“Λοιπόν πάντα όσα αν θέλητε νά κάμνωσιν εις εσάς οί άνθρωποι, ούτω καί σεις κάμνετε εις αύτούς”—ματθ. 7:12
Αφού μάς διαβεβαιώνει γιά τήν άγάπη τού Θεού πρός εμάς, ό Ιησούς μιλάει γιά τήν άγάπη πού επιβάλλεται νά έχομε ό ένας γιά τόν άλλον μέσα σέ μιά περιεκτική άρχή πού καλύπτει όλους τούς τομείς τών άνθρωπίνων σχέσεων.
Οί Ιουδαίοι νοιάζονταν πολύ γιά τήν άπολαβή. Ή μεγαλύτερη φροντίδα τους ήταν νά εξασφαλίσουν αύτό πού θεωρούσαν ότι δικαιωματικά τούς άνήκε σέ δύναμη, σέ σέβας καί σέ ύπηρεσία. Ό Χριστός όμως διδάσκει ότι δέν πρέπει νά σκοτιζόμαστε γιά τό τί θά λάβομε, άλλά γιά τό τί μπορούμε νά προσφέρομε. Ό κανόνας πού ρυθμίζει τίς υποχρεώσεις μας έναντι τών άλλων έγκειται σ’ αύτό πού εμείς οί ίδιοι θεωρούμε σάν ύποχρέωση τών άλλων άπέναντί μας.
Στίς σχέσεις σας μέ τούς συνανθρώπους σας, βάζετε τόν εαυτό σας στή θέση τή δική τους. Προσπαθήστε νά διεισδύσετε μέσα στίς δυσκολίες τους, στίς άπογοητεύσεις τους, στίς χαρές καί στίς λύπες τους. Συνταυτήστε τόν εαυτό σας μ’ αύτούς καί τότε φερθήτε τους όπως άκριβώς θά θέλατε νά σάς φερθούν εκείνοι, άν άλλάζατε τή θέση σας μ’ αύτούς. Αύτός είναι ό πραγματικός κανόνας τής εντιμότητας. Είναι μιά άλλη έκφραση τού νόμου, “Θέλεις άγαπά τόν πλησίον σου ώς σεαυτόν.” (Ματθ. 22:39). Αύτή είναι καί ή ούσία τής διδασκαλίας τών προφητών. Είναι μιά άρχή τού ούρανού πού επιβάλλεται νά καλλιεργηθεί άπ’ όλους εκείνους πού κρίνονται κατάλληλοι γιά τήν όσια συντροφιά Του.
Ό χρυσός κανόνας άποτελεΐ τήν άρχή τής πραγματικής άβροφροσύνης τής όποίας πιστό πρωτότυπο άποτελούσε ή ζωή καί ό χαρακτήρας τού Ιησού. Ώ, τί άκτίνες ομορφιάς καί άπαλότητας άντανακλούσαν καθημερινά άπ’ τή ζωή τού Σωτήρα μας! Τί γλυκύτητα ξεχύνονταν άπ’ τήν παρουσία Του καί μόνο! Τό ίδιο πνεύμα πρέπει νά έξωτερικεύουν καί τά παιδιά Του. Εκείνοι πού μέσα τους έχουν τόν Χριστό περιβάλλονται άπό μιά θεϊκή άτμόσφαιρα. Οί λευκές στολές τους τής άγνότητας άναδίδουν τό άρωμα τού κήπου τού Κυρίου. Τά πρόσωπά τους άντανακλούν τό φως Του φωτίζοντας τό μονοπάτι όπου κουρασμένα πόδια βαδίζουν καί σκοντάφτουν.
Κανένας πού ξέρει τί άποτελεϊ τό ιδανικό τού τέλειου χαρακτήρα είναι δυνατό νά άποτύχει νά έξωτερικεύει τή συμπάθεια καί τήν τρυφερότητα τού Χριστού. Ή επιρροή τής χάρης εκδηλώνεται μέ τό νά άπαλύνει τήν καρδιά, νά εξευγενίζει καί νά εξαγνίζει τά αισθήματα καί νά δημιουργεί μιά ούρανογέννητη λεπτότητα καί κοσμιότητα.
