«Τιμωρεί ο Θεός;» - Χωρίς θεραπεία ο άνθρωπος ματαιοπονεί - Point of view

Εν τάχει

«Τιμωρεί ο Θεός;» - Χωρίς θεραπεία ο άνθρωπος ματαιοπονεί



Καὶ ἐάν τίς μου ἀκούσῃ τῶν ρημάτων καὶ μὴ πιστεύσῃ, 

ἐγὼ οὐ κρίνω αὐτόν· 
οὐ γὰρ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσμον,
ἀλλ’ ἵνα σώσω τὸν κόσμον».

Κατά Ιωάννην (ιβ: 47)
***
Απόσπασμα από το βιβλίο «Άσκηση» του Γέροντος  Ιωσήφ      Βατοπαιδινού


Γιατί ο Θεός να τιμωρεί; Σ’ αυτήν την επίμονη και περίεργη ερώτηση, αυτών που δεν γνωρίζουν, δίνουμε σύντομη απάντηση από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες.



Η θεοειδής κατασκευή του ανθρώπου φανερώνει την αυτεξουσιότητα στην εκλογή και λήψη των αποφάσεων του και την ελευθερία της προσωπικότητά του. Η θεία βουλή και απόφανση ότι «ὁ Θεός θάνατον οὐκ ἐποίησεν οὐδέ τέρπεται ἐπ᾽ἀπωλείᾳ ζώντων» (Σοφία Σολομώντος, α’ 13 [για τις παραπομπές στην Παλ. Διαθήκη μπες εδώ]), πείθουν ότι δεν τέθηκε εξ αρχής θέμα τιμωρίας (κόλασης) ή καταδίκης.


Ο Θεός απαίτησε, «ἐνετείλατο», τα κτίσματα του, επειδή προήλθαν απ’ αυτόν και δεν μπορούν να υπάρχουν και να λειτουργούν χωρίς αυτόν, ως αιτιατά, να εξαρτώνται από αυτόν ο οποίος είναι το πρώτο αίτιο. Η εντολή, ή καλύτερα η υπόδειξη του Θεού, δεν ήταν επιβολή και απαίτηση, αλλά συμβουλή της λογικής χρήσης των φυσικών όρων της ζωής. Εάν την ακολουθούσαν θα υπήρχε παράταση των νόμων ύπαρξης των όντων.


Αιτία, λοιπόν, της ανωμαλίας ήταν η παράλογη σκέψη, απόφαση, επιλογή και χρήση του δικαιώματος του αιτιατού ανθρώπου να αποκοπεί από το αείζωο αίτιο, το Θεό, και ως εκ τούτου να γίνει θνητός. Μόνος του ο άνθρωπος κατρακύλησε στο θάνατο και υπέστη όλες τις συνέπειες της θνητότητας και της φθοράς, η οποία υπεισήλθε στο σύνολο της ανθρώπινης φύσης.





Εκτός από το υλικό μέρος του, ο άνθρωπος υπέστη και στον πνευματικό του κόσμο συντριβή και απώλεια. Εκτός από τους πόνους, το φόβο και τις θλίψεις, απέκτησε και «διάνοιαν ἐγκειμένην ἐπί τά πονηρά» από τη γέννησή του [=ροπή προς το κακό]. Ολόκληρος ο κόσμος και ο θησαυρός της λογικής του μεγαλοπρέπειας στον οποίο στηριζόταν το «κατ’εἰκόνα καί καθ᾽ὁμοίωσιν», ανατράπηκε παταγωδώς και δυστυχώς το «πρωτόκτιστον κάλλος» «παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις» [έγινε παρόμοιος με τα ζώα, που δεν έχουν λογική], για να μη πούμε «τοῖς δαίμοσι» «καί ὡμοιώθη αὐτοῖς (Ψαλμ. μη’ 21).


Από το σημείο αυτό αρχίζουν οι συνέπειες του ηλιθίου αυτονομισμού που οδηγούν σε ένα ολέθριο τέλος. Αφού αποκόπηκε ο άνθρωπος, το ευτελές αυτό μόριο, ως αιτιατό, από την αιτία της αειζωίας, απέμεινε οικτρό θύμα της πλήρους διαστροφής, στο οποίο έσβησε το φως και η σύνεση της λογικής.


