Η φύση κρύπτεσθαι φιλεί και πολύ συχνά έχει διπλά μυστικά. Έτσι και η Αρτεμισία (Artemisia Absinthium) έχει ένα διπλό πρόσωπο, όπως πολλά από τα φυτά.
Θεραπευτικό και βλαβερό ανάλογα με τη χρήση.
Το «μηδέν άγαν» παντού.
Αρτεμισία ή αψιθιά, απιστιά και πέλινο. Αυτοφυής πόα, αλλά και καλλιεργούμενη για την ποτοποιία. Επτά είδη απαντώνται στην Ελλάδα, σε ορεινά κυρίως δάση (Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία).
Η Αρτεμισία λέγεται ότι πήρε το όνομά της από την Άρτεμη. Από την αρχαιότητα θεωρήθηκε φυτό με πολύτιμες θεραπευτικές ιδιότητες και μάλιστα υπήρξε και έμβλημα υγείας. Το καλλιεργούσαν στους κήπους ή και σε γλάστρες και μόνο η παρουσία του ήταν εξασφάλιση προστασίας από τις ασθένειες.
Σε αιγυπτιακό πάπυρο του 1600π.Χ αναφέρεται ως τονωτικό, αντιπυρετικό, αντισηπτικό, διουρητικό και εμμηναγωγό.
Ο Πλίνιος, που εξεθείαζε τις ιδιότητες του φυτού και ο Διοσκουρίδης, το χρησιμοποιούσαν με γλυκάνισο σαν έγχυμα μέσα στο κρασί : «αψινθίτης οίνος».
Ο Γαληνός το συνιστούσε για την ελονοσία και ο Ιπποκράτης για τον ίκτερο.
Ο Διοσκουρίδης γράφει για την Αψιθιά «…όταν ανακατεύεις το μελάνι με έγχυμα αψιθιάς τα ποντίκια δεν αγγίζουν τους πάπυρους».
Λόγω της πικρής γεύσης της πέρασε στην ποίηση μεταφορικά σαν ένα ποτό που δεν πινόταν και συμβόλιζε ακόμα και τις πικρίες της ζωής.
Οι Έλληνες ποιητές χαρακτήριζαν ως « αψίνθιον» ένα ποτό που δεν πινόταν.
Όπως αναφέρει ο Πλίνιος κατά τη διάρκεια των αγώνων με άμαξες, έδιναν στους νικητές ένα ποτό με αψίνθιο για να θυμίσουν ότι η δόξα έχει και τις πικρίες της.
Οι θεραπευτικές ιδιότητες της Αρτεμισίας είναι ότι διευκολύνει την πέψη και συντελεί στο αδυνάτισμα. Είναι κατάλληλη για διαβητικούς και συνιστάται κατά των ρευματισμών.
Σε μικρές δόσεις είναι επίσης ορεκτικό. Προτείνεται κατά της αναιμίας, ως διουρητικό ακόμα και αντιπυρετικό. Στο παρελθόν θεωρήθηκε επίσης ως ένα ισχυρό βότανο, αντίδοτο για την ελονοσία.
Για εξωτερική χρήση χρησιμοποιείται ως αντισηπτικό.
Περιέχει αψινθίνη, μηλικό οξύ, ταννίνη, σαπωνίνη και πικρή ουσία την «Γκριντελίνη»
Η σύνθεση του φυτού έχει γενικά μαλακτικές ιδιότητες , αποχρεμπτικές και αντισπασμωδικές.
Όμως δεν πρέπει να λαμβάνεται σε μεγάλες δόσεις γιατί είναι τοξικό, προκαλεί εθισμό και βλάβες στο νευρικό σύστημα.
Χρησιμοποιείται για την παρασκευή λικέρ και για τον αρωματισμό του ξιδιού. Τα νεαρά φύλλα που έχουν πράσινο χρώμα από την επάνω πλευρά και αργυρό από την κάτω, μπορεί να προστεθούν στη σαλάτα, αλλά είναι πολύ πικρά.
