“Όταν προσεύχησθε μη βατολογήσητε ώς οί εθνικοί”—ματθ. 6:7 - Point of view

Εν τάχει

“Όταν προσεύχησθε μη βατολογήσητε ώς οί εθνικοί”—ματθ. 6:7



“Όταν προσεύχησθε μη βατολογήσητε ώς οί εθνικοί”—ματθ. 6:7

Οί εθνικοί θεωρούσαν ότι οί προσευχές τους περιείχαν καθεαυτές έξιλεωτική άξία γιά τήν άμαρτία. Γι’ αυτό καί πίστευαν ότι όσο μακροσκελέστερη ή προσευχή, τόσο μεγαλύτερη ή άξία της. Άν κατόρθωναν νά έξαγιασθοϋν μέ τίς δικές τους τίς προσπάθειες, τότε θά είχαν κάτι τό άτομικό πού νά τούς προξενεί χαρά, κάποια βάση γιά νά αισθάνονται περήφανοι. Αύτή ή ιδέα γιά τήν προσευχή είναι μιά έμπρακτη εξωτερίκευση τής άρχής τής αύτοεξιλέωσης πού έχουν γιά βάση τους όλα τά συστήματα τής άπατηλής θρησκείας. Οί Φαρισαίοι είχαν υιοθετήσει τήν είδωλολατρική αύτή άντίληψη γιά τήν προσευχή πού ούτε καί στίς μέρες μας λείπει, άκόμη καί μεταξύ αύτών τών λεγομένων Χριστιανών. Ή επανάληψη αποστηθισμένων, συνηθισμένων φράσεων, χωρίς ή καρδιά νά νοιώθει τήν άνάγκη του Θεού, άνήκει στήν ϊδια μοίρα μέ τά “βαττολογήματα” τών εθνικών.
Ή προσευχή δέν είναι ό εξιλασμός άπό τήν άμαρτία. Αύτή καθεαυτή δέν κατέχει καμιά ιδιαίτερη άξία ή άποτελεσματικότητα. Όλα μαζί τά ρητορικά λόγια πού μπορούμε νά προφέρομε δέν ίσοδυναμοϋν ούτε μέ μία έξ’αγιαστική επιθυμία. Οί πιό εύγλωττες προσευχές δέν άποτελοϋν παρά κούφια λόγια όταν δέν εκφράζουν τά πραγματικά αισθήματα τής καρδιάς. Άλλ’ ή προσευχή πού προέρχεται άπό μιά ειλικρινή καρδιά, καί πού εκφράζει τίς γνήσιες άνάγκες τής ψυχής—όπως άκριβώς όταν ζητούμε μιά χάρη άπό ένα φίλο καί ξέρομε ότι θά μάς την κάνει—αύτή είναι ή προσευχή της πίστης. Ό Θεός δεν θέλει τίς εθιμοτυπικές φιλοφρονήσεις μας. Άλλ’ ή άνέκφραστη κραυγή τής συντριμμένης καρδιάς πού συναισθάνεται τήν άμαρτωλότητά της καί τήν ολοσχερή της άνημπόρια φθάνει μέχρι τόν Πατέρα τού άπειρου ελέους.



Επί του Όρους Ομιλία

Στη βουνοπλαγιά

“Και άνοίξας τό στόμα αύτού έδίδασκεν αυτούς λέγων, μακάριοι οί πτωχοί τώ πνεύματι· διότι αύτών είναι ή βασιλεία τών ούρανών”—ματθ. 5:2-3

“Μακάριοι οί πενθούντες· διότι αυτοί θέλουσι παρηγορηθεί”—ματθ. 5:4

“Μακάριοι οί πραείς”—ματθ. 5:5

“Μακάριοι οί πεινώντες καί διψώντες τήν δικαιοσύνην διότι αυτοί θέλουσι χορτασθεί”—ματθ. 5:6

“Μακάριοι οί έλεήμονες· διότι αύτοί θέλουσιν έλεηθή”—ματθ. 5:7

“Μακάριοι οί καθαροί τήν καρδίαν· διότι αύτοί θέλουσιν ίδεί τόν θεόν”—ματθ. 5:8

“Μακάριοι οί είρηνοποιοί· διότι αύτοί θέλουσιν όνομασθή υιοί θεού”—ματθ. 5:9

“Μακάριοι οί δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης· διότι αυτών είναι ή βασιλεία των ουρανών”—ματθ. 5:10

“Μακάριοι είσθε όταν σάς όνειδίσωσι”—ματθ. 5:11

“Σείς είσθε το άλας της γης”—ματθ. 5:13

“Σείς είσθε τό φως του κόσμου”—ματθ. 5:14

“Δέν ήλθον νά καταλύσω, άλλά νά εκπληρώσω”—ματθ. 5:17

“Όστις λοιπόν αθέτηση μίαν τών εντολών τούτων τών ελάχιστων, καί διδάξη ούτω τούς άνθρώπσυς, ελάχιστος θέλει όνομασθή εν τη βασιλεία τών ουρανών”—ματθ. 5:19