» Πρώτο σύμπτωμα η επανάσταση του ανθρώπου κατά του εαυτού του και κατά του πλάστη και δημιουργού του.


Το αλλόκοτο τέρας της διαστροφής, ο διάβολος, έσβησε το φως της λογικής προτείνοντας αντί της χρείας την επιθυμία, στη θέση της τάξης και συμφωνίας την αρπαγή και το ψέμα και αντί της καλής συμπεριφοράς τον εγωισμό και το μίσος.

Αιχμάλωτος, ο μεταπτωτικός άνθρωπος, στον περιεκτικό παραλογισμό, αδυνατεί να ενεργεί δίκαια και να είναι σώφρων, ως πρόσωπο και ως κοινωνία. Έγινε επαναστατικός και επικίνδυνος παράγοντας διάλυσης της αρμονίας της κτίσης.


Η φιλάνθρωπη οικονομία και συγκατάβαση του Θεού Λόγου έφερε την αποθεραπεία αυτής της διαστροφής, αλλά δεν επιβλήθηκε με τη βία στην ανθρώπινη προσωπικότητα. Αφού με τη λανθασμένη εκούσια επιλογή της αυτονομίας κέρδισε ο άνθρωπος τη φθορά και το θάνατο, οφείλει εκούσια να επανέλθει στη λογική και φυσική εξάρτηση του από το πρώτο αίτιο, το Θεό, για να επανεύρει τη ζωή και αφθαρσία που έχασε.


Να γιατί ο Θεός απαιτεί υποταγή και εξάρτηση των δημιουργημάτων. Η εξάρτηση δεν είναι θέμα εξουσιαστικής επιβολής του δημιουργού, αλλά οντολογική και υπαρξιακή αναγκαιότητα των δημιουργημάτων. Χωρίς αυτήν διακόπτεται η ζωή και η ύπαρξη των όντων. Είναι λοιπόν φυσικός νόμος και όρος της ύπαρξης και σύστασης όλων των όντων η εξάρτηση από την πρώτη αρχή και αιτία τους, το Θεό.


» Ο άνθρωπος αρνείται την πρακτική της εξυγίανσης, που υποδείχθηκε από τον ανακαινιστή και σωτήρα Θεό. Παραμένει με πείσμα, ή από την αδυναμία της αιχμαλωσίας, στο νόμο και το σύστημα του παραλόγου και μόνος του κατεργάζεται την καταδίκη του.


Η φιλάνθρωπη οικονομία του Θεού, με την παρουσία του ανάμεσά μας [την ενανθρώπιση του Χριστού], όχι μόνο έσβησε την πρώτη ενοχή, αλλά βράβευσε με την περίσσεια της Χάρης όσους θέλουν να θεραπευτούν και να επιστρέψουν στην πρώτη τους θέση. Η μεγάλη όμως παραμόρφωση, που υπέστη το «κατ᾽εἰκόνα καί ὁμοίωσιν» εκβιάζει στη ροπή και κίνηση προς τα χειρότερα. Εκεί ο ανθρώπινος νους απογυμνωμένος από τη θεία έλλαμψη και φωτισμό ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης.


Με τη σάρκωση του όμως, ο πανάγαθος σωτήρας και λυτρωτής μας, απέδειξε ότι ο άνθρωπος της πτώσης δεν έχασε τη θέληση και το δικαίωμα της εκλογής. Επομένως μπορεί να επανεύρει την υγεία και να επιτύχει την ανάπλασή του, αφού ο λυτρωτής επανέφερε τη Χάρη που έχασε με την πτώση. Και όχι μόνο αυτό! Ο σωτήρας μας, Χριστός ο Θεός, μας εκλήρωσε «εἰς υἱοθεσίαν» και μας έδωσε αγαθά «εἰς ἅ επιθυμούσιν ἄγγελοι παρακῦψαι» (Α’ επιστολή Πετρου, α’ 12 [για τις παραπομπές στην Καινή Διαθήκη, μπες εδώ]).







