαλ. 3, 27), ο ιερότατος κήρυκας της αλήθειας. 

Έτσι ο Ησαΐας, η μεγαλόφωνη προφητική σάλπιγγα, γέμιζε από αγαλλίαση στην ψυχή για τον Θεό Πατέρα και Κύριο, επειδή τον έντυσε υπέροχα μ' Εσένα, το ένδυμα της σωτηρίας, και του φόρεσε υπέρ νουν Εσένα, το χιτώνα της ευφροσύνης(Ησ. 61, 10). Γιατί όταν ο θεόληπτος άνθρωπος βλέπει Εσένα, το άδυτο και υπερφυσικότατο φως, να τον τυλίγει, πόση άραγε αγαλλίαση και ευφροσύνη δεν αισθάνεται; Και μάλιστα όταν το αναγνωρίζει και ως σωτηρία του, αφού Εσύ είσαι η σωτηρία; 

Ακόμη βέβαια, από την άπειρη αγάπη Σου, γίνεσαι αισθητός και στη νοερή όσφρηση όταν είναι υγιής κατά την πίστη· και αναπαύεις και στην περίπτωση αυτή πολύ θαυμαστά τους δικούς Σου, που σε υμνούν και σε δοξάζουν λέγοντας: «Το όνομά Σου ευωδιάζει σαν μύρο που σκορπίστηκε»(Άσμα 1, 3), και κηρύττουν και στους άλλους ότι «ο Αγαπημένος μου είναι σαν μήλο ωραίο στην όραση κι ευωδιαστό στην όσφρηση και γλυκό στη γεύση, και ο νάρδος μου σκόρπισε την οσμή των μύρων Του»(Άσμα 2, 3 και 1, 12). Γι' αυτό και ο Παύλος που σε φορούσε, έλεγε: «Είμαστε ευωδία του Χριστού»(Β΄ Κορ. 2, 15). 

Αλλά και γεύμα γίνεσαι στους πιστούς και δείπνο, και τροφή και πόση αληθινή(Ιω. 6, 55) της ψυχής, και δίνεις ζωή και τρέφεις παράδοξα και αυξάνεις κατάλληλα και ευφραίνεις μυστικά αυτόν που σε μετέχει. Αυτό έζησε και ο ιερός προφήτης Δαβίδ με το να σε γευθεί με ενέργεια Θεού, και έλεγε στους άλλους: «Γευθείτε και δείτε ότι ο Κύριος είναι αγαθός»(Ψαλμ. 33, 9). Γιατί φαίνεσαι βέβαια σαν μήλο, αλλά και σαν τροφή πολύ ωφέλιμη θα φάνε και θα χορτάσουν οι φτωχοί, οι «πτωχοί τω πνεύματι»(Ματθ. 5,3), οι ταπεινόφρονες, και από την υπέροχη γεύση Σου θα σε δοξολογήσουν(Ψαλμ. 21, 27), Κύριε, αυτοί που σε αποζητούν αδιάκοπα να σε βρουν ως τροφή τους. 

Γιατί από την περίσσεια της ζωτικής Σου δυνάμεως ξεχύνεται αγία τροφή και πόση, και θα ζήσουν στους αιώνες των αιώνων οι ψυχές εκείνων που σε έχουν τροφή τους. Αφού είσαι αιώνιος και άφθαρτος, αφθαρτοποιείς εκείνους που σε τρώγουν και τους οδηγείς στην αιωνιότητα με την υπερβολική ενεργητικότητα της φύσεώς Σου. Γι' αυτό από την άπειρή Σου αγαθότητα, που προξενεί κάθε ωραίο και είναι εξαιρετικά ευεργετική, καλείς και παρακαλείς τους λογικούς ανθρώπους λέγοντας: «Ελάτε, φάγετε από τον άρτο μου και πιείτε το κρασί που σας ετοίμασα»(Παροιμ. 9, 5), ονομάζοντας έτσι τον εαυτό Σου άγιο άρτο· γιατί αλλού λες: «Εγώ είμαι ο άρτος της ζωής»(Ιω. 6, 35) και: «Εμένα μ' εγκατέλειψαν, την πηγή της ζωής»(Ιερ. 2, 13). Και μάλιστα προτείνεις το σώμα Σου και το αίμα Σου, τα πανίερα, για τροφή και πόση τους(Ματθ. 26, 26-27). 

