ΠΡΟΣΕΥΧΗ, πού είναι πολύτιμη κληρονομιά όλων των χριστιανών, αποτελεί την κύρια ασχολία των αγίων ερημιτών.
Αυτή είναι ή τροφή τους, αυτή είναι τό βιβλίο τους, αυτή είναι ή επιστήμη τους, αυτή είναι ή ζωή τους. Ό μεγάλος ερημίτης άγιος Ιωάννης, ό Πρόδρομος τού Κυρίου, ήταν εργάτης της προσευχής, άλλά ήταν καί δάσκαλός της. Αυτή τή μεγάλη επιστήμη, πού ενώνει τον άνθρωπο με τόν Θεό, τή δίδασκε ό τίμιος Πρόδρομος στούς μαθητές του, όπως αναφέρει τό Ευαγγέλιο.
Οι μαθητές τού Κυρίου επιθυμούσαν να διδαχθούν από τόν ίδιο τόν Διδάσκαλό τους πώς να προσεύχονται. Βάσιμη καί δίκαιη επιθυμία! Της αληθινής προσευχής αληθινός διδάσκαλος είναι μόνο ό Θεός. 0ι άνθρωποι- διδάσκαλοι, ακόμα καί οι άγιοι, δίνουν μόνο τίς βασικές γνώσεις γιά την προσευχή καί υποδεικνύουν τή σωστή διάθεση μέ την οποία γίνεται δυνατή ή οικείωση της μακάριας διδαχής γιά την προσευχή. Τό ίδιο τό Άγιο Πνεύμα είναι πού διδάσκει την προσευχή, μέ τή χορήγηση σκέψεων καί αισθημάτων υπερφυσικών, πνευματικών.
Ό Κύριος, λοιπόν, ικανοποίησε τό αίτημα, τό σοφό καί απολύτως αναγκαίο γιά την καλλιέργεια καί τή σωτηρία της ψυχής αίτημα τών μαθητών Του. Τούς παρέδωσε μια προσευχή, την οποία μόνο ό Θεός μπορούσε να παραδώσει. Αυτό θα άποδειχθεί στη συνέχεια μέ την ερμηνεία αυτής της προσευχής, πού, γιά να διακρίνεται από τίς προσευχές τών άγιων ανθρώπων, ονομάστηκε Κυριακή Προσευχή.
Πάτερ ημών
Ή Κυριακή Προσευχή αρχίζει μέ την επίκληση «Πάτερ ήμών». Ποιος από τούς άγιους ανθρώπους πού συνέταξαν προσευχές, θα επέτρεπε στον εαυτό του καί στούς αδελφούς του, τούς άμαρτωλούς, τούς πεσμένους, τούς αιχμαλώτους τού διαβόλου καί τού αιώνιου θανάτου, να αποκαλέσουν τόν Θεό “Πατέρα”; Προφανώς κανείς! Μόνο ό ίδιος ό Θεός μπορούσε να τό επιτρέψει. Καί τό επέτρεψε. Πώς; Ό Υιός τού Θεού, μέ τό να γίνει άνθρωπος, έκανε τούς ανθρώπους υιούς τού Θεού καί αδελφούς δικούς Του. Ό Ίδιος απευθύνεται δικαιωματικά στον όμοούσιό Του Θεό Πατέρα, λέγοντάς Του: «Πάτερ ήμών». Χαρίζει, λοιπόν, καί σ’ εμάς τό ευεργετικό δικαίωμα να πλησιάζουμε τόν Θεό ώς πατέρα καί ν’ αρχίζουμε την προσευχή μας σ’ Αυτόν μέ τή θαυμαστή, την υπέροχη επίκληση, πού κανένας άνθρωπος δεν θ’ αποτολμούσε να τή βάλει μέ τόν νου του: «Πάτερ ήμών».
Ή αρχή της Κυριακής Προσευχής είναι δώρο του Κυρίου, δώρο ανεκτίμητης άξιας, δώρο τού Λυτρωτή στους λυτρωμένους, του Σωτήρα στους σωσμένους. Τά αιτήματα πού περιέχονται στην Κυριακή Προσευχή αναφέρονται στις πνευματικές δωρεές πού έλαβε ή ανθρωπότητα μέ τή λύτρωση.
