Θεωρία των χαρακτηριστικών προσωπικότητας - Point of view

Εν τάχει

Θεωρία των χαρακτηριστικών προσωπικότητας




  Βασική υπόθεση των θεωριών των χαρακτηριστικών προσωπικότητας είναι ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν την προδιάθεση να ανταποκρίνονται με συγκεκριμένους τρόπους σε ερεθίσματα. Για παράδειγμα, εκείνος που έχει φιλική προδιάθεση είναι πιο πιθανό να εκδηλώσει εξυπηρετικότητα, ενδιαφέρον, φροντίδα και ζεστασιά σε μια ποικιλία καταστάσεων, όπως όταν κάνει καινούριες γνωριμίες, επισκέπτεται μέλη της οικογένειας ή συναντάται με ένα φιλικό πρόσωπο.


Η έννοια του χαρακτηριστικού προσωπικότητας


Αυτή η προδιάθεση ονομάζεται χαρακτηριστικό. Τα χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τους προαναφερθέντες θεωρητικούς, αποτελούν τους θεμελιώδεις δομικούς λίθους της προσωπικότητας του ανθρώπου.

Τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας είναι υπεύθυνα για τη σταθερότητα της συμπεριφοράς ενός ατόμου μέσα στο χρόνο και σε διαφορετικές καταστάσεις. Η σταθερότητα της συμπεριφοράς επιτυγχάνεται όταν κάποια ερεθίσματα γίνονται αντιληπτά ως όμοια και, κατά συνέπεια, οδηγούν σε παρόμοιες συμπεριφορές. Άνθρωποι με επιθετική προδιάθεση για παράδειγμα, ίσως αντιλαμβάνονται πιο γρήγορα από τους άλλους τις προσβολές και αντιδρούν προκλητικά. Τα άτομα διαφέρουν μεταξύ τους στο βαθμό στον οποίο εκδηλώνουν οποιοδήποτε χαρακτηριστικό προσωπικότητας.

Επομένως, μπορούμε να θεωρήσουμε τα χαρακτηριστικά ως άξονες ή διαστάσεις όπου τοποθετούνται τα άτομα. Όσοι τοποθετούνται υψηλά σε έναν άξονα είναι πολύ πιθανό σε ένα ευρύτατο φάσμα καταστάσεων να ενεργήσουν σύμφωνα με το χαρακτηριστικό που αντιστοιχεί στον άξονα αυτό. Για παράδειγμα, όλοι βιώνουν αγχωτικές καταστάσεις κατά καιρούς: όμως το άτομο που έχει σε υψηλό βαθμό το χαρακτηριστικό του άγχους πιθανότατα θα νιώσει άγχος σε ένα ευρύτερο φάσμα περιστάσεων από ό,τι ένα άλλο άτομο που έχει σε χαμηλό βαθμό το ίδιο χαρακτηριστικό.

Οι θεωρητικοί συμφωνούν ότι τα χαρακτηριστικά προσωπικότητας είναι οργανωμένα με τρόπο ιεραρχικό: κάτω από τα σχετικώς επιφανειακά χαρακτηριστικά υπάρχουν οι θεμελιώδεις και γενικευμένες προδιαθέσεις, οι τάσεις δηλαδή που καθορίζουν ένα σημαντικό κομμάτι της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Οι θεωρητικοί διαφωνούν στο ποια είναι τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά που συνθέτουν την προσωπικότητα για το λόγο αυτό διατυπώνουν διαφορετικές απόψεις για τον αριθμό και τη φύση αυτών των χαρακτηριστικών


Η θεωρία του G. W. Allport


Gordon W. Allport είναι περισσότερο γνωστός για τον προβληματισμό του σχετικά με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, παρά για τη διατύπωση μιας συγκεκριμένης θεωρίας της προσωπικότητας. Στη διάρκεια της μακρόχρονης καριέρας του, έδωσε έμφαση στις υγιείς και οργανωμένες πλευρές της συμπεριφοράς, σε αντίθεση με άλλους θεωρητικούς που τόνισαν τις παθολογικές πλευρές της.

Στο πρώτο έργο που δημοσίευσε το 1921, ο Allport επικεντρώνεται στην έννοια του χαρακτηριστικού, θεωρώντας τη βασική για μια θεωρία προσωπικότητας. Σύμφωνα με αυτόν, τα χαρακτηριστικά αποτελούν τους βασικούς δομικούς λίθους της προσωπικότητας και είναι εγγεγραμμένα στο νευρικό σύστημα του ανθρώπου. Εκφράζουν την προδιάθεση του ατόμου να συμπεριφέρεται με ορισμένο τρόπο σε διαφορετικές καταστάσεις μέσα στο χρόνο. Προσδιορίζονται από τη συχνότητα εκδήλωσής τους, την έντασή τους και την ευρύτητα του φάσματος των καταστάσεων στις οποίες εκδηλώνονται. Για παράδειγμα, ένα πoλύ υποτακτικό άτομο είναι συχνά ιδιαίτερα υποτακτικό σε ένα ευρύτατο φάσμα καταστάσεων.

