“Συγχώρησον εις ημάς τάς άμαρτίας ημών διότι καί ημείς συγχωρούμεν εις πάντα άμαρτάνοντα εις ημάς”—λουκ. 11:4
Ό Ιησούς διδάσκει ότι τότε μόνο ό Θεός μάς συγχωρεϊ, όταν εμείς συγχωρούμε τούς άλλους. Ή αγάπη τού Θεού είναι εκείνη πού μάς ελκει κοντά Του καί ή άγάπη αύτή δέν μπορεΐ νά έγγίσει τίς καρδιές μας χωρίς νά γεννήσει μέσα μας τήν άγάπη γιά τούς άδελφούς μας.
Τελειώνοντας τήν Κυριακή προσευχή ό Χριστός πρόσθεσε: “Εάν συγχωρήσητε εις τούς άνθρώπους τά πταίσματα αύτών, θέλει συγχωρήσει καί εις εσάς ό Πατήρ σας ό ούράνιος. Εάν δμως δέν συγχωρήσητε εις τούς άνθρώπους τά πταίσματα αύτών, ούδέ ό Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τά πταίσματά σας.” (Ματθ. 6:14-15). Όποιος δέν συγχωρεϊ άποχωρίζεται άπ’ τό μοναδικό κανάλι άπ’ όπου μπορεΐ νά δεχθεί τήν εύσπλαχνία τού Θεού. Δέν πρέπει νά σκεπτόμαστε πώς άν αύτοί πού μάς έβλαψαν δέν θά ομολογήσουν τό σφάλμα τους, έχομε τό δικαίωμα νά μή τούς συγχωρήσομε. Ασφαλώς έχουν τό χρέος νά ταπεινώσουν τίς καρδιές τους μέ τή μεταμέλεια και τήν εξομολόγηση. Άλλ’ εϊχε ομολογούν τά λάθη τους εϊχε όχι, εμείς όφείλομε νά έξωτερικεύομε φιλεύσπλαχνα αισθήματα γι’ αύτούς πού άμάρτησαν απέναντι μας. Όσο βαθειά καί αν μάς έχουν πληγώσει, δέν πρέπει νά εξακολουθούμε νά θλιβόμαστε γιά τό κακό πού μάς έκαναν, ούτε νά μεμψιμοιρούμε συνεχώς γιά τίς προσωπικές άδικίες πού μάς έγιναν. Άλλ’ όπως περιμένομε νά συγχωρεθούμε γιά τά άμαρτήματά μας έναντι τού Θεού, έτσι πρέπει νά συγχωρούμε καί αύτούς πού μάς έβλαψαν.
Ή συγχώρεση όμως έχει εύρύτερη άκόμη έννοια άπ’ ό,τι πολλοί φαντάζονται. Όταν ό Θεός ύπόσχεται ότι “θέλει συγχωρήσει άφθόνως”, προσθέτει μετά, σάν νά ή έννοια τής ύπόσχεσης αύτής ξεπερνούσε τά όρια τής νοημοσύνης μας: “Αί βουλαί Μου δέν είναι βουλαί ύμών, ούδέ αί όδοί ύμών αί όδοί Μου, λέγει Κύριος. Άλλ’ όσον είναι ύψηλοί οί ούρανοί από τής γής, ούτως αί όδοί Μου είναι ύψηλότεροι τών όδών ύμών, καί αί βουλαί Μου τών βουλών ύμών.” (Ήσ. 55:7-9). Ή συγνώμη τού Θεού δέν είναι άπλώς μιά νομική πράξη πού μάς ελευθερώνει άπό τήν καταδίκη. Δέν είναι μόνο ή συγχώρηση γιά τήν άμαρτία, άλλ’ είναι επίσης ή απελευθέρωση άπό τήν άμαρτία. Τό ξεχείλισμα αύτό τής άπολυτρωτικής άγάπης μεταπλάθει τήν καρδιά. Ό Δαβίδ είχε καταλάβει καλά τήν πραγματική έννοια τής συγχώρησης δταν προσεύχονταν: “Καρδίαν καθαράν κτίσον έν έμοί, Θεέ· καί πνεύμα εύθές άνανέωσον εντός μου.” (Ψαλμ. 51:10). Καί άλλού πάλι λέγει: “Όσον άπέχει ή άνατολή άπό τής δύσεως, τόσον έμάκρυνεν άφ’ ήμών τάς άνομίας ήμών.” (Ψαλμ. 103:12).
Προσφέροντας τόν Χριστό, ό Θεός πρόσφερε τόν εαυτό Του γιά τίς άμαρτίες μας. Ύπέστη τόν σκληρό σταυρικό θάνατο, φορτίσθηκε τήν ένοχή μας, “ό δίκαιος ύπέρ τών άδικων”, γιά νά μάς άποκαλύψει τήν άγάπη Του καί νά μάς έλκύσει κοντά Του. Καί μάς λέγει: “Γίνεσθε εις άλλήλους χρηστοί, εύσπλαχνοι, συγχωρούντες άλλήλους, καθώς ό Θεός συνεχώρησεν εσάς διά του Χριστού.” (Έφεσ. 4:32). Επιτρέψετε στόν Χριστό, τή Θεϊκή Ζωή, νά κατοικήσει μέσα σας, καί χρησιμοποιώντας σας, νά άποκαλύψει τήν ούρανογέννητη εκείνη άγάπη πού εμπνέει τήν εμπιστοσύνη στούς άπελπισμένους καί φέρει τή γαλήνη τού ούρανοϋ στήν κατατρυχόμενη άπό τήν άμαρτία καρδιά. Ό πρώτος όρος γιά νά μπορέσομε νά πλησιάσομε τόν Θεό είναι ότι δεχόμενοι τήν εύσπλαχνία Του, παραχωρούμε ταυτόχρονα τόν έαυτό μας γιά νά άποκαλύπτομε τή χάρη Του στούς άλλους.