“Έάν μή περισσεύσω ή δικαιοσύνη σας πλειότερον της τών γραμματέων καί φαρισαίων, δέν θέλετε εισέλθει εις τήν βασιλείαν τών ουρανών”—ματθ. 5:20

“Πας ό όργιζόμενος άναιτίως κατά του άδελφού αύτού, θέλει είσθαι ένοχος εις τήν κρίσιν”—ματθ. 5:22

“Φιλιώθητι μέ τόν αδελφόν σου”—ματθ. 5:24

“Πας ό βλέπων γυναίκα, διά νά επιθυμήσει αυτήν, ήδη έμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αύτού”—ματθ. 5:28

“Έάν ή δεξιά σου χειρ σέ σκανδαλίζει έκκοψον αύτήν”—ματθ. 5:30

“Συγχωρείται εις τόν άνθρωπον νά χωρισθεί τήν γυναίκα αύτού”—ματθ. 19:3

“Μή όμόσητε μηδόλως”—ματθ. 5:34

“Μή άντισταθήτε πρός τόν πονηρόν άλλ’ όστις σέ ραπίση εις τήν δεξιάν σου σιαγόνα στρέψον εις αύτόν καί τήν άλλην”—ματθ. 5:39

“Αγαπάτε τούς εχθρούς σας”—ματθ. 5:44

“Έστε λοιπόν σεις τέλειοι, καθώς ό πατήρ σας ό εν τοϊς ούρανοΐς είναι τέλειος”—ματθ. 5:48

“Προσέχετε νά μή κάμνητε την ελεημοσύνην σας έμπροσθεν των άνθρώπων, διά νά βλέπησθε ύπ’ αυτών”—ματθ. 6:1

“Όταν προσεύχησαι μη έσο ώς οί ύποκριταί”—ματθ. 6:5

“Όταν προσεύχησθε μη βατολογήσητε ώς οί εθνικοί”—ματθ. 6:7

“Όταν νηστεύητε μή γίνεσθε ώς οί ύποκριταί”—ματθ. 6:16

“Μή θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς επί της γης”—ματθ. 6:19

“Έάν ό οφθαλμός σου ήναι καθαρός, όλον τό σώμα σου θέλει είσθαι φωτεινόν”—ματθ. 6:22

Όύδείς δύναται δύο κυρίους νά δουλεύη”—ματθ. 6:24

“Μή μεριμνάτε”—ματθ. 6:25

“Ζητείτε πρώτον τήν βασιλείαν του θεού”—ματθ. 6:33

“Μή μεριμνήσητε λοιπόν περί τής αύριον... άρκετόν είναι εις τήν ήμεραν τό κακόν αυτής”—ματθ. 6:34

“Ούτω λοιπόν προσεύχεσθε σείς”—ματθ. 6:9

“Όταν προσεύχησθε λέγετε, πάτερ ημών”—λουκ. 11:2

“Άγιασθήτω τό όνομά σου”—ματθ. 6:9

“Έλθέτω ή βασιλεία σου”—ματθ. 6:10

“Γενηθήτω το θέλημά σου, ώς έν ούρανώ καί επί της γης”—ματθ. 6:10

“Τόν άρτον ήμών τόν έπιούσιον δός εις ήμάς σήμερον”—ματθ. 6:11

“Συγχώρησον εις ημάς τάς άμαρτίας ημών διότι καί ημείς συγχωρούμεν εις πάντα άμαρτάνοντα εις ημάς”—λουκ. 11:4

“Μή φέρης ήμάς εις πειρασμόν, άλλά έλευθέρωσον ήμάς άπό τού πονηρού”—ματθ. 6:13

“Σου είναι ή βασιλεία καί ή δύναμις καί ή δόξα”—ματθ. 6:13

“Μή κρίνετε, διά νά μή κριθήτε”—ματθ. 7:1

“Διατί βλέπεις τό ξυλάριον τό εν τω όφθαλμώ του άδελφοΰ σου”—ματθ. 7:3

“Μή δώσητε τό άγιον εις τούς κύνας”—ματθ. 7:6

“Αιτείτε καί θέλει σάς δοθή· ζητείτε καί θέλετε εύρεϊ· κρούετε καί θέλει σάς άνοιχθη”—ματθ. 7:7

“Λοιπόν πάντα όσα αν θέλητε νά κάμνωσιν εις εσάς οί άνθρωποι, ούτω καί σεις κάμνετε εις αύτούς”—ματθ. 7:12

“Στενή είναι ή πύλη καί τεθλιμμένη ή όδός ή φέρουσα εις τήν ζωήν”—ματθ. 7:14

“Άγωνίζεσθε νά είσέλθητε διά τής στενής πύλης”—λουκ. 13:24

“Δέν έπεσε· διότι ήτο τεθεμελιωμένη επί τήν πέτραν”—ματθ. 7:25

Pages