Ο Κύριός μας, ως σωτήρας της πετωκυίας [=πεσμένης] φύσης μας, απέδειξε με τον έμπρακτο βίο του ότι συμπλήρωσε τη δική μας ασθένεια και αδυναμία και επανέφερε τον άνθρωπο υπεράνω της προπτωτικής του θέσης και κατάστασης. Επομένως μπορεί ο σημερινός άνθρωπος να επανεύρει την προσωπικότητά του να επανέλθει στο «κατ᾽εἰκόνα καί καθ’ὁμοίωσιν», αλλά και να φτάσει στο υπέρ εκ περισσού εφόσον «ὅσοι ἔλαβον αὐτόν ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι» (κατά Ιωάννην, α’ 12).


Και, όπως απέδειξαν τα εκατομμύρια των ηρώων της πίστης μας (αγίων), που ακολούθησαν και αντέγραψαν [μιμήθηκαν]τον πανάρετο βίο του, «τά ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ καί ταῦτα ποιήσετε καί μείζονα τούτων ποιήσετε ([= θα κάνετε τα έργα που κάνω εγώ, και μεγαλύτερα ακόμη (λόγια του Χριστού πτος τους μαθητές Του & κατ’ επέκτασιν προς όλους τους χριστιανούς)], πρβλ. κατά Ιωάννην, ιδ’ 12).


Όταν ο άνθρωπος επανεύρει την αξία της θεοείδειάς του [της θεϊκής του μορφής], θα ακούσει από το λυτρωτή ότι «ὅπου εἰμί ἐγώ ἐκεῖ καί ὁ διάκονος ὁ ἐμός ἔσται» (Ιω. ιβ’ 260) και άρα θέμα κρίσης και τιμωρίας δεν υπάρχει. Τιμωρία ασφαλώς υπάρχει αλλά έξω και μακριά από το Θεό – για τους δαίμονες – που εκούσια είναι πονηρότατοι.


Δεν τιμωρεί ο Θεός τους ανθρώπους που παραμένουν μαζί του τηρώντας τους κανόνες της προσωπικότητας και της φύσης τους. Μάλλον τους βραβεύει με την υιοθεσία και τους κάνει κληρονόμους του στην αιώνια βασιλεία.


Όσοι αποπέμπονται από το Θεό στην ετοιμασμένη για το διάβολο κόλαση είναι όσοι αποκόπηκαν με τη θέλησή τους από τους φυσικούς όρους και νόμους της φύσης τους. Είναι όσοι παραμένουν με πείσμα στην παράλογη κατάσταση και ζωή των κτηνών και των δαιμόνων, οι οποίοι επιμένουν σ’όλη τη ζωή τους στην πλήρη διαστροφή και αρνούνται να διορθωθούν με τη μετάνοια. [Την ορθόδοξη διδασκαλία για το τι είναι η κόλαση, βλ. εδώ].


Γνωρίζοντας ο Θεός το ευόλισθο και την ασθένεια του ανθρώπου [=ότι ο άνθρωπος είναι αδύναμος και εύκολα «γλιστράει»], έδωσε την μετάνοια η οποία παρατείνεται σ’όλη τη ζωή. Όσοι πλανηθούν και υποκύψουν στην αφροσύνη του παραλόγου, μπορούν να διορθώσουν το σφάλμα τους επιστρέφοντας στη βάση του προορισμού τους. Με πάρα πολλά παραδείγματα, από τη Γραφή και την ανθρώπινη ζωή, αποδεικνύεται η διόρθωση και επιστροφή στους κανόνες της ηθικής και της κατά Θεό ζωής, με τη μετάνοια.


Έτσι πέτυχαν το μακαρισμό και τη θεία ευλογία, όσοι προς στιγμή παρασύρθηκαν και απομακρύνθηκαν από το δρόμο της ευσεβείας. Δυστυχώς όμως οι περισσότεροι των ανθρώπων παραμένουν αδιόρθωτοι ή και τελείως πλανεμένοι και γίνονται και στους άλλους παραδείγματα αποστασίας και έκπτωσης από της ζωή του Θεού.


