“Αιτείτε και θέλει σας δωθεί, ζητείτε και θέλετε εύρει, κρούετε και θέλει σας ανοιχθεί ”—ματθ. 7:7
Γιά νά μήν ύπάρχει ή μηδαμινή άμφιβολία, παρεξήγηση, ή παρερμηνεία τών λόγων Του, ό Κύριος επαναλαμβάνει τρεις φορές τήν ϊδια ύπόσχεση. Λαχταράει νά ιδεΐ αύτούς πού έκζητούν τόν Θεό νά πιστέψουν σ’ Εκείνον ό Όποιος έχει τή δύναμη νά κατορθώνει τά πάντα. Γι’ αύτό καί προσθέτει: “Διότι πάς ό αίτών λαμβάνει, καί ό ζητών εύρίσκει καί εις τόν κρούοντα θέλει άνοιχθή.” Ό Κύριος δέν άναφέρεται σέ τίποτε ιδιαίτερους όρους εκτός άπό τό νά έκζητεϊτε τήν εύσπλαχνία Του, νά επιθυμείτε τή συμβουλή Του καί νά λαχταράτε γιά τήν άγάπη Του. Λέγει, “Ζητείτε”. Μέ τό νά ζητάτε, δείχνετε ότι έχετε συναίσθηση τής άνάγκης σας. Καί όταν ζητάτε μέ πίστη, τότε θά λάβετε. Ό Κύριος εδωσε τό λόγο Του καί είναι άδύνατο νά άποτύχει στήν εκπλήρωσή του. Όταν προσέρχεσθε μέ πραγματική κατάνυξη, δέν πρέπει νά αίσθάνεσθε ότι είναι προπέτεια νά έκζητεϊτε τίς ύποσχέσεις του Θεού. Όταν ζητάτε τίς εύλογίες πού χρειάζεσθε γιά τήν τελειοποίηση του χαρακτήρα κατά τήν ομοιότητα του Χριστού, ό Κύριος σάς διαβεβαιεΐ ότι ζητάτε σύμφωνα μέ τήν ύπόσχεση πού μέλλει νά εκπληρωθεί. Αύτή καί μόνη ή συναίσθηση καί άναγνώριση τής άμαρτωλότητάς σας σάς δίνει τό δικαίωμα νά ζητάτε τό έλεος καί τήν ευσπλαχνία Του. Δέν πλησιάζετε τόν Θεό μέ τόν όρο νά θεωρηθητε άγιοι, άλλ’ επειδή επιθυμείτε νά σάς καθαρίσει άπό κάθε άμαρτία καί νά σάς εξαγνίσει άπό κάθε άδικία. Τό μοναδικό έπιχείρημα πού μπορούμε νά προβάλλομε τώρα όπως καί πάντοτε είναι ή μεγάλη μας άνάγκη, ή πραγματικά τραγική μας κατάσταση πού καθιστά τόν Θεό καί τήν άπολυτρωτική Του δύναμη άπολύτως άπαραίτητα γιά μάς.
“Ζητείτε.” Μή επιθυμείτε μόνο τήν εύλογία Του, άλλ’ Αύτόν τόν ίδιο. Όικειώθητι λοιπόν μετ’ Αύτού καί εσο έν ειρήνη.” ('Ιώβ 22:21). Ζητείτε καί θά βρήτε. Ό Θεός σάς ζητάει, καί αύτή ή επιθυμία πού νοιώθετε νά έρθετε κοντά Του δέν είναι παρά ή έλξη πού άσκεί τό Πνεύμα Του. Ανταποκριθήτε σ’ αύτή τήν έλξη. Ό Χριστός ικετεύει γιά τούς πειραζομένους, τούς πλανωμένους, τούς άπιστους. Προσπαθεί νά τούς εξυψώσει, φέρνοντάς τους σέ επικοινωνία μ’ Αύτόν. “Εάν έκζητής Αύτόν, θέλει εύρίσκεσθαι ύπό σού.” (Α’ Χρον. 28:9).
