Αφήνοντας μια δουλειά στη συμβουλευτική, η Angela Lee Duckworth ξεκίνησε να διδάσκει μαθηματικά 1ης Γυμνασίου σε δημόσιο σχολείο της Νέας Υόρκης. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι το IQ δεν ήταν το μόνο πράγμα που διέκρινε στους επιτυχείς μαθητές. Εδώ, εξηγεί τη θεωρία της για το σθένος ως κύριο συντελεστή της επιτυχίας.
Όταν ήμουν 27 χρονών, παραιτήθηκα από μια απαιτητική δουλειά σύμβουλου διαχείρισης για μια δουλειά που ήταν ακόμη πιο απαιτητική: τη διδασκαλία. Πήγα να διδάξω μαθηματικά 1ης Γυμνασίου σε δημόσια σχολεία της Νέας Υόρκης.
Και όπως όλοι οι δάσκαλοι, έβαζα τεστ και διαγωνίσματα. Έδινα ασκήσεις για το σπίτι. Όταν τις παρέδιδαν, υπολόγιζα τη βαθμολογία. Αυτό που με εντυπωσίασε ήταν ότι το IQ δεν ήταν η μόνη διαφορά μεταξύ των καλύτερων και των χειρότερων μαθητών.
Κάποιοι από αυτούς που είχαν τις καλύτερες επιδόσεις δεν είχαν το υψηλότερο IQ. Μερικοί από τους πιο έξυπνους μαθητές δεν τα πήγαιναν και τόσο καλά. Και αυτό με έβαλε σε σκέψεις.
Αυτά που πρέπει να μάθει κανείς στα μαθηματικά 1ης Γυμνασίου, σίγουρα, είναι δύσκολα: αναλογίες, δεκαδικοί, η περιοχή ενός παραλληλογράμμου. Αλλά αυτές οι έννοιες δεν είναι αδύνατες, και ήμουν ακράδαντα πεπεισμένη ότι όλοι μου οι μαθητές μπορούσαν να μάθουν το υλικό εάν δούλευαν σκληρά και για αρκετό καιρό.
Μετά από αρκετά χρόνια ως δασκάλα, έφτασα στο συμπέρασμα ότι αυτό που χρειαζόμαστε στην εκπαίδευση είναι μια καλύτερη κατανόηση των μαθητών και της μάθησης από άποψη κινήτρων, από ψυχολογική άποψη.
Στην εκπαίδευση, αυτό που μετράμε καλύτερα είναι το IQ, αλλά τι γίνεται εάν η επιτυχία στη μάθηση και στη ζωή εξαρτάται από πολύ περισσότερα από την ικανότητά σου να μάθεις γρήγορα και εύκολα;
Έτσι άφησα τις τάξεις, και έκανα μεταπτυχιακό στην ψυχολογία. Ξεκίνησα να μελετώ παιδιά και ενήλικες σε κάθε είδους καταστάσεις που παρουσιάζουν ιδιαίτερες προκλήσεις, και σε κάθε μελέτη η ερώτησή μου ήταν, ποιος είναι πιο πετυχημένος εδώ και γιατί; Η ομάδα ερευνάς μου και εγώ πήγαμε στη Στρατιωτική Ακαδημία Ουεστ Πόιντ.
Προσπαθήσαμε να προβλέψουμε ποιοι δόκιμοι θα παρέμεναν στην στρατιωτική εκπαίδευση και ποιοι θα τα παρατούσαν. Πήγαμε στον εθνικό διαγωνισμό ορθογραφίας και προσπαθήσαμε να προβλέψουμε ποια παιδιά θα προχωρούσαν περισσότερο στον διαγωνισμό.
Μελετήσαμε αρχάριους δασκάλους που εργαζόντουσαν σε δύσκολες γειτονίες, ρωτώντας ποιοι δάσκαλοι θα παρέμεναν στην εκπαίδευση μέχρι το τέλος του σχολικού έτους και από αυτούς, ποιοι θα ήταν πιο αποτελεσματικοί στη βελτίωση των αποτελεσμάτων των μαθητών τους;
Συνεργαστήκαμε με ιδιωτικές εταιρείες, ρωτώντας, ποιοι πωλητές θα κρατήσουν τις δουλειές τους; Και ποιος από αυτούς θα έβγαζε τα περισσότερα; Σε όλα αυτά τα διαφορετικά πλαίσια, προέκυψε ένα χαρακτηριστικό ως προγνωστικό της επιτυχίας.
