Ο μύθος του Καραβάτζιο - Point of view

Εν τάχει

Ο μύθος του Καραβάτζιο




   Με το όνομα Καραβάτζο που προκύπτει από την περιοχή την οποία καταγόταν, έμεινε γνωστός ο Ιταλός ζωγράφος Μικελάντζελο Μερίζι (1573-1610). Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους της Ιταλικής τέχνης όλων των εποχών. Η ζωή του η ίδια πολυτάραχη, με εσωτερικές αντιθέσεις, συγκρούσεις με το περιβάλλον, συμβολίζει με την πολυπλοκότητά της και την αντιφατικότητά της την τεχνική του μπαρόκ του οποίου είναι ο πρώτος ζωγράφος που το εκφράζει.


 Η επαναστατική τεχνική του με τον επιλεκτικό φωτισμό των μορφών που προβάλουν μέσα από βαθιά σκιά αποτέλεσε κύριο χαρακτηριστικό της ζωγραφικής του μπαρόκ. Ο Καραβάτζο θεωρείται ότι εγκαινιάζει τη θεατρικότητα του μπαρόκ δημιουργώντας ένα ιδίωμα που γίνεται συρμός σε όλη την Ευρώπη.


 Περιφρονεί την παραδοσιακή, εξιδανικευμένη απόδοση των θρησκευτικών θεμάτων και με την επαναστατική χρήση των οπτικών μέσων μεταφέρει τα μεγάλα θρησκευτικά θέματα στο επίπεδο της λαϊκής εκδοχής της καθημερινότητας.


 Αναζήτησε τα μοντέλα του στους δρόμους και τα ζωγράφισε ρεαλιστικά σαν τα βιβλικά επεισόδια να συνέβαιναν μπροστά του.


 Αντέδρασε προς οποιαδήποτε κλασική παράδοση και στράφηκε στη ρεαλιστική επανάσταση. Ήθελε να αντιγράψει τη φύση πιστά, είτε τη θεωρούμε άσχημη είτε ωραία.



 Θεωρήθηκε ιερόσυλος από τις θρησκευτικές αρχές και αναγκάστηκε να ζωγραφίσει δεύτερες εκδοχές των πινάκων του όπως των μορφών του Αγίου Ματθαίου (παρεκκλήσι Κονταρέλι), της Παρθένου Μαρίας κ.ά.Ο Καραβάτζο μετά τις σπουδές του στο Μιλάνο εγκαταστάθηκε στη Ρώμη.


 Την εποχή αυτή μεσουρανούσε στο καλλιτεχνικό στερέωμα ο Μιχαήλ Άγγελος και στον πνευματικό χώρο δέσποζε η Σύνοδος του Τριδέντου με την οποία εγκαινιάζεται ο καλλιτεχνικός οργασμός της περιόδου της Αντιμεταρρύθμισης. 


Ο Καραβάτζο τέθηκε υπό την προστασία του καρδινάλιου Del Monte ανθρώπου με μεγάλη επιρροή στην παπική αυλή. Με τη μεσολάβηση του Del Monte ο Καραβάτζο πήρε το 1597 την παραγγελία για τη διακόσμηση του παρεκκλησίου Κονταρέλι στη Ρώμη. Η παραγγελία αυτή τον καθιέρωσε σε ηλικία 24 ετών ως «επιφανή ζωγράφο» με σημαντικούς προστάτες και πελάτες.


 Ένα χρόνο αργότερα δημιουργεί το περίφημο έργο του «Το κεφάλι της Μέδουσας». Σε αυτό το έργο φαίνεται ο καινοτόμος τρόπος που διαχειρίζεται τα δημιουργήματα του, όχι μόνο  ως προς τη δομή και το θέμα αλλά  και όσον αφορά την ίδια την καλλιτεχνική δημιουργία, την αίσθηση του χώρου και το φως. Το φως είναι το όργανο της ζωγραφικής επανάστασης του Καραβάτζο, το φως του δεν είναι φυσικό αλλά ένα φως μαγικό που πέφτει σταθερά από ψηλά.


