Να πεθάνω για να ησυχάσω! (μέρος 2ον) - Point of view

Εν τάχει

Να πεθάνω για να ησυχάσω! (μέρος 2ον)





 Περί θανάτου "2"

  • Ο θάνατος για τους δικαίους δεν είναι συμφορά, αλλά αντίθετα απελευθέρωση από την τυραννία των παθών και αιώνια πνευματική ένωση με τον Κύριο. Η παρούσα ζωή και ο ακατάπαυστος πόλεμος των παθών συσσωρεύουν πολύ κόπο στην ψυχή. Ο κατά Θεόν θάνατος είναι ανάπαυση της ψυχής από τους κόπους. Μη φοβάσαι λοιπόν τον θάνατο, μόνο να είσαι έτοιμος κάθε στιγμή για τον ερχομό του. Πώς θα ετοιμαστείς για τον θάνατο; Αποφεύγοντας την αμαρτία και αγαπώντας τον Κύριο με όλη την δύναμη της καρδιάς σου. (ΆγιοςΔημήτριοςτουΡοστώφ)
  • Πώς θα ετοιμαστείς για τον θάνατο; Αποφεύγοντας την αμαρτία και αγαπώντας τον Κύριο μ' όλη την δύναμη της καρδιάς σου. Δεν βρίσκω άλλο μεγαλύτερο κακό από την αμαρτία, γιατί φέρνει τον χωρισμό και την αποξένωση από τον Κύριο. Δεν βρίσκω άλλο μεγαλύτερο καλό, από την κάθαρση της ψυχής, που οδηγεί στην ένωση με τον Θεό, στη Βασιλεία των Ουρανών. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία από τον σωματικό θάνατο που οδηγεί στην αιώνια κόλαση. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευφροσύνη από τον σωματικό θάνατο που οδηγεί στον παράδεισο, στα χέρια του Θεού. Τί είναι λοιπόν θάνατος; Ο τέλειος χωρισμός από τον Θεό. Τί είναι λοιπόν ζωή; Η τέλεια ένωση με τον Θεό. (Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ)
  • Ξεχνώντας το φυσικό θάνατο, παθαίνουμε ένα πνευματικό θάνατο. (Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ)
  • Ο νους μας έχει τόσο πολύ αμαυρωθεί από την πτώση (του Αδάμ), ώστε αν δεν βιάσουμε τον εαυτόν μας να θυμάται το θάνατο, μπορεί εντελώς να τον ξεχάσει. Όταν ξεχάσουμε το θάνατο, τότε αρχίζουμε να ζούμε στη γη, σαν να να είμαστε αθάνατοι και ξοδεύουμε όλη μας την ενεργητικότητα στον κόσμο, χωρίς καθόλου να απασχολεί τον εαυτόν μας, ούτε η φοβερή μετάβαση στην αιωνιότητα, αλλά ούτε και η τύχη μας στην αιωνιότητα. Τότε χωρίς ντροπή πεισματικά καταπατούμε τις εντολές του Χριστού. Τότε διαπράττουμε τις χειρότερες αμαρτίες και εγκαταλείπουμε, όχι μόνο την αδιάλειπτη προσευχή, αλλά και τις τακτές προσευχές. Αρχίζουμε μάλιστα να περιφρονούμε αυτή την αναγκαία και απαραίτητη εργασία, σαν να ήταν μια δραστηριότητα μικρής σημασίας που δεν πολυχρειάζεται. Ξεχνώντας το φυσικό θάνατο, πεθαίνουμε ένα πνευματικό θάνατο... (Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ)
  • Ο θάνατος είναι πολυπόθητος για όσους αγαπούν τον Θεό, αλλά φοβερός για εκείνους που δεν είναι έτοιμοι. (ΣτάρετςΠαρθένιος)
  • Όταν βάλεις μπρος σου τον θάνατο και τον περιμένεις ανά πάσα στιγμή, φεύγει από σένα μακριά. Όταν όμως τον φοβάσαι, διαρκώς σε καταδιώκει... (Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής)
  • Ο θάνατος, που για τους περισσοτέρους είναι μέγας και τρομερός, για μένα είναι μια ανάπαυση, ένα γλυκύτατο πράγμα, που μόλις θα έρθει, θα με ξεκουράσει από τις θλίψεις του κόσμου. Και τον περιμένω από στιγμή σε στιγμή. (Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής)
  • Όταν κάποιος πληροφορηθεί, ότι επρόκειτο να πεθάνει, έχει φτάσει σε τέλεια μέτρα αγιότητας. Συνήθως τους αμετανόητους ανθρώπους, ο Θεός τους παίρνει πάνω στην αμαρτία. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Το να κοιμηθεί κανείς ειρηνικά και χωρίς ρόγχο και ψυχορράγημα είναι των Αγίων. Το φυσιολογικό είναι, ο άνθρωπος να χάσει τις αισθήσεις του και να έχει επιθανάτιο ρόγχο. Το να μην βγαίνει όμως η ψυχή του ανθρώπου και ο άνθρωπος να ιδρώνει, πολλές φορές να φωνάζει, αν υπάρχει αγωνία και γρήγορη κίνηση των οφθαλμών, η αλλαγή του χρώματος του προσώπου, να εκπέμπεται δυσοσμία από το στόμα και από το περιβάλλον να υπάρχει μια ανεξήγητη ταραχή στους υπολοίπους παρευρισκομένους, όλα αυτά φανερώνουν την παρουσία δαιμόνων και είναι ένα πολύ άσχημο προμήνυμα, που φανερώνει, ότι ο ετοιμοθάνατος έχει κάποιο αμάρτημα ή αμαρτήματα ατακτοποίητα και ανεξομολόγητα. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Ο πόλεμος του εχθρού στα ''τελευταία'' του ανθρώπου, είναι πολύ πανούργος. Και πρέπει να έχει κανείς αποθέματα πίστεως, ώστε να αντιταχθεί στους πονηρούς λογισμούς του διαβόλου που θα τον ενσπείρει π.χ. ότι δεν θα σωθεί. Πολλοί, στα τελευταία τους νικήθηκαν από τον εχθρό. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Πολλοί λένε: Να πεθάνω για να ησυχάσω! Μα... τώρα είναι τα προεόρτια. Άμα πεθάνουμε ατακτοποίητοι, έχοντας γραμμάτια στο Θεό, τότε θα αρχίσουν τα πραγματικά βάσανα. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Ο οδυνηρός τρόπος θανάτου υπολογίζεται από το Θεό, για να εξοφλήσει ο άνθρωπος κάποιες αμαρτίες. