“Δέν έπεσε· διότι ήτο τεθεμελιωμένη επί τήν πέτραν”—ματθ. 7:25
Οί άνθρωποι είχαν βαθειά συγκινηθεΐ άπό τά λόγια του Χριστού. Είχαν έλκυσθεΐ άπό τή θεϊκή ομορφιά τών άρχών τής άλήθειας καί οί σοβαρές προειδοποιήσεις του Χριστού τούς είχαν κάνει εντύπωση σάν φωνή του καρδιογνώστη Θεού. Τά λόγια Του είχαν χτυπήσει κατάρριζα τίς προηγούμενες άρχές καί άντιλήψεις τους. Προκειμένου νά συμμορφωθούν μέ τή διδαχή Του τούς χρειάζονταν μιά γενική μεταρρύθμιση στίς συνήθειες, στίς σκέψεις καί στίς πράξεις. Αύτό θά τούς έφερνε σέ σύγκρουση μέ τούς θρησκευτικούς ήγέτες τους, επειδή θά προκαλούσε τήν ανατροπή ολόκληρου τού οίκοδομήματος πού επί γενεές ολόκληρες οί ραββΐνοι είχαν εγείρει. Κατά συνέπεια, ενώ οί καρδιές τού λαού άνταποκρίνονταν στά λόγια Του, λίγοι μόνο ήταν πρόθυμοι νά τά δεχθούν γιά καθοδήγηση τής ζωής τους.
Ό Ιησούς τελείωσε τήν επί τού Όρους Διδασκαλία Του μ’ ένα παράδειγμα πού παρουσίαζε μέ καταπληκτική ζωντάνια τή σημασία τής πρακτικής εφαρμογής τών όσων είχε πει. Ανάμεσα στά πλήθη πού συνοστίζονταν γύρω άπό τόν Σωτήρα ύπήρχαν πολλοί οί όποίοι είχαν περάσει τή ζωή τους πλάϊ στή θάλασσα τής Γαλιλαίας. Καθισμένοι καθώς ήταν στήν παρειά τού βουνού καί άκουγαν τά λόγια τού Χριστού, μπορούσαν ταυτόχρονα νά αντικρίζουν τίς κοιλάδες καί τίς ρεματιές άπ’ όπου τρέχοντας οί βουνίσιες πηγές κατέληγαν στή θάλασσα. Συχνά τό καλοκαίρι οί πηγές αύτές στέρευαν όλότελα, άφίνοντας μοναδικά τους ίχνη μιά αύλακιά άπό ξερή λάσπη καί σκόνη. Όταν όμως μέ τή βαρυχειμωνιά μανιασμένες θύελλες ξεσπούσαν πάνω στά βουνά, φούσκωναν πάλι οί ποταμοί, καί άγριεμένοι οί χείμαρροι ξεχείλιζαν πολλές φορές στίς λαγκαδιές, παρασύροντας στό διάβα τους κάθε τι μέσ’ τήν άκατάσχετη όρμητικότητά τους. Καί τότε οί καλύβες πού οί χωρικοί είχαν στήσει μέσ’ στίς χλοερές πεδιάδες μέ τήν ιδέα ότι δέν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο, σαρώνονταν καί παρασύρονταν μακρυά. Ψηλά όμως στίς λοφοκορφές βρίσκονταν σπίτια κτισμένα πάνω στά βράχια. Σέ μερικά μέρη τής χώρας ύπήρχαν σπίτια κατασκευασμένα αποκλειστικά άπό πέτρα καί πολλά άπ’ αύτά είχαν αντιμετωπίσει θύελλες καί γιά χίλια άκόμη χρόνια. Τά σπίτια αύτά είχαν κτισθεΐ μέ μεγάλους κόπους καί μόχθους. Δέν ήταν εύκολα προσιτά καί ή τοποθεσία τους ήταν λιγότερο ελκυστική γιά τόν διαβάτη άπ’ ό,τι ή χλοερή πεδιάδα. Ήταν όμως κτισμένα πάνω στό βράχο καί ένώ άνεμοδέρνονταν άπ’ τή βροχή, τή θύελλα καί τόν άέρα δέν πάθαιναν τίποτε.
