Να μην φοβάσαι να φύγεις.
Να μην φοβάσαι να χαθείς.
Να μην φοβάσαι την λήθη.
Εκείνοι μετράνε με αριθμούς την ζωή κι εσύ την μετράς με ιστορία.
Μην φοβάσαι την σκόνη και την στάχτη.
Μην φοβάσαι το καινούριο και το άγνωστο που ξημερώνει.
Δεν καταλαβαίνεις πότε ο κόμπος γίνεται λυγμός και ο λυγμός, πόνος.
Κι ο πόνος δεν έχει αρχή και τέλος. Δεν έχει σημείο εκκίνησης και λήξης. Ο πόνος σε εξελίσσει.
Μια κραυγή που τρομάζει τα μέσα σου.
Μια κραυγή που σπάει τα πάντα μέσα σου και γύρω σου.
Αρχίζεις να πατάς στα πόδια σου.
Αρχίζεις να ανακτείς τις δυνάμεις σου.
Αρχίζεις να μιλάς χωρίς να κομπιάζεις.
Αρχίζεις να κοιτάς τον ήλιο κατάματα χωρίς τα σκούρα σου γυαλιά.
Πετάς μέσα το μπουκάλι με τις στάχτες της ζωής σου.
Αναπνέεις.
Στο καινούριο και το άγνωστο.
Κάθε φορά που θα στραβοπατάς θα αναζητάς την ζεστασιά του παρελθόντος.
Κι όσο θυμάσαι πως το παρελθόν είναι φυλακή, θα προχωράς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η μνήμη θα σου δίνει την δύναμη να περπατάς αντίθετα.