Και δεν ήταν η κοινωνική ευφυΐα. Δεν ήταν η καλή εμφάνιση, η υγεία, και δεν ήταν το IQ. Ήταν το σθένος. Σθένος είναι το πάθος και η επιμονή για πολύ μακροπρόθεσμους στόχους. Σθένος είναι να έχετε αντοχή. Σθένος είναι να παραμένετε πιστοί στο μέλλον σας, καθημερινά, όχι μόνο αυτή την εβδομάδα, ή μόνο αυτόν τον μήνα, αλλά για χρόνια, και δουλεύοντας σκληρά για να κάνετε αυτό το μέλλον πραγματικότητα. Είναι το να ζείτε τη ζωή σαν μαραθώνιο και όχι σαν αγώνα ταχύτητας.
Πριν από μερικά χρόνια, ξεκίνησα να μελετώ το σθένος σε δημόσια σχολεία του Σικάγο. Ζήτησα από χιλιάδες μαθητές γυμνασίου και λυκείου ν’ απαντήσουν ερωτηματολόγια για το σθένος, και μετά περίμενα περίπου ένα χρόνο για να δω ποιοι θα αποφοιτήσουν.
Όπως φάνηκε, τα παιδιά με το μεγαλύτερο σθένος ήταν αρκετά πιο πιθανό να αποφοιτήσουν, ακόμη και όταν τα έλεγξα για άλλα πιθανά χαρακτηριστικά, όπως το οικογενειακό εισόδημα, τα αποτελέσματα γενικών εξετάσεων, ακόμη και το πόσο ασφαλή αισθανόντουσαν στο σχολείο.
Έτσι, δεν ήταν μόνο στο Ουεστ Πόιντ, ή στον διαγωνισμό ορθογραφίας όπου το σθένος έκανε τη διαφορά. Είναι και στο σχολείο, ιδιαίτερα σε παιδιά που είναι πιθανό να τα παρατήσουν. Για εμένα, το πιο σοκαριστικό με το σθένος είναι το πόσο λίγα γνωρίζουμε, πόσο λίγα γνωρίζει η επιστήμη, για την ανάπτυξή του. Κάθε μέρα, γονείς και δάσκαλοι με ρωτούν, «Πώς μπορώ να αναπτύξω το σθένος στα παιδιά;
Τι πρέπει να κάνω για να διδάξω στα παιδιά καλή ηθική εργασίας; Πώς μπορώ να διατηρήσω τα κίνητρά τους για καιρό;» Η ειλικρινής απάντηση είναι, δεν ξέρω. (Γέλια) Αυτό που ξέρω είναι ότι το ταλέντο δεν σε κάνει σθεναρό.
Τα δεδομένα μας δείχνουν πολύ καθαρά το ότι υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι οι οποίοι δεν διεκπεραιώνουν τις δεσμεύσεις τους. Συγκεκριμένα στα δεδομένα μας, το σθένος συνήθως δεν συνδέεται ή είναι ακόμη και αντίθετα συνδεδεμένο με μετρήσεις ταλέντου.
Μέχρι τώρα, η καλύτερη ιδέα που έχω ακούσει για την ανάπτυξή του στα παιδιά είναι κάτι που λέγεται «νοοτροπία ανάπτυξης». Είναι μια ιδέα που αναπτύχθηκε στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ από την Κάρολ Ντουέκ, και είναι η πεποίθηση ότι η ικανότητα μάθησης δεν είναι σταθερή, αλλά αλλάζει με την προσπάθεια σου.
Η δρ. Ντουέκ έδειξε ότι όταν τα παιδιά διαβάζουν και μαθαίνουν για τον εγκέφαλο και πώς αλλάζει και αναπτύσσεται όταν ανταποκρίνεται σε προκλήσεις, είναι πολύ πιο πιθανό να επιμένουν μετά από αποτυχίες, γιατί δεν πιστεύουν ότι η αποτυχία είναι μόνιμη κατάσταση.
Έτσι, η νοοτροπία ανάπτυξης είναι μια καλή ιδέα για την ανάπτυξη του σθένους. Αλλά χρειαζόμαστε περισσότερες. Και εκεί θα τελειώσω με τις παρατηρήσεις μου, γιατί εκεί είμαστε. Αυτή είναι η δουλειά που μας περιμένει. Πρέπει να πάρουμε τις καλύτερές μας ιδέες, τις πιο δυνατές διαισθήσεις, και πρέπει να τις δοκιμάσουμε.
Πρέπει να μετρήσουμε αν ήμασταν επιτυχείς, και πρέπει να είμαστε πρόθυμοι να αποτύχουμε, να κάνουμε λάθος, να ξεκινήσουμε ξανά και ξανά με νέα διδάγματα. Με άλλα λόγια, πρέπει με σθένος να καλλιεργήσουμε το σθένος στα παιδιά μας. Σας ευχαριστώ. (Χειροκρότημα)
Δείτε την ομιλία στο βίντεο που ακολουθεί με Ελληνικούς υπότιτλους:
Πηγή: www.ted.com