Δυστυχώς στο θέμα της σωτηρίας κυκλοφορούν από τις λεγόμενες «εκκλησίες» της δύσης διάφορες διδασκαλίες γεμάτες από πλάνες, που διαστρέφουν την Ορθόδοξη Χριστιανική διδασκαλία. Η σωτηρία του ανθρώπου, όπως η θεία αποκάλυψη μας πληροφορεί, δεν είναι η απαλλαγή του από μια δυστυχισμένη κατάσταση ή θέση και η μεταφορά του σε καλύτερη θέση ή ευδαιμονέστερο περιβάλλον.


Το επίκεντρο του ανθρώπινου στόχου είναι η επανάκτηση της πρώτης θέσης του ανθρώπου στο «κατ᾽εἰκόνα καί ὁμοίωσιν». Ο κύριος σκοπός της ενανθρώπησης του Θεού Λόγου [Ιησου Χριστού] είναι η προσωπική ένωση με τον άνθρωπο. Γι αυτό οι Πατέρες μας, ως γνήσιοι φορείς αυτής της ιδιότητας, μίλησαν και πρόβαλλαν το θεανθρωπισμό ως τον πραγματικό σκοπό της πίστης. Και δεν είναι τολμηρό να πούμε ότι αν ο θεανθρωπισμός δεν είναι ο κύριος στόχος και σκοπός της χριστιανικής πίστης, δεν θα άξιζε η προσέλευση και η θυσία σ’αυτήν.


Αιτία της διάσπασης της προσωπικότητας τους ανθρώπου είναι η μετά την αποκοπή από το Θεό διεστραμμένη διάνοια που «ἔγκειται ἐπί τά πονηρά». Χωρίς θεραπεία ο άνθρωπος ματαιοπονεί. Ο σωτήρας μας, ως ιατρός, μας παρέδωσε έμπρακτα τη μέθοδο της ισορροπίας. Ο ίδιος εφάρμοσε, χωρίς να τη χρειάζεται, την περιεκτική άσκηση και αγωνιστικότητα, για να πείσει τη δική μας σκληρότητα ότι χωρίς κόπο και προσπάθεια δεν επανέρχονται όσα σκορπίστηκαν. Όταν με την προσπάθεια αγωνιστεί ο άνθρωπος και αντισταθεί κατά του νόμου της διαστροφής και του παραλόγου, που χαρακτηρίζει την εμπαθή ζωή και επομένως βρίσκεται ο άνθρωπος στη θέση της πρώτης του κατασκευής, δικαιούται την ένωση και συνοίκηση στην αιωνιότητα με το δημιουργό του.


Στην αρχιερατική προσευχή του ο Κύριος απαίτησε τη συνδιαγωγή και παραμονή του στην αιωνιότητα με τους ανθρώπους: «θέλω ἵνα ὃπου εἰμί ἐγώ κἀκεῖνοι ὦσι» (Ιωάνν. ιζ’ 24). Πολύ εύστοχα ο Κύριος μας ως ομοίους του μας προκαλεί προς εξομοίωση λέγοντας; «‘Ἃγιοι γίνεσθε ὅτι ἐγώ ἃγιος εἰμί» (Α’ Πετρου, α’ 16).


Συνεπώς, δεν καταδικάζει ο Θεός αυτούς που παραμορφώθηκαν και απέβαλαν τους όρους και τους νόμους της λογικής φύσης ακολουθώντας την κτηνωδία και το δαιμονισμό. Αυτοί μόνοι τους αποκόπτονται από τους νόμους της λογικής και της αξιοπρέπειας. Παρόλο που η θεία παναγαθότητα ανέχεται την αποπλάνηση των αμαρτωλών και τους δέχεται εάν πάλι μετανοήσουν και επιστρέψουν, αυτοί δεν επιδέχονται μετάνοια και αλλαγή της διαφθαρμένης ζωής και φρόνησής τους. Με δική τους επιλογή εκλέγουν και προτιμούν τη ζωή της διαστροφής, του εγκλήματος και του μίσους και πνευματικά την εφαρμόζουν μέχρι του θανάτου τους! Πώς λοιπόν τους κρίνει ο Θεός αφού με δική τους γνώμη, απόφαση και εφαρμογή προτίμησαν την κακία και διαστροφή; Δεν θα ήταν αδικία εάν τους τα στερήσουν και μετά το θάνατο; Δεν θα ήταν αδικία να τους κατατάξουν σε θέση αντίθετη από τη θέληση και προτίμησή τους;