“Κρούετε.” Ερχόμαστε στόν Θεό μέ μιά ιδιαίτερη πρόσκληση καί Αύτός περιμένει νά μάς ύποδεχθεΐ στήν αίθουσα τών άκροάσεών Του. Οί πρώτοι μαθητές πού άκολούθησαν τόν Ιησού δέν έμειναν ικανοποιημένοι μέ τή σύντομη συνομιλία πού είχαν μαζί Του στό δρόμο. Άλλά ρώτησαν: “Διδάσκαλε, πού μένεις;... ‘Ηλθον καί είδον πού μένει· καί έμειναν παρ’ Αύτώ τήν ήμέραν έκείνην.” (Ίωάν. 1:38,39). Έτσι μπορούμε κι’ εμείς νά γίνομε δεκτοί καί νά έρθομε σέ ιδιαίτερη επικοινωνία καί στενή επαφή μέ τόν Θεό. “Ό κατοικών ύπό τήν σκέπην τού Ύψίστου, ύπό τήν σκιάν τού Παντοκράτορος θέλει διατρίβει.” (Ψαλμ. 91:1). Αύτοί πού ποθούν τήν εύλογία τού Θεού άς κτυπήσουν στήν πόρτα τού ελέους καί άς περιμένουν μέ σιγουριά λέγοντας, Συ είπες Κύριε ότι, “Πας ό αϊτών λαμβάνει, καί ό ζητών εύρίσκει καί εις τόν κρούοντα θέλει άνοιχθή.”
Ατενίζοντας ό Ιησούς αύτούς πού είχαν συγκεντρωθεί γιά νά άκούσουν τά λόγια Του, καταλήφθηκε άπό τή βαθειά επιθυμία νά ίδεί τά μεγάλα εκείνα πλήθη νά εκτιμήσουν τήν εύσπλαχνία καί τό στοργικό ενδιαφέρον τού Θεού. Προκειμένου νά τούς κάνει νά καταλάβουν τίς άνάγκες τους καθώς καί τήν προθυμία τού Θεού νά άνταποκριθεΐ σ’ αύτές, μεταχειρίσθηκε γιά παράδειγμα τήν περίπτωση τού πεινασμένου παιδιού πού ζητάει ψωμί άπό τόν φυσικό του πατέρα. “Τίς άνθρωπος είναι άπό σάς”. είπε, “όστις, εάν ό υιός αύτού ζητήση άρτον, μήπως θέλει δώσει εις αύτόν λίθον;” Χρησιμοποιώντας τά τρυφερά αισθήματα τών γονέων γιά τά παιδιά τους, συνεχίζει λέγοντας: “Έάν λοιπόν σεις, πονηροί όντες, έξεύρητε νά δίδητε καλάς δόσεις εις τά τέκνα σας, πόσω μάλλον ό Πατήρ σας ό εν τοϊς ούρανοις θέλει δώσει άγαθά εις τούς ζητούντας παρ’ Αύτού;” Κανένας άνθρωπος στού όποίου τά στήθη, πάλλει ή πατρική καρδιά μπορεΐ ποτέ νά άποδιώξει τό πεινασμένο του παιδί πού τού ζητάει ψωμί. Θά μπορούσε κανείς νά τόν φαντασθεϊ ικανό νά περιπαίζει τό παιδί του, νά τό τυραννάει άνοίγοντας του τήν όρεξη, μόνο καί μόνο γιά νά τό άπογοητεύσει στό τέλος; Θά μπορούσε νά τού ύποσχεθει καλή, θρεπτική τροφή καί νά καταλήγει νά τού δώσει μιά πέτρα γιά φαγί; Θά μπορούσε λοιπόν ποτέ κανείς νά ύποτιμήσει τόν Θεό συμπεραίνοντας ότι Αύτός κωφεύει στίς παρακλήσεις τών παιδιών Του;
Άν λοιπόν σείς, μέ τήν περιωρισμένη καί άμαρτωλή άνθρώπινη φύση σας, “έξεύρετε νά δίδητε καλάς δόσεις εις τά τέκνα σας, πόσω μάλλον ό Πατήρ ό ούράνιος θέλει δώσει Πνεύμα Άγιον εις τούς αίτούντας παρ’ Αύτού;” (Λουκ. 11:13). Ό Αντιπρόσωπός Του, τό Πνεύμα δηλαδή τό Άγιο, είναι τό μεγαλύτερο δώρο. “Παν δώρημα άγαθόν” συμπεριλαμβάνεται μέσα σ’ αύτό. Ό ίδιος ό Δημιουργός δέν μπορεϊ νά μάς δωρήσει τίποτε τό άνώτερο, τίποτε τό καλύτερο. “Οταν εκλιπαρούμε τόν Θεό νά μάς λυπηθεί μέσ’ τή δυστυχία μας καί νά μάς καθοδηγήσει μέ τό Πνεύμα Του τό “Αγιο, δέν θά άπορρίψει ποτέ τίς προσευχές μας. Πιθανό ενας πατέρας νά στραφεί κάποτε άπό τό πεινασμένο του παιδί· άλλ’ ό Θεός δέν μπορεϊ ποτέ νά άπορρίψει τήν κραυγή τής ψυχής πού βρίσκεται σέ άνάγκη καί εκφράζει μιά μεγάλη επιθυμία. Μέ τί θαυμάσια τρυφερότητα περιγράφει τήν άγάπη Του! Γιά όσους σέ μέρες ζοφερές αισθάνονται ότι ό Θεός δέν ένδιαφέρεται γι’ αύτούς, νά ποιό μήνυμα τούς στέλνει ή Πατρική καρδιά: “Ή Σιών είπεν, ό Κύριος μέ έγκατέλιπε, καί ό Κύριός μου μέ έλησμόνησε. Δύναται γυνή νά λησμονήση τό θηλάζον βρέφος αύτής, ώστε νά μή έλεήση τό τέκνον τής κοιλίας αύτής; Αλλά καί άν αύται λησμονήσωσιν, Εγώ δμως δέν θέλω σέ λησμονήσει. Ιδού επί τών παλαμών Μου σέ έζωγράφισα.” (Ήσ. 49:14-16).
