«Χαίρετε!» να χαρείτε κι αν μιλάτε κι Ελληνικά ακόμη πιο καλά - Point of view

Εν τάχει

«Χαίρετε!» να χαρείτε κι αν μιλάτε κι Ελληνικά ακόμη πιο καλά



Στην παλιά ελληνική ταινία Η Βίλλα των Οργίων , ο υποψήφιος βουλευτής Ζάβαλος (Λάμπρος Κωσταντάρας) συλλαμβάνεται εν αδαμιαία περιβολή με την ερωμένη του στη βίλλα της μαντάμ Δόμνας (Μιράντα Μυράτ), η οποία παρέχει υπηρεσίες «διευκόλυνσης αλλότριας ακολασίας» σε κυρίους της υψηλής κοινωνίας. Ακολουθεί ο διάλογος της «μαντάμ» με τον αστυνομικό διοικητή (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) :

Δ. Παπαγιαννόπουλος:
 Του λόγου σου, ποια είσαι;

Μ. Μυράτ: Του ναυάρχου.

Δ. Παπαγιαννόπουλος: Ποιανού ναυάρχου;

Μ. Μυράτ: Του ναυάρχου Τσαχτσαρίδη, αν έχετε ακουστά.

Δ. Παπαγιαννόπουλος: Α, μάλιστα. Για μπες μέσα και περίμενε. Μ’ εσένα έχουμε πολλά να πούμε.

Μ. Μυράτ: Πολλά; Ωχ, Θεέ μου κι είμαι καλεσμένη σε κάποια δεξίωση. Πόσο λέτε ν’ αργήσω;

Δ. Παπαγιαννόπουλος: Κανά δυο χρονάκια!

Μ. Μυράτ: Πόσο είπατε;

Δ. Παπαγιαννόπουλος: Βρε, μπες μέσα και περίμενε, που θα σου δώσουμε κι εξηγήσεις!

Μ. Μυράτ: Καλά, καλά, πηγαίνω. Αλλά να χαρείτε, μιλάτε μου στον πληθυντικό, θα με υποχρεώσετε.

Η ατάκα έμεινε στην ιστορία σαν καρικατούρα έωλου καθωσπρεπισμού μιας ξεπεσμένης, εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσας.

Πού το θυμηθήκαμε;

