“Συγχωρείται εις τόν άνθρωπον νά χωρισθεί τήν γυναίκα αύτού”—ματθ. 19:3 - Point of view

Εν τάχει

“Συγχωρείται εις τόν άνθρωπον νά χωρισθεί τήν γυναίκα αύτού”—ματθ. 19:3




“Συγχωρείται εις τόν άνθρωπον νά χωρισθεί τήν γυναίκα αύτού”—ματθ. 19:3

Μεταξύ τών Ιουδαίων ό άνδρας είχε τό δικαίωμα νά χωρισθεί τή γυναίκα του γιά τίς πιό ασήμαντες άφορμές καί ή γυναίκα ήταν τότε ελεύθερη νά ξαναπαντρευτεί. Αύτή ή αμαρτωλή συνήθεια είχε οδηγήσει σέ μεγάλη έξαχρείωση καί δυστυχία. Στήν επί του Όρους Ομιλία ό Χριστός διακήρυξε μέ σαφήνεια ότι ό δεσμός τού γάμου είναι άκατάλυτος, έκτός άπό τήν περίπτωση τής συζυγικής απιστίας. “Όστις χωρισθεί τήν γυναίκα αύτού,” είπε, “καί νυμφευθή άλλην, γίνεται μοιχός· καί όστις νυμφευθή γυναίκα κεχωρισμένην, γίνεται μοιχός.”
Όταν αργότερα οί Φαρισαίοι του ύπέβαλαν τήν ερώτηση σχετικά μέ τή νομιμότητα τού διαζυγίου, ό Χριστός παρέπεμψε τούς άκροατές Του στό άρχικό θέσπισμα του γάμου όπως είχε καθιερωθεί κατά τή δημιουργία. “Διά τήν σκληροκαρδίαν σας”, τούς εξήγησε, “συνεχώρησεν [ό Μωϋσής] εις εσάς νά χωρίζησθε τάς γυναίκας σας· άπ’ άρχής όμως δέν έγεινεν ούτω.” (Ματθ. 19:8). Άναφέρθηκε στήν ευλογημένη εποχή τής Έδεμικής ευτυχίας, τότε πού ό Θεός είχε άνακηρύξει τά πάντα “καλά λίαν”. Έκεί όπου τόσο ό γάμος όσο καί τό Σάββατο έλκουν τήν καταγωγή τους, διττά θεσπίσματα πρός δόξα του Θεού καί πρός τό καλό τής ανθρωπότητας. Ένώνοντας τά χέρια του άγιου εκείνου ζευγαριού μέ τό δεσμό του γάμου καί λέγοντας ότι “θέλει άφήσει ό άνθρωπος τόν πατέρα αύτού καί τήν μητέρα αύτού, καί θέλει προσκολληθή εις τήν γυναίκα αύτοϋ- καί θέλουσιν είσθαι οί δύο εις σάρκα μίαν” (Γεν. 2:24), ό Θεός νομιμοποιούσε οριστικά τό θέσπισμα του γάμου γιά όλους τούς άπογόνους τού Άδάμ μέχρι τή συντέλεια τού αίώνος. Αύτό πού ό ίδιος ό Αιώνιος Πατέρας μας άνακήρυξε καλό ήταν ένα νομοθέτημα πού εξασφάλιζε τίς εκλεκτότερες εύλογίες καί τά ανώτερα όρια τής άνθρώπινης ανάπτυξης.
Άλλ’ όπως μέ όλα τά άλλα καλά δώρα πού εμπιστεύτηκε ό Θεός στόν άνθρωπο, έτσι καί ό γάμος διαστρεβλώθηκε καί αύτός άπό τήν άμαρτία. Σκοπός όμως του εύαγγελίου είναι νά τόν επαναφέρει στήν άρχική του άγνότητα καί ομορφιά. Τόσο ή Παλαιά όσο καί ή Καινή Διαθήκη χρησιμοποιούν τή σχέση του γάμου γιά νά παραστήσουν τήν τρυφερή καί ιερή ένωση πού ύφίσταται άνάμεσα στόν Χριστό καί στό λαό Του, τούς λυτρωμένους Του πού απέκτησε μέ τήν τιμή του Γολγοθά. “Μή φοβού”, λέγει, “διότι ό άνήρ σου είναι ό Ποιητής σου· τό όνομα Αύτοϋ είναι, ό Κύριος τών δυνάμεων. (Ήσ. 54:4,5). Στό Άσμα τών Άσμάτων άκούμε τή φωνή τής νύφης νά λέγει: “Ό άγαπητός Μου είναι εις εμέ καί εγώ εις Αύτόν.” Καί Εκείνος πού είναι γι’ αύτήν ό “διακρινόμενος μεταξύ μυριάδων,” άνταποκρίνεται πρός τήν έκλεκτή Του: “Όλη ώραία είσαι, άγαπητή Μου, καί μώμος δέν υπάρχει εν σοί.” (Άσμα 2:16, 510, 4:7).