Κάθε ύπόσχεση μέσα στό λόγο τού Θεού μάς προσφέρει ποικίλα θέματα προσευχής καί σάν διαβεβαίωση μάς παρουσιάζει τόν φερέγγυο λόγο τού Κυρίου. Όποιαδήποτε πνευματική εύλογία χρειαζόμαστε, εχομε τό προνόμιο νά τή ζητήσομε μέσο τού Ιησού. Μπορούμε νά άναφέρομε στόν Θεό μέ τήν άπλότητα μικρού παιδιού τί άκριβώς μάς χρειάζεται. Μπορούμε νά Τού μιλήσομε γιά τίς πρόσκαιρες άνάγκες μας, γυρεύοντας ψωμί καί ρούχα, όπως άκριβώς κάνομε όταν Τού ζητούμε τό ψωμί τής ζωής καί τό ένδυμα τής δικαιοσύνης τού Χριστού. Ό ούράνιος Πατέρας μας τό ξέρει ότι έχομε άνάγκη άπ’ όλα αύτά καί μάς προσκαλεί νά τά ζητήσομε άπ’ Αύτόν. Ή κάθε χάρη πραγματοποιείται μέσο του ονόματος του Χριστού. Ό Θεός τιμάει τό όνομα αύτό καί εφοδιάζει κάθε χρεία σας μέ τόν πλούτο τής γενναιοδωρίας Του.
Μή λησμονείτε όμως ότι όταν έρχεσθε στόν Θεό σάν σέ πατέρα σας, άναγνωρίζετε τή σχέση σας πρός Αύτόν σάν παιδί Του. Δέν Τόν έμπιστεύεσθε μόνο γιά τήν άγαθότητά Του, άλλ’ ύποτάσεσθε κατά πάντα στό θέλημά Του, ξέροντας ότι ή άγάπη Του είναι άμετάβλητη. Έχετε παραχωρήσει τόν έαυτό σας στήν ύπηρεσία τού έργου Του. Σ’ αύτούς λοιπόν στούς όποίους συνέστησε νά ζητούν πρώτα τή βασιλεία τού Θεού καί τή δικαιοσύνη Του, ό Χριστός άπηύθυνε τήν ύπόσχεση, “Αιτείτε καί θέλετε λαμβάνει.” (Ίωάν. 16:24).
Τά δώρα Εκείνου ό Όποίος έχει όλη τή δύναμη στόν ούρανό καί στή γή βρίσκονται στή διάθεση τών παιδιών τού Θεού. Δώρα τόσο πολύτιμα πού μάς άπονέμονται σάν άποτέλεσμα τής άνυπολόγιστης θυσίας τού αίματος τού Λυτρωτή. Δώρα τέτοια πού ικανοποιούν τή σφοδρότερη επιθυμία τής ψυχής, δώρα πού διαρκούν μιά ολόκληρη αιωνιότητα, θά λάβουν καί θά άπολαύσουν όλοι όσοι έρχονται στόν Θεό σάν τά μικρά παιδιά. Θεωρήστε τίς ύποσχέσεις τού Θεού γιά δικές σας, ζητήστε τήν εκπλήρωσή τους άπ’ Αύτόν σάν λόγο δικό Του καί θά νοιώσετε τήν ολοκλήρωση τής χαράς.