“Έάν μή περισσεύσω ή δικαιοσύνη σας πλειότερον της τών γραμματέων καί φαρισαίων, δέν θέλετε εισέλθει εις τήν βασιλείαν τών ουρανών”—ματθ. 5:20
Οί γραμματείς καί οί Φαρισαίοι δέν είχαν κατηγορήσει μόνο τόν Χριστό άλλά καί τούς μαθητές Του γιά άμαρτωλούς επειδή παρέβλεπαν τούς τύπους καί τίς καθιερωμένες συνήθειες τών ραββίνων. Πολλές φορές οί μαθητές είχαν έρθει σέ δύσκολη θέση καί ύπέφεραν άπό τούς ψόγους καί τίς κατηγορίες πού προέρχονταν άπ’ εκείνους τούς όποιους είχαν μάθει νά σέβονται σάν θρησκευτικούς δασκάλους τους. Ό Ιησούς ξεσκέπασε τήν πλάνη δηλώνοντας ότι ή δικαιοσύνη πάνω στήν όποία τέτοια μεγάλη σημασία άπέδιδαν οί Φαρισαίοι, δέν είχε καμιά άξία. Τό Ιουδαϊκό έθνος ισχυρίζονταν ότι άποτελούσε τόν ιδιαίτερο, άφοσιωμένο καί εύνοούμενο τού Θεού λαό. Ό Χριστός όμως άπέδειξε ότι ή θρησκεία τους ήταν άπογυμνωμένη άπό τή ζώσα πίστη. Όλη τους ή εξεζητημένη εύλάβεια, όλα τους τά άνθρώπινα επινοήματα καί οί τελετουργίες, άκόμη καί αύτή ή γεμάτη περηφάνεια τήρηση τών εξωτερικών εφαρμογών του νόμου, δέν μπορούσε νά τούς καταστήσει άγιους. Δέν είχαν ούτε τήν καθαρότητα τής καρδιάς, ούτε τήν εύγένεια ένός χριστόμορφου χαρακτήρα.
Μιά θρησκεία προσκολλημένη στό γράμμα του νόμου δέν κατορθώνει ποτέ νά εναρμονίσει τήν ψυχή μέ τόν Θεό. Ή αύστηρή, άκαμπτη όρθοφροσύνη τών Φαρισαίων, άποξενωμένη άπό τή μεταμέλεια, τήν τρυφερότητα καί τήν άγάπη, μόνο λίθος σκανδάλου γίνονταν γιά τόν άμαρτωλό. Είχαν καταντήσει σάν τό άλάτι πού έχει χάσει τή γεύση του. Επειδή ή επιρροή τους δέν είχε καμιά δύναμη νά προφυλάγει τόν κόσμο άπό τή διαφθορά. Ή μόνη πραγματική πίστη είναι ή “δι’ άγάπης ένεργουμένη.” (Γαλ. 5:6). Αύτή καθαρίζει τήν καρδιά. Είναι σάν τό προζύμι πού μεταβάλλει τόν χαρακτήρα.
“Ολα αύτά οί Ιουδαίοι ώφειλαν νά τά ξέρουν άπό τίς διδασκαλίες τών προφητών. Πρίν άπό ολόκληρους αιώνες, ή άγωνία τής άνθρώπινης ψυχής νά δικαιωθεί μέ τόν Θεό είχε έξωτερικευθεί καί λάβει τήν άπάντησή της μέ τά λόγια του προφήτη Μιχαία: “Μέ τί θέλω έλθει ενώπιον του Κυρίου, νά προσκυνήσω ενώπιον του ύψίστου Θεού; Θέλω έλθει ενώπιον Αύτού μέ ολοκαυτώματα, μέ μόσχους ενιαυσίους; Θέλει εύαρεστηθεί ό Κύριος εις χιλιάδας κριών, ή εις μυριάδας ποταμών ελαίου; ... Αύτός σοί εδειξεν, άνθρωπε, τί τό καλόν· καί τί ζητεί ό Κύριος παρά σού, ειμή νά πράττης τό δίκαιον, καί νά άγαπάς έλεος, καί νά περιπατής ταπεινώς μετά του Θεού σου;” (Μιχ. 6:6-8).