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Όταν σκοτώθηκε ο Άβελ από τον Καϊν, έστειλε ο Θεός τον αρχάγγελο Μιχαήλ στον Αδάμ, για να του υποδείξει τι πρέπει να κάνει τον γιό του Άβελ: Να τον θάψει. Είναι αποκάλυψη από το Θεό, ότι ο άνθρωπος πρέπει στη γη να επιστρέψει, όταν πεθάνει. Γιατί όταν ο Θεός μας έπλασε, πήρε χώμα από το έδαφος, στο οποίο δημιουργήθηκε μια γούβα, μια λακούβα. Αυτό το κενό που δημιουργήθηκε στο έδαφος, πρέπει να συμπληρωθεί και γίνεται δια της ταφής μας. Από χώμα σε έκανα και είσαι υποχρεωμένος να μπεις στο χώμα, λέει ο Θεός. Κάθε άλλος τρόπος π.χ. καύση του νεκρού είναι αμαρτία και δεν το θέλει ο Θεός. Όταν μας θάβουν, κάνουμε υπακοή στο θέλημα του Κυρίου και παίρνουμε Χάρη, η οποία είναι η τελευταία, σε τούτη τη ζωή. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Την ημέρα ατης υψώσεως του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου) καθώς υψώνεται ο Σταυρός στην Θεία Ακολουθία, σχηματίζεται ένας ουρανομήκης πύρινος Σταυρός, είναι η Χάρη που ξεκινάει από τον Σταυρό μέσα από την Εκκλησία και φθάνει έως τον θρόνο του Χριστού μας. Σε όλο αυτό το ύψος το νοητό, δημιουργείται μια φωτεινή ζώνη, ένας φωτεινός δρόμος και αλίμονο στα δαιμόνια, αν βρεθούν στο δρόμο αυτής της ζώνης, η οποία περνάει και από τα εναέρια τελώνια. Γι΄αυτό λένε οι Πατέρες, ότι όσοι κοιμηθούν αυτήν την ημέρα δεν τελωνίζονται. Αυτό δεν σημαίνει, ότι όσοι κοιμηθούν αυτήν την ημέρα σώζονται, αλλά σώζονται αυτοί που είναι τακτοποιημένοι εξομολογημένοι και Κοινωνημένοι. Είναι ανυπολόγιστη πολύ μεγάλη τιμή, να κοιμηθεί κάποιος την ημέρα αυτήν (για λοχίας πήγαινες, στρατάρχης έγινες). Τα τελώνια είναι ανενέργητα και την διακαινήσιμο εβδομάδα. (ΓέρονταςΕφραίμΣκήτηςΑγίουΑνδρέα)
  • Όταν έχουμε μνήμη θανάτου, δεν θα αμαρτάνουμε άλλο. Όχι με την έννοια, ότι θα γίνουμε αναμάρτητοι, αλλά ότι θα είναι προσεκτική η ζωή μας και δεν θα σφάλλουμε επικίνδυνα. Η μνήμη θανάτου θα μας κρατά σε επαγρύπνηση, σε μελέτη της συνειδήσεώς μας, στο πένθος για τις αμαρτίες μας, με τελικό στόχο την κάθαρση. Η μνήμη θανάτου, είναι το αποτελεσματικό φάρμακο, για να μην υποστούμε την κόλαση μεταθανάτια. (ΓέρονταςΕφραίμτης Αριζόνας)
  • Η υπόθεση του θανάτου να μας απασχολεί συνεχώς, ώστε ελέγχοντας τον εαυτόν μας, να διορθώνουμε τα τυχόν αμαρτήματά μας. Βλέποντας ο Θεός αυτήν την εργασία πάνω μας, θα ευδοκίσει να μας πάρει όταν θα είμαστε έτοιμοι και έτσι να σωθούμε. Θα είχαμε αμέλεια και ραθυμία στα πνευματικά ζητήματα και θα εστρέφετο ο λογισμός μας στα τα του κόσμου, εάν είχαμε στην μνήμη μας ότι ανά πάσα στιγμή μπορούμε να φύγουμε από τούτο τον κόσμο; (ΓέρονταςΕφραίμτης Αριζόνας)
  • Ο θάνατος είναι το γεφύρι που μεταφέρει τον άνθρωπο απ' αυτόν τον κόσμο, προς τον άλλον. Μόλις κλείσουν τα μάτια της σαρκός, ανοίγουν αμέσως τα μάτια της ψυχής και βλέπει εκείνα που δεν έβλεπε προηγουμένως με τα μάτια της σαρκός. (Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας)
  • Ο καλύτερος βοηθός, κατά την ώρα της εξόδου της ψυχής από τον κόσμο αυτόν, είναι η νοερά προσευχή... (ΓέρονταςΕφραίμ της Αριζόνας)
  • Όταν κάποιος πεθαίνει και σώζεται η ψυχούλα του, ο Άγιος που γιορτάζει εκείνη την ημέρα, τον υποδέχεται στον παράδεισο, γιατί είναι η ημέρα δική του, η εορτή του δηλαδή. (Γέροντας Εφραίμ της Αριζόνας)
  • Αν ο άνθρωπος γνώριζε πότε θα πεθάνει, δεν θα σταματούσε να αμαρτάνει και να μην αδιαφορεί για την αρετή. Το άγνωστο της ώρας του θανάτου κρατεί τον πιστό σε μία διαρκή ετοιμότητα και εγρήγορση. (ΓέρονταςΕφραίμοΒατοπαιδινός)
  • Είναι ευλογημένος ο άνθρωπος που πεθαίνει Σάββατο και κηδεύεται Κυριακή, εφόσον βεβαίως ζει κατά Θεόν. Ο δρόμος για τον Παράδεισο είναι ανοιχτός... (Γέροντας Αμβρόσιος Λάζαρης)
  • Όταν θυμάμαι τον θάνατο, πατώ την αλαζονεία μου, κατανοώ ότι δεν είμαι τίποτε, συναισθάνομαι ότι ο πλούτος, η τιμή και η φθαρτή φαντασία είναι μάταια και ανωφελή και μόνο η ταπεινή επίγνωση του εαυτού μου και η αγάπη του πλησίον μου και τα παραπλήσια μ' αυτά καλά, μπορούν να με βοηθήσουν κατά την ώρα του θανάτου μου. (Γέροντας Δανιήλ ο Κατουνακιώτης)
  • Όταν σημάνη η ώρα της εξόδου της ψυχής από το σώμα, η ψυχή εξερχόμενη από το σώμα, συγκεντρώνεται προς το κεφάλι. Γι΄αυτό σε αυτούς που έκαναν έντονη πνευματική ζωή, ξεχύνεται ειρήνη και ένα ασυνήθιστο φως στο πρόσωπό τους. (ΓέρονταςΑρσένιοςΜπόκα)
  • Όταν πρόκειται να πεθάνει ένας Ορθόδοξος Χριστιανός, τότε στέλνει ο Θεός δύο αγγέλους. Έναν, τον φύλακα άγγελό του και έναν άλλο, που παίρνει την ψυχή του ανθρώπου. Αν κάποιος αρρωστήσει και δει έναν άγγελο, δεν πρόκειται να πεθάνει, αν όμως δει δύο αγγελους, σε λίγο πρόκειται να φύγει. (παπα Στέφανος ο Σέρβος ο Καρουλιώτης)