Ούτε μια λέξη δεν υπάρχει σ’ αυτή την προσευχή γιά τίς σωματικές, τίς επίγειες, τίς πρόσκαιρες ανάγκες του ανθρώπου. Εκείνος πού μάς πρόσταξε να ζητάμε μόνο τή βασιλεία του Θεού καί την επικράτηση τού θελήματος Του, Εκείνος πού υποσχέθηκε ότι όλα τά αναγκαία γιά την πρόσκαιρη ζωή θα τά δώσει σ’ όσους ζητούν αυτή τή βασιλεία, παραδίδει προσευχή σύμφωνη μέ την προσταγή καί την υπόσχεσή Του.
Ο εν τοις ουρανοίς
Αμέσως μετά την επίκληση δηλώνεται ό τόπος όπου βρίσκεται ό Πατέρας, ό «πανταχού παρών», Εκείνος πού περιβάλλει τά πάντα καί δεν περιορίζεται από τίποτα:
«Πάτερ ημών ό εν τοις ούρανοίς». Μέ την αναφορά τού ουρανού ώς τόπου διαμονής του Πατέρα, ό προσευχόμενος υιός ανυψώνεται εκεί.
Ξέχνα όλα τά γήινα. Πάρε την προσοχή σου από τή γή, τό προσωρινό κατάλυμά σου. Μή νοιάζεσαι γιά κανένα από τά αντικείμενα αυτού τού καταλύματος, πού θα τά χάσεις υστερ’ από λίγο. Μερίμνησε αποκλειστικά γιά την πατρίδα σου, τόν ουρανό, πού την έχασες μέ την πτώση καί την ξαναπήρες μέ τή λύτρωση. Προσευχήσου να σου δωριστούν τά αιώνια, τά πνευματικά, τά πανάγια, τά θεία αγαθά, πού ή αξία τους είναι ασύλληπτη όχι μόνο από τόν ανθρώπινο άλλά καί από τόν αγγελικό νου. Αυτά τά αγαθά έχουν ήδη ετοιμαστεί γιά σένα, αυτά τά αγαθά ήδη σε περιμένουν. Ή δικαιοκρισία του Θεού, ή αχώριστη από την αγαθότητα Του, απαιτεί να εξακρίβωση την προαίρεσή σου γιά τή Λήψη τών ουράνιων θησαυρών. Καί πώς θα εξακριβωθεί; Μέ την προσευχή σου καί μέ τή ζωή σου.
Όλοι οι δούλοι του Κυρίου στέκονται απορημένοι καί αμήχανοι μπροστά στο μεγαλείο της Κυριακής Προσευχής. Από τά χέρια του Θεού ξεχύνονται αφειδώλευτα δώρα. Ακόμα καί ό πιο δίκαιος άνθρωπος αναγνωρίζει πώς είναι ανάξιος γι’ αυτά τά θεία δώρα καί πώς δεν μπορεί να τά ζητήσει. Πολύ πιο απορημένος είναι ό αμαρτωλός, πού πιστεύει πώς δεν αξίζει παρά μόνο τιμωρίες.
Ή απορία όλων, όμως, θα λυθεί μέ την ερμηνεία της προσευχής, πού γεννά τή μιαν απορία μετά την άλλη. Ή Κυριακή Προσευχή δωρίστηκε στους ανθρώπους πριν ' συντελεστεί πλήρως ή λύτρωσή τους. Ονομάστηκαν υιοί καί κλήθηκαν στήν κτήση τών δικαιωμάτων τών υιών πριν από την υιοθεσία, πριν από την αναγέννηση τους μέ τό Βάπτισμα, πριν από τή μετοχή τους στο θειο Δείπνο, πριν από την ανακαίνιση τους από τό Άγιο Πνεύμα. Ή Κυριακή Προσευχή δωρίστηκε στούς άμαρτωλούς. Όπου ενεργεί ό Θεός, όλα είναι δυνατά καί όλα είναι ακατάληπτα.
Aγιασθήτω το όνομά σου
Στούς άμαρτωλούς, λοιπόν, δόθηκε ή Κυριακή Προσευχή.
Αυτοί διδάσκονται να ζητούν πρώτα άπ’ όλα από τόν Θεό, τόν Πατέρα τους, να αναγνωρίζεται ή αγιότητα Του, να δοξάζεται τό όνομά Του: «αγιασθήτω τό όνομά σου». Μ’ αυτό τό αίτημα ό άνθρωπος ομολογεί ότι είναι αμαρτωλός, πεσμένος, καί ζητάει τή δωρεά της αληθινής μετάνοιας.