Υπάρχουν κάποιες λέξεις και φράσεις που για κάποιο λόγο τις λέμε λάθος. Παρότι το άρθρο δεν είναι οδηγός γραμματικής σε καμία περίπτωση, σκεφτήκαμε να δούμε ποιες από αυτές χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας και πώς λέγονται και γράφονται σωστά:
«Χαίρετε!» 
Είναι ευχή. Δηλαδή να χαίρεστε! Γράφεται με έψιλον και όχι «χαίρεται» (ό,τι θυμάται).
«Κύριε/κυρία/Δεσποινίς»
Προσφωνούμε πάντα κύριο και κυρία κάποιον που δεν γνωρίζουμε και τον ζητάμε πάντα σαν κύριο ή κυρία στο τηλέφωνο σε τρίτους ακόμα κι αν είναι κολλητός μας και παίζουμε μαζί σφαλιάρες. Το «δώσε μου το Μανώλη λιγάκι» όταν τηλεφωνούμε στην δουλειά του δεν δείχνει οικειότητα, αλλά αγένεια.
Επίσης δεσποινίδες λέμε μόνο τα κορίτσια από 16 χρονών και κάτω. Όχι για τον λόγο που βάζει το βρώμικο μυαλό σας, αλλά επειδή από 17 χρονών και πάνω όλες οι γυναίκες αποκαλούνται (και είναι) κυρίες.
Αντιθέτως, δεν αποκαλούμε ποτέ κύριο τον εαυτό μας!
Λέμε: «Είμαι ο Γιώργος Νταλάρας» και όχι «είμαι ο κύριος Νταλάρας» (γιατί όλο και κάποιος θα βρεθεί να μας πει «Δε μας χ… ρε Νταλάρα»).
Τέλος, δεν αποκαλούμε ποτέ κύριο κάποιον που έχει φύγει από τη ζωή γιατί έχει πάψει να είναι κύριος του εαυτού του.
«Με γεια!»
Ευχή. Δύο λέξεις. Με υγεία και όχι μεγιά (που δεν ξέρω τι θα πει…)
«Εξ απαλών ονύχων»
Το χρησιμοποιούμε λανθασμένα όταν θέλουμε να πούμε ότι κάτι έγινε ή το γνωρίζουμε πολύ επιδερμικά, ξώφαλτσα. Όμως σημαίνει ακριβώς το αντίθετο! Σημαίνει «από τότε που ήμουν μωρό και τα νύχια μου ήταν μαλακά, απαλά» δηλαδή από πάντα, και δείχνει την εξοικείωση με κάτι. Είναι συνώνυμο του "παιδιόθεν" (από παιδί). Αν σας ζορίζει να το θυμάστε, αντικαταστήστε το με το «Σε τα μας τώρα?» Και μια και είπαμε «παιδιόθεν»:
«-θεν»
Όλα αυτά τα επιρρήματα με κατάληξη «θεν» λέγονται σκέτα! Το «θεν» δείχνει κατεύθυνση και σημαίνει "από". Ετσι είναι πλεονασμός να ξαναβάζουμε το "από". Δεν λέμε από ανέκαθεν, απλά ανέκαθεν. Ομοίως, λέμε «έμπροσθεν», «όπισθεν», «άνωθεν», «κάτωθεν», «έξωθεν», «δεξιόθεν», «εκατέρωθεν», «πόθεν», «μακρόθεν» αλλά, προσοχή, δεν υπάρχει κοντόθεν! Εκείαν δεν θέλουμε να πούμε «από κοντά» μπορούμε να κοτσάρουμε το «εκ του σύνεγγυς».Επισημότητες!
«Ελαφρά τη καρδία»
Δηλαδή με ανάλαφρη καρδιά, άνετα, χωρίς να το πολυσκεφτώ. Τσιριμπίμ, τσιριμπόμ. (Μπορείτε να το χρησιμοποιείτε εκεί που θα βάζατε λανθασμένα το «εξ απαλών ονύχων!»)
«Αβρόχοις ποσί»
Χωρίς να βρέξω τα πόδια μου. Ο λαός μας λέει «αν δε βρέξεις κώλο ψάρι δεν τρως» που σημαίνει ότι πρέπει να εμβαθύνεις σε μια δουλειά για να έχεις αποτέλεσμα και όχι να την κάνεις επιδερμικά.
«Άνοιξε τον Ασκό του Αιόλου»