  • Αν επιθυμείς να πεθάνεις για να απαλλαγείς από τα βάσανα, αυτό βέβαια είναι αμαρτία, διότι είναι σαν να γογγύζεις κατά του Θεού που επιτρέπει τα βάσανά σου. Αν όμως επιθυ­μείς να πεθάνεις για να μην αμαρτάνεις και λυπείς με τις αμαρτίες σου το Θεό, αυτό δεν είναι καθόλου αμαρτία. Αν πάλι επιθυμείς να πεθάνεις, διότι δεν αντέχεις το χω­ρισμό σου από το Θεό και θέλεις να μεταβείς το συντο­μότερο κοντά του, τότε η επιθυμία σου αυτή είναι τρισευλογημένη. (πΙωήλΓιαννακόπουλος)
  • Φοβόμαστε τον θάνατο, γιατί συνδεόμαστε πολύ με την ζωή. Όσο λιγότερο συνδέεται ο άνθρωπος με την ζωή, τόσο λιγότερο φοβάται τον θάνατο. (πΙωήλΓιαννακόπουλος)
  • Γνωρίζετε ποιά ήταν η τελευταία λέξη του Καζαντζά­κη; «Διψώ». Και έγραψε πολύ ευστόχως και ευφυώς ο π. Θεόκλητος ο Διονυσιάτης σ' ένα άρθρο του: «Άραγε πριν ακόμη βγει η ψυχή του, να προγευόταν την βασανι­στική φλόγα της καμίνου του πυρός του εξωτέρου, σαν τον πλούσιο που ωδυνάτο εν τη φλογί εκείνη και ήθελε κάποιον να του αναψύξη την γλώσσα;». (π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος)
  • Σκεφθείτε προς στιγμή, ότι την νύχτα που κοιμάστε, ακούτε φωνές: ''Πυρκαγιά-πυρκαγιά!''. Ξυπνάτε και βλέπετε, να καίγετε ολόκληρο το σπίτι σας. Το ζώνουν από παντού φλόγες! Και όμως, αυτός ο τρόμος δεν είναι τίποτα, μπροστά στον τρόμο που θα αισθανθεί ο αμαρτωλός (αμετανόητος), όταν με τον θάνατό του, ξυπνήσει και δει, ότι είναι ζωσμένος από τις φλόγες της κολάσεως! Αλίμονο και τρεις αλίμονο και χιλιάδες φορές αλίμονο...! (Αρχ. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος)
  • Όσο περισσότερο πνευματικά νεκρός είναι ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο φοβάται τον φυσικό θάνατο. (Αρχ. Φιλόθεος Φάρος)
  • Ξέρεις με τι μοιάζουν οι σημερινοί άνθρωποι; Με τις κότες, ναι, με τις άμυαλες κότες, που βόσκουν σκόρπιες και αμέριμνες μέσα σ΄ένα χωράφι. Και καθώς τριγυρίζουν πέρα-δώθε, πετάγεται ξαφνικά ανάμεσά τους ο αιμοβόρος λύκος, αρπάζει μία κι εξαφανίζεται, για να την ξεσκίσει και να την καταβροχθίσει κάπου με την ησυχία του. Οι υπόλοιπες, μόλις δούν το λύκο, τρομάζουν και κρύβονται. Σε λίγη ώρα, όμως, σαν ανόητες που είναι, ξεχνούν και το λύκο και ητν κότα που άρπαξε εκείνος και την τρομάρα που πέρασαν αυτές, και βγαίνουν πάλι στη βοσκή. Ο λύκος δεν αργεί να ξανάρθει, οπότε επαναλαμβάνεται η ίδια σκηνή. Και επαναλαμβάνεται πολλές φορές, ώσπου όλες οι κότες εξολοθρεύονται. Έτσι, λοιπόν, είναι και οι άνθρωποι. Ανόητοι! Βόσκουν αμέριμνοι στο λιβάδι των κοσμικών μεριμνών και των σαρκικών απολαύσεων, ώσπου έρχεται ξαφνικά ο θάνατος και αρπάζει έναν συγγενή ή φίλο τους. Τότε συγκλονίζονται, καταθλίβονται, τρομάζουν και συλλογίζονται τη δική τους ώρα, το δικό τους τέλος. Τότε κάνουν μερικές ευλαβικές σκέψεις, συνειδητοποιούν τι φοβερό θα είναι να πεθάνουν μέσα στην αμαρτία, και αποφασίζουν να μετανοήσουν. Όλα αυτά, όμως, δεν διαρκούν πολύ. Περνούν λίγες μέρες, ή έστω λίγες εβδομάδες, και ξεχνιέται ο φίλος, ξεχνιέται ο θάνατος, ξεχνιέται και η μετάνοια. Ο θάνατος, βέβαια, δεν θα αργήσει να ξαναχτυπήσει. Και τότε, πάλι ο ίδιος συγκλονισμός, πάλι οι ίδιες σκέψεις... μα και πάλι γρήγορα επιστροφή στη μάταιη καθημερινότητα. Έτσι σιγά-σιγά τους παίρνει όλους ο θάνατος και αδιόρθωτους και αμετανόητους! (Μοναχός Αγάπιος Λάνδος Κρήτης)
  • Λίγο πριν το μαρτύριό του, ο Άγιος Γεώργιος έκανε την εξής προσευχή: «Δοξασμένος να είσαι, Κύριε και Θεέ μου, που δεν με παρέδωσες σαν θήραμα στους διώκτες μου και δεν έδωσες χαρά στους εχθρούς μου, αλλά λύτρωσες την ψυχή μου σαν πουλί από την παγίδα των κυνηγών. Και τώρα, Κύριε, άκουσέ με και παραστάσου μου την τελευταία μου τούτη ώρα. Φύλαξε την ψυχή μου από τον άρχοντα του αέρα, τον απαίσιο αντίπαλο Σου και από τα ακάθαρτα πνεύματα που τον άκολουθοΰν. Μη λογαριάσεις για αμαρτία τη θανάτωσή μου σ' εκείνους που την εκτελούν από άγνοια, αλλά συγχώρησέ τους και δείξε τους την αγάπη Σου, για να Σε γνωρίσουν και να κληρονομήσουν τη Βασιλεία Σου μαζί με τους εκλεκτούς Σου»
  • Η μεγαλυτέρα φιλοσοφία και θεολογία, είναι το θέμα του θανάτου. Και εντούτοις οι περισσότεροι πολιτεύονται στη ζωή τους σαν τον σαλίγκαρο, ο οποίος όταν τον ψήνουνε τραγουδάει! (Παναγόπουλος)
  • Πολλοί κλαίνε επειδή ''έχασαν'' τον άνθρωπό τους, αντί να κλαίνε γιατί χάθηκε η ψυχή του. (Παναγόπουλος)
  • Ο θάνατος είναι ευλογία του Θεού, γιατί αν δεν τον επέτρεπε ο Θεός, θα ήταν η αμαρτία και το κακό αθάνατο (καρκίνοι, αρρώστιες, βάσανα, κακουχίες της ζωής και πολλά άλλα θα υπήρχαν αιώνια στον άνθρωπο). Αλλά εμείς θάνατο ακούμε και χτυπάμε ξύλο, λες και απομακρύνουμε έτσι το θάνατο. Ούτε καν θέλουμε να ακούμε και να θυμόμαστε τη λέξη θάνατος. Η μνήμη θανάτου αποτελεί τροχοπέδι στο να αμαρτήσει ο άνθρωπος, διότι μετά το θάνατο υπάρχει κρίση. (Παναγόπουλος)