«Άγιασθήτω τό όνομά σου» στον ναό της ψυχής μου. Τό ζητάω αυτό, γιατί δεν τό βρίσκω μέσα μου. Τό αντίθετο βρίσκω: Θλιβερή υποδούλωση στην αμαρτία καί στα πονηρά πνεύματα, τά πνεύματα πού επινόησαν την αμαρτία, μέ μόλυναν μέ την αμαρτία, μέ αιχμαλώτισαν καί εξακολουθούν να μέ κρατούν αιχμάλωτο μέσω της αμαρτίας. Στήν ψυχή μου φωλιάζουν λογισμοί κακοί καί αισθήματα εμπαθή. Μπαίνουν, άραγε, άπ’ έξω ή γεννιούνται μέσα της; Δεν ξέρω. Αυτό πού ξέρω είναι ότι εμφανίζονται ανεμπόδιστα καί εγκαθίστανται κυριαρχικά. Δεν έχω τή δύναμη να απομακρύνω τέτοιους λογισμούς καί τέτοια αισθήματα, αν καί γνωρίζω ότι παροργίζουν τόν Θεό, πού τά αποστρέφεται, καθώς μ’ αυτά βλασφημείται τό πανάγιο όνομά Του. Εξαιτίας τους παραμένω αλλότριος τού Θεού. Μού χρειάζεται εξαγνισμός. Μού χρειάζεται μετάνοια.
Δώσε μου, Πατέρα μου ουράνιε, την παντοδύναμη μετάνοια, γιά να καθαρίσει τόν ναό της ψυχής μου από κάθε ακαθαρσία καί δυσωδία, γιά να μέ κάνει άξιο της υιοθεσίας Σου, γιά να μέ κάνει κάτοικο τού ουρανού ήδη από την παρούσα ζωή. "Ως τώρα έρπω στη γή. Άς μπει στήν ψυχή μου ή αληθινή θεογνωσία. Αυτή ας αγιάσει τόν νου μου, την καρδιά μου, όλη τή διαγωγή μου.
«Άγιασθήτω» μέσα μου «τό όνομά σου». Να ποιό είναι τό νόημα αυτού τού αιτήματος. Μπορούμε καί οφείλουμε να επιθυμήσουμε τή μετάνοια καί την ψυχική και καθαρότητα. Μπορούμε καί οφείλουμε να χρησιμοποιηθούμε όλα τά μέσα πού εξαρτώνται από μάς γιά την αναζήτησή τους. Ή απόκτηση τους, πάντως, δεν εξαρτάτε από μάς. Είναι δώρο τού Θεού. Εμείς πρώτα άπ’ όλα πρέπει να προσευχόμαστε στον ουράνιο Πατέρα μας, ώστε Εκείνος να μάς στείλει τό δώρο της μετάνοιας από το πνευματικά Του θησαυροφυλάκια, να μάς καθαρίσει μέ ή μετάνοια από τόν ρύπο της αμαρτίας καί να μάς στολίσει μέ την ευλογημένη καθαρότητα, τή μόνη ικανή να δει τόν Θεό, τή μόνη ικανή ν’ αποκτήσει την αληθινή θεογνωσία. «Άγιασθήτω», λοιπόν, «τό όνομά σου»!
Ελθέτω η βασιλεία σου
«Ή βασιλεία τού Θεού είναι μέσα σας». Τί θαυμαστή αλληλουχία στήν Κυριακή Προσευχή! Μ’ αυτήν παριστάνεται ή αλληλουχία, ή κλιμάκωση, τό άγιο σύστημα της πνευματικής προόδου. Μετά τό αίτημα γιά την παροχή της θεογνωσίας, ό υιοθετημένος από τόν Θεό άνθρωπος ζητάει, μέ υπόδειξη τού Κυρίου, να έρθει στήν ψυχή του ή βασιλεία τού Θεού. Αυτή τή βασιλεία πρέπει να τή ζητάμε μέ προσευχή ταπεινή άλλά καί μέ πίστη δυνατή. ’Αν είμαστε αληθινά πιστοί, οπωσδήποτε θα τή λάβουμε. Μάς τό έχει υποσχεθεί ό Λόγος τού Θεού: «Εκείνος πού έχει εγκολπωθεί τίς εντολές μου καί τίς εκτελεί, αυτός μέ αγαπά» καί σ’ αυτόν αγιάζεται τό όνομα μου- «κι αυτός πού μέ αγαπά, θ’ αγαπηθεί από τόν Πατέρα μου». «Όποιος μέ αγαπά, θα τηρήσει τόν λόγο μου» καί θ’ αγιαστεί σ’ αυτόν τό όνομα μου. Καί ό Πατέρας μου θα τόν αγαπήσει, καί θα έρθουμε σ’
αυτόν καί θα κατοικήσουμε μαζί του».