Έτσι με όλα τα νοερά αισθητήρια τρέφεις και υπερευφραίνεις τους δικούς Σου, φιλάνθρωπε Κύριε, και γίνεσαι γι' αυτούς φως και ζωή και κάθε λογής απόλαυση των υπερουσίων ωραίων και αγαθών. Είσαι ευλογημένος, Ιησού, ουράνιο πνευματικό μάννα που τρέφεις άπειρες μυριάδες. Δόξα στην ανείπωτη αγάπη Σου προς εμάς, Δέσποτα, και την ανέκφραστη ευσπλαχνία και μακροθυμία Σου. Αμήν.
65-73. Το Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα στους πιστούς 


65. Είναι υπερβολικά θαυμαστή στη νοερή αίσθηση ή πνοή η από το Θεό έκχυση του ζωοποιού Πνεύματος σε σάρκινες καρδιές, οι οποίες δέχθηκαν υγιή πίστη στην ένσαρκη οικονομία του Λόγου. Το να εκχύνεται στην καρδιά από την άκτιστη και υπερούσια Θεότητα η δωρεά, η θεία δύναμη και η ενέργεια του ζωοποιού Πνεύματος, είναι θαυμαστό, όπως είπαμε. Αλλά και να ενώνεται επιπλέον με την καρδιά και να κινείται αδιάκοπα, είναι εξαιρετικά υπερφυσικό και γεμίζει τον άνθρωπο έκπληξη.

66. Είναι υπερβολικά θαυμαστό ότι ενώ ο Πατέρας έκτισε τα πάντα, αισθητά και νοητά, μέσω του θείου Λόγου Του με τη συνεργεία του Πνεύματος, όλη η Αγία Τριάδα κατοικεί στην ανθρώπινη διάνοια και περπατεί μέσα σ' αυτή(Β΄ Κορ. 6, 16), εγκατεστημένη εκεί ολοφάνερα. Μεγάλο θαύμα, σε κάθε πιστό να στέλνεται Άγγελος από την τρισυπόστατη Θεότητα· το να ευδοκεί όμως στον άνθρωπο η ιδια η απειροδύναμη και ζωοποιός Τριάδα και να τον ενισχύει και να ενεργεί σ' αυτόν θεϊκά και πνευματικά, αυτό πράγματι ξεπερνάει κάθε θαυμασμό.

67. Είναι υπερβολικά θαυμαστό στ' αλήθεια το ότι η καρδιά η διαρκώς πιστή περικλείει την ιερή ακτίνα του υψίστου Θεού των πάντων. Το να κάνει ο Θεός το νου να φωτίζεται από έξω μέσω των ιερών Γραφών, είναι και γλυκύ και πάρα πολύ ωφέλιμο και φιλάνθρωπο και θαυμάσιο· το να προσφέρει όμως και τον εαυτό Του αληθινά και πραγματικά ως φως στον πιστό μέσα στην καρδιά του κι όχι εξωτερικά, παντοτινά κι όχι πρόσκαιρα, αυτό φανερά υπερβαίνει το θαυμασμό, γιατί είναι πάνω από κάθε έννοια.