 Ενώ βρισκόταν στον κολοφώνα της σταδιοδρομίας του, το 1606 σκότωσε ένα φίλο του πάνω σ’ ένα καυγά και αναγκάστηκε να φύγει από τη Ρώμη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στη Νάπολη, τη Μάλτα και τη Σικελία καυγαδίζοντας, μονομαχώντας αλλά και ζωγραφίζοντας.


 Απέκτησε τη φήμη του ως επαναστάτη καλλιτέχνη. Ενώ ο χαρακτήρας του καταγράφεται αυτούσιος στα έργα του: βιαιότητα, πάθος για την αλήθεια, επιμονή και περιφρόνηση της οποιασδήποτε συναλλαγής.


Είχε βαθιά επίγνωση της θέσης του στην ιστορία της ζωγραφικής. Δεν είχε μαθητές, ωστόσο άσκησε την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της τέχνης. Θεωρήθηκε ο πατέρας του νατουραλισμού και του σκιοφωτισμού. Η σκληρή αντίθεση φωτεινού και σκοτεινού τον έκανε διάσημο ως τον κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο του κιαροσκούρου. Η συγκλονιστική ζωή και τέχνη του έχουν γίνει θέμα για μυθιστορήματα και ταινίες όπου παρουσιάζεται ως το πρότυπο του καλλιτέχνη με παραβατική και αντικοινωνική συμπεριφορά.


 Οι άμεσοι επίγονοι του Καραβάτζο, γνωστοί ως Καραβατζιστές, ήταν πολλοί και διάσπαρτοι σ’ όλη την Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Το έργο του υπήρξε αφετηρία για το έργο του Βελάσκεθ, του Ρέμπραντ και του Θουρμπαράντ.



ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΤΗΣ ΜΕΔΟΥΣΑΣ




Ο Καραβάτζο φιλοτέχνησε το κεφάλι της Μέδουσας σε μουσαμά επικολλημένο σε μία ασπίδα από ξύλο λεύκας το 1598. Το έργο αποτέλεσε παραγγελία του καρδινάλιου Del Monte ως φόρο τιμής στον δούκα Φερδινάνδο Α’ των Μεδίκων του οποίου ο καρδινάλιος ήταν πρέσβης στη Ρώμη. Η Μέδουσα του Καραβάτζο έχει διαστάσεις 60 x 50 cm και σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Ουφίτσι της Ιταλίας.



Το θέμα του έργου είναι το αποκομμένο κεφάλι της Μέδουσας, ένα θέμα από την αρχαιότητα αλλά σε ανατριχιαστικά σύγχρονη εκδοχή. Είναι μια αναπαράσταση κομμένου κεφαλιού που αποτελεί σπουδή πάνω στην έκφραση, τη σκοτεινιά και τη φρίκη. Κυριαρχεί ένας εντυπωσιακός ρεαλισμός όπου τίποτα δεν είναι θολό, αλλά όλα είναι διαυγή. Ούτως ή άλλως ο φόβος της ασχήμιας για τον Καραβάτζο ήταν μία αξιοκαταφρόνητη αδυναμία, έτσι αναζητούσε την αλήθεια.


 Η ακανόνιστη κίνηση των φιδιών και η ακατάσχετη αιμορραγία εντείνουν το στοιχείο του τρόμου. Ο θεατής βρίσκεται πολύ κοντά στο δράμα της στιγμής, το αισθάνεται και συμμετέχει ολόψυχα. Αναστατώνεται από τον ωμό ρεαλισμό που ταυτόχρονα όμως τον γοητεύει. Είναι μία εικόνα τρομερή και ταυτόχρονα τρομακτική.


 Το ασυνήθιστο βλέμμα που θα είναι για πάντα καρφωμένο σε μια κατεύθυνση και η παγωμένη κραυγή παραπέμπουν στους τολμηρούς μορφασμούς των κλασικών προσωπείων όχι μόνο ως προς το θέμα αλλά και ως προς την επεξεργασία του. Ο πειραματισμός του Καραβάτζο σε οριακές εκφράσεις παραπέμπει σε παρόμοιες απόπειρες του Λεονάρντο ντα Βίντσι ο οποίος είχε δημιουργήσει σκίτσα με θέμα έκπληκτα πρόσωπα σε στιγμές αιφνίδιου πόνου ή γέλιου.