Άλλ’ ό χρυσός κανόνας έχει εύρύτερη άκόμη έννοια. Καθένας πού γίνεται οικονόμος “τής πολυειδούς χάριτος τού Θεού”, καλείται νά τή μεταδώσει στίς ψυχές πού βρίσκονται στό σκότος καί στήν άγνοια, όπως άκριβώς θά ήθελε νά τή μεταδώσουν οί άλλοι σ’ αύτόν άν βρίσκονταν στή θέση τους. Ό άπόστολος Παύλος είπε: “Χρεώστης είμαι πρός Έλληνάς τε καί βαρβάρους, σοφούς τε καί άσοφους.” (Ρωμ. 1:14). Γιά όλα όσα έχετε μάθει γιά τήν άγάπη τού Θεού καί έχετε δεχθεί άπό τά πλούσια δώρα τής χάρης Του περισσότερο άπό μιά χαμερπή καί εξαχρειωμένη ψυχή τού κόσμου, έχετε ύποχρέωση άπέναντι σ’ εκείνη τήν ψυχή νά τής μεταδώσετε άπό τά δώρα σας αύτά.
Τό ϊδιο καί μέ τά δώρα καί τ’ άγαθά ετούτης τής πρόσκαιρης ζωής. Ό,τιδήποτε έχετε στήν κατοχή σας πάνω άπ’ ό,τι έχουν οί συνάνθρωποί σας, σάς καθιστά χρεώστες άνάλογα μέ τή διαφορά, πρός τούς λιγότερο εύνουμένους τής ζωής αύτής. Άν έχομε πλούτη ή άπλώς άπολαβαίνομε μιά άνετη ζωή, τότε επιβαρυνόμαστε μέ τή σοβαρότατη ύποχρέωση νά φροντίζομε γιά τούς πτωχούς άρρώστους, γιά τή χήρα καί τό ορφανό, άκριβώς όπως θά θέλαμε νά φροντίσουν αύτοί γιά μάς άν οί όροι τής ζωής μας άντιστρέφονταν.
Ό χρυσός κανόνας διδάσκει κατ’ επίπτωση τήν ίδια αλήθεια πού διδάσκεται σ’ ενα άλλο σημείο τής επί τού Όρους Ομιλίας καί ή όποία λέγει ότι “μέ όποιον μέτρον μετρεϊτε θέλει άντιμετρηθή εις εσάς.” Ό,τιδήποτε κάνομε στούς άλλους, εϊτε καλό εϊτε κακό, θά μάς έπιστραφεϊ οπωσδήποτε μιά μέρα σέ μορφή εύλογίας ή κατάρας. Ό,τιδήποτε δίνομε θά τό πάρομε πίσω. Οί επίγειες εύλογίες τίς όποιες μοιραζόμαστε μέ τούς άλλους, είναι δυνατό, καί αύτό συχνά συμβαίνει, νά μάς άνταποδοθούν σέ είδος. Αύτό πού δίνομε, πολλές φορές μάς έπιστρέφεται σέ ώρα άνάγκης καί μάλιστα στό τετραπλάσιο. Άλλ’ εκτός άπ’ αύτό, άμοιβόμαστε γιά όλη μας τή γενναιοδωρία ήδη σ’ ετούτη τή ζωή μέ τήν περίσσια έκχυση τής άγάπης Του ή όποία άποτελεϊ τό συνάθροισμα τής δόξας τού ούρανού καί όλων τών θησαυρών του. Τό ϊδιο καί τό κακό πού κάνομε ξαναγυρίζει κι’ αύτό σ’ εμάς. Όποιος χωρίς νά πολυσκοτίζεται κατακρίνει ή άποθαρρύνει τούς άλλους, νωρίς ή άργά θά περάσει κι’ αύτός άπό τήν ίδια έπώδυνη πείρα άπό τήν όποία τούς άνάγκασε νά περάσουν. Καί τότε θά αισθανθεί τό τί ύπέφεραν εκείνοι εξ αιτίας τής σκληρής καί άσπλαχνης στάσης του.