68. Είναι θαυμαστό και πάρα πολύ μάλιστα, πως Εκείνον που τον κρατούν με χαρά και θαυμασμό τα Σεραφείμ και όλες οι δυνάμεις των ουρανών, τον βαστάζει η καρδιά του πιστού. Και αυτό βέβαια είναι υπερβολικά θαυμαστό· όμως το να μην τον βαστάζει μόνο, αλλά και να ενώνεται μαζί Του και να γίνεται ένα με Αυτόν, πώς δεν υπερβαίνει κάθε θαυμασμό;

69. Θαύμα αληθινά όχι μικρό, στον άπειρα σοφό και δυνατό Θεό που έχει θρόνο τον ουρανό, να γίνεται θρόνος η ψυχή και φορείο και τόπος αναπαύσεως με τη χάρη. Το ότι Αυτός όμως την αγαπά τόσο πολύ, ώστε να είναι ένα πνεύμα με αυτή και να την κάνει μέτοχο πραγμάτων υπερουρανίων και να της αποκαλύπτει μυστικά τόσο μεγάλα, ποιος θα μπορέσει να θαυμάσει επάξια;

70. Είναι αληθινά θαυμαστό και εκπληκτικό, πώς ο Θεός, ο οποίος δεν έχει τόπο αναπαύσεως(Ησ. 66, 1), αναπαύεται θεοπρεπώς μέσα στην καρδιά. Κατόπιν σκέψου, αν ένας βασιλιάς, και μάλιστα θνητός και με περιορισμένη βασιλεία, αγκαλιάσει κάποιον φιλικά ή πιάσει το χέρι κάποιου, έστω και ευγενούς, πόση δόξα και τιμή προξενεί και προσθέτει σ' αυτούς, και επομένως χαρά και αγαλλίαση. Αν λοιπόν συμβεί, όχι βασιλιάς θνητός, αλλά ο Θεός ο άναρχος και άκτιστος και Δημιουργός και Κύριος του σύμπαντος, στον οποίο με πραγματικό δέος παραστέκονται μύριες μυριάδες Άγγελοι και λειτουργούν χίλιες χιλιάδες(Δαν. 7, 10), να αγγίσει κάποιον ελεημένο πιστό όχι έτσι απλά, αλλά μέσα στην καρδιά αισθητά, ή μάλλον να κατοικήσει μέσα του, όχι πρόσκαιρα αλλά αιώνια, ώστε να είναι μαζί του και να τον δοξάζει τα μέγιστα και να τον θεοποιεί θαυμάσια και να του χαρίζει μύρια απόρρητα αγαθά και να τον γεμίσει με τη χάρη Του, πόση ανέκφραστη δόξα και τιμή και ευφροσύνη και χαρά του προξενεί, και μάλιστα παντοτινά, θαυμαστά και ακατανόητα! Ελέησον Κύριε, Αγία Τριάς.

71. Είναι άξιο θαυμασμού πώς ο Θεός που δημιούργησε τα πάντα και συνεπώς που τα κατέχει αυτά ως Κύριος, περικρατείται ολοφάνερα πια και αδιάκοπα από πιστή καρδιά, ενώ είναι απερίληπτος. Αν ένας βασιλιάς θνητός και ολιγοχρόνιας αρχής ερχόταν να χτυπήσει στο σπίτι κάποιου και να μπει μέσα και να φάει και να πιει μαζί του σαν ομοτράπεζος και ομοδίαιτος, αυτό πολύ εύλογα θα έδινε σ' εκείνον που τον δέχτηκε δόξα και τιμή και αγαλλίαση, ευχαρίστηση και παρηγοριά πολύ μεγάλη. Αν τώρα ο αιώνιος Βασιλιάς και Κύριος των πάντων και Δημιουργός αισθητών και νοητών εισέλθει χωρίς θόρυβο όχι στο σπίτι, αλλά στην καρδιά κάποιου ελεημένου ανθρώπου, όχι για να απολαύσει τα αγαθά που είναι μέσα στην καρδιά, αλλά για να μεταδώσει στην ψυχή ουράνια δύναμη και παρηγοριά υπερκόσμια και δόξα υπερφυσική και διαρκή, τί νομίζεις ότι θα νιώθει εκείνος που τον δέχθηκε; Και πόσο θα χαίρεται, και πόση ευφροσύνη και ηδονή και ευτυχία θα έχει; Πάρα πολύ μεγάλη και θαυμαστή. Είναι πράγματι θαύμα αφάνταστο, πώς Αυτός που γεμίζει τα πάντα και που βρίσκεται πάνω απ' όλα, κάνει την ανθρώπινη καρδιά κατοικία Του και ναό Του αιώνιο.

