Πάλι, πια, ποτέ, πάντα, επιτέλους!
«Η μαμά που λέει στην έφηβη κόρη:
‘’πάλι θα βγεις;
Δεν σε βλέπουμε πια καθόλου’’,
δεν συνειδητοποιεί ότι το βάρος της ερώτησης της συγκεντρώνεται στο πάλι και στο πια, λέξεις που δίνουν στη φράση ειδικό βάρος, γιατί περικλείουν πολλά αρνητικά υπονοούμενα.
Πάλι τρώς; λέμε στον υπέρβαρο γιο μας /πάλι χαζεύεις;/ πάλι έσπασες το πιιάτο; / πάλι άργησες να γυρίσεις; / πάλι μαλώνετε; /πάλι τρως τα νύχια σου;
«Φράσεις του τύπου ‘’πάλι χαζεύεις’’, ‘’πάλι έσπασες το πιάτο’’ στέλνουν το συγκαλυμμένο λεκτικά, αλλά πολύ καθαρό ψυχολογικά - μήνυμα ότι είσαι ανεύθυνος, απρόσεχτος, επιπόλαιος και ανάξιος εμπιστοσύνης»
Τι κρυφό μήνυμα στέλνουμε με το ‘’πάλι;’’
Ότι ο αποδέκτης κάνει κάτι αρνητικό κατ’ εξακολούθηση και μόλις τώρα τον ‘’πιάσαμε στα πράσα’’ τον ‘’συλλάβαμε επ’αυτοφώρω’’ να κάνει ξανά αυτό το αρνητικό, το κακό, το απαγορευμένο.
Αυτός αισθάνεται ένοχος και συγχρόνως αδικημένος που ανακατευόμαστε συνεχώς στις προσωπικές του επιλογές και θέλουμε εμείς να του υποδείξουμε ποιο είναι το σωστό.
Στην ίδια ακριβώς περίπτωση βρίσκεται η λέξη πια.
Δεν σε βλέπουμε πια καθόλου/ δεν κουβεντιάζουμε πια/ δεν μου τηλεφωνείς πια/ δεν μ’αγαπάς πια/ δεν κάνουμε παρέα πια/ τώρα πια είναι αργά.
Το ‘’πια’’ δίνει ένα νόημα τελεσίδικα αρνητικό , εκφράζει μιαν απογοήτευση και μια ματαίωση.
Ο συναισθηματικός εκβιασμός είναι ολοφάνερος πίσω από τις λέξεις, γι’αυτό και ξεσηκώνει την εσωτερική αντίδραση του αποδέκτη.
Το ποτέ είναι μία τελεσίδικη καταδίκη μέσα σε δύο συλλαβές.
Ποτέ δεν κάθεσαι μαζί μου/ ποτέ δεν προσέχεις/ ποτέ δεν βοηθάς/ ποτέ δεν μ’ακούς/ ποτέ δε διαβάζεις/.
Ο αποδέκτης αισθάνεται καθαρά την απόρριψη, την απογοήτευση, τν απουσία κάθε ελπίδας ότι η συμπεριφορά του μπορεί να αλλάξει.
Το πάντα ενώ εννοιολογικά είναι το αντίστροφο του ‘’ποτέ’’, εν τούτοις τα αποτελέσματα τους συγγενεύουν.
Το ‘’πάντα’’ σαρώνει στο πέρασμα του κάθε καλή προσπάθεια , αφού στέλνει το μήνυμα της απόρριψης μέσα από την γενίκευση.
Πάντα γκρινιάζεις για το φαγητό/πάντα αργείς/ πάντα απρόσεχτη είσαι/ πάντα τον εαυτό σου κοιτάς/ πάντα ξεχνάς να σκουπίσεις τα πόδια σου/.
Η χρήση του κάνει τον άλλο να νιώθει αδικημένος και να αισθάνεται ότι δεν έχει τη δύναμη να αντιμετωπίσει αυτή τη σαρωτική γενίκευση που τον απορρίπτει με τόσο σκληρό τρόπο.
Του κόβει κάθε διάθεση να προσπαθήσει να βελτιωθεί ή να αλλάξει αφού μέσω του ‘’πάντα’’ μπήκε η ταμπέλα της απόρριψης.
Μέσα στη λέξη επιτέλους κλείνεται όλος ο εκνευρισμός και η ανυπομονησία που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος.
Μια λέξη που μόλις την ξεστομίσουμε πυροδοτεί καυγάδες.
‘’Πάψε επιτέλους!’’ φωνάζουμε στον έφηβο που μας μιλάει με θράσος.
Αν δοκιμάζαμε να διαφοροποιήσουμε λεκτικά τα μηνύματα μας, το αποτέλεσμα θα ήταν σίγουρα ενθαρρυντικό.
‘’Μπορείς να πάψεις σε παρακαλώ;’’, ‘’ Μπορείς να κάτσεις ήσυχη σε παρακαλώ;’’
Είναι περίπου τα ίδια λόγια αλλά με τόσο διαφορετική διατύπωση!
Το ρήμα ‘’μπορείς’’ του αφήνει το περιθώριο της επιλογής, άρα του στέλνει αμέσως ένα κρυφό μήνυμα ότι τον σεβόμαστε και τον υπολογίζουμε.
Ο γονιός που λέει σε έντονο τόνο στο παιδί του:
‘’χαμήλωσε τη μουσική φόρεσε τα ακουστικά σου, κανέναν δεν υπολογίζεις’’
…αυθόρμητα προσφέρει στο παιδί του δύο εναλλακτικές λύσεις αλλά με λάθος τρόπο.
Χρησιμοποιεί την προσφιλή μας προστακτική, η οποία σημαίνει προσταγή, εντολή, διαταγή…. τότε ο καυγάς είναι ζήτημα δευτερολέπτων.
Αν όμως είχαμε την ετοιμότητα να του πούμε:
‘’όταν είναι τόσο δυνατή η μουσική σου (περιγράφω μια κατάσταση, δεν τον κατηγορώ), εκνευρίζομαι πολύ (εκφράζω τα συναισθήματα που μου προκαλεί η πράξη του).»
Από το βιβλίο της Κικής Τζωρτζακάκη
Μαμά κόψε το κήρυγμα κι’ εσύ μπαμπά επίσης!
Β’ τόμος, Εκδόσεις Καλέντης