Καί αύτό άκόμη είναι ένα επινόημα τής άγάπης τού Θεού πού άποβλέπει στό νά μάς κάνει νά άποστρεφόμαστε τόν εαυτό μας γιά τή σκληροκαρδία μας καί νά προσφέρομε τίς καρδιές μας κατοικητήριο στόν Χριστό. Έτσι λοιπόν καλό μπορεΐ νά προέλθει καί άπ’ τό κακό, καί αύτό πού άρχικά φαίνονταν σάν κατάρα, μπορεΐ νά καταλήξει σέ εύλογία.
Ό χρυσός κανόνας άποτελεϊ τόν ιδανικό, κανόνα τής Χριστιανωσύνης. Κάθε τι πού δέν έρχεται σέ σύγκριση μ’ αύτόν εξαπατά. Θρησκεία πού οδηγεί τούς άνθρώπους νά ύποτιμούν τούς όμοιους τους, τούς όποίους ό Χριστός έξετίμησε σέ σημείο πού νά θυσιασθεϊ γι’ αύτούς, θρησκεία πού μάς κάνει άδιάφορους έναντι τών ανθρωπίνων αναγκών, συμφορών καί δικαιωμάτων, είναι νόθα θρησκεία. Όταν καταφρονούμε τά δικαιώματα τών φτωχών, τών άναξιοπαθούντων καί τών δυστυχών άμαρτωλών, προδίδομε τόν Χριστό. Ό λόγος γιά τόν όποίο ό Χριστιανισμός άσκεΐ τόσο περιωρισμένη επιρροή στόν κόσμο είναι ότι αύτοί πού φέρουν τό όνομα τού Χριστού άρνούνται μέ τόν τρόπο της ζωής τους τόν χαρακτήρα τού Χριστού. Όλα αύτά έχουν γιά επιπλοκή νά βλασφημεϊται τό όνομα τού Κυρίου.
Γιά τήν άποστολική εκκλησία, κατά τίς λαμπρές εκείνες μέρες όταν ή δόξα τού άναστημένου Σωτήρα άκτινοβολούσε πάνω στούς Χριστιανούς, άναφέρεται ότι Όύδέ εις ελεγεν ότι είναι εαυτού τι εκ τών ύπαρχόντων αύτού.” “Ούδέ ητο τις μεταξύ αύτών ενδεής.” “Καί μετά δυνάμεως μεγάλης άπέδιδον οί άπόστολοι τήν μαρτυρίαν τής άναστάσεως τού Κυρίου Ιησού· καί χάρις μεγάλη ήτο επί πάντας αύτούς.” “Καί καθ’ ήμέραν έμμένοντες όμοθυμαδόν έν τω ίερώ καί κόπτοντες τόν άρτον κατ’ οίκους, μετελάμβανον τήν τροφήν έν άγαλλιάσει καί άπλότητι καρδίας, δοξολογούντες τόν Θεόν καί εύρίσκοντες χάριν ενώπιον όλου τού λαού. Ό δέ Κύριος προσέθετε καθ’ ήμέραν εις τήν εκκλησίαν τούς σωζομένους.” (Πράξ. 4:32,34,33, 2:46-47).
Μπορειτε νά άνατρέξετε γή καί ούρανό, άλλά δυναμικότερη άλήθεια δέν θά άνακαλύψετε ποτέ άπ’ αύτή πού έξωτερικεύεται μέ έργα εύσπλαχνίας γιά κείνους πού χρειάζονται τή συμπάθεια καί τή βοήθειά μας. Αύτή τήν άλήθεια έξωτερικεύει ό Χριστός. Όταν αύτοί πού φέρουν τό όνομα τού Χριστού εφαρμόσουν τίς άρχές τού χρυσού κανόνα, ή ϊδια τών άποστολικών χρόνων δύναμη θά συνοδεύσει καί πάλι τό κήρυγμα τού εύαγγελίου.