72. Ο Θεός που πρόσταξε να λάμψει φως από το σκότος(Β΄ Κορ. 4, 6), λάμπει μέσα στις καρδιές των πιστών και τις κάνει να λάμπουν από χαρά. Η αγάπη του Θεού έχει πλημμυρίσει μέσα στις καρδιές τους με το Άγιο Πνεύμα που δόθηκε σ' αυτούς ως αρραβώνας(Ρωμ. 5, 5). Ο Θεός εξαποστέλλει το Πνεύμα του Υιού του στις καρδιές τους κι Αυτό κράζει: «Αββά, Πατέρα!»(Γαλ. 4, 6). Έτσι ενώνονται με τον Κύριο - ένωση αληθινά θαυμαστή! -και γίνονται ένα πνεύμα οι πιστοί με το Θεό(Α΄ Κορ. 6, 17). Άραγε ποιο φτάνει κάπως στην αίσθηση της χάρης όσων είπαμε;

73. Οι πιστοί γίνονται κληρονόμοι Θεού, συγκληρονόμοι Χριστού(Ρωμ. 8, 17), χριστοί δεύτεροι κατά κάποιο τρόπο και κοινωνοί θείας φύσεως(Β΄ Πέτρ. 1, 4), πράγμα που υπερβαίνει κάθε νου και ξεφεύγει από κάθε διάνοια, και από αυτό γίνονται καθαρά υιοί Θεού και θέσει θεοί κατά χάρη. Και θεωρούν και πάσχουν -ή ορθότερα, απολαμβάνουν - κατά τρόπο υπερφυσικό τα υπερκόσμια, εκείνα τα οποία μάτι δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και δεν τα συνέλαβε ανθρώπινη καρδιά(Α΄ Κορ. 2, 9) που δεν ξεπέρασε το επίπεδο της φύσεως. Δόξα στην αχώρητη στο νου αγάπη του Θεού Πατέρα, της Τριάδος, που μας αγάπησε πραγματικά από άφατη και υπερουράνια άκρα αγαθότητα. 

74. Κάθε πιστός έχει τιμηθεί υπερβολικά από το Θεό

74. Ό,τι γεννήθηκε από το Πνεύμα, είναι πνεύμα((Ιω. 3, 6), σύμφωνα με το λόγο του Χριστού. Τί ανυπέρβλητη χάρη! Και τι ανέκφραστη δωρεά! Ο Θεός κτίζει τον άνθρωπο με τόσο πολλά θαυμαστά χαρίσματα· αλλ' όμως το δημιούργημα είναι από τη φύση του απλό κτίσμα. 


Αλλά από υπερβολική μεγαλοδωρία, ο πανεύσπλαχνος Κύριος, η υπερούσια και παντοδύναμη Τριάδα, αφού έδωσε στο κτίσμα τη χάρη του άκτιστου Πνεύματος, ενώνει ολότελα και όσο δεν μπορεί κανείς να φανταστεί, τον άνθρωπο με τον εαυτό Του, τον θεοποιεί, τον κάνι υιό Του και πνεύμα.

