Ἐρώτημα τόσο συχνό, τόσο βαθύ, τόσο δυνατό στήν ἐκφορά του, τόσο δύσκολο στήν ἀπάντησή του.
Εὐλογημένα «γιατί»!
Γιατί ὁ πόνος;
Γιατί ἡ ἀδικία;
Τί κακό ἔκανα;
Δέν εἶμαι παιδί σου;
Τά καθαγίασε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στόν σταυρό «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλιπες;»
Τό ἐρώτημα αὐτό τό ἀπευθύνουμε στόν Θεό.
Ὁ πόνος δέν ξυπνάει μόνον ἐμᾶς, ἀλλά γεννάει καί τήν ἀγάπη στούς γύρω μας.
Ἔτσι γεννιέται στήν καρδιά ἡ παρηγοριά, ἡ γλύκα καί ἡ ἀνακούφιση τῆς ὁποίας εἶναι πολύ ἐντονότερες ὡς ἐμπειρίες ἀπό τό βάρος τοῦ πόνου.
Τελικά αὐτά τά «γιατί» δέν ἔχουν τίς ἀπαντήσεις πού ἡ φτώχια καί ἡ ἀδυναμία μᾶς περιμένει.
Τελικά, τό μέν ἐρώτημα μποροῦμε νά τό ὑποβάλλουμε, τήν δέ ἀπάντηση πρέπει νά τήν περιμένουμε.
Σίγουρα ὁ πόνος καί ἡ ἀδικία δέν μποροῦν νά καταργήσουν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Πρό καιροῦ, μέ πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα πού τό καντηλάκι τῆς ζωῆς της φαίνεται νά τρεμοσβήνει.
-Ἐγώ εἶμαι παπάς τῆς ζωῆς καί ὄχι τοῦ θανάτου, τῆς ἀπαντῶ.
-Δέν σᾶς καταλαβαίνω, πάτερ, μοῦ λέει.