  • Το να βάζουμε μαύρα ρούχα, το να φορούμε μαύρα περιβραχιόνια, να κρεμάμε μαύρες σημαίες και πολλά άλλα, όλα αυτά είναι μια μορφή διαμαρτυρίας απέναντι στο Θεό, το ότι εμείς δεν συμφωνούμε μαζί Του. Πού κήρυξε η Εκκλησία να φοράμε μαύρα, όταν πεθάνει κάποιος; Το διδάσκει το Ευαγγέλιο ή ο Χριστός; Πού αναγράφονται όλα αυτά που κάνουμε εμείς, ποιός τα εφεύρε; Αυτά που κάνουμε είναι ενδείξεις απιστίας. Τότε γιατί κρατάμε τη λαμπάδα της Αναστάσεως το Πάσχα; Πλήρη άγνοια έχουμε και αυτό διότι δεν πιστεύουμε σωστά. Για τον πραγματικό Χριστιανό δεν υπάρχει πένθος για τον νεκρό. Ο Χριστός αναστήθηκε για εμάς και εμείς φοράμε μαύρα, γιατί δεν πιστεύουμε στην ανάσταση των νεκρών και στην μεταθάνατο ζωή. Μάλιστα στο σπίτι γυρίζουμε τα κάδρα ανάποδα, δεν κερνάμε γλυκά στους φιλοξενούμενους, για να μην γλυκαθεί ο χάρος, σπάμε τα πιάτα και πολλά άλλα, γιατί πιστεύουμε, ότι θα αναστείλουμε τη δράση του κακού. Δεισιδαιμονίες είναι αυτές και δεν έχουν σχέση με τον πραγματικό Χριστιανό, ο οποίος αντιμετωπίζει το θάνατο με ψυχραιμία. Θα στενοχωρηθεί, θα δακρύσει αλλά δεν θα πενθήσει. (Παναγόπουλος)
  • Ο θάνατος είναι ένας φωτογραφικός φακός και ανάλογα με την κατάσταση στην οποία θα σε αποθανατίσει, θα έχεις και την ανάλογη τύχη μεταθανάτια. Αν σε βρει ο θάνατος εν μετανοία, θα σωθείς και εάν σε βρει σε αμετανοησία, θα κολαστείς. Γι΄αυτό και πρέπει πάντα να βρισκόμαστε εν μετανοία και προετοιμασμένοι, γιατί δεν ξέρουμε ποιά θα είναι η τελευταία μέρα της ζωής μας. Και μπορεί ένας ο άνθρωπος να κάνει 100 χρόνια Χριστιανική ζωή, αλλά την τελευταία μέρα της ζωής του να είναι αντίχριστη και να χάσει έτσι την αιωνιότητα. Και υπάρχει εκδοχή ένας άλλος άνθρωπος να ζει 100 χρόνια αντίχριστα, αλλά την τελευταία μέρα της ζωής του να ζήσει Χριστιανικά και να μετανοήσει και να κερδίσει την αιωνιότητα. Όπου θα σε βρω, εκεί και θα σε κρίνω, λέει ο Χριστός στην Αγία Γραφή. (Παναγόπουλος)
  • Πεθαίνει κάποιος και λένε οι άνθρωποι: ''Έτσι ήταν το θέλημα του Θεού''. Και ξέρετε πως το ερμηνεύουν; Θεός είναι, έτσι ήθελε και το έκανε. Άλλωστε ποιός μπορεί να Του αντισταθεί; Δεν είναι έτσι όμως τα πράγματα... Το θέλημα του Θεού ταυτίζεται πάντοτε με το συμφέρον της ψυχής του ανθρώπου, το πρόσκαιρο και το αιώνιο. (Παναγόπουλος)
  • Τί συμβολίζει το σάβανο που βάζουμε στο νεκρό; Είναι μια ομολογία, ότι εμείς δεν μείναμε γυμνοί απόγονοι του Αδάμ και της Έυας, πιστέψαμε στο Χριστό και πήραμε τη στολή του Αγίου Πνεύματος, έχοντας έτσι παρρησία στο Χριστό. (Παναγόπουλος)
  • Γεννιόμαστε για να πεθάνουμε και πεθαίνουμε για να ζήσουμε... (Παναγόπουλος)
  • Για έναν σεσωσμένο άνθρωπο, ο θάνατος είναι η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής του. (Παναγόπουλος)
  • Ο πιστός δεν φοβάται το θάνατο και γι' αυτό νοιώθει χαρά και αγάπη. (Κόντογλου)
  • Όταν κλείνω δεν τις χάνω τις φτερούγες μου...
Όταν διπλώνω τα βλέφαρά μου, δεν τερματίζω τους οραματισμούς μου...
Και όταν γείρω το κεφάλι στο προσκέφαλο του θανάτου, δεν παύω να υπάρχω...
Αναπαύομαι... (Κωνσταντίνος Κούρκουλας)
  • Το θάνατο κανείς δεν πρέπει να τον φοβάται. Την αδικία όμως, πρέπει να την φοβάται. Γιατί αν η ψ,υχή με πολλά αδικήματα φτάσει στον Άδη, θα είναι για αυτήν η μεγαλύτερη από όλες τις συμφορές. Όταν επέρχεται ο θάνατος στον άνθρωπο, το μεν θνητό μέρος αυτού, καθώς φαίνεται, πεθαίνει, το δε αθάνατο, η ψυχή, σηκώνεται και φεύγει σώο και άφθαρτο. (Πλάτωνας)
  • Είναι καλύτερα, το να πεθάνουν το ταχύτερο δυνατόν αυτοί, οι οποίοι με το να ζουν, ντροπιάζουν τη ζωή. (Σωκράτης)
  • Είναι μεγάλος παραλογισμός, να φοβάται κάποιος τον θάνατο, γιατί ο θάνατος είναι κάτι αναπόφευκτο για όλους μας. (Αριστοφάνης)
  • Ο ύπνος και ο θάνατος είναι δίδυμα αδέρφια. (Όμηρος)
  • Μόνο οι τρελοί κάνουν άσκοπα έξοδα στις κηδείες των νεκρών. (Ευριπίδης)
  • Ο θάνατος για τους μικρούς ανθρώπους είναι τέλος, ενώ για τους μεγάλους είναι αρχή. (Δημητρακόπουλος)
  • Αν θέλεις να μάθεις άνθρωπε το τι αξίζεις, ρίξε μια ματιά στα μνήματα των νεκρών. Θα δεις εκεί οστά και σκόνη τυρράνων, σοφών, ρητόρων καθώς και εκείνων που καυχήθηκαν για τα πλούτη, την καταγωγή, την ομορφιά ή τα ένδοξά τους κατορθώματα. Κανένας όμως απ' αυτούς, δεν άντεξε στην φθορά του χρόνου. Όλοι έχουμε έτσι έναν κοινό παρανομαστή: τον θάνατο. Πρόσεξέ τα λοιπόν καλά όλα αυτά και θα καταλάβεις τότε, το τι πραγματικά αξίζεις... (Μένανδρος)
  • Το πιο ανώφελο και απελπισμένο πράγμα είναι να κλαίει κάποιος, για αυτούς που πέθαναν. (Στησιχόρος)
  • Απεχθάνεται τα μνήματα.