 Ο Καραβάτζο θραύει την μονολιθικότητα του χώρου και δίνει στο φως ένα ριζοσπαστικά καινούριο ρόλο, γιατί το φως πρωταγωνιστεί στη σύνθεση συσκοτίζοντας ή αναδεικνύοντας το κεφάλι της Μέδουσας με αποτέλεσμα η ασπίδα να αποτελεί μια επιφάνεια κατάλληλη γι’ αυτό τον πίνακα.


 Αυτή η αντίθεση φωτός-σκιάς δημιουργεί έντονα το συναίσθημα του  φόβου. Ο Καραβάτζο δημιουργεί ένα κοντινό πλάνο, η αναγεννησιακή απόσταση ανάμεσα στη τέχνη και τη ζωή ελαχιστοποιείται. Αξιοποιεί δραστικά τους οπτικούς κανόνες της επικοινωνίας και προκαλεί μια «κινηματογραφική» συγκίνηση καθώς σμικρύνει εντυπωσιακά την απόσταση ανάμεσα στο θεατή και στο αντικείμενο. Ωστόσο, είναι ένας στατικός κινηματογράφος καθώς δεν έχουμε θεατρικές λύσεις.


 Ο θεατής κυριεύεται από τη ζωντάνια και την ένταση της σκηνής, αισθάνεται ότι βρίσκεται μπροστά την ώρα του αποκεφαλισμού. Με εξαιρετικούς χρωματισμούς αφήνει πίσω την ιδέα της ομορφιάς και αναζητά την αλήθεια. Η αμεσότητα των αισθημάτων που προκαλεί ο πίνακας ταράζει τον θεατή αλλά ταυτόχρονα τον ελκύει.



Ο ΜΥΘΟΣ

Η Μέδουσα ήταν ένα μυθολογικό ον. Σύμφωνα με την αρχαιοελληνική παράδοση επρόκειτο για θαλάσσιο δαίμονα που είχε τη μορφή γυναίκας. Η λέξη Μέδουσα σημαίνει «κυρίαρχη θηλυκή φρόνηση» και προέρχεται από το ρήμα μέδω που σημαίνει κυριαρχώ, στα ελληνικά αποδίδεται ως Μήτις.


 Τούτη η θεότητα ήρθε στην Ελλάδα πιθανώς από τη Λιβύη όπου λατρευόταν από τις Αμαζόνες ως θεά-ερπετό. Είναι ένα όνομα που αντιπροσωπεύει μέσα από τα βάθη των αιώνων την ανατριχίλα και τη ταραχή. Οι περισσότεροι αρχαίοι συγγραφείς διηγούνται πως ο αργείος ήρωας Περσέας ήταν που σκότωσε τη Μέδουσα ενώ ένας άλλος μύθος αποδίδει το φόνο της στην ίδια τη θεά Αθηνά.



Η Μέδουσα ήταν όμορφη πριγκίπισσα κόρη του Φόρκυ και της Κητούς. Κυνηγημένη από τον Ποσειδώνα ενέδωσε στις ορέξεις του μέσα στο ναό της Αθηνάς. Η Αθηνά τότε την μεταμόρφωσε σε τέρας. Το κεφάλι της Μέδουσας είχε φίδια αντί για μαλλιά, δόντια όμοια με χαυλιόδοντες αγριόχοιρου, μάτια που απολίθωναν όποιον τολμούσε να αψηφήσει το βλέμμα τους. Είχε επίσης χέρια χάλκινα και χρυσά φτερά που της επιτρέπανε να υψώνεται στον αέρα. Ενώ οι δύο αδελφές της η Σθενώ και η Ευρυόλη ήταν αθάνατες, η ίδια δεν είχε αυτό το προνόμιο.


