Επιθυμία / Θέληση
Είναι οι πανίσχυρες ποιότητες/ενέργειες που καθορίζουν την ζωή μας. Για την κάθε μία έχουν γραφτεί τόμοι βιβλίων και για την πραγμάτωση της κάθε μίας έχουν αναλωθεί ζωές ολόκληρες. Αμέτρητοι οι τρόποι να τις ερμηνεύσουμε και σεβαστοί όλοι γιατί η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι πολύ προσωπική υπόθεση. Ακολουθεί η οπτική γωνία για περαιτέρω* διερεύνηση.
Η επιθυμία πηγάζει από το συναίσθημα. Ο άνθρωπος κινητοποιείται προς ικανοποίηση του συγκεκριμένου κάθε φορά συναισθήματος. Η επιθυμία μπορεί να είναι για κάτι υλικό (π.χ. μία συγκεκριμένη τροφή), συναισθηματικό (π.χ. για άγγιγμα) ή νοητικό (π.χ. επιθυμία να αρχίσω μία νέα ασχολία). Οι επιθυμίες κυρίως ικανοποιούν ανάγκες σε όλα τα επίπεδα. Επίσης το συναίσθημα είναι αντίδραση σε ένα εξωτερικό αίτιο: χρειαζόμαστε τις αισθήσεις. Στην αρχή ικανοποιεί πιο απλές ανάγκες, στην πορεία επιθυμούμε και πιο σύνθετα, πιο αφηρημένα συναισθήματα. Το συναίσθημα είναι το πρώτο όχημα για να έρθει ο άνθρωπος σε επαφή με τον κόσμο (ο νους έρχεται αργότερα). Έχει να κάνει κυρίως με αυτό που ήδη είμαστε: το συναίσθημα ζητάει να αλληλεπιδράσει, επιθυμούμε να το ξανανιώσουμε. Είναι έκφραση αυτού του τμήματος του εαυτού μας που έχει ήδη πραγματωθεί, του ορατού, του γήινου.
Η θέληση πηγάζει από τον νου. Ο νους αναπτύσσεται στον άνθρωπο καθώς μεγαλώνει. Στην αρχή θέλει πιο απλά πράγματα, στην πορεία πιο σύνθετα και πιο αφηρημένα. Ο άνθρωπος κινητοποιείται διότι θέλει να υλοποιήσει, να δημιουργήσει το περιβάλλον ή την ποιότητα που θα τον βοηθήσει να εκφράσει μία αγέννητη ακόμα πλευρά του. Έχω θέληση για κάτι που τώρα ως κατάσταση δεν υπάρχει (ή δεν έχει εδραιωθεί). Έχω θέληση για δημιουργία, έχω θέληση για ζωή. Εδώ η θέληση είναι η ίδια η δύναμη που θα διαθέσω για να το πραγματοποιήσω. Η θέληση κινητοποιεί και την απαραίτητη κάθε φορά πειθαρχία του νου για την γείωση της έννοιας, την πραγμάτωση του στόχου, του αόρατου, του άυλου. Όσο πιο συγκεκριμένα και εστιασμένα δουλέψει ο νους τόσο πιο ορατό θα γίνει το αποτέλεσμα.
Δεν είναι αξιολογικό κριτήριο το ποιο από τα δύο υπερισχύει σε έναν άνθρωπο. Οι άνθρωποι της επιθυμίας αποκτούν καθαρό συναίσθημα και έχουν την δυνατότητα να φτάσουν στην νοήμονα αγάπη. Οι άνθρωποι της θέλησης αποκτούν καθαρό νου και με τον καιρό ενδέχεται να έχουν πρόσβαση στις έννοιες. Εξίσου σημαντικοί δρόμοι και οι δύο. Ο κάθε άνθρωπος έχει την δική του μοναδική πορεία.
Ποτέ όμως δεν παύουν να υπάρχουν ούτε η επιθυμία ούτε η θέληση (και ούτε είναι το ζητούμενο). Απλά κάποιες στιγμές υπερισχύει το ένα, κάποιες το άλλο. Δεν μας εγκαταλείπουν ούτε ο νους ούτε το συναίσθημα. Όπου θέληση και επιθυμία δεν συνεργάζονται ο άνθρωπος παραμένει ασυντόνιστος, σε εσωτερική σύγκρουση, ακόμα αγέννητος. Αυτό που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος είναι εν γνώσει του να χαμηλώνει την ένταση του ενός για χάρη του άλλου προκειμένου να γεφυρωθεί η απόσταση. Δηλαδή ή να επιβάλλει κάποια πειθαρχία στην επιθυμία για να βοηθήσει την θέληση ή να χαμηλώνει την ένταση της θέλησης προς χάριν της επιθυμίας. Στην ουσία δεν είναι αντίθετες ποιότητες. Είναι απλώς διαφορετικές όψεις της ανθρώπινης ύπαρξης, εξίσου σημαντικές. Όλοι έχουμε επιθυμία και θέληση αλλά διαφέρει η ένταση και η εξέλιξή τους.
Η συνεργασία επιθυμίας-θέλησης είναι σαν τους γεωμετρικούς εκθέτες: η επιθυμία είναι ενέργεια συναισθήματος, η επιθυμία ενισχυμένη από την θέληση (π.χ. όταν δεν σαμποτάρεται με αρνητικές σκέψεις ή κριτική) είναι ενέργεια στην νιοστή. Το ίδιο ισχύει και για την θέληση: όταν το συναίσθημα της δίνει προτεραιότητα χωρίς μεμψιμοιρία, δηλαδή όταν με επιλογή αναβάλλεται η ικανοποίηση του αισθήματος, ο άνθρωπος γίνεται παντοδύναμος. Η ισχύς της συνεργασίας τους αυξάνεται γεωμετρικά ανάλογα με το πόσο καλά εξασκημένες είναι και οι δύο ξεχωριστά, με το πόσο συνειδητά τις χρησιμοποιεί ο ίδιος ο άνθρωπος και με τον χρόνο που ο άνθρωπος αφιερώνει για να εκπαιδεύσει τον εαυτό του σε αυτήν την κατάσταση.
Ο άνθρωπος έχει την μέγιστη δυνατότητα να εκδηλωθεί, να πραγματωθεί, όταν γνωρίζει καλά τι θέλει και τι επιθυμεί και κινείται με άνεση ανάμεσα στα δύο (δηλαδή όταν επιθυμία και θέληση συμπίπτουν ή συνεργάζονται αρμονικά).
*Περαιτέρω ή περεταίρω;
Πολλοί μπερδεύονται και γράφουν περεταίρω επηρεασμένοι από το εταίρος. Ωστόσο, ο ορθός τύπος είναι περαιτέρω: περαιτέρω <αρχαία ελληνική περαιτέρω (συγκριτικός βαθμός του περαῖος) < αρχαία ελληνική πέρα.