Σχετικά λέει: «Εγώ είπα, είστε θεοί και υιοί του Υψίστου όλοι»(Ψαλμ. 81, 6). Κι έχει γραφεί για το Θεό: «Έβγαλε πρόσταγμα που ποτέ δεν θα ακυρωθεί»(Ψαλμ. 148, 6) και «Ο Κύριος έκανε όλα όσα θέλησε»(Ψαλμ. 134, 6) και: «Η βουλή του Κυρίου μένει ασάλευτη στον αιώνα και οι λογισμοί της καρδιάς Του σε γενεές γενεών»(Ψαλμ. 32, 11), γιατί η φύση Του είναι αμετάβλητη και αναλλοίωτη. Γι' αυτό ο ενυπόστατος Λόγος Του ήρθε και μας έφερε το λόγο Του και το πρόσταγμά Του και τη θέλησή Του και τη βουλή Του ως αγγελιοφόρος αυτής της μεγάλης και θαυμαστής υπερφυσικής βουλής του Θεού(Ησ. 9, 6). Εμφυσά λοιπόν στους μαθητές Του το Πνεύμα(Ιω. 20, 22) και αναγεννώντας τους έτσι πνευματικά τους αναδεικνύει μυστικά πνεύμα και τους κάνει υιούς του Θεού.

Γιατί όσοι καθοδηγούνται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι υιοί του Θεού(Ρωμ. 8, 14), κι αφού είναι υιοί Θεού, άρα είναι και θεοί, γιατί ό,τι γεννιέται έχει αναγκαστικά τη φύση εκείνου που το γέννησε. Γι' αυτό και ο Σωτήρας διδάσκει τους μαθητές Του να ονομάζουν το Θεό Πατέρα(Ματθ. 6, 9), αφού είναι κοινωνοί του Πνεύματος. Με αυτό τον τρόπο η Αγία Τριάς κάνει τους πιστούς θεούς και υιούς και πνεύματα, υπερκαλύπτοντας υπερβολικά κάθε δωρεά, οσοδήποτε θαυμαστή, που θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί. Αμήν. 

75-79. Στο χωρίο· «Άνοιξε τα φτερά Του και τους δέχτηκε και τους πήρε πάνω στη ράχη Του»(Δευτ. 32, 11)
75. Πρόσεξε, προσπάθησε να νιώσεις με τη νοερή αίσθηση αυτά που θα πω τώρα. Και ξέρω πολύ καλά ότι θα εκπλαγείς και θα γεμίσεις από πνευματική χαρά ή ίσως από θεία ηδονή. Λέει το Άγιο Πνεύμα με το στόμα του Δαβίδ: «Εσύ που κάθεσαι επάνω στα Χερουβείμ, φανερώσου»(Ψαλμ. 79, 2) και αλλού: «Εσύ που βλέπεις τις αβύσσους, που κάθεσαι επάνω στα Χερουβείμ»(Ψαλμ. 98, 1) και ακόμη: «Κάθισε επάνω στα Χερουβείμ»(Ψαλμ. 17, 11). 

Με τους πιστούς λοιπόν τί γίνεται; Τί υπερβολικά μεγάλη απόσταση μεταξύ αυτών και των Χερουβείμ! Ο Θεός δεν κάθεται μόνο επάνω στους πιστούς, όπως η όρνιθα πάνω στους νεοσσούς της, ζωογονώντας, περιθάλποντας και φυλάγοντάς μας και νιώθοντας θαυμαστή χαρά για μας. Αλλά —τι έκπληξη για το περιεχόμενο της θείας αγάπης!— ακόμη και πάνω στον εαυτό Του μας βάζει, και κάνει τον εαυτό Του ένα είδος παράδοξο όχημα πάνω από έννοια, από την περίσσεια της άπειρης αγάπης Του προς εμάς.

Και μας φρουρεί με ασφάλεια και μας οδηγεί απερίγραπτα σε άρρητα και υπερκόσμια πράγματα της υπερουράνιας ζωής. Κι έτσι μας προετοιμάζει για την υπερούσια τρυφή και την απερίγραπτη ειρήνη και ανάπαυση και την ένθεη και πνευματική χαρά και αγαλλίαση και την ανάλογη ηδονή. Γιατί λέει και ο πανίερος Μωυσής με την έμπνευση του Πνεύματος: «Άνοιξε ο Θεός τα φτερά Του και τους δέχτηκε και τους πήρε πάνω στη ράχη Του»(Δευτ. 32, 11). 