Ο Allport επισήμανε ότι τα χαρακτηριστικά δεν εκδηλώνονται ανεξάρτητα από τις επικρατούσες συνθήκες. Για παράδειγμα, ακόμη και τα πιο επιθετικά άτομα μπορούν να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά τους εάν οι συνθήκες το επιτάσσουν, όπως και τα πλέον εσωστρεφή άτομα μπορούν να εκδηλώσουν τάσεις εξωστρέφειας σε ιδιαίτερες περιστάσεις.

Για την κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ο Allport θεωρεί απαραίτητη τη μελέτη τόσο των χαρακτηριστικών όσο και της ιδιαιτερότητας κάθε κατάστασης στην οποία αυτά εκδηλώνονται. Τα χαρακτηριστικά ευθύνονται για τη σταθερότητα της συμπεριφοράς, ενώ η ιδιατερότητα κάθε κατάστασης έχει σημασία προκειμένtου να ερμηνεύσουμε τη μεταβλητότητα της συμπεριφοράς του ατόμου.


Θεωρία Γνωρισμάτων Προσωπικότητας


Κατηγοριοποίησε τρία επίπεδα στα οποία εντάσσεται το σύνολο των γνωρισμάτων της προσωπικότητας:



Θεμελιώδη γνωρίσματα. Πρόκειται για τα χαρακτηριστικά που παίζουν κυρίαρχο ρόλο στην προσωπικότητα και διαμορφώνουν εξ ολοκλήρου τη συμπεριφορά του ατόμου. Είναι τα πάθη και οι εμμονές, όπως η ανάγκη για χρήματα, φήμη, αγάπη, εξουσία κλπ. Παρουσιάζονται σπανιότερα και αναπτύσσονται αργότερα στη ζωή.


Κεντρικά γνωρίσματα. Πρόκειται για τα χαρακτηριστικά που αποτελούν τον πυρήνα της προσωπικότητας και δύναται να εντοπιστούν σχεδόν σε κάθε άτομο. Είναι τα βασικά δομικά στοιχεία που διαμορφώνουν το μεγαλύτερο μέρος της συμπεριφοράς του ατόμου, αν και η αίσθηση που αφήνουν δεν είναι τόσο έντονη όσο αυτή των θεμελιωδών γνωρισμάτων. Παραδείγματα κεντρικών γνωρισμάτων είναι η ειλικρίνεια, η ευφυΐα κλπ.

Δευτερεύοντα γνωρίσματα. Πρόκειται για χαρακτηριστικά που εντοπίζονται μόνο σε συγκεκριμένες περιστάσεις, όπως για παράδειγμα συγκεκριμένες προτιμήσεις που μπορεί να έχει το άτομο και που τις γνωρίζει μόνο κάποιος στενός φίλος.




Είπε: «Ο πιο σίγουρος τρόπος για να χάσεις την αλήθεια είναι να προσποιείσαι ότι ήδη την κατέχεις πλήρως.»



Είδη χαρακτηριστικών προσωπικότητας κατά τον Allport


Ο Allport διέκρινε τρία είδη χαρακτηριστικών: τα πρωτεύοντα,τα κεντρικά και τα δευτερεύοντα. Το πρωτεύον χαρακτηριστικό εκφράζει την προδιάθεση που κυριαρχεί στην προσωπικότητα του ατόμου και επηρεάζει σχεδόν κάθε πράξη του. Ο άνθρωπος με αυταρχική προσωπικότητα, για παράδειγμα, έχει έναν στερεότυπο τρόπο θεώρησης των πραγμάτων: τα βλέπει ή άσπρα ή μαύρα. Οι άνθρωποι έχουν πολύ λίγα, αν όχι κανένα τέτοιο χαρακτηριστικό.

Τα κεντρικά χαρακτηριστικά, όπως η τιμιότητα, η καλοσύνη και η επιβλητικότητα, αντιπροσωπεύουν προδιαθέσεις που αφορούν ένα εύρος καταστάσεων πιο περιορισμένο συγκρτικά με εκείνο του πρώτου είδους χαρακτηριστικών.

Τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά αντιπροσωπεύουν τις λιγότερο προφανείς και γενικευμένες προδιαθέσεις. Οι άνθρωποι, λοιπόν, έχουν χαρακτηριστικά που διαφέρουν ως προς το βαθμό σημαντικότητας και καθολικότητας


Η έννοια της λειτουργικής αυτονομίας


Ο Allport εισήγαγε την έννοια της λειτουργικής αυτονομίας (iunctional autonomy), σύμφωνα με την οποία ο ενήλικας λειτουργεί βάσει κινήτρων, τα οποία, αν και πηγάζουν από τις πρώτες παιδικές προσπάθειες μείωσης της έντασης, λειτουργούν πλέον ανεξάρτητα από αυτές. Προσπάθειες που είχαν αρχικά στόχο την ικανοποίηση της πείνας και την αντιμετώπιση του φόβου και της αγωνίας μπορεί να γίνουν πηγή ευχαρίστησης.