Χρόνια αργότερα, ό άπόστολος Παύλος γράφοντας πρός τούς Χριστιανούς της Εφέσου, δηλώνει ότι ό Κύριος κατέστησε τόν άνδρα κεφαλή της γυναίκας, γιά νά τήν προστατεύει καί νά τής εξασφαλίσει μιά στέγη όπου τά μέλη τής οικογένειας νά ζούν άρμονικά άναμεταξύ τους, όπως άκριβώς ό Χριστός είναι ή κεφαλή τής εκκλησίας καί ό Σωτήρας τού μυστηριακού εκκλησιαστικού σώματος. Γι’ αύτό καί λέγει: “Οί άνδρες άγαπάτε τάς γυναίκας σας, καθώς ό Χριστός ήγάπησε τήν εκκλησίαν, καί παρέδωκεν Εαυτόν ύπέρ αύτής, διά νά άγιάση αύτήν καθαρίσας μέ τό λουτρόν του ύδατος διά του λόγου· διά νά παραστήση αύτήν εις Εαυτόν ένδοξον εκκλησίαν μή έχουσαν κηλίδα, ή ρυτίδα, ή τι τών τοιούτων, άλλά διά νά ήναι άγία καί άμωμος. Ούτω χρεωστούσιν οί άνδρες νά άγαπώσι τάς εαυτών γυναίκας.” (Έφεσ. 5:24-28).
Ή χάρη του Χριστού, αύτή καί μόνη, μπορεί νά καταστήσει τόν θεσμό τού γάμου εκείνο πού είχε ύπόψη Του ό Θεός, δηλαδή ένα μέσο γιά τήν εύλογία καί τήν ηθική άνάταση τής άνθρωπότητας. Καί μ’ αύτόν τόν τρόπο οί οικογένειες αύτής τής γης, μέ τήν ένότητα, τήν ειρήνη καί τήν άγάπη πού εκδηλώνουν, μπορούν νά άπεικονίζουν τήν οικογένεια του ούρανού.
Σήμερα, όπως καί στήν εποχή τού Χριστού, οί κοινωνικές συνθήκες παρουσιάζουν μιά τραγική παραποίηση του ούράνιου ιδανικού γιά τόν ίερό αύτό δεσμό. Μολαταύτα καί γι’ αύτούς άκόμη πού δέ γεύθηκαν παρά μόνο πίκρες καί άπογοητεύσεις στή σύζευξη δπου περίμεναν νά βρούν τήν εύτυχία καί τή χαρά, τό εύαγγέλιο τού Χριστού προσφέρει άνακούφιση. Ή ύπομονή καί ή καλωσύνη πού χορηγεί τό Πνεύμα Του μπορεί νά γλυκάνει τήν πίκρα τής κακοτυχιάς. Ή καρδιά μέσα στήν όποία κατοικεί ό Χριστός είναι τόσο χορτάτη, τόσο ικανοποιημένη μέ τήν άγάπη Του, ώστε δέν καταναλίσκεται άπό τή σφοδρή έπιθυμία νά επισύρει τόν οίκτο καί τή συμπάθεια τών άλλων. Καί όταν ή καρδιά παραχωρείται στόν Θεό, ή θεϊκή σοφία θά έπιτελέσει ό,τι ή άνθρώπινη σοφία άδυνατεί νά επιτύχει. Μέ τήν αποκάλυψη τής χάρης Του, καρδιές άλλοτε άδιάφορες καί άπογυμνωμένες άπό άγάπη, μπορούν νά ένωθούν μεταξύ τους μέ δεσμούς στενότερους καί σταθερότερους άπό τούς επίγειους δεσμούς—νά κρικοποιηθούν μέ τούς χρυσούς δεσμούς μιάς άγάπης πού άντεπεξέρχεται στή δοκιμασία τών θλίψεων.