Τί άφατη αγάπη! Και μόνο το ότι άπλωσε τα φτερά Του και δέχτηκε τους πιστούς κι έτσι έγινε λαμπρό φορείο τους, είναι πραγματικά ανώτερο από τη χερουβική αξία και προξενεί μεγάλη και ανέκφραστη αγαλλίαση. Το ότι όμως τους πήρε και τους έβαλε πάνω στη ράχη Του κρύβοντάς τους εκεί, κατά τον θείο Δαβίδ(Ψαλμ. 90, 4), αυτό ούτε χερουβικός νους μπορεί να το δει και να το υμνήσει επάξια. Γιατί όπως είναι ασύλληπτη η μεγαλοσύνη Σου, έτσι είναι και το έλεός Σου, Αγία Τριάς· δόξα Σοι.

76. Το σχήμα των μοναχών και οι υποσχέσεις που το συνοδεύουν και ο μοναχικός βίος απαιτούν νου μοναχικό. Αυτό μόνο ο Θεός το ενεργεί και το πραγματοποιεί με την εφικτή και κατά τους κανόνες εργασία του μοναχού. Το ενεργεί με τη μετάδοση της ζωοποιού χάρης· το πραγματοποιεί με τη θεωρία της ενοειδούς και μονοειδούς παντοκρατορικής βασιλείας και δόξας Του. Γιατί μόνος Αυτός είναι ύψιστος, ανεξάρτητος και ανόμοιος απ' όλα με ασύγκριτη υπεροχή, μόνος κατ' εξοχήν δυνατός, που με τη μέθεξή Του γίνονται δυνατά τα πάντα, μόνος αληθινά σοφός, από τον οποίο προέρχεται ως δωρεά όλη η σοφία των σοφών, ο μόνος που υπάρχει αληθινά και προαιώνια κι είναι γι' αυτό όλων των όντων ο αναμφισβήτητος Ποιητής και Δημιουργός. Γι' αυτό λοιπόν έχει λεχθεί δικαιολογημένα και πολύ ορθά το, «όλα υπάρχουν από Αυτόν και μέσω Αυτού και Αυτόν έχουν σκοπό τους. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες»(Ρωμ. 11, 36).
Αυτά λοιπόν είναι έτσι, και όλα γενικά τα αγαθά και τα καλά εξ ολοκλήρου έχουν την ύπαρξή τους από το Θεό και από Αυτόν συντηρούνται και συγκρατούνται και σ' Αυτόν αποβλέπουν και τον έχουν σαν τέρμα. Κι εκείνους που χρησιμοποιούν αυτά όπως πρέπει, τους ενώνουν και τους συνδέουν με το Θεό, που είναι θα λέγαμε πατέρας της αγαθότητας, της αγάπης, της φρονήσεως, της σοφίας, της γνώσεως, της θεωρίας, της πρέπουσας πράξεως, της θεώσεως, και βέβαια της θείας ηδονής και της ακόλουθης αγίας χαράς και της υπερουράνιας ειρήνης και του φόβου που γεννά η ευλάβεια· επίσης της ισχύος και της βουλής, της ευσεβούς ζωής και εμπειρίας και όλων, όσα αρμόζουν στη λογική φύση και την ευχαριστούν και της προξενούν δόξα και την ευφραίνουν και την ομοιώνουν με το Θεό και τη θεοποιούν.