Μάλλον φοβάται τα μηνύματα. (Χριστόφορος Γεροντίδης)
  • Αν ο θάνατος ήταν ολοκληρωτική εξαφάνιση, δεν θα είχε καμμία αξία η παρούσα ζωή. (Ουγκώ)
  • Ο θάνατος είναι ύπνος χωρίς όνειρα. (Ναπολέων)
  • Δίχως τον Χριστό ο θάνατος είναι αποτρόπαιος, φοβερός και ο τρόμος της φύσης. Αλλά με τον Χριστό, ο θάνατος είναι αγαπημένος, αγιασμένος και η χαρά των Χριστιανών. Όλα είναι ειρηνικά μαζί με τον Χριστό, ακόμη και ο ίδιος ο θάνατος. (Πασκάλ)
  • Όσο περισσότερο καλός είναι ο άνθρωπος, τόσο λιγότερο φοβάται το θάνατο. (Τολστόϊ)
  • Όποιος δεν φοβάται τον θάνατο, ούτε και κάποια άλλη απειλή φοβάται. (Κορνήλιος)
  • Δεν πρέπει να φοβόμαστε τον θάνατο, αλλά την άδεια ζωή. (Μπρεχτ)
  • Τα τελευταία χρόνια της ζωής, είναι σαν το τέλος ενός πάρτι μασκέ, τότε που πέφτουν όλες οι μάσκες. (Παβέζε)
  • Όταν ακούω να χτυπάει στο χωριό μου η καμπάνα πένθιμα, ξέρω ότι κάποιος πέθανε και τότε στο χωριό μου, ο κόσμος λιγοστεύει κατά μία ψυχή και σκέπτομαι, ότι κάποτε θα χτυπήσει και για μένα, επειδή ο θάνατος κάθε ανθρώπου συνδέεται αδιάσπαστα με το ανθρώπινο γένος. Γι' αυτό και όταν ακούς την καμπάνα να χτυπάει, ποτέ μην ρωτήσεις για ποιόν χτυπάει... Χτυπάει για σένα! (Χεμινγουαίη)
  • Η στιγμή του θανάτου, είναι στιγμή που ακόμη και οι ψεύτες λένε την αλήθεια. (Βολταίρος)
  • Καλύτερα να μην είχα γεννηθεί. Με εγκατέλειψαν οι άνθρωποι, όπως και ο Θεός. Θα πάω στην κόλαση... (Βολταίρος - Τελευταία λόγια του πριν πεθάνει)
  • Βασίλεψα τόσα χρόνια στη γη και μου φαίνονται σαν μια μέρα. Από εδώ και πέρα όμως, θα βασανίζομαι στην αιωνιότητα, αποκλεισμένη από την μόνη Βασιλεία, που άξιζε τον κόπο να ποθήσω... (Βασίλισσα Ελισσάβετ Α' της Αγγλίας - Τελευταία λόγια του πριν πεθάνει)
  • Μακάρι να μπορούσα να βρισκόμουν χίλια χρόνια πάνω στην φωτιά, που ποτέ δεν θα έσβυνε, προκειμένου να εξαγοράσω την εύνοια του Θεού και να ενωθώ πάλι μαζί Του! Αυτό όμως σήμερα είναι μια επιθυμία μου χωρίς αποτέλεσμα. Εκατομμύρια εκατομμυρίων χρόνων, δεν θα με φέρουν στο τέλος των βασάνων, κάτι που θα μπορούσα να κάνω σε μία μόνο ώρα! Ω, αιωνιότητα, αιωνιότητα σε χαιρετώ για πάντα! Ω, αβάσταχτα βάσανα της κολάσεως! (Νιούπορτ Σερ Φράνσις - Τελευταία λόγια του πριν πεθάνει)
  • Εκείνος που ζει με την προοπτική της αιωνιότητας, ποτέ του δεν φοβάται να πεθάνει.
  • Απεχθάνεται τα μνήματα, όποιος φοβάται τα μηνύματα.
  • Κάτω από την πλάκα του τάφου είναι κρυμμένο το κλειδί της αιωνιότητας...
  • Ο άνθρωπος όταν πεθάνει, δεν παίρνει μαζί του αυτά που έχει, αλλά αυτά που χάρισε.
  • Να ζήσεις χωρίς Χριστό είναι δύσκολο. Μα να πεθάνεις χωρίς το Χριστό, είναι τρομερό...
  • Ο θάνατος δεν είναι κάτι που τρομάζει τον πιστό. Γέρνουμε το κεφάλι μας στην αγκαλιά του Χριστού και ξυπνάμε στον ουρανό.
  • Η μνήμη του θανάτου μας συγκρατεί από σφάλματα και μας βοηθάει να ευαρεστούμε στον Θεό. Ο θάνατος μας παιδαγωγεί να είμαστε ταπεινοί και να απαλλασσόμαστε από την κακία. Με την σκέψη του θανάτου, νικάμε όλες τις αδυναμίες μας.
  • Ο θάνατος δεν μας χωρίζει από την αγάπη του Θεού, αλλά μας φέρνει στην παρουσία Του.
  • Είναι τρομερό να σκέφτεται κανείς, ότι ο Ιησούς πέθανε για τις αμαρτίες των ανθρώπων, αλλά είναι περισσότερο τρομερό το να σκέφτεται κανείς, ότι ο θάνατος του Ιησού, έχει τόσο λίγη σημασία για τους περισσότερους ανθρώπους σήμετα.
  • Να ζήσεις χωρίς Χριστό είναι δύσκολο. Μα να πεθάνεις χωρίς Χριστό είναι τρομερό.
  • Όποιος είναι έτοιμος να πεθάνει, δεν φοβάται τον θάνατο.
  • Όποιος κατορθώνει να λέει κάθε μέρα στον εαυτόν του: Σήμερα είναι η τελευταία μέρα της ζωής μου, ουδέποτε θα αμαρτήσει θεληματικά προς τον Θεό.
  • Δίκαια, μας είναι άγνωστη η τελευταία μέρα της ζωής μας, για να παρατηρούμε με μεγάλη προσοχή και προφύλαξη, όλες τις ημέρες της ζωής αυτής.
  • Όταν κανείς φοβάται το θάνατο, τον κυνηγάει ο θάνατος.
  • Όταν τελειώσει το παιχνίδι του σκακιού, ο βασιλιάς και το πιόνι, μπαίνουν στο ίδιο κουτί.
  • Ο θάνατος πηγαίνει στους νέους, ενώ στο θάνατο πηγαίνουν οι γέροι.
  • Τα σάβανα δεν έχουν τσέπες.
  • Όλοι δύο μέτρα γη παίρνουν.
  • Φίλους και εχθρούς, ο θάνατος σε ένα τραπέζι σμίγει.
  • Το μυρμήγκι σαν είναι να χαθει, βγάζει φτερά.
  • Πρέπει να είσαι σοφός για να πεθάνεις μια φορά. Οι άλλοι, οι πολλοί, πεθαίνουν για μικροπράγματα κάθε μέρα. (Κινέζικη ρήση)
  • Μήπως ό,τι θαρρούμε βασίλεμα
    γλυκοχάραμ' αυγής είναι πέρα
    κι αντί να 'ρθει μια νύχτ' αξημέρωτη
    ξημερώνει μι' αβράδιαστη μέρα;
Μήπως είν' η αλήθεια στο θάνατο

κι η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη;

¨ Ό,τι λέμε πως ζει μήπως πέθανε

κι είν' αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει; (Γιώργος Δροσίνης)
  • Άνθρωπε στάσου δύο λεπτά και πρόσεξε και μένα
θα σου μιλήσω συμβουλές που είναι χρήσιμες για σένα.
Με βλέπεις κόκκαλο γυμνό μα δίχως φαντασία
και λες δεν ήμουν τίποτα δεν δίνεις σημασία.