Πρίν μπορέσομε νά δεχθούμε καί νά μεταδώσομε στούς άλλους τή συγχωρητική άγάπη του Θεού, είναι άπαραίτητο νά γνωρίσομε καί νά πιστέψομε στήν άγάπη τήν όποία Αύτός τρέφει γιά μάς. (Α’ Ίωάν. 4:16). Ό Σατανάς μετέρχεται κάθε άπάτη πού μπορεϊ νά σοφισθεΐ γιά νά μάς εμποδίσει νά διακρίνομε τήν άγάπη αύτή. Θέλει νά μάς κάνει νά πιστεύομε ότι τά λάθη καί οί παραβάσεις μας έχουν τόσο πολύ προσβάλει τόν Θεό, ώστε είναι άδύνατο νά δώσει προσοχή στίς προσευχές μας, καί οϋτε νά μάς εύλογήσει μπορεϊ, οϋτε νά μάς σώσει. Δέν βλέπομε στόν έαυτό μας τίποτε άλλο παρά άδυναμίες, τίποτε πού νά μάς συστήσει στόν Θεό. Καί ό Σατανάς μάς λέγει ότι ή προσπάθεια εΓναι άσκοπη· ότι δέν ύπάρχει γιατρειά γιά τά ελαττώματα του χαρακτήρα μας. Ενώ εμείς προσπαθούμε νά πλησιάσομε τόν Θεό, ό εχθρός μάς ψιθυρίζει: Δέν άξίζει τόν κόπο νά προσεύχεσαι. Δέν διέπραξες τούτο η εκείνο τό σφάλμα; Δέν άμάρτησες εναντίον τού Θεού καί παραβίασες τή συνείδησή σου; Άλλ’ ή άπάντηση πού μπορούμε νά δώσομε στόν εχθρό είναι ότι “τό αίμα του Ίησοϋ Χριστού του Υίοϋ Αύτού καθαρίζει ήμάς άπό πάσης αμαρτίας.” (Α’ Ίωάν. 1:7). Όταν αισθανόμαστε ότι άμαρτήσαμε καί ότι δέν μπορούμε νά προσευχηθούμε, τότε άκριβώς είναι ή ώρα πού πρέπει νά προσευχηθούμε. Μπορεΐ νά νοιώθομε ντροπιασμένοι καί ταπεινωμένοι, άλλ’ εκείνο πού μάς χρειάζεται είναι νά προσευχόμαστε καί νά πιστεύομε. “Πιστός ό λόγος καί πάσης άποδοχης άξιος, ότι ό Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τόν κόσμον διά νά σώσει τούς άμαρτωλούς, τών όποίων πρώτος είμαι εγώ.” (Α’ Τιμ. 1:15). Ή συγχώρηση, ή συμφιλίωση μέ τόν Θεό, δέν μάς χορηγείται σάν άνταμοιβή τών πράξεών μας η σάν άναγνώριση κάποιας άξίας πού φέρομε, άμαρτωλοί άνθρωποι καθώς είμαστε, άλλ’ είναι δώρο τό όποιο μάς προσφέρεται καί τό όποιο βασίζεται στην άψογη δικαιοσύνη τού Χριστού.
Δέν πρέπει νά προσπαθούμε νά μετριάσομε τήν ένοχή μας προβάλλοντας δικαιολογίες γιά τήν άμαρτία. Πρέπει νά δούμε τήν άμαρτία έτσι άκριβώς όπως τήν ύπολογίζει ό Θεός- καί ό υπολογισμός αύτός είναι πράγματι πολύ βαρύς. Μόνο ή θυσία τού Γολγοθά μπορεΐ νά άποκαλύψει τό τεράστιο βάρος τής άμαρτίας. Άν ήταν νά σηκώσομε μόνοι μας τήν ένοχή μας, θά είχαμε συντρίβει κάτω άπ’ τό βάρος της. Αλλά τή θέση μας τήν πήρε ένας Αναμάρτητος, ό Όποίος χωρίς νά φταίξει σε τίποτε φορτίσθηκε τίς άνομίες μας. “Εάν όμολογώμεν τάς άμαρτίας ήμών,” ό Θεός “είναι πιστός καί δίκαιος, ώστε νά συγχωρήσει εις ήμάς τάς άμαρτίας καί καθαρίση ήμάς άπό πάσης άδικίας.” (Α’ Ίωάν. 1:9). Δοξασμένη άλήθεια! Δίκαιος έναντι τού νόμου Του καί παράλληλλα δικαιώνοντας καί όλους όσους πιστεύουν στόν ‘Ιησού. “Τίς Θεός δμοιός Σου, συγχωρών άνομίαν καί παραβλέπων τήν παράβασιν τού ύπολοίπου τής κληρονομιάς Αύτού; Δέν φυλάττει τήν οργήν Αύτού διά παντός, διότι Αύτός άρέσκεται εις τό έλεος.” (Μιχ. 7:18).