Ανθίζει Ιούλιο- Σεπτέμβρη με κίτρινα ανθάκια Η μυρωδιά του είναι αρωματική, αλλά όπως είπαμε πιο πάνω, η γεύση του πολύ πικρή.
Τα φύλλα και τα άνθη αποξηραίνονται για 4-5 μέρες σε σκιερό και ευάερο μέρος.
Από την αρτεμισία εξάγεται ένα αιθέριο έλαιο πράσινου χρώματος, η αψίνθη, με την οποία παρασκευάστηκε το λικέρ αψέντι.
Πώς η αρτεμισία κατέληξε να χαρακτηρίζεται ως πράσινη νεράιδα και έφθασε στο σημείο να απαγορευθεί η χρήση της ;
Το κρασί με αψέντι συνηθιζόταν το Μεσαίωνα, περιείχε εκτός από την άψινθο και ύσσωπο, γλυκάνισο και χρησίμευε για να ανακουφίζει από πονόλαιμο, φλεγμονές και πονόδοντο. Στην πορεία των ετών, η χρήση της αψίνθου συνεχίστηκε και παρατηρούμε συγγραφείς του 15ου και 16ου αι. να εξυμνούν τη χρήση της.
Η συνταγογράφηση της γινόταν για σκόνη, απόσταγμα, έγχυμα σε κρασί, βάμμα ή σιρόπι για τον πυρετό, την αναιμία, στομαχικές διαταραχές και γυναικολογικά προβλήματα.
Το 1588 ο γερμανός βοτανολόγος και ιατρός Tabernaemontanus στο έργο του Nouvel herbier complet το συνιστούσε ως φάρμακο ακόμα και για τον κακό χαρακτήρα.
Η Mme de Coulanges έγραφε στη φίλη της Mme de Sévigné : Ο Ελβέτιος μου έδωσε ένα παρασκεύασμα με άψινθο που μου θεράπευσε εντελώς το στομάχι. Μάλιστα το πήρα με τον καφέ». Στη συνέχεια η Mme de Coulanges το υιοθέτησε σαν μέσο για κάθε θεραπεία.
Η κατανάλωση αυτού του ποτού τον 19ο αιώνα θεωρήθηκε ένα σοβαρότατο κοινωνικό πρόβλημα αντίστοιχο με το σημερινό των ναρκωτικών. Γιαυτό και στις αρχές του 20ου αι. η χρήση του αιθέριου ελαίου της αψιθιάς σαν αρωματικού, καταργήθηκε με νομοσχέδιο του 1906, όταν ανακαλύφθηκε ότι το συστατικό Θουγιόνη (Thujone) που περιέχει σε υπερβολικές δόσεις προκαλεί βλάβη στο νευρικό σύστημα και παραισθήσεις. Η χρόνια χρήση και σε υπερβολικές δόσεις της αψιθιάς μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στο νευρικό σύστημα.
Το αψέντι μπορεί να κατηγορήθηκε όσο κανένα άλλο αλκοολούχο ποτό, αλλά ενέπνευσε άλλο τόσο ώστε να δημιουργήσει ένα μύθο γύρω του και να ονομαστεί «πράσινη νεράιδα»
Η προέλευση του λικέρ μένει ακόμα γεμάτη μυστήριο. Στο τέλος του 18ου αι ένας Γάλλος γιατρός ο Pierre Ordinaire βρέθηκε εξόριστος στην Ελβετία για λόγους πολιτικούς και έμεινε στο καντόνι του Neuchâtel για να ασκήσει την ιατρική και φαρμακευτική.
Από τη βιογραφία του που έγραψε ο Alphonse Petit Pierre, μαθαίνουμε ότι χρησιμοποιούσε ένα ελιξίριο από άψινθο με αρωματικά φυτά, για το οποίο μόνο αυτός ήξερε το μυστικό και το οποίο θεράπευε τα πάντα.