Μα κάποτε στα χρόνια μου είχα κι' εγώ το κάλλος

και βάδιζα περήφανος σαν φουσκωμένος γάλος.
Κι' είχα κι εγώ την δόξα σου σοφία του Σωκράτη
του Ηρακλή την δύναμη φήμη πολύ στα Κράτη.
Είχα μαλλιά μεταξωτά και μάγουλα σαν μήλο
και φρύδια που δεν βρίσκονται σαν της ελιάς το φύλλο.
Είχα καρδιά του λέοντος και μπράτσα σιδερένια
ακούραστα τα πόδια μου και στήθη μαρμαρένια.
Είχα την γλώσσα τ' αηδονιού μάτια μεγάλα μαύρα
και μερικοί μου λέγανε όλα μαζί που τα 'βρα.
Γι' αυτό χαιρόμουνα πολύ πως ήμουν γης ο φάρος
και με το νου λογάριαζα πως δεν υπάρχει χάρος.
Μα πότε, δεν κατάλαβα, περάσανε τα χρόνια
και φύγανε τα νειάτα μου συν του Μαρτιού τα χιόνια.
Το γλέντι κι' όλες οι χαρές περνούσαν τον αέρα
κι' όλη η ζωή μου φάνηκε σα να 'τανε μιά μέρα.
Σαν ένοιωσα γεράματα θυμάμαι τα παληά μου
μου φάνηκε παράξενο π' άσπρισαν τα μαλλιά μου.
Το φως από τα μάτια μου μικραίνει, λιγοστεύει
κι' ο νους μου πως εγήρασα ακόμη δεν πιστεύει.
Τα πόδια μου αδυνάτισαν τα χέρια δεν κινούνται
τα δόντια μου χαλάσανε κι' αυτά παραπονούνται.
Κατάλαβα τον θάνατο, σε λίγο τελειώνω
και τότε βάζω μιά φωνή με κλάματα και πόνο.
Ποιό μάγος φέρνει την ζωή και ποιό γιατρό να πάρω
και ποιός μπορεί και δύναται που να νικά το χάρο;
Θα του χαρίσω κτήματα και λίρες όσες θέλει
αρκεί του χάρου το σπαθί να σπάσει και τα βέλη.
Κανείς δεν μ' αποκρίθηκε, κανείς δεν μούπε, ξέρει
να μου γλυτώσει την ζωή και νειάτα να μου φέρει.
Λοιπόν μιά μέρα τ' Απριλιού χωρίς να περιμένω
κάποιος κτυπά την πόρτα μου με τρόπο αγριεμένο.
Ήταν ψηλός, κατάμαυρος φωνάζω, τί να κάνω;
Και με φωνή που τρόμαζε μου λέει σήκ' επάνω.
Μου ξέσχισε τα σπλάχνα μου και πήρε την ψυχή μου
και αμέσως παν τα πλούτη μου μαζί με την στολή μου.
Και τώρα τα χωράφια μου που παν και τα παλάτια;
Τα ρόδινα τα μάγουλα η γλώσσα και τα μάτια;
Σκουλήκια φάγαν το κορμί την ομορφιά το σώμα,
αφού με λάσπη γίναμε γενίκαν πάλι χώμα.
Οι φίλοι και οι συγγενείς δεν θέλω να με κλαίνε
θέλω κερί, μνημόσυνο, «Συγχώρηση» να λένε.
Όπως με βλέπεις άνθρωπε κα συ θα καταντήσεις
γι' αυτή την πρόσκαιρη ζωήν μη λες να καζαντήσεις.
Όταν γηράσω, να μη λές, θα κάνω καλοσύνες,
τότε θα πάω στην Εκκλησιά, πολλές ελεημοσύνες.
Ο χάρος είναι λαίμαργος δεν έχει προθεσμία
δεν έχει φίλους για χαρές, εξαίρεση καμμία.
Παίρνει τις μάννες των παιδιών λεβέντες που γλεντάνε
από την κούνια τα μωρά κοπέλλες που κεντάνε.
Να σκέπτεσαι το θάνατο επτά φορές την ώρα
υπήρχαν κι άλλοι στην ζωή μα δεν υπάρχουν τώρα.
Σε κάθε βήμα πρόσεξε του σατανά το βρόχι
μην αδικήσεις ορφανούς, γυναίκες χήρες, όχι.
Πιστά τους νόμους φύλαγε, χωρίς καμμιά προσθήκη
τας εντολάς του Μωϋσή την Νέα Διαθήκη.
Να μην δουλεύεις Κυριακή και εορτές Αγίων
νάχεις αμόλυντη ψυχή και καθαρόν τον βίον.
Να μην κυττάζεις πονηρά, μη βλασφημείς τα Θεία
να δίδεις περιφρόνηση στου σατανά τη βία.
Της μέρας τ' αμαρτήματα και πριν ο ήλιος δύσει
με κάθε τρόπο του Θεού να τάχεις όλα σβύσει.
Ελεημοσύνη, προσευχή, αγάπη και νηστεία
αυτά θα σώσουν την ψυχή μη λες πως είν αστεία.
Αγάπα τον πλησίον σου κακό ποτέ μη κάνεις
γιατί αργά ή γρήγορα θα σβύσεις, θα πεθάνεις.
Και τώρα αναγνώστα μου τί σκέπτεσαι να κάνεις;
Τα λόγια πού σου μίλησαν στο νου σου να τα βάνεις.
Γιατί αυτού που είσαι, ήμουνα
κι' εδώ που είμαι, θάρθεις. (Μοναχός Βασίλειος ο Καυσοκαλυβίτης)
  • Κάποτε ζούσε ένας κληρικός ευλαβέστατος προς την Αειπάρθενο Θεοτόκο, προσευχόταν μάλιστα σε αυτήν, πολλές φορές. Διάβαζε κάθε μέρα με πολύ κατάνυξη και ευλάβεια τους 24 Οίκους του Ακαθίστου.΄Ομως παρασύρθηκε στην πορνεία. Και μια μέρα καθώς επέστρεφε στο σπίτι του, γυρίζοντας από το πορνείο, περνώντας από ένα γεφύρι, διάβαζε προσευχές προς την Παναγία. Κάποια στιγμή σκόνταψε και με την συνέργεια του διαβόλου, έπεσε και έπεσε στο ποτάμι και πνίγηκε.
    Αμέσως άρπαξαν την ψυχή οι δαίμονες, για να την πάνε στην γέενα (Κόλαση). Αλλά η πρέσβειρα των Κεκοιμημένων πολυεύσπλαχνος Δέσποινα, αμέσως βρέθηκε εκεί και τούς προστάζει να πάνε την ψυχή στον Δίκαιο Κριτή, για να αποφασίσει Εκείνος. Την πήγαν και έδειξαν οι δεινοί φορολόγοι, όλες τις αμαρτίες του και ιδιαίτερα την τελευταία της πορνείας, για την οποία έλεγαν στον Κριτή, ότι ως δίκαιος δεν πρέπει να κάνει έλεος σε αυτή την ψυχή, αλλά να τους την δώσει, επειδή πέθανε σε ανομία θανάσιμη.
