…«Παλιά υπήρχε ένα μόνο στυλ στα τζιν. Τα αγόραζες και εφάρμοζαν χάλια. Αν τα φόραγες πολύ καιρό και τα έπλενες κάθε λίγο και λιγάκι, σιγά σιγά άρχιζες να τα νιώθεις καλά πάνω σου. Όταν, λοιπόν, πήγα ν’ αγοράσω καινούργιο τζιν ύστερα από πολλά χρόνια, λέω στον πωλητή: “Χρειάζομαι ένα παντελόνι τζιν. Το μέγεθός μου είναι αυτό”. Και εκείνος με ρωτάει: “Το θέλετε εφαρμοστό, άνετο ή χαλαρό; Το θέλετε με κουμπιά ή με φερμουάρ; Πετροπλυμένο ή ξεβαμμένο; Ταλαιπωρημένο, ίσως; Φαρδύ απ’ το γόνατο και κάτω ή στενό, μπλα μπλα μπλα…” Και συνέχιζε… Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Και όταν συνήλθα, λέω: “Θέλω εκείνο το στυλ που υπήρχε όταν υπήρχε μόνο ένα στυλ”. Δεν είχε ιδέα για τι πράγμα μιλούσα. Πέρασα λοιπόν μία ώρα να δοκιμάζω όλα εκείνα τα διαολεμένα παντελόνια μέχρι που έφυγα απ’ το κατάστημα με το πιο βολικό παντελόνι που είχα φορέσει ποτέ· η αλήθεια να λέγεται. Όλες εκείνες οι επιλογές με βοήθησαν να διαλέξω καλύτερα. Αλλά αισθάνθηκα χειρότερα. Γιατί; Έγραψα ολόκληρο βιβλίο («Το παράδοξο της επιλογής» Μπάρι Σουάρτζ, καθηγητής Ψυχολογίας) για να εξηγήσω στον εαυτό μου το γιατί. Ο λόγος που ένιωσα χειρότερα είναι ότι με όλες αυτές τις εναλλακτικές που είχα, οι προσδοκίες μου για το πόσο καλό μπορεί να είναι ένα τζιν απογειώθηκαν. Πριν είχα λιγότερες προσδοκίες. Δεν περίμενα τίποτα ιδιαίτερο όταν υπήρχε μόνο ένα στυλ. Αλλά όταν εμφανίστηκαν 100 στυλ, ένα απ’ όλα θα έπρεπε να ήταν το τέλειο. Αυτό που αγόρασα ήταν καλό, αλλά δεν ήταν το τέλειο. Έτσι, λοιπόν, συνέκρινα αυτό που αγόρασα μ’ αυτό που περίμενα, κι αυτό που αγόρασα ήταν κατώτερο σε σχέση μ’ αυτό που περίμενα. Το να προσθέτει κανείς εναλλακτικές στη ζωή του δεν μπορεί παρά να αυξάνει τις προσδοκίες του σχετικά με το πόσο καλές θα είναι αυτές οι εναλλακτικές. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει μείωση της ικανοποίησης από τα αποτελέσματα, ακόμα κι όταν αυτά είναι θετικά αποτελέσματα» (Barry Schwartz, «The Paradox of Choice», ομιλία στο TedGlobal 2005, μτφρ. Παναγιώτης Παπουτσής, Δήμητρα Παπαγεωργίου).
…«Παλιά υπήρχε ένα μόνο στυλ στα τζιν. Τα αγόραζες και εφάρμοζαν χάλια. Αν τα φόραγες πολύ καιρό και τα έπλενες κάθε λίγο και λιγάκι, σιγά σιγά άρχιζες να τα νιώθεις καλά πάνω σου. Όταν, λοιπόν, πήγα ν’ αγοράσω καινούργιο τζιν ύστερα από πολλά χρόνια, λέω στον πωλητή: “Χρειάζομαι ένα παντελόνι τζιν. Το μέγεθός μου είναι αυτό”. Και εκείνος με ρωτάει: “Το θέλετε εφαρμοστό, άνετο ή χαλαρό; Το θέλετε με κουμπιά ή με φερμουάρ; Πετροπλυμένο ή ξεβαμμένο; Ταλαιπωρημένο, ίσως; Φαρδύ απ’ το γόνατο και κάτω ή στενό, μπλα μπλα μπλα…” Και συνέχιζε… Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Και όταν συνήλθα, λέω: “Θέλω εκείνο το στυλ που υπήρχε όταν υπήρχε μόνο ένα στυλ”. Δεν είχε ιδέα για τι πράγμα μιλούσα. Πέρασα λοιπόν μία ώρα να δοκιμάζω όλα εκείνα τα διαολεμένα παντελόνια μέχρι που έφυγα απ’ το κατάστημα με το πιο βολικό παντελόνι που είχα φορέσει ποτέ· η αλήθεια να λέγεται. Όλες εκείνες οι επιλογές με βοήθησαν να διαλέξω καλύτερα. Αλλά αισθάνθηκα χειρότερα. Γιατί; Έγραψα ολόκληρο βιβλίο («Το παράδοξο της επιλογής» Μπάρι Σουάρτζ, καθηγητής Ψυχολογίας) για να εξηγήσω στον εαυτό μου το γιατί. Ο λόγος που ένιωσα χειρότερα είναι ότι με όλες αυτές τις εναλλακτικές που είχα, οι προσδοκίες μου για το πόσο καλό μπορεί να είναι ένα τζιν απογειώθηκαν. Πριν είχα λιγότερες προσδοκίες. Δεν περίμενα τίποτα ιδιαίτερο όταν υπήρχε μόνο ένα στυλ. Αλλά όταν εμφανίστηκαν 100 στυλ, ένα απ’ όλα θα έπρεπε να ήταν το τέλειο. Αυτό που αγόρασα ήταν καλό, αλλά δεν ήταν το τέλειο. Έτσι, λοιπόν, συνέκρινα αυτό που αγόρασα μ’ αυτό που περίμενα, κι αυτό που αγόρασα ήταν κατώτερο σε σχέση μ’ αυτό που περίμενα. Το να προσθέτει κανείς εναλλακτικές στη ζωή του δεν μπορεί παρά να αυξάνει τις προσδοκίες του σχετικά με το πόσο καλές θα είναι αυτές οι εναλλακτικές. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει μείωση της ικανοποίησης από τα αποτελέσματα, ακόμα κι όταν αυτά είναι θετικά αποτελέσματα» (Barry Schwartz, «The Paradox of Choice», ομιλία στο TedGlobal 2005, μτφρ. Παναγιώτης Παπουτσής, Δήμητρα Παπαγεωργίου).