Υπάρχει και η απόλυτη δικαιοσύνη του Θεού, η οποία αποδίδει στον καθένα κατά τα έργα του και την προτίμησή του. Στην εδώ ζωή επικρατούσαν οι φίλοι και εραστές των έργων του κακού και του εγκλήματος. Με τη βία επιβάλλονταν στους ηθικούς και προσεκτικούς. Τους κακοποιούσαν και τους σκότωναν. Εκατομμύρια σφαγιάστηκαν από τους εργάτες του διαβόλου και μάλιστα χωρίς να φταίνε σε τίποτα, αλλά μόνο και μόνο γιατί πίστευαν στην αλήθεια και τηρούσαν τους κανόνες της ηθικής και αξιοπρέπειας. Ποια είναι η γνώμη σας; Πρέπει αυτοί να είναι μαζί στην ευτυχία και τη γαλήνη της καλοσύνης και της αγάπης;


Μετά το θάνατο, κατά τις Γραφές, η κατάσταση είναι στατική και επομένως ότι έγινε ο καθένας στην εδώ ζωή αυτή θα είναι και στην αιωνιότητα. Άρα όσοι απ’εδώ έφυγαν κακοποιοί και παράλογοι και στο μέλλον θα παραμείνουν όπως προτίμησαν και έζησαν και επομένως δεν θα είναι δυνατόν να συμβιώσουν με τους αγαθούς και ειρηνικούς εργάτες της καλοσύνης και της αγάπης. Δεν κρίνει συνεπώς ο Θεός την ανθρωπότητα, αλλά ετοιμάζει ότι ο καθένας προτιμά να φέρει μαζί του αιώνια.


Επομένως, ιδού καιρός 
να ετοιμάσει ο καθένας το μέλλον του!


ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΤΟΥ BLOG ΜΑΣ: στην Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός φαίνεται να κρίνει και να επιβάλλει τιμωρίες στην ανθρωπότητα, όπως ο Κατακλυσμός ή η καταστροφή στα Σόδομα & τα Γόμορρα. Όμως η Π. Διαθήκη, που απευθύνεται σε πρωτόγονη ανθρωπότητα, με ανεπαρκή σχέση με το Θεό, μιλάει άκρως ανθρωπομορφικά. Ο Θεός δεν «τιμωρεί», αλλά αναστέλλει τη λατρεία των δαιμόνων (δες εδώ & εδώ) και μεταθέτει ανθρώπους στον Άδη, όπου ΘΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΤΑΥΡΩΣΗ ΤΟΥ, θα κηρύξει σ’ αυτούς και θα τους φέρει στον ουρανό (Α΄ Πέτρου γ΄ 19-20 – δες και αυτό το post).


Eπίσης, τόσο στην προ Χριστού αρχαιότητα, όσο και στη μετά Χριστόν εποχή, υπάρχει η πιθανότητα άνθρωπος που αποδιώχνει 100% από μέσα του τη θεία χάρη (την αγαθή ενέργεια του Θεού) να υποστεί καταστροφές ή θάνατο, επειδή ανοίγεται τελείως στα πονηρά πνεύματα. Τέτοιο παράδειγμα είναι ο θάνατος του Ανανία και της Σαπφείρας στην Πράξεις των αποστόλων, ε΄ 1-11.

Ακούστε το ηχητικό: Aποσπάσματα από το βιβλίο του Γέροντα Ιωσήφ «Άσκηση η μητέρα του αγιασμού». Διαβάζει ο Βαγγέλης Δρούζας.

Pages