Μετά το θάνατο του εμπιστεύτηκε το μυστικό του στην οικονόμο του mademoiselle Grand Pierre. Αφού άλλαξε κάποια χέρια, η πατέντα πέρασε στα χέρια του Henri-Louis Pernod μέσω της εταιρείας Pernod Fils στη Γαλλία.
Τα κέρδη από την παραγωγή αψεντιού θα αγγίξουν τα όρια του μύθου.
Οι Γάλλοι στρατιώτες στον πόλεμο με την Αλγερία το 1840 καταναλώνουν αψέντι για να προστατεύονται από την ελονοσία.
Στη συνέχεια το αψέντι γίνεται μόδα στα καμπαρέ και καφέ του Παρισιού.
Το 1889 κάποιο βράδυ ο Τουλούζ Λωτρέκ σερβίρει ένα κοκτέιλ με βάση το αψέντι στους θαμώνες του Moulin Rouge και έτσι η Πράσινη Νεράιδα αρχίζει να γίνεται το αγαπημένο ποτό στους κύκλους των διανοούμενων το οποίο υποτίθεται ότι φέρνει έμπνευση: Μποντλέρ, Βερλέν, Χέμινγουει, Ρεμπό, Ζολά, Πικάσο υποκύπτουν στον «αψεντισμό».
Οι καταχρήσεις οδήγησαν σε παρενέργειες που αποδόθηκαν στη χρήση της πράσινης νεράιδας ξεκινώντας από την γνωστή ιστορία του καβγά Βαν Γκογκ και Γκωγκέν. Έτσι φθάσαμε στην απαγόρευση του ποτού.
Η σημερινή νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 1988 υπαγορεύει πως «το αψέντι μπορεί να πωλείται νόμιμα υπό την προϋπόθεση να μην περιέχει περισσότερο από 10mg Θυϊόνης». Σήμερα χρησιμοποιείται σαν συστατικό διάφορων λικέρ στην Ιταλία και Ισπανία, καθώς και στο Γερμανικό βερμούτ.
Στην ταινία Moulin Rouge βλέπουμε τον Τουλούζ Λωτρέκ και την παρέα του να προετοιμάζουν το λικέρ σύμφωνα με το bohemian style, που καθιερώθηκε στα μπαρ της Πράγας στις αρχές της δεκαετίας του 1990.
Λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε αλκοόλ προσέθεταν νερό και ζάχαρη.
Βρέχουν μια κουταλιά ζάχαρη με αψέντι, της βάζουν φωτιά, τη διαλύουν στο ποτό, τη σβήνουν με νερό και τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους.
Η παραδοσιακή συνταγή των αρχών του 19ου αιώνα, απαιτεί το αυθεντικό κουτάλι του αψεντιού με τρύπες. Αυτό τοποθετείται πάνω σε ένα ποτήρι γεμάτο κατά το 1/3 με αψέντι. Επάνω στο κουτάλι ένα κυβάκι ζάχαρης, το οποίο βρέχεται σιγά- σιγά με παγωμένο νερό, έως ότου η ζάχαρη λιώσει και το ποτήρι γεμίσει. Η διαλυμένη ζάχαρη και το νερό θολώνουν το αψέντι, και τότε πετυχαίνουμε τη σωστή γεύση.
Βιβλιογραφία:
1. Marie Claude Delahaye, L’absinthe, histoire de la fée verte
2. Βικιπαιδεία
3. Ιγνάτιου Ζαχαρόπουλου, συγχρονη θεραπευτική με βότανα
Εικόνες:
1. «Το αψέντι», πίνακας του Εντγκάρ Ντεγκά, 1876
2. Αψινθος, η πράσινη νεράιδα με αφίσα της μπελ επόκ
3. Αρτεμισία
4. τρυπητά κουτάλια αψεντιού