«Έλθέτω ή βασιλεία σου»! Τί θαυμαστό αίτημα! Καί τί θαυμαστή επιθυμία εκφράζεται με τό αίτημα αυτό! Ή θερμή προσευχή εμπνέεται από υπερφυσική επιθυμία Καί ή προσευχή αυτή εκπληρώνεται. Ναι, εκπληρώνεται! Τό αποδεικνύουν συγκεκριμένα γεγονότα καί αναμφισβήτητες εμπειρίες. Σε τί άλλο μπορούν ν’ αποδοθούν τά μεγάλα θαύματα καί σημεία πού επιτέλεσαν οι άγιοι, παρά στο ότι μέσα τους κατοικούσε καί ενεργούσε ό Θεός; Σε τί άλλο μπορεί ν’ αποδοθεί ή ικανότητα της προφητείας, της αποκαλύψεως τών κρυμμένων στα βάθη τού νου καί της καρδιάς τών ανθρώπων σκέψεων καί προθέσεων, ικανότητα πού είχαν οι άγιοι, παρά στο ότι μέσα τους κατοικούσε καί με τό στόμα τους μιλούσε ό Θεός, ό οποίος βλέπει τό μέλλον όπως τό παρόν καί γιά τόν όποιο δεν υπάρχουν μυστικά; Τό βεβαίωσαν οι ίδιοι οι άγιοι.
Ό απόστολος Παύλος έγραφε στους Γαλάτες: «Δεν ζω πια εγώ, άλλά ζει μέσα μου ό Χριστός». Καί στους Κορινθίους: «Ζητάτε απόδειξη τού Χριστού, ό όποιος μιλάει μέσα από μένα». Όταν οι απόστολοι Πέτρος καί Ιωάννης θεράπευσαν στήν πύλη τού Ναού τών Ιεροσολύμων τόν εκ γενετής χωλό, πλήθος ανθρώπων μαζεύτηκαν γύρω τους κατάπληκτοι. Τότε ό απόστολος Πέτρος τούς είπε: «Ισραηλίτες, γιατί θαυμάζετε γι αυτό καί γιατί μάς κοιτάτε έτσι, σάν να ήταν μέ δική μας δύναμη ή μέ δική μας ευσέβεια πού τόν κάναμε αυτόν έδώ να περπατά; Ό Θεός τού Αβραάμ, τού Ισαάκ καί τού Ιακώβ, ό Θεός τών προπατόρων μας, έδειξε τή δόξα τού δούλου Του Ιησού».
Στο βιβλίο τών Πράξεων ιών Αποστόλων διαβάζουμε γιά ένα εκπληκτικό γεγονός: Οι χριστιανοί τών Ιεροσολύμων, εκπληρώνοντας τή σχετική παραίνεση τού Κυρίου, πουλούσαν τίς περιουσίες τους καί έφερναν τό αντίτιμο στους αποστόλους, οι όποιοι άπ’ αυτό έδιναν ο τόν κάθε πιστό ανάλογα μέ τίς ανάγκες του. Έτσι, δεν υπήρχε κανείς ανάμεσα τους πού να στερείται τά απαραίτητα. Κάποιος χριστιανός, λοιπόν, ό Ανανίας, καί ή γυναίκα του, ή Σαπφείρα, πούλησαν ένα κτήμα τούς, άλλά κράτησαν ένα μέρος από τό αντίτιμο γιά τόν εαυτό τους. Τό υπόλοιπο τό έφερε ό Ανανίας καί τό έθεσε στη διάθεση τών αποστόλων σάν τό συνολικό τάχα ποσό, νομίζοντας ότι θα ξεγελούσε τούς πνευμονοφόρους μαθητές τού Κυρίου.
Τότε ό άγιος Πέτρος τού είπε : «Ανανία, γιατί άφησες τόν σατανά να κυριέψει την καρδιά σου; Γιατί είπες ψέματα στο Άγιο Πνεύμα καί κράτησες γιά τόν εαυτό σου ένα μέρος από τό αντίτιμο τού κτήματος; Όσο ήταν απούλητο, δεν ήταν δικό σου; Καί όταν πουλήθηκε, πάλι στο χέρι σου δεν ήταν να κρατήσεις τό αντίτιμο; Γιατί σκέφτηκες να κάνεις αυτό τό πράγμα; Δεν είπες ψέματα σε ανθρώπους, άλλά στον θεό». Ακούγοντας ό Ανανίας τά λόγια αυτά, έπεσε κάτω καί ξεψύχησε. Την ιδία τύχη είχε καί ή Σαπφείρα, όταν ήρθε λίγο αργότερα καί είπε τό ίδιο ψέμα, αμαρτάνοντας, όπως καί ό άνδρας της, στο Άγιο Πνεύμα, πού ενοικούσε στούς αποστόλους.