Ό Ώσηέ είχε ύποδείξει τί άκριβώς άποτελεί τήν ούσία τού Φαρισαϊσμού όταν έλεγε ότι “Ό Ισραήλ είναι άμπελος εύκληματούσα... έκαρποφόρησε κατά τό πλήθος τών καρπών αύτοΰ.” (Ώσηέ 10:1). Προφασιζόμενοι ότι ύπηρετούν τόν Θεό, στήν πραγματικότητα οί Ιουδαίοι εργάζονταν γιά τόν έαυτό τους. Ή δικαιοσύνη τους ήταν ό καρπός τών άτομικών τους προσπαθειών νά τηρήσουν τό νόμο σύμφωνα μέ τή δική τους άντίληψη καί μέ τό σκοπό νά εξυπηρετήσουν τά εγωιστικά τους συμφέροντα. Δέν μπορούσε λοιπόν νά είναι καλύτερη άπ’ αύτούς τούς ίδιους. Πασχίζοντας νά καταστούν άγιοι, προσπαθούσαν άπλώς νά βγάλουν κάτι καθαρό άπό κάτι τό άκάθαρτο. Ό νόμος του Θεού είναι άγιος όπως Εκείνος είναι άγιος. Είναι τέλειος όπως Εκείνος είναι τέλειος. Παρουσιάζει στούς άνθρώπους τή δικαιοσύνη του Θεού. Είναι αδύνατο άφεαυτού του ό άνθρωπος νά τηρήσει ένα τέτοιο νόμο. ‘Επειδή ή φύση τού άνθρώπου είναι διεστραμμένη, παραμορφωμένη, διαμετρικά αντίθετη άπό τόν χαρακτήρα του Θεού. Τά έργα τής φίλαυτης καρδιάς είναι “ώς άκάθαρτον πράγμα καί πάσα ή δικαιοσύνη ήμών είναι ώς ρυπαρόν ίμάτιον.” (Ήσ. 64:6).
Έφόσον ό νόμος είναι άγιος, ήταν άδύνατον οί Ιουδαίοι νά άποκτήσουν τή δικαιοσύνη μέ τίς προσπάθειες πού κατέβαλαν γιά τήν τήρηση του νόμου. Οί οπαδοί του Χριστού πρέπει νά άποκτήσουν μιά δικαιοσύνη εντελώς διαφορετική άπό εκείνη τών Φαρισαίων, άν θέλουν νά είσέλθουν στή βασιλεία τών ούρανών. Προσφέροντας τόν Υίό Του ό Θεός τούς προσφέρει τήν τέλεια δικαιοσύνη του νόμου. Άν άφήσουν τίς καρδιές τους ελεύθερες νά δεχθούν τόν Χριστό, τότε αύτή ή ζωή του Θεού, ή άγάπη Του, θά κατοικήσει μέσα τους, μετασχηματίζοντάς τους κατά τήν ομοιότητά Του. Κι’ έτσι μέ τό προσφερόμενο αύτό δώρο άπ’ τόν Θεό, γίνονται ικανοί νά άποκτήσουν τή δικαιοσύνη πού άπαιτεί ό νόμος. Άλλ’ οί Φαρισαίοι άπέρριψαν τόν Χριστό. “Μή γνωρίζοντες τήν δικαιοσύνην τού Θεού, καί ζητούντες νά συστήσωσι τήν ιδίαν αύτών δικαιοσύνην, δέν ύπετάχθησαν εις τήν δικαιοσύνην του Θεού.” (Ρωμ. 10:3).
Στή συνέχεια ό Ιησούς ύπέδειξε στούς άκροατές Του σέ τί έγκειται ή τήρηση τών εντολών του Θεού—στό νά άνασχηματίσει μέσα τους τόν χαρακτήρα του Χριστού. Επειδή μέσο Αύτού ό Θεός παρουσιάζονταν καθημερινά μπροστά τους.