Δεν αρκείται όμως η Αθηνά μόνο στην παραμόρφωση της Μέδουσας, θέλει και το κεφάλι της. Έτσι μόλις ο Περσέας υπερηφανεύεται ότι θα φέρει στον Πολυδέκτη το κεφάλι της Μέδουσας, η θεά Αθηνά τον βοηθάει. Του δίνει μια καλογυαλισμένη ασπίδα για να τη χρησιμοποιήσει σαν καθρέφτη και έτσι να αποκόψει το τρομερό κεφάλι δίχως να το κοιτάζει. Του δίνει επίσης φτερωτά σανδάλια και μαγικό σακούλι για να μεταφέρει τη δύναμη του κεφαλιού. Έχοντας συνεννοηθεί με τον Άδη και τον Ερμή δίνουν στον Περσέα την περικεφαλαία που τον κάνει αόρατο και το δρεπάνι για τον αποκεφαλισμό.


 Ο Περσέας λοιπόν, μόνο με τη βοήθεια της Αθηνάς αποκεφάλισε τη Μέδουσα από την οποία εκείνη τη στιγμή ξεπήδησαν ο Πήγασος και ο Χρυσάωρας παιδιά του Ποσειδώνα. Το τρόπαιο αυτό πήρε θέση πάνω στην αιγίδα της θεάς διατηρώντας την ικανότητα να απολιθώνει. Η φοβερή δύναμη της Μέδουσας παρέλυε τα πάντα· με αυτή τη δύναμη επιθυμεί να συνδεθεί η Αθηνά.


 Το κεφάλι της Μέδουσας το ονόμασαν Γοργόνειον. Από τότε αυτό το τρομαχτικό πρόσωπο εικονίζεται πάντα πάνω στην αιγίδα και οι Έλληνες καλλιτέχνες μας άφησαν αρκετές χαρακτηριστικές αναπαραστάσεις.



ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Ο Φόβος


Η τρομακτική όψη της Μέδουσας μετέτρεπε όσους την αντίκρυζαν σε πέτρα. Το καλύτερο εφόδιο για να αντιμετωπίσει ο Περσέας το φόβο του για τον εχθρό είναι η απεικόνιση του κεφαλιού της Μέδουσας στην ασπίδα. Αυτή η τρομακτική δύναμη του προσώπου της Μέδουσας πηγάζει από δύο εξωτερικά χαρακτηριστικά όπως είναι εικονογραφημένα. Τα γυμνωμένα δόντια και τα γουρλωμένα μάτια.


 Όλα τα ζώα πριν επιτεθούν δείχνουν τα δόντια τους βγάζοντας απειλητικούς ήχους, αυτή η φυσική απειλή εκφράζεται με το μορφασμό της Μέδουσας. Ενώ τα μάτια της εκπέμπουν ένα «μαύρο φως», μια αύρα θανάτου, κοιτάζει τρομαχτικά, διεισδύει στον ενδότερο κόσμο του θεατή, τον τρομάζει, τον παγώνει από τον φόβο, τον παραλύει με αποτέλεσμα στο τέλος να πετρώνει.


Η Γοργόνα λιθοβολεί δια του βλέμματός της, μέσω του φόβου μεταμορφώνει και δημιουργεί αγάλματα, κάνει εικόνες-εικασίες τους ανθρώπους. Γι’ αυτό ο μόνος τρόπος για να χτυπηθεί από αυτούς είναι μόνον ως εικόνα, ως είδωλο. Ο Περσέας χρησιμοποιεί τον καθρέφτη για να μπορέσει να κρατήσει την απόσταση εκείνη για να την σκοτώσει. Κοιτώντας μέσα στον καθρέφτη βλέπει αυτό που δεν βλέπεται. Το είδωλο του καθρέφτη δεν αποτελεί την ίδια την Γοργόνα αλλά προσομοιάζει με αυτήν. Ουσιαστικά η εικόνα του καθρέφτη τού προσφέρει την απόσταση από το τρομακτικό πρόσωπο-προσωπείο.


 Η κατά πρόσωπο αντιμετώπιση του φόβου δεν είναι δυνατή καθώς η απόλυτη οπτική επαφή με την αλήθεια μπορεί να τυφλώσει τον άνθρωπο. Όπως και στο σπήλαιο του Πλάτωνα όσοι δεσμώτες καταφέρουν να ανέβουν στον κόσμο των ιδεών, τις πρώτες μέρες δεν μπορούν να αντικρύσουν κατάματα τον Ήλιο που αποτελεί το υπέρτατο Αγαθό και την απόλυτη Αλήθεια. Ξεκινάνε σιγά-σιγά να βλέπουν το βράδυ τις αντανακλάσεις των αστεριών στο νερό, ύστερα την ημέρα τις αντανακλάσεις του Ήλιου και μετά από καιρό τον βλέπουν κατάματα.