Δραστηριότητες που αρχικά αποσκοπούσαν στην εξασφάλιση των προς το ζην μετατρέπονται σε αυτοσκοπό, αφού προκαλούν ευχαρίστηση. Η καταβολή σκληρής προσπάθειας και η επιδίωξη της τελειότητας, αν και αρχικά έχουν στόχο την έγκριση και την αποδοχή των γονιών και άλλων ενηλίκων, μπορεί να γίνουν αυτοσκοπός του ανθρώπου, ανεξάρτητα από το αν αποτελούν αξία ή όχι για τους άλλους.


Η διερεύνηση της ατομικής ιδιαιτερότητας


Ο Allport έγινε γνωστός για την έμφαση που έδωσε στη μοναδικότητα του ατόμου. Τόνισε τη χρησιμότητα της διερεύνησης της ατομικής ιδιαιτερότητας (idiographic research) για την καλύτερη κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ένα μέρος αυτής της βαθύτερης μελέτης του ατόμου περιλαμβάνει τη χρήση υλικού που είναι μοναδικό για το συγκεκριμένο άτομο. Για παράδειγμα, ο Allport δημοσίευσε 172 επιστολές μιας γυναίκας, που αποτέλεσαν τη βάση της κλινικής αξιολόγησης της προσωπικότητάς της.

Ένα άλλο μέρος της διερεύνησης περιλαμβάνει τη σύγκριση της βαθμολογίας του ατόμου σε μία κλίμακα μέτρησης με τις βαθμολογίες του σε άλλες κλίμακες. Αυτό το είδος σύγκρισης είναι προτιμότερο από τη σύγκριση μεταξύ των βαθμολογιών διαφορετικών ατόμων στην ίδια κλίμακα μέτρησης. Είναι πιο σημαντικό να μάθουμε τι έχει περισσότερη αξία για ένα συγκεκριμένο άτομο-για παράδειγμα, η συντροφικότητα ή η απόκτηση υλικών αγαθών-από το να μάθουμε την αξία που έχει για κάθε άτομο η συντροφικότητα ή η απόκτηση υλικών αγαθών κ.λπ

Στα πλαίσια μιας τέτοιας μελέτης, δίνεται περισσότερη έμφαση στον τρόπο οργάνωσης των χαρακτηριστικών ενός συγκεκριμένου ατόμου και λιγότερη στο είδος των χαρακτηριστικών που διαθέτει κάθε άτομο και στο βαθμό εκδήλωσής τους σε σχέση με άλλα άτομα.

Η έμφαση που έδωσε ο Allport στη μοναδικότητα του ατόμου τον οδήγησε στη σκέψη ότι σε κάθε άτομο υπάρχουν χαρακτηριστικά που είναι μοναδικά και διαφεύγουν της επιστημονικής μελέτης. Αυτή η επισήμανση του Allport ήταν σημαντική και η σημασία της επανέρχεται στο προσκήνιο. Πολλοί μελετητές, όμως, θεώρησαν ότι εξαιτίας της ύπαρξης μοναδικών χαρακτηριστικών δεν είναι δυνατή η επιστημονική μελέτη της προσωπικότητας.


Η αξιολόγηση της θεωρίας του Allport


Ο Allport εισήγαγε πολλά ενδιαφέροντα ζητήματα σχετικά με την έννοια του χαρακτηριστικού, τα οποία και χειρίστηκε με επιδεξιότητα, στε τα έργα του να έχουν πολλά να προσφέρουν ακόμη και σήμερα. Για παράδειγμα, ο Allport τόνισε ότι η συμπεριφορά, γενικά, αποτελεί εκδήλωση πολλών χαρακτηριστικών. Επισήμανε, επίσης, ότι είναι δυνατή η ύπαρξη αλληλοσυγκρουόμενων προδιαθέσεων σε ένα άτομο. Επιπλέον, θεώρησε ότι τα χαρακτηριστικά εκδηλνονται περισσότερο με την ατομική επιλογή καταστάσεων παρά με την ατομική ανταπόκριση σε καταστάσεις.

Ενώ ο Allport έδωσε έμφαση στην έννοια του χαρακτηριστικού και επιχείρησε να διευκρινίσει τη σχέση της με την έννοια της κατάστασης και των συνθηκών, διεξήγαγε περιορισμένο αριθμό μελετν για τη διερεύνηση της ύπαρξης και της χρησιμότητας συγκεκριμένων χαρακτηριστικών. Αν και πίστευε ότι πολλά χαρακτηριστικά είναι κληρονομικά, δεν διεξήγαγε έρευνες για να το τεκμηριώσει. Αντίθετα, το έργο των H.J.Eysenck και R.B.Cattell αποτελεί συνδυασμό θεωρητικής και ερευνητικής προσφοράς.

Το παρόν άρθρο αποτελεί απόσπασμα 
από το βιβλίο του Γρηγόρη Ποταμιάνου
 «Θεωρίες Προσωπικότητας και Κλινική Πρακτική»,
 Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα
via
[full_width]

Pages