Επί του Όρους Ομιλία

Στη βουνοπλαγιά

“Και άνοίξας τό στόμα αύτού έδίδασκεν αυτούς λέγων, μακάριοι οί πτωχοί τώ πνεύματι· διότι αύτών είναι ή βασιλεία τών ούρανών”—ματθ. 5:2-3

“Μακάριοι οί πενθούντες· διότι αυτοί θέλουσι παρηγορηθεί”—ματθ. 5:4

“Μακάριοι οί πραείς”—ματθ. 5:5

“Μακάριοι οί πεινώντες καί διψώντες τήν δικαιοσύνην διότι αυτοί θέλουσι χορτασθεί”—ματθ. 5:6

“Μακάριοι οί έλεήμονες· διότι αύτοί θέλουσιν έλεηθή”—ματθ. 5:7

“Μακάριοι οί καθαροί τήν καρδίαν· διότι αύτοί θέλουσιν ίδεί τόν θεόν”—ματθ. 5:8

“Μακάριοι οί είρηνοποιοί· διότι αύτοί θέλουσιν όνομασθή υιοί θεού”—ματθ. 5:9

“Μακάριοι οί δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης· διότι αυτών είναι ή βασιλεία των ουρανών”—ματθ. 5:10

“Μακάριοι είσθε όταν σάς όνειδίσωσι”—ματθ. 5:11

“Σείς είσθε το άλας της γης”—ματθ. 5:13

“Σείς είσθε τό φως του κόσμου”—ματθ. 5:14

“Δέν ήλθον νά καταλύσω, άλλά νά εκπληρώσω”—ματθ. 5:17

“Όστις λοιπόν αθέτηση μίαν τών εντολών τούτων τών ελάχιστων, καί διδάξη ούτω τούς άνθρώπσυς, ελάχιστος θέλει όνομασθή εν τη βασιλεία τών ουρανών”—ματθ. 5:19

“Έάν μή περισσεύσω ή δικαιοσύνη σας πλειότερον της τών γραμματέων καί φαρισαίων, δέν θέλετε εισέλθει εις τήν βασιλείαν τών ουρανών”—ματθ. 5:20

“Πας ό όργιζόμενος άναιτίως κατά του άδελφού αύτού, θέλει είσθαι ένοχος εις τήν κρίσιν”—ματθ. 5:22

“Φιλιώθητι μέ τόν αδελφόν σου”—ματθ. 5:24

“Πας ό βλέπων γυναίκα, διά νά επιθυμήσει αυτήν, ήδη έμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αύτού”—ματθ. 5:28

“Έάν ή δεξιά σου χειρ σέ σκανδαλίζει έκκοψον αύτήν”—ματθ. 5:30

“Συγχωρείται εις τόν άνθρωπον νά χωρισθεί τήν γυναίκα αύτού”—ματθ. 19:3

“Μή όμόσητε μηδόλως”—ματθ. 5:34

“Μή άντισταθήτε πρός τόν πονηρόν άλλ’ όστις σέ ραπίση εις τήν δεξιάν σου σιαγόνα στρέψον εις αύτόν καί τήν άλλην”—ματθ. 5:39