Όπως οί οικοδόμοι τών πέτρινων αύτών σπιτιών, είπε ό Ιησούς, έτσι είναι καί αύτοί πού δέχονται τά λόγια Μου καί τά εφαρμόζουν γιά τή θεμελίωση του χαρακτήρα τους καί τής ζωής τους. Πρίν άπό αιώνες ό προφήτης Ήσαΐας είχε γράψει: “Ό λόγος τού Θεού ημών μένει εις τόν αιώνα.” (Ήσ. 40:8). Καί ό Πέτρος, χρόνια μετά τήν επί του Όρους Όμιλία, επαναλαμβάνοντας τά λόγια αύτά του Ήσαΐα, προσθέτει: “Καί ούτος είναι ό λόγος ό εύαγγελισθείς εις εσάς.” (Α’ Πετ. 1:25). Ό λόγος τού Θεού είναι τό μόνο σταθερό πράγμα πού έχει γνωρίσει ό κόσμος μας. Είναι τό στερρεό θεμέλιο. “Ό ούρανός καί ή γή θέλουσι παρέλθει”, είπε ό Χριστός, “οί δέ λόγοι Μου δέν θέλουσι παρέλθει.” (Ματθ. 24:35).
Οί μεγάλες άρχές του νόμου, οί άρχές αύτής τής φύσης τού Θεού, βρίσκονται ενσωματωμένες στήν επί τού Όρους Όμιλία του Χριστού. Όποιος οικοδομεΐ πάνω σ’ αύτές, οικοδομεΐ πάνω στόν Χριστό, τόν Βράχο τών Αιώνων. Δεχόμενοι τό λόγο, δεχόμαστε τόν Χριστό. Καί μόνο όσοι κατ’ αύτόν τόν τρόπο δέχονται τά λόγια Του, οικοδομούν πάνω σ’ Αύτόν. “Θεμέλιον άλλο ούδείς δύναται νά θέση παρά τό τεθέν, τό όποιον είναι ό Ίησοϋς Χριστός.” (Α’ Κορ. 3:11). “Οϋτε όνομα άλλο είναι ύπό τόν ούρανόν δεδομένον μεταξύ τών άνθρώπων διά του όποίου πρέπει νά σωθώμεν.” (Πράξ. 4:12). Ό Χριστός, ό λόγος, ή άποκάλυψη τού Θεού—ή εκδήλωση του χαρακτήρα Του, του νόμου Του, τής άγάπης Του καί τής ζωής Του—είναι τό μοναδικό θεμέλιο πάνω στό όποιο μπορούμε νά οικοδομήσομε ένα σταθερό χαρακτήρα.
Οικοδομούμε πάνω στόν Χριστό τότε όταν ύπακούομε στό λόγο Του. Δίκαιος δέν λογίζεται αύτός πού τού αρέσει ή δικαιοσύνη, άλλ’ αύτός πού εφαρμόζει τή δικαιοσύνη. Καί ή άγιωσύνη δέν είναι καμιά έκσταση, άλλ’ είναι τό αποτέλεσμα τής παραχώρησης τών πάντων στόν Θεό. Είναι ή έμπρακτη εφαρμογή τού θελήμαχος τού ούράνιου Πατέρα μας. Όταν ό λαός τού Ισραήλ έστησε τόν καταυλισμό του στά σύνορα τής ύποσχεμένης γής, δέν άρκούσε ούτε νά έπαναπαύονται στίς πληροφορίες πού είχαν γιά τή γή Χαναάν, ούτε νά τραγουδούν τά τοπικά τραγούδια τής Χαναάν. Αύτό καί μόνο δέν θά έφερνε στήν κατοχή τους τά εύφορα άμπέλια καί τούς ελαιώνες τής ωραίας γής. Αύτά θά τά έκαναν δικά τους μόνο όταν θά τά κατακτούσαν, όταν θά συμμορφώνονταν μέ τούς όρους, όταν θά ενασκούσαν ζώσα πίστη στόν Θεό, όταν θά ιδιοποιούνταν τίς ύποσχέσεις Του, ύποτασσόμενοι στήν καθοδήγησή Του.