Αν, όπως είπαμε, κάθε καλό και αγαθό προέρχεται μόνο από το Θεό, φέρεται άστοχα ο εραστής των καλών και αγαθών που χωρίζεται και απομακρύνεται από το Θεό, την πηγή και τη ρίζα όλων των καλών και αγαθών. Και ούτε θα έχει οπωσδήποτε κανένα από τα φύσει καλά και αγαθά, αφού απομακρύνθηκε άπρεπα από Αυτόν που γέννησε και συγκρατεί και στηρίζει όλα τα καλά και αγαθά. Αλλά και οποιοδήποτε καλό και αγαθό νομίζει ότι έχει, δε θα είναι αληθινά καλό και αγαθό, αλλά φοβερή πλάνη και εμπαιγμός. Το απαραίτητο λοιπόν είναι να μένει κανείς κοντά στο Θεό μόνο με όλη την προθυμία του και να μελετά με ζήλο μόνο το νόμο Του και να είναι προσηλωμένος σ' αυτόν.

Μόνο έτσι μπορούμε να επιτύχομε γνήσια δόξα και ανόθευτη ηδονή και άπειρο και αμετακίνητο πλούτο και γενικά να έχομε όλη αυτή τη σειρά των καλών και αγαθών που είπαμε· αλλά και Αυτόν το Θεό θα έχομε κατά θαυμαστό τρόπο να κατοικεί και να περπατεί μέσα μας(Β΄ Κορ. 6, 16) και θα απολαύσομε υπερκόσμια όντως πράγματα, αθέατα και ανήκουστα στις εξωτερικές αισθήσεις. Κι έτσι θα ζήσομε με τρόπο ενοειδή και μοναχικό, με τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.

77. Όταν η γεμάτη Πνεύμα καρδιά ταπεινοφρονεί κι έχει ήσυχο τρόπο ζωής και δέχεται την ενέργεια της χάρης, τότε ο νους, έχοντας ευτυχήσει να ενωθεί με τη θεία αλήθεια, γίνεται θεατής πολλών θείων θεαμάτων και μύστης υπερκοσμίων αρρήτων και θεωρεί τον εαυτό του σαν κάποιο νεοφερμένο και περαστικό επισκέπτη ανάμεσα στα όντα· και τρυφά και απολαμβάνει ολοφάνερα με τη χάρη του Πνεύματος πράγματα πάνω από νου και ολότελα πέρα από διάνοια. Και με λίγα λόγια, συχνά φαντάζεται και το Θεό κατά τρόπο παράδοξο και φτάνει σε καταστάσεις εκπλήξεως και εκστάσεως προς το Θεό και ανυψώνεται προς τη θέωση —πάθος μακάριο όσο τίποτε άλλο— μέσα σε σιωπή και όραση και υπερφυσική ερωτική κατοχή, με την ώθηση και την ορμή του ζωοποιού και φωτιστικού Πνεύματος, με τη δύναμη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας. Αμήν.
78. Εκείνος που φροντίζει να ασχολείται μόνο με το Θεό και κατά κάποιο τρόπο να κατοικεί σ' Αυτόν και που τον βλέπει ζωντανά και με το φωτισμό του Πνεύματος να περπατεί και να κατοικεί μέσα του, αυτός έφτασε φανερά τη θεία εντολή του Κυρίου μας Ιησού που λέει: «Μείνετε μέσα σ' εμένα κι εγώ σ' εσάς»(Ιω. 15, 4)· ενώθηκε έτσι με τρόπο παράδοξο με το Θεό και νεκρώθηκε θαυμαστά και μακάρια μαζί με τον Ιησού κι έγινε εργάτης σωστός των εντολών του Σωτήρα. Γιατί Αυτός είπε: «Όποιος μένει σ' εμένα κι εγώ σε αυτόν, αυτός δίνει πολύ καρπό»(Ιω. 15, 5), δηλαδή αρετές. Οποιοσδήποτε λοιπόν θέλει να προκόβει θεοφιλώς στις αρετές, ας βιάζει τον εαυτό του με τη θεωρία και την προσευχή και την υψηλότερη μελέτη να μένει και να προσκαρτερεί με όλη του τη δύναμη στο Θεό, για να δει ο Θεός τον ιερό αγώνα της ψυχής και να κλίνει τους ουρανούς —ω του θαύματος!— και να φανερωθεί ολότελα απροσδόκητα να περπατεί και να κατοικεί μέσα στην ίδια την ψυχή, για να κάνει το μέτοχό του ν' απολαύσει κάθε είδους αγαθά και καλά και να ευαρεστήσει στο Θεό εκπληρώνοντας τις άγιες εντολές Του. Γιατί Αυτός είναι που είπε: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε»(Ιω. 15, 5), ακόμη κι αν νομίζετε πως κάτι τάχα κάνετε.