 Αντί λοιπόν της αντιμετώπισης πρόσωπο με πρόσωπο του φόβου που η συνειδητοποίησή του και η αντιμετώπισή του αποτελούν ένα βήμα προς την αλήθεια και την αυτό-αναγνώριση, το βλέμμα ξεστρατίζει, διαθλάται σε τρίτη κατεύθυνση όχι όμως για να απομακρυνθεί οριστικά αλλά για να επιστρέψει στο στόχο του.


 Το κάτοπτρο έτσι αποτελεί άλλη μια οπτική δυνατότητα, μια ερμηνευτική ανάγνωση του κόσμου που μας βοηθάει και είναι καλή για εμάς (Nietzsche).


Ο φόβος ήταν ανέκαθεν κυρίαρχο συναίσθημα στους ανθρώπους, ο πλέον βασικός φόβος είναι αυτός του θανάτου. Βιολογικά αποτελεί μηχανισμό αντίδρασης σε επικείμενους κινδύνους άλλοτε πραγματικούς άλλοτε φανταστικούς. Κοινωνικά και πολιτικά αποτελεί το πιο διαδεδομένο συναίσθημα που πηγάζει από το ρόλο της θρησκείας, τις ανακαλύψεις της επιστήμης και τις τρομακτικές της δημιουργίες της – πυρηνικές βόμβες, βιολογικά όπλα- αλλά και την πολιτεία, τον εξουσιαστικό φόβο  της την εποχή της παγκοσμιοποίησης.


 Σύμβολο αυτών των φόβων αποτελεί η Μέδουσα, το μυθικό τέρας. Οι άνθρωποι  δυσκολεύονται να αξιολογήσουν τον φόβο τους και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν. Το συναίσθημα αυτό, όμως, δεν πρέπει να τους παθητικοποιεί, αντίθετα πρέπει να τους ενεργοποιήσει, να «κόψουν» το κεφάλι της Μέδουσας βελτιώνοντας τον εαυτό τους και την κοινωνία.



Ο τρόπος θανάτωσης της Μέδουσας






Η θεά Αθηνά δίνοντας τα όπλα στον Περσέα για να σκοτώσει τη Μέδουσα του ζητά συγκεκριμένα το κεφάλι της. Δεν επιζητά απλώς τη θανάτωσή της με έναν οποιονδήποτε τρόπο αλλά τον αποκεφαλισμό της για να κρατήσει η ίδια το κεφάλι της. Η θεά της σοφίας δίνει στον Περσέα μια καλογυαλισμένη ασπίδα, ένα δρεπάνι, μια περικεφαλαία που τον κάνει αόρατο και ένα μαγικό σακκούλι για να βάλει το αιμόφυρτο κεφάλι της Μέδουσας.


 Αυτό δείχνει ότι η θεά αναγνωρίζει τη δύναμη και την αξία του εχθρού όχι μόνο όσο ζει αλλά και μετά θάνατον αφού χρειάζεται ένα μαγικό σακούλι για να μεταφέρει ο Περσέας στην Αθηνά το κεφάλι, βάζοντάς το στην ασπίδα της γίνεται η προέκτασή της. Δύο εντελώς αντίθετες μορφές γίνονται ένα υποδεικνύοντας τι είναι το σοφό και το αληθές. Το καλό μαζί με το κακό είναι ένα όπως αναφέρει ο Ηράκλειτος και μόνο αποδεχόμενοι στη ζωή μας το καλό και το κακό θέτουμε τον εαυτό μας πέρα από το καλό και το κακό αναγνωρίζοντας την αλήθεια ως όρο ζωής όπως αναφέρει ο Nietzsche. Το κεφάλι της Μέδουσας έχει μια τρομερή δύναμη που ως αρνητικός πόλος συνδέεται με τη σοφία της Αθηνάς, τον θετικό πόλο, δημιουργώντας ένα ισορροπημένο ενεργειακό πεδίο.