Το ακούμε συχνά λανθασμένα από τους τηλεπαρουσιαστές, οι οποίοι λένε “τους ασκούς τους Αιόλου”. Ο ασκός του Αιόλου σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν ΕΝΑ σακκούλι από δέρμα ζώου, που ο Αίολος, ο θεός των ανέμων είχε φυλακίσει μέσα όλους τους αέρηδες. Συνεπώς είναι λάθος να λέμε «άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου» γιατί ήταν μόνο ένα. Οπως και το κουτί της Πανδώρας.
«Υπέρ το δέον»
Και όχι υπέρ του δέοντος! Είναι το δέον (αυτό που πρέπει να γίνει) και κάνουμε κάτι, παραπάνω κι από αυτό.
«Ον ου τύπτει λόγος, ουδέ ράβδος»
Και όχι «εκεί που δεν πίπτει λόγος πίπτει ράβδος». Σημαίνει φυσικά ότι αυτόν που δεν παίρνει από λόγια, ούτε και το ξύλο μπορεί να τον συγκινήσει. Οπότε τσάμπα ο κόπος!
«Προπηλακίζω»
Σημαίνει βρίζω χυδαία κάποιον, τον μπινελικώνω. Δεν σημαίνει σε καμμιά περίπτωση ότι του επιτίθεμαι σωματικά.
«Επί τούτω»
Και όχι «επι τούτου» «εξεπιτούτου» και άλλα τέτοια χαριτωμένα, που τα λέμε για αστείο και κοντεύουν να ενσωματωθούν στην γλώσσα μας. Ομοίως και το «Επί τω έργω».
«Νους υγιής εν σώματι υγιεί»
Δηλαδή ένα δυνατό μυαλό μέσα σε ένα σώμα που υγιαίνει, που είναι καλά!
«Ζην ή ζειν;»
Από τον καιρό που το «ζη» (η παλιά υποτακτική) έγινε «ζει», συμπαρέσυρε και το απαρέμφατο. Το απαρέμφατο όμως είναι τύπος της αρχαίας ελληνικής, οπότε καλό είναι να το αφήσουμε έτσι όπως ήταν. Άρα:
Στον πατέρα μου χρωστώ το ζην, στο δάσκαλό μου το ευ ζην.
βγάζω τα προς το ζην
το ζην επικινδύνως (vivere pericolosamente).
«Μέτρον άριστον»
Και όχι «παν μέτρον άριστο». Σημαίνει ότι είναι καλό να έχουμε μέτρο σε όλα. Βάζοντας όμως μπροστά το «παν» αλλάζει αμέσως το νόημα και σημαίνει «μέτρο να’ ναι κι ό,τι να ναι!» Καλό σλόγκαν για μια χούντα. Να τα προσέχουμε αυτά...
Στρατιωτικά παραγγέλματα:
Μερικές εκφράσεις είναι από στρατιωτικά παραγγέλματα και αυτές πάλι τις λέμε ως έχουν, αλλιώς λέμε μπούρδες:
Δίνω το «παρών»
Δηλαδή σε μια εκδήλωση, στο αγγελτήριο με κάλεσαν και δήλωσα «παρών». Και όχι δίνω το «παρόν» δηλαδή το …τώρα!
Με το όπλο «παρά πόδα»
Δηλαδή με το όπλο δίπλα από τον πόδα μου (το ποδαράκι μου). Φυσικά όχι «παρά πόδας». Σημαίνει είμαι σε προσοχή. Και δεν το μπερδεύουμε με το: «κατά πόδας» που σημαίνει παίρνω κάποιον στο κατόπι, τον ακολουθώ, κατά βήμα (και του έχω σπάσει τα νεύρα…)
«Εφ’ όπλου λόγχη»
Και όχι «εφ΄ όπλου λόγχης». Ομοίως, σημαίνει προσαρτώ στο όπλο μου τη λόγχη και είμαι ετοιμοπόλεμος. Βέβαια ίσως θα έπρεπε να εκσυγχρονιστεί αυτή η έκφραση και να λέγεται «με το δάχτυλο στο κουμπί» μια και οι πόλεμοι πλέον είναι πυρηνικοί (φτου φτου, κούφια η ώρα που τ’ ακούει…)
«Έρπειν»