“Αγαπάτε τούς εχθρούς σας”—ματθ. 5:44

“Έστε λοιπόν σεις τέλειοι, καθώς ό πατήρ σας ό εν τοϊς ούρανοΐς είναι τέλειος”—ματθ. 5:48

“Προσέχετε νά μή κάμνητε την ελεημοσύνην σας έμπροσθεν των άνθρώπων, διά νά βλέπησθε ύπ’ αυτών”—ματθ. 6:1

“Όταν προσεύχησαι μη έσο ώς οί ύποκριταί”—ματθ. 6:5

“Όταν προσεύχησθε μη βατολογήσητε ώς οί εθνικοί”—ματθ. 6:7

“Όταν νηστεύητε μή γίνεσθε ώς οί ύποκριταί”—ματθ. 6:16

“Μή θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς επί της γης”—ματθ. 6:19

“Έάν ό οφθαλμός σου ήναι καθαρός, όλον τό σώμα σου θέλει είσθαι φωτεινόν”—ματθ. 6:22

Όύδείς δύναται δύο κυρίους νά δουλεύη”—ματθ. 6:24

“Μή μεριμνάτε”—ματθ. 6:25

“Ζητείτε πρώτον τήν βασιλείαν του θεού”—ματθ. 6:33

“Μή μεριμνήσητε λοιπόν περί τής αύριον... άρκετόν είναι εις τήν ήμεραν τό κακόν αυτής”—ματθ. 6:34

“Ούτω λοιπόν προσεύχεσθε σείς”—ματθ. 6:9

“Όταν προσεύχησθε λέγετε, πάτερ ημών”—λουκ. 11:2

“Άγιασθήτω τό όνομά σου”—ματθ. 6:9

“Έλθέτω ή βασιλεία σου”—ματθ. 6:10

“Γενηθήτω το θέλημά σου, ώς έν ούρανώ καί επί της γης”—ματθ. 6:10

“Τόν άρτον ήμών τόν έπιούσιον δός εις ήμάς σήμερον”—ματθ. 6:11

“Συγχώρησον εις ημάς τάς άμαρτίας ημών διότι καί ημείς συγχωρούμεν εις πάντα άμαρτάνοντα εις ημάς”—λουκ. 11:4

“Μή φέρης ήμάς εις πειρασμόν, άλλά έλευθέρωσον ήμάς άπό τού πονηρού”—ματθ. 6:13

“Σου είναι ή βασιλεία καί ή δύναμις καί ή δόξα”—ματθ. 6:13

“Μή κρίνετε, διά νά μή κριθήτε”—ματθ. 7:1

“Διατί βλέπεις τό ξυλάριον τό εν τω όφθαλμώ του άδελφοΰ σου”—ματθ. 7:3

“Μή δώσητε τό άγιον εις τούς κύνας”—ματθ. 7:6

“Αιτείτε καί θέλει σάς δοθή· ζητείτε καί θέλετε εύρεϊ· κρούετε καί θέλει σάς άνοιχθη”—ματθ. 7:7

“Λοιπόν πάντα όσα αν θέλητε νά κάμνωσιν εις εσάς οί άνθρωποι, ούτω καί σεις κάμνετε εις αύτούς”—ματθ. 7:12

“Στενή είναι ή πύλη καί τεθλιμμένη ή όδός ή φέρουσα εις τήν ζωήν”—ματθ. 7:14

“Άγωνίζεσθε νά είσέλθητε διά τής στενής πύλης”—λουκ. 13:24

“Δέν έπεσε· διότι ήτο τεθεμελιωμένη επί τήν πέτραν”—ματθ. 7:25

Pages