Ο τρόπος θανάτωσης δεν είναι τυχαίος. Ο πίνακας του Καραβάτζο αποτελεί μια αφηγηματική σκηνή, αναπαριστά μια οπτική μαρτυρία σε μια σκηνική απόδοση όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αλήθεια με αποτέλεσμα ο θεατής να μαγνητίζεται από την φρικαλεότητα και τον ρεαλισμό που αποδίδει τη στιγμή του αποκεφαλισμού της Μέδουσας.


 Στην πραγματικότητα, όπως φαίνεται στην ιδιωτική έκθεση δύο γάλλων ιατροδικαστών που δημοσίευσε ο Αλμπέρ Καμύ, μετά τον αποκεφαλισμό το αίμα ξεχειλίζει από το λαιμό, το στόμα παραμορφώνεται για λίγες στιγμές σε μια φριχτή γκριμάτσα, τα μάτια με τις διεσταλμένες κόρες τους μένουν ακίνητα. Ουσιαστικά δεν βλέπουν, στη διαφάνειά τους είναι ζωντανά αλλά το βλέμμα τους είναι το βλέμμα του θανάτου. Όλα αυτά κρατούν μερικά λεπτά και ο θάνατος δεν επέρχεται στιγμιαία.


 Η απεικόνιση του κομμένου κεφαλιού της Μέδουσας επιβεβαιώνει τα παραπάνω και είναι σαν το «πάγωμα» μιας σκηνής από μια ταινία. Το θέαμα αυτό είναι τόσο αποκρουστικό που συνταράσσει τον θεατή επιζητώντας εναγωνίως μια διαφυγή μέσα στον πίνακα, όμως ο ζωγράφος έχει «προνοήσει» και το κυκλικό σχήμα της ελαιογραφίας παγιδεύει το μάτι χωρίς να μπορεί να ξεφύγει.


Ο αποκεφαλισμός είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος θανάτωσης εξαιτίας της βιαιότητάς του. Χρησιμοποιήθηκε σε πολλούς πολιτισμούς για παραδειγματισμό. Υπήρχε η αίσθηση ότι εάν κόψεις το κεφάλι του εχθρού, αποκόβονται η δύναμη, οι ιδέες του, τα ιδανικά του, το πνεύμα, η νόηση. Κόβεται το σημαντικότερο μέλος του σώματος που μας καθιστά έλλογα όντα με βούληση, διάνοια και συνείδηση.


 Το αίτημα της Αθηνάς για αποκεφαλισμό της Μέδουσας δεν αφορά τόσο την εξόντωσή της ως φυσικής ύπαρξης. Πεθαίνουν μαζί της όλα όσα πρέσβευε ενώ βρισκόταν εν ζωή. Γίνεται εμπράκτως η αποκήρυξη των ιδεών της με βίαιο τρόπο παραβιάζοντας την ελευθερία της προσωπικότητάς της, όμως η ίδια η Αθηνά μετά το θάνατο της Μέδουσας την αποδέχεται, θέλει να αφομοιωθεί από αυτή σε ένα γόνιμο κράμα.


Μάσκα – προσωπείο

Η υπερβολική εκφραστικότητα του αποκομμένου κεφαλιού της Μέδουσας θυμίζει προσωπείο της αρχαιότητας. Το κεφάλι αυτό επιθυμεί να ανακτήσει η θεά Αθηνά.


Η τοποθέτηση του Γοργονείου στην αιγίδα της Αθηνάς δημιουργεί μία διττή εικόνα, βλέποντας τη μία πλευρά της δύναμης βλέπουμε επίσης και την άλλη. Θυμίζει ποιος είναι ο σοφότερος τρόπος. Έτσι το φοβερό πρόσωπο στραμμένο προς τον εξωτερικό κόσμο προστατεύει ό,τι βρίσκεται στο εσωτερικό. Ακόμα και νεκρό το κεφάλι κρατάει ακέραιη την τρομερή του δύναμη, είναι το όπλο της, το κατ’ εξοχήν «σκιάχτρο» του αρχαίου κόσμου. Το Γοργόνειο, η αρχετυπική μάσκα φόβου, βαλμένο επάνω στην αιγίδα της Αθηνάς γίνεται το πιο αποτελεσματικό όπλο της θεάς ενάντια στους εχθρούς της. Στην πραγματικότητα η δράση του Γοργόνειου εξαρτάται από τη θέση που έχει κανείς ως προς αυτό.