και όχι έρπινγκ. Είναι ομολογουμένως απολαυστικό γιατί οι φαντάροι του κόλλησαν την αγγλική κατάληξη ing (erping) αλλά δεν υπάρχει! Είναι κι αυτό απαρέμφατο του ρήματος έρπω.
«Εκ των ων ουκ άνευ»
Και όχι σκέτο «εκ των ουκ άνευ». Δηλαδή από αυτά που δεν μπορείς να κάνεις χωρίς.
«Του λόγου το ασφαλές»
Και όχι το αληθές. Είναι από το απολυτίκιο των Φώτων (των Θεοφανείων) και δεν του αλλάζουμε τα φώτα!
Δεν έχει «που την κεφαλή κλίνη»
Και όχι «κλίναι». Δεν έχει δηλαδή που να γείρει το κεφάλι του να ακουμπήσει. Είναι αυτό που λέμε «δεν έχει μαντήλι να κλάψει!» Είναι από τα Ευαγγέλια κι αυτό και το κρατάμε ως έχει.
Πχ, π.Χ.!
Π.Χ. «Προ Χριστού» με κεφαλαίο το Χ.
Π.χ. «Παραδείγματος χάριν», με μικρό το χ.
Μ.Χ. «Μετά Χριστόν» και όχι μετά Χριστού.
Δεν έχω να σχολιάσω κάτι, το πρώτο συντάσσεται με γενική και το δεύτερο με αιτιατική. Και ο Χριστός σαν κύριο όνομα γράφεται με κεφαλαίο.
Και τώρα κάτι που μου δίνει στα νεύρα κυρίως όταν το ακούω από μορφωμένους, ανθρώπους:
Πως αποκαλούμε έναν ιερέα;
«Πάτερ Γεώργιε» (κλητική) όταν του απευθύνουμε το λόγο. Πως όμως μιλάμε για κάποιον ιερέα; Τον «πατέρα Γεώργιο» και όχι τον …πάτερ Γεώργιο. Γράφεται πάντα με μικρό γιατί Πατέρας με κεφαλαίο είναι μόνο ο Θεός.
Ο πατήρ/πατέρας Γεώργιος
Του πατρός/πατέρα Γεωργίου
Τω πατρί/(δεν έχουμε πια) Γεωργίω (πως λέμε "την έφαγα στο δόξα πατρί")
Τον πατέρα/πατέρα Γεώργιο
Ω! πάτερ!/πατέρα Γεώργιε
Αν πάλι δεν είμαστε χριστιανοί, μπορούμε να τον αποκαλέσουμε κύριο μαζί με το επώνυμό του, αλλά είναι άκομψο. Συνηθίζεται να αποκαλούμε τους ιερείς οποιασδήποτε θρησκείας με το αξίωμά τους.
(Εκτός φυσικά κι αν πρόκειται για σατανιστή, οπότε τον διαολοστέλνουμε και είναι κι αυτός στο στοιχείο του…)
Επίσης λέμε:
Ο συνήθης ύποπτος αλλά το σύνηθες φαινόμενο
Ο ευμεγέθης κύριος Πάγκαλος αλλά το ευμέγεθες πακέτο
Η αυτάρκης Κρήτη αλλά το αύταρκες νησί
Ο κακοήθης άνθρωπος αλλά το κακόηθες μελάνωμα (φτου φτου, έξω κι από μακριά) κλπ. Ομως προσοχή:
Ο φιλοθεάμων άνθρωπος και το φιλοθεάμον (και όχι φιλοθέαμον) κοινό.
Το πιάσατε το υπονοούμενο ε;
Ώρες και χαιρετούρες
Π.μ. «Προ Μεσημβρίας» αλλά μ.μ. «Μετά Μεσημβρίαν». (κατά το προ Χριστού / μετά Χριστόν).
Τέλος, από τις 12.01 πμ (προ μεσημβρίας) είναι πρωί και λέμε «καλημέρα!» μέχρι τις 12.00μ (το μεσημέρι). Από τις 12:01 μμ (μετά μεσημβρίαν) είναι απόγευμα και λέμε «καλησπέρα!» μέχρι τις 12:00 τα μεσάνυχτα!
Όταν φεύγουμε από κάπου καλό είναι να αποφεύγουμε το «αντίο» γιατί σημαίνει "θα τα πούμε στον άλλο κόσμο" (στο Θεό) και δεν είναι κι ελληνικό! Μπορούμε όμως με άνεση να χρησιμοποιήσουμε το «Εις το επανιδείν!» μια ευχή για να ξαναϊδωθούμε...
Είπαμε πολλά και σώνει,
ας λαλήσει κι άλλο αηδόνι…
archea_ellinika (1)
via

Pages