Ή Εκκλησιαστική Ιστορία έχει διασώσει άπ’ όλους τούς αιώνες τού Χριστιανισμού εμπειρίες άγίων μέ ενέργειες υπερφυσικές, ενέργειες οικείες όχι στήν ανθρώπινη φύση άλλά στον Θεό, πού είχε ενοικήσει στούς ανθρώπους αυτούς. Ό όσιος Μακάριος ό Μέγας λέει: «Σ’ εκείνους πού επιφοίτησε ή χάρη τού θείου Πνεύματος, κατοικώντας στα βάθη του νου τους, ό Κύριος γίνεται σάν ψυχή... Ή ενέργεια καί ή δύναμη τού φωτεινού Πνεύματος κατοικούν μέσα στον άνθρωπο πού έχει αγιαστεί».
Όποιος αισθάνεται μέσα του τή βασιλεία τού Θεού, γίνεται ξένος προς τόν κόσμο, τόν εχθρικό προς τόν Θεό κόσμο. Όποιος αισθάνεται μέσα του τή βασιλεία τού Θεού, επιθυμεί, από αληθινή αγάπη προς τούς συνανθρώπους του, να αποκαλυφθεί καί σ’ αυτούς ή βασιλεία τού Θεού' επιθυμεί άμεμπτα να έρθει ή ορατή βασιλεία τού Θεού καί ν’ αφανίσει την αμαρτία από τή γή, εδραιώνοντας την κυριαρχία της αλήθειας καί της δικαιοσύνης. Σε τέτοια κατάσταση βρισκόταν ό άγιος Ιωάννης ό Θεολόγος, όταν κατά την έκστασή του αποκρίθηκε στον Κύριο, πού τού υποσχέθηκε ότι θα έρθει σύντομα γιά την τελική Κρίση τού κόσμου: «Ναι, έλα, Κύριε Ιησού».
Όλα, γιατί ή γή είναι γεμάτη ανομία χρειάζεται κάθαρση καί ανακαίνιση. Γιά τό αντίθετο παρακαλεί εκείνος πού δεν είναι επαρκώς έτοιμος, εκείνος πού βλέπει τόν ναό της ψυχής του να είναι ακόμα θλιβερά έρημος, δίχως τόν Θεό ένοικο παρακαλεί να τού δοθεί πίστωση χρόνου, γιά να ολοκληρώσει τόν πνευματικό του αγώνα, όπως εκείνος ό αμπελουργός της ευαγγελικής παραβολής, ό όποιος είπε στον ιδιοκτήτη τού αμπελιού, όταν εκείνος τόν πρόσταζε να κόψει μιαν άκαρπη συκιά: «Κύριε, άφησέ την καί τούτη τή χρονιά,γιά να τή σκάψω γύρω-γύρω», άπαλλάσσοντάς την από τά πάθη πού την έξασθενίζουν, «καί να της βάλω κοπριά», την ταπείνωση καί τή μετάνοια.
Γενηθήτω το θέλημά σου, ώς εν ούρανω και επί της γης
Με τή λέξη «ουρανός» εννοούνται οι κάτοικοι τού ουρανού.
Άπ’ αυτούς τό θέλημα τού Θεού εκπληρώνετε άοκνα καί άμεμπτα Μέ τό θέλημα τού Θεού δεν αναμειγνύουν τό δικό τους θέλημα Δεν έχουν καν δικό τους θέλημα Τό θέλημά τους τό έχουν ταυτίσει μέ τό θέλημα τού Θεού. Στούς κατοίκους τού ουρανού έχει πραγματοποιηθεί αυτό πού ζητούσε ό Σωτήρας τού κόσμου από τόν Θεό Πατέρα γιά τούς μαθητές Του καί όλους τούς ακολούθους Του: «Δεν προσεύχομαι μόνο γι αυτούς (δηλαδή τούς αποστόλους) άλλά καί γιά εκείνους πού μέ τό κήρυγμα αυτών θα πιστεύουν σ’ εμένα, ώστε να είναι όλοι ένα, όπως Εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα κι εγώ μ’ Εσένα. Να είναι κι αυτοί ενωμένοι μ’ εμάς... Να είναι ένα μεταξύ τους, όπως εμείς είμαστε ένα: Εγώ ενωμένος μαζί τους κι Εσύ ενωμένος μαζί μου, ώστε ν’ αποτελούν μια τέλεια ενότητα».