 Όταν βρίσκεται απέναντί του σαν αντίπαλος είναι άκρως επικίνδυνο, όταν όμως βρίσκεται πίσω, το Γοργόνειο αποδεικνύεται ανεκτίμητος θησαυρός γεννώντας το φόβο, τρέπει σε φυγή τον εχθρό και τον εξουδετερώνει. Το προσωπείο λοιπόν λειτουργεί και αποτροπαϊκά προσωπεία βρίσκονταν στα τείχη πόλεων, στη μία πλευρά νομισμάτων. Το αποτροπαϊκό προσωπείο προστατεύει αυτόν που το φέρει είτε είναι πόλη είτε είναι άνθρωπος. Ωστόσο δεν είναι αναγκαίο να προκαλεί φόβο, αντίθετα μπορεί να μαγνητίζει από την ομορφιά του και να αποπροσανατολίζει τον εχθρό. Αυτό το φοβερό πρόσωπο που παραλύει τον περαστικό στον εξωτερικό κόσμο, προστατεύει ό,τι βρίσκεται στο εσωτερικό.


Κιαροσκούρο


Η τεχνοτροπία του Καραβάτζο, η έντονη και απότομη αντίθεση φωτισμένων και σκοτεινών μερών δημιούργησε ολόκληρη σχολή που θα διαρκέσει όλον τον 17ο αιώνα.


 Στον πίνακά του «Το κεφάλι της Μέδουσας» υπάρχει η αίσθηση ότι ο αποκεφαλισμός διαδραματιζόταν στο σκοτάδι και μια ξαφνική φωταψία το αποκαλύπτει καθηλώνοντάς το στη μνήμη τη στιγμή της αποκορύφωσης της δραματικής έντασης.


  Το φως δεν κάνει το κεφάλι της Μέδουσας αβρό, το κάνει σκληρό, εκτυφλωτικό και υπηρετεί τη θέληση του δημιουργού του για τη λάμψη της αλήθειας. Ο θεατής αισθάνεται ότι παρακολουθεί μια σκηνή θεατρική και όλη η μαγεία της αμεσότητας τον κατακλύζει κρατώντας τη προσοχή του. Αυτό το ιδιαίτερο φως δημιουργεί αντιθέσεις με τις σκιές που προκύπτουν οι οποίες είναι σκοτεινές και τραχειές. Υπάρχει μια διαλεκτική φωτός-σκιάς που εμπεριέχει την ακραία και απόλυτη αντίθεση.


 Παρόλο που η σκιά είναι σκούρα δημιουργείται από το αντίθετό της, το φως. Αυτή η σκιά πίσω από το κεφάλι της Μέδουσας δημιουργεί ένα μυστήριο και μία απειλή. Σε όλο το έργο υπάρχει ένα έντονο παιχνίδι σκιών, οι χοντροί πίδακες αίματος που αναβλύζουν από το κομμένο κεφάλι μαζί με τις μικρές σκιές που δημιουργούνται, εντείνει το αίσθημα φρικαλεότητας, ενώ το στόμα είναι μια σπηλιά όπου με τη μαύρη σκιά και τα γυμνά δόντια οδηγεί στην φρικτή φυλακή του κεφαλιού.


 Βλέποντας το έρεβος που εκπηγάζει από το στόμα, ο θεατής αισθάνεται πως υπνωτίζεται και μία δίνη μπορεί να τον τραβήξει και να τον ρίξει στο μαύρο έρεβος. Τέλος, ο τρόμος κορυφώνεται στη χαίτη της Μέδουσας που αποτελείται από φίδια που φθίνουν και κινούνται απειλητικά. Αυτή η χαίτη είναι πλούσια και με το παιχνίδισμα των σκιών μεταξύ των φιδιών γίνεται η εικόνα πιο ωμή. Ο θεατής αισθάνεται πως ασφυκτιά και ότι ανά πάσα στιγμή κάποιο φίδι μπορεί να ξεφύγει από τον πίνακα και να τον πνίξει.


Pages