Ή θρησκεία έγκειται στήν εφαρμογή τών λόγων τού Χριστού. Καί αύτό όχι μέ τό σκοπό νά εξαγοράσομε τήν εύνοια τού Θεού, άλλ’ άκριβώς επειδή, χωρίς νά τήν άξίζομε, μάς έχει άπονεμηθεϊ ή δωρεά τής άγάπης Του. Ό Χριστός έξαρτάει τή σωτηρία τού άνθρώπου όχι άπλώς άπό μιά ομολογία πίστης, άλλ’ άπό μιά πίστη πού έκδηλώνεται μέ έργα δικαιοσύνης. Άπαιτούνται έργα άπό τούς οπαδούς τού Χριστού, όχι μόνο λόγια. Ό χαρακτήρας σχηματίζεται μέ τήν έμπρακτη εφαρμογή. “Επειδή όσοι διοικούνται ύπό τού Πνεύματος τού Θεού, ούτοι είναι υίοί τού Θεού.” (Ρωμ. 8:19). Όχι αύτοί τών όποίων οί καρδιές έγγίζονται μόνο άπό τό Πνεύμα, ούτε αύτοί πού κάποτε-κάποτε ενδίδουν στή δύναμή Του, άλλά μόνο εκείνοι πού διοικούνται άπό τό Πνεύμα είναι γιοί τού Θεού.
Έπιθυμεΐτε νά γίνετε άκόλουθοι τού Χριστού χωρίς όμως νά ξέρετε άπό πού νά άρχίσετε; Βρίσκεσθε στό σκότος καί δέν ξέρετε πού νά βρήτε τό φώς; Ακολουθήστε τό φώς πού έχετε πρός τό παρόν. Αποφασίστε μέ τήν καρδιά σας νά εφαρμόσετε αύτό πού ξέρετε ότι προέρχεται άπό τό λόγο του Θεού. Ή δύναμή Του, αύτή ή ίδια ή ζωή Του, περιέχονται μέσα στό λόγο Του. Όταν τόν άποδέχεσθε μέ πίστη, ό λόγος αύτός θά σάς δώσει τή δύναμη νά τόν ύπακούσετε. Καθώς δίνετε προσοχή στό φώς πού σάς έχει δοθεί, αύτό θά σάς οδηγήσει σέ περισσότερο φώς. Κτίζετε πάνω στό λόγο του Θεού, καί τό οικοδόμημα τού χαρακτήρα σας θά φέρει τήν ομοιότητα τού χαρακτήρα του Θεού.
Ό Χριστός, τό πραγματικό θεμέλιο, είναι λίθος ζωντανός καί χορηγεί ζωή σέ όλους όσους οίκοδομούνται πάνω σ’ Αύτόν. “Καί σείς, ώς λίθοι ζώντες, οίκοδομεΐσθε οΓκος πνευματικός.” “Πάσα ή οικοδομή συναρμολογουμένη αύξάνεται εις ναόν άγιον έν Κυρίω.” (Α’ Πετ. 2:5, Έφεσ. 2:21). Οί λίθοι γίνονται ένα μέ τό θεμέλιο. Γιατί ή ίδια ζωή ρέει μέσα σέ όλους. Ένα τέτοιο οικοδόμημα δέν καταρρέει μπροστά σέ καμιά θύελλα· επειδή
“Ό,τι έχει μέσα του ζωή άπ’ τόν Θεό
Δέν καταβάλλεται ποτέ, μά μένει ζωντανό.”
Αντίθετα κάθε οικοδομή κτισμένη σέ άλλο θεμέλιο διαφορετικό άπό τό λόγο του Θεού θά καταρρεύσει. Εκείνος πού, καθώς οί Ιουδαίοι τής εποχής τού Χριστού, προτιμάει νά κτίσει πάνω σέ θεμέλιο άπό άνθρώπινες ιδέες καί άντιλήψεις, άπό τύπους καί ιεροτελεστίες άνθρώπινης επινόησης, ή πάνω σέ έργα έπιτελουμενα άνεξάρτητα άπό τή χάρη τού Χριστού, κτίζει τό οικοδόμημα του χαρακτήρα του πάνω στήν άσταθή τήν άμμο. Ή άγρια θύελλα τών πειρασμών θά σαρώσει τό άμμουδερό θεμέλιο καί θά σωριάσει τό σπίτι του σάν αξιοθρήνητο ναυάγιο στίς άκτές του άδάμαστου χρόνου.