79. Αν δεν πρέπει να κρύβει κανείς το θησαυρό, ούτε και τη σοφία, αλλά να τα χρησιμοποιεί για την κοινή ωφέλεια από αγάπη, είναι πρόδηλο σίγουρα ότι και τη σχετική με το Θεό νοερή εργασία και θεωρία και ανάταση δεν πρέπει κανείς να την κρατεί άγραφη μέσα στο νου του, αλλά και στη γραφή να την παραδίδει και να τη σημειώνει για χάρη της κοινής ωφέλειας από αγάπη. Ο άνθρωπος είναι ζώο λογικό, δεκτικό νου και γνώσεως.
Γι' αυτό λοιπόν όταν σκέφτεται περί Θεού όσα επακολουθούν από την πίστη προς Αυτόν, τότε αποκτά οπωσδήποτε θείο και κατάλληλο νου και μπαίνει ακολούθως θαρραλέα με γνώση στην περιοχή των ιερών εντολών. Χρειάζεται πολύ τότε γι' αυτά κατάλληλο βοηθό το Θεό και συνεργό, ή μάλλον υποστηρικτή, για να πω αρμοδιότερα, κι έτσι προσεύχεται πυκνά με δάκρυα ζητώντας από το Θεό την ευχέρεια στις εντολές Του.

Και όταν ο Θεός ευδοκήσει να σπλαχνιστεί εκείνον που τον παρακαλεί, όπως ο πατέρας σπλαχνίζεται το παιδί του(Ψαλμ. 102, 13), τότε, ω του θαύματος! εκχύνει από το Πνεύμα Του στην καρδιά του κι έτσι τον κινεί σε θερμές αγαπητικές διαθέσεις προς Αυτόν. Και του παρέχει παρρησία όπως ο πατέρας στο παιδί του, με τρόπο που δεν μπορεί κανένας να εκφράσει, σαν αρραβώνα μ' εκείνη τη ζωοποιό έκχυση και ενέργεια του Πνεύματος στο μέτοχό Του, και τον γλυκαίνει υπερβολικά και τον ευεργετεί, τον ταπεινώνει και με άλλο τρόπο τον υψώνει με δόξα και τιμή μέσω της ενώσεως μαζί του και τον οδηγεί σε σφοδρές ερωτικές πυρπολήσεις, ώστε όσο και ό,τι βλέπει γύρω από το Θεό, να το θεωρεί αληθινά δικό του.

Όπως και γενικά, τα λαμπρά ιδιώματα του Πατέρα, ο πλούτος και η δόξα και η ισχύς και το κάλλος και η σοφία και η εξουσία και όλη η λαμπρότητα και όλα τα αγαθά και τα καλά και δόξα και έπαινος, είναι εκ φύσεως σαν τρυφή και καύχημα και χαρά του υιού. Όταν λοιπόν με τη φυσική θεωρία η ψυχή φτάσει στη μετοχή του Πνεύματος, κι αυτό είναι το να θεωρεί μέσα στο Θεό την Τριάδα, όπως εξηγεί ο Μέγας Βασίλειος, τότε πράγματι βλέπει το Θεό ως εραστή υπερβολικά σφοδρό και αληθινά πατέρα δικό του και αντίστοιχα όσα είναι του Θεού ότι είναι δικά του, με τον τρόπο που είπαμε, και αρκείται μόνο στο να φαντάζεται το Θεό με απλότητα και χαίρεται υπερβολικά και αγάλλεται με τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.

Pages