Μέ τή λέξη «γή» εννοούνται οι χριστιανοί. Κανείς μας, ωστόσο, δεν θα κάνει λάθος, αν, προφέροντας αυτό τό αίτημα, εννοεί ώς γή την καρδιά του, μην ξεχωρίζοντας άπ’ αυτήν καί τό σώμα. Γιατί οι δυνάμεις τού σώματος άκολουθούν τίς δυνάμεις της καρδιάς καί ή κλίση τού σώματος εναρμονίζεται μέ την κλίση της καρδιάς προς τό θείο θέλημα. Έτσι, ή καρδιά μεταβάλλεται από σαρκική καί κτηνώδης σε πνευματική, αγία, άγγελική.
Ή ολοκληρωτική ταύτιση τού ανθρωπίνου θελήματος μέ τό θέλημα τού Θεού είναι κατάσταση τελειότητας, στήν οποία μπορούν να φτάσουν μόνο τά λογικά πλάσματά Του. Αυτή την τελειότητα έχουν οι άγγελοι. Αλλά ό Σωτήρας μας ευδοκεί ν’ αποκτήσουμε κι εμείς, οι αδύναμοι καί δύστυχοι άνθρωποι, οι πλασμένοι από τό χώμα άνθρωποι, οι περαστικοί από τή γή άνθρωποι, την τελειότητα τών άγίων άγγέλων τού ουρανού. Όποιος αισθάνθηκε μέσα του τή βασιλεία τού Θεού, μαθαίνει να μην αρκείται σ’ αυτή την αίσθηση, μαθαίνει να μην παραδίνεται στήν αμέλεια καί την αδράνεια, μαθαίνει ν’ αγωνίζεται γιά τή μεγαλύτερη δυνατή επέκταση της κυριαρχίας του Κυρίου στήν ψυχή του.
Επιπλέον, τό θείο θέλημα, όταν εκπληρώνεται μέ ακρίβεια από τόν άνθρωπο, επιδρά καί ενεργεί σ’ όλα τά συστατικά μέρη του, καί στο πνεύμα καί στήν ψυχή καί στο σώμα, ενοποιώντας τή διασπασμένη εξαιτίας της πτώσεως θέληση αυτών τών μερών. Μόνο από τό θείο θέλημα μπορεί να θεραπευτεί ή ανθρώπινη θέληση, πού έχει δηλητηριαστεί από την αμαρτία. Μόνο στο θείο θέλημα καί μέσω τού θείου θελήματος οι επιθυμίες τών συστατικών μερών τού ανθρώπου, οι όποιες άκολούθησαν ξεχωριστές κατευθύνσεις μπορούν να περάσουν από τή διαφωνία στη συμφωνία, μπορούν να συνενωθούν σε μία επιθυμία. Μόνο ή αναζωογονημένη από τό θείο θέλημα θέληση τού ανθρώπου μπορεί να αποσπαστεί από τή γή καί ν’ ανέβει στον ουρανό. «Αδελφοί μου», λέει ό απόστολος Παύλος, «εγώ δεν θεωρώ τόν εαυτό μου ότι έφτασε στο τέρμα. Σ’ ένα, όμως, πράγμα συγκεντρώνω την προσοχή μου: Ξεχνώ αυτά πού είναι πίσω μου, και κάνω ότι μπορώ γιά να φτάσω αυτά πού βρίσκονται μπροστά μου. Αγωνίζομαι να τερματίσω καί προσβλέπω στο βραβείο της ουράνιας προσκλήσεως τού Θεού διά τού Ιησού Χριστού. Έτσι ας σκεφτόμαστε, όσοι θέλουμε να είμαστε τέλειοι».
Τον άρτον ημών τον έπιούσιον δός ήμίν σήμερον
Έδώ δεν γίνεται λόγος γιά τή φθαρτή τροφή πού συντηρεί προσωρινά τό σώμα Ό Κύριος, πού είπε,
«Μην έχετε άγχος, λέγοντας, “Τί θα φάμε;” ή “Τί θα πιούμε;” “Τί θα ντυθούμε;”», αναφέρεται στήν τροφή πού δίνει αιώνια ζωή καί μένει άφθαρτη