“Διά τοϋτο οϋτω λέγει Κύριος ό Θεός... θέλω βάλει τήν κρίσιν εις τόν κανόνα καί τήν δικαιοσύνην εις τήν στάθμην· καί ή χάλαζα θέλει εξαφανίσει τό καταφύγιον τού ψεύδους καί τά ϋδατα θέλουσι πλημμυρίσει τόν κρυψώνα.” (Ήσ. 28:16,17).
Σήμερα όμως ή χάρη ικετεύει τόν άμαρτωλό. “Ζώ Εγώ, λέγει Κύριος ό Θεός, δέν θέλω τόν θάνατον του άμαρτωλοϋ, άλλά νά έπιστρέψη ό άσεβής άπό τής όδοϋ αύτού καί νά ζη έπιστρέψατε, έπιστρέψατε άπό τών όδών ύμών τών πονηρών διατί νά άποθάνητε; (Ίεζ. 33:11). Ή φωνή πού άπευθύνεται σήμερα στόν άμετανόητο άμαρτωλό είναι ή φωνή Εκείνου ό Όποιος μέ σπαραγμό ψυχής άναβόησε άντικρύζοντας τήν άγαπημένη Του πόλη: “Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, ή φονεύουσα τούς προφήτας καί λιθοβολούσα τούς άπεσταλμένους πρός αύτήν, ποσάκις ήθέλησα νά συνάξω τά τέκνα σου, καθ’ ον τρόπον ή όρνις τά ορνίθια έαυτής ύπό τάς πτέρυγας καί δέν ήθελήσατε; Ιδού, σάς άφίνεται ό οίκος σας έρημος.” (Λουκ. 13:34-35). Στήν περίπτωση τής Ιερουσαλήμ, ό Χριστός διέκρινε συμβολικά τόν κόσμο πού θά άπέρριπτε καί θά καταφρονούσε τή χάρη Του. Κι’ έκλαψε επίσης καί γιά σένα, άλύγιστη καρδιά. Άκόμη καί τήν ώρα εκείνη πού κυλούσαν τά δάκρυά Του στή λοφοπλαγιά, ήταν καιρός νά μετανοήσει ή Ιερουσαλήμ καί νά άποφύγει τή μοιραία της καταστροφή. Καί άργότερα, γιά λίγο άκόμη διάστημα, τό ύπέροχο Δώρο τού ούρανοϋ περίμενε καρτερικά μήπως καί θά Τόν άποδέχονταν. Τό ίδιο καί στή δική σου καρδιά ό Χριστός άπευθύνεται μέ τή φωνή τής άγάπης Του: “Ιδού, ίσταμαι εις τήν θύραν καί κρούω· εάν τις άκούση τής φωνής Μου καί άνοιξη τήν θύραν, θέλω είσέλθει πρός αύτόν καί θέλω δειπνήσει μετ’ αύτού καί αύτός μετ’ Εμού.” “Ιδού τώρα καιρός εύπρόσδεκτος, ιδού τώρα ήμερα σωτηρίας.” (Άποκ. 3:20, Β’ Κορ. 6:2).
Άν έπαναπαύεσθε στηρίζοντας τίς ελπίδες σας στόν έαυτό σας, κτίζετε κάνω στήν άμμο. Δέν είναι όμως άκόμη πολύ άργά γιά νά άποφύγετε τήν επικείμενη καταστροφή. Πρίν ξεσπάσει ή θύελλα, ζητήστε νά καταφύγετε πάνω στό στερρεό θεμέλιο. Όύτω λέγει Κύριος ό Θεός· ιδού θέτω έν τή Σιών θεμέλιον, λίθον, λίθον έκλεκτόν, έντιμον άκρογωνιαΐον, θεμέλιον άσφαλές· ό πιστεύων εις αύτόν δέν θέλει καταισχυνθή. “Εις Εμέ βλέψατε καί σώθητε, πάντα τά πέρατα τής γης· διότι Εγώ είμαι ό Θεός καί δέν ύπάρχει άλλος.” “Μή φοβοϋ· διότιΈγώ είμαι μετά σοϋ· μή τρόμαζε· διότι Εγώ είμαι ό Θεός σου· σέ ένίσχυσα· μάλιστα σέ έβοήθησα· μάλιστα σέ ύπερασπίσθην διά τής δεξιάς τής δικαιοσύνης Μου.” “Δέν θέλετε αίσχυνθή ούδέ έντραπή αιωνίως.” (Ήσ. 28:16, 45:22, 41:10, 45:17).