    Από το άλλο μέρος, ο κοινός προστάτης και βοηθός των αμαρτωλών, η Πολυεύσπλαγχνος Δέσποινα είπε τα εξής. "Είναι γραμμένο στην Αγία Γραφή: ''Όπου ευρώ σε, εκεί και κρινώ σε''. Την ώρα που ετελεύτησε ο ιερεάς, διάβαζε την ακολουθία του και προσευχόταν προς εμένα,λέγοντας τον ασπασμόν του Αγγέλου, όπως συνήθιζε πάντοτε, ως δούλος μου ευλαβής. Επομένως δεν έχετε δικαίωμα σε αυτή την ψυχή, γιατί ειναι δική μου...''.
    Τότε πρόσταξε ο Κριτής ένα Άγγελο να φέρει την γλώσσα του κληρικού εκεί μπροστά. Ο Άγγελος αμέσως πήγε στο ποτάμι, έβγαλε την γλώσσα του πεθαμένου κληρικού και την φέρνει στο Κριτήριο. Πάνω σε αυτήν ήταν γραμμένα τα εξής: ''ΧαίρεΚεχαριτωμένη Μαρία''.
    Είπε στην συνέχεια ο Κύριος στην ψυχή: ''Επέστρεψε στο σώμα και κάνε μεγάλη μετάνοια διότι δεν έχει καμμία εξουσία σε σένα ο Διάβολος, εξαιτίας της ευλάβειας που έχεις πρός την Μητέρα μου. Διότι αυτή είναι η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους και πρέπει να την σέβεσθε, όσο μπορείτε! Κήρυξε στους ανθρώπους την πολύ μεγάλη πρός εμένα παρρησία αλλά και την δύναμη και νίκη κατά των δαιμόνων''.
    Έτσι ο κληρικός αναστήθηκε και στην συνέχεια απαρνήθηκε τα εγκόσμια και έγινε μοναχός, ώστε να βιώσει την μεγάλη μετάνοια που του είπε ο Δίκαιος Κριτής Χριστός.
  • Μια γυναίκα που είχε χάσει το παιδί της, επισκέφτηκε μια μέρα τον ΆγιοΓαβριήλ τον δια Χριστόν Σαλό και τον ρώτησε:
    - Γιατί κάποιοι φεύγουν νέοι απ' αυτή τη ζωή; Ο Άγιος αντί απαντήσεως, της διηγήθηκε την παρακάτω ιστορία:
    - Σ' ένα χωριό, μια πιστή γυναίκα που έχασε τον μονάκριβο γιό της, παραπονέθηκε στον Θεό: «Εγώ, για την αγάπη Σου, άντεξα πολλά: προσβολές, φτώχιες, δυσκολίες. Σ' αυτό το μέρος κανείς δεν είναι πιστός εκτός από μένα. Όμως εσύ πήρες το παιδί μου. Γιατί;».
    Εκείνη τη νύχτα λοιπόν, είδε ένα όνειρο: Οι Άγγελοι την πήγαν στον Κύριο και Του μετέφεραν τα παράπονα της. Τότε ακούστηκε η φωνή του Κυρίου:
    «Ρωτήστε τη γυναίκα τι θέλει».
    «Φέρε το παιδί μου πίσω», απάντησε η γυναίκα.
    «Θέλεις να δεις το παιδί σου;», ρώτησε ο Κύριος.
    «Μητέρα είμαι, και βέβαια το θέλω», είπε κλαίγοντας εκείνη.
    «Να της δείξετε το παιδί της», έδωσε εντολή ο Κύριος.
    Έφεραν το παιδί και η μητέρα χάρηκε.
    «Τώρα τι μου ζητάς;», ρώτησε ο Κύριος.
    «Γιατί τον πήρες;», Του παραπονέθηκε η γυναίκα.
    Τότε ο Κύριος έδωσε εντολή στους Αγγέλους:
    «Να της δείξετε τι θα έκανε ο γιός της, αν δεν τον έπαιρνα Εγώ».
    Και ξαφνικά, σαν σε ταινία, η γυναίκα είδε τις φοβερές αμαρτίες που θα διέπραττε ο γιός της και μετά τις φωτιές της Κόλασης!
    «Να τον ξαναγυρίσετε στον Παράδεισο!», άρχισε να κλαίει και να παρακαλεί τον Κύριο η μητέρα.
    Ο Κύριος έδωσε εντολή και ξαναγύρισαν πάλι το παιδί στον Παράδεισο. Και της είπε τότε ο Κύριος:
    «Για την καλοσύνη σου και για την αγάπη σου, πήρα τον γιο σου κοντά ΜουΜην νομίζεις, πως δεν ξέρω πότε και ποιόν πρέπει να πάρω».
  • Κάποτε ένας παππούλης ανηφόρησε σε ένα απομακρυσμένο χωριό με σκοπό να στηρίξει και να παρηγορήσει τους αποκαμωμένους. Το χωριό είχε ένα Εκκλησάκι και πίσω από το Ιερό της Εκκλησίας στεκόταν το κοιμητήρι του χωριού. Ο παππούλης χτύπησε την καμπάνα και μαζεύτηκαν οι λιγοστοί χωρικοί να ακούσουνε λόγο παρηγορητικό. Πριν ξεκινήσει το λόγο ο γέροντας, τα μάτια των χωρικών άστραψαν: ''Να έρχεσαι πάλι να μας μιλάς. Είμαστε ορφανοί από λόγο Θεού είπε ο πιο μεγάλος του χωριού. Χρόνια έχει να έρθει στο χωριό μας κάποιος παππούλης να μας μιλήσει για το Θεό''. Μα ο παππούλης δεν φάνηκε να συμμερίζεται τα λόγια του γέρο χωρικού. Σώπασε στην αρχή και μετά του είπε: ''Και όμως αδελφοί μου δίπλα στην Εκκλησία σας είδα έναν ιεροκήρυκα να στέκεικαι από ότι έμαθα, χρόνια σας συντροφεύει με τα λόγια του''.Κοιταχθήκανε οι χωρικοί και δεν μπορούσαν να καταλάβουν. ''Για ποιόν ιεροκήρυκα μιλά η αγιοσύνη σου γέροντα;''. ''Μα... είναι το κοιμητήριό σας. Στέκει εκεί χρόνια σιωπηλό και διδάσκει τι είναι η ζωή, τι μένει τελικά από τους τσακωμούς και τις διχόνοιές μας, ποιά πράγματα αξίζει να προσέξουμε και να ενδιαφερθούμε. Πόση αξία έχει η ψυχή μας. Που είναι τα πλούτη μας...''. Οι χωρικοί πήραν να καταλαβαίνουν. Ποτέ δεν είχαν δεί το κοιμητήρι τους σαν μάθημα, σαν σχολείο, σαν δάσκαλο. Ο ιεροκήρυκας τους μίλησε αρκετά και ύστερα αφού έδωσε την ευλογία του έφυγε από το χωριό. Μα οι χωρικοί δεν βιαστήκανε να φύγουν. Πήγαν στα ταξιδεμένα τους αδέλφια, ζήτησαν συχώρεση, έδωσαν συγχώρεση και φιλιώθηκαν παλιοί μαλωμένοι. Από τότε κάθε πρωί η ματιά τους γυρνούσε στο κοιμητήρι και παίρναν μάθημα και ακούγανε το λόγο του Θεού από τον ιεροκήρυκα, που χρόνια ήταν δίπλα τους και εκείνοι περιμένανε τον άλλο από την μεγάλη πολιτεία. ''Οι άνθρωποι θα ήταν διαφορετικοί, αν συχνά μελετούσαν το θάνατο. Θα έπαυαν τα μίση, ο ένας θα βοηθούσε πιο εύκολα τον άλλον και δεν θα αμάρτανε με ευκολία, αν είχε υπόψη του, ότι μια μέρα θα πάνε και εκείνοι εκεί, που αναπαύονται οι κεκοιμημένοι...''.
  • Κλήθηκα κάποτε να κηρύξω σε μία κηδεία. Άνοιξα την Αγία Γραφή, για να βρω κάτι σχετικό με επικήδειο. Μα δεν βρήκα... Όπου συνάντησε νεκρό, ο Κύριος τον ανέστησε. Στη Γραφή δεν υπάρχει επικήδειος. Υπάρχει μόνο κήρυγμα Αναστάσεως και διακήρυξη Αθανασίας.
  • ''Παλαιά στην Μεγίστη Λαύρα (Άγιο Όρος), ήρθε ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Ευλόγιος Κουρίλας, που ήταν Λαυριώτης, για να κάνει το Μοναστήρι κοινόβιο. Κάποιος από τους μοναχούς αντέδρασε, δεν ήθελε να γίνει κοινόβιο και χτύπησε την καμπάνα, ώστε να αντιδράσουν και οι άλλοι μοναχοί. Αυτός ο μοναχός, όταν ήρθε η ώρα να πεθάνει, έκανε τρία μερόνυχτα να βγει η ψυχή του. Μούγκριζε, υπέφερε, ένα φοβερό πράγμα...!''.
  • Ευρισκόμενος στα πρόθυρα του θανάτου, ο Μέγας Αλέξανδρος συγκάλεσε τους στρατηγούς του και τους κοινοποίησε τις τρεις τελευταίες επιθυμίες του...
    1) Να μεταφερθεί το φέρετρό του στους ώμους από τους καλύτερους γιατρούς της εποχής.
    2) Τους θησαυρούς που είχε αποκτήσει (ασήμι, χρυσάφι, πολύτιμους λίθους) να τους σκορπίσουν σε όλη τη διαδρομή μέχρι τον τάφο του και 3) Τα χέρια του να μείνουν να λικνίζονται στον αέρα, έξω από το φέρετρο, σε θέα όλων...
    Ένας από τους στρατηγούς, έκπληκτος από τις ασυνήθιστες επιθυμίες, ρώτησε τον Αλέξανδρο ποιοί ήταν οι λόγοι. Ο Μέγας Αλέξανδρος του εξήγησε:
    1) Θέλω οι πιο διαπρεπείς γιατροί να σηκώσουν το φέρετρό μου, για να μπορούν να δείξουν με αυτό τον τρόπο, ότι ούτε εκείνοι δεν έχουν, μπροστά στο θάνατο, τη δύναμη να θεραπεύουν!
    2) Θέλω το έδαφος να καλυφθεί από τους θησαυρούς μου, για να μπορούν όλοι να βλέπουν ότι τα αγαθά που αποκτούμε εδώ, εδώ παραμένουν! Και
    3) Θέλω τα χέρια μου να αιωρούνται στον αέρα, για να μπορούν οι άνθρωποι να βλέπουν ότι ερχόμαστε με τα χέρια άδεια και με τα χέρια άδεια φεύγουμε, όταν τελειώσει για εμάς ο πιο πολύτιμος θησαυρός που είναι ο χρόνος! Ο χρόνος είναι ο πιο πολύτιμος θησαυρός που έχουμε, γιατί είναι περιορισμένος. Μπορούμε να δημιουργήσουμε χρήμα, αλλά όχι περισσότερο χρόνο. Όταν αφιερώνουμε χρόνο σε ένα πρόσωπο, του παραχωρούμε ένα μέρος από τη ζωή μας που ποτέ δεν θα μπορέσουμε να αναπληρώσουμε!
  • Πληροφόρησαν έναν μοναχό, ότι πέθανε ο πατέρας του και αυτός είπε σ' αυτόν, που του ανήγγειλε: ''Σταμάτα να βλασφημάς, γιατί ο πατέρας μου είναι αθάνατος''.
  • Ένας εργάτης επιστρέφοντας από την κηδεία του προϊσταμένου του, έλεγε συλλογισμένος: ''Οι άνθρωποι θα ήταν διαφορετικοί, αν συχνά μελετούσαν το θάνατο. Θα έπαυαν τα μίση, ο ένας θα βοηθούσε πιο εύκολα τον άλλον, αν είχε υπόψη του, ότι μια μέρα θα έρθει εδώ που φέραμε τον μακαρίτη...''
  • Ο Νεύτωνας μιλούσε κάποτε για μια γυναίκα, που πρόσφατα είχε πεθάνει. "Πώς πέθανε;" τον ρώτησε από την συντροφιά μια νέα κοπελα. "Φίλη μου", της απάντησε ο Νεύτωνας, "είχες μια καλύτερη ερώτηση νσ μου κάνεις: Πώςέζησε...;"
  • Ένα αυτοκίνητο στον παραλιακό δρόμο του Σουνίου, έπεσε από 15 μέτρα ύψος μέσα στη θάλασσα, χωρις ο οδηγός να πάθει την παραμικρή γρατζουνιά! Ο ίδιος όμως οδηγός, μετά από 15 μέρες πνίγηκε μέσα στην μπανιέρα του. (Απο τον ημερησιο τύπο Αθηνών το 1959)
  • Γραμμένος σε μάρμαρο πάνω σε μνήμα στο Νεκροταφείο Καλαμάτας ο παρακάτω «δεκάλογος αναχωρήσεως»
    1) Ώρα αναχωρήσεως κάθε λεπτό του 24ώρου!
    2) Τα εισιτήρια εκδίδονται στον ουρανό, αλλά πληρώνονται και στη γη!
    3) Τιμή εισιτηρίου, αυτό πληρώνεται με πολλή αγάπη, υπομονή, αγώνες και θυσίες!
    4) Τα βρέφη δεν πληρώνουν εισιτήριο, γιατί ταξιδεύουν στην αγκαλιά των αγγέλων!
    5) Το εισιτήριο είναι προσωπικό και δεν μεταβιβάζεται σε άλλο άτομο!
    6) Οι επιβάτες ταξιδεύουν χωρίς αποσκευές. Οι άγγελοι τις έχουν μεταφέρει σε προηγούμενο δρομολόγιο.
    7) Εισιτήριο μετ' επιστροφής δεν εκδίδεται.
    8) Χρήματα δεν μεταφέρονται. Οι επιβάτες έχουν καταθέσεις στις τράπεζες των ουρανών. Οι αποδείξεις βρίσκονται στα χέρια των πτωχών.
    9) Δηλώσεις συμμετοχής δεν χρειάζονται. Τα ονόματα των επιβατών είναι γνωστά στον οδηγό της αμαξοστοιχίας
    10) Ειδοποιήσεις για την ημέρα αναχώρησης κάθε επιβάτη δε στέλνονται. Γι' αυτό πρέπει όλοι να είμαστε έτοιμοι για μετάνοια, με εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία για το τελευταίο μας ταξίδι προς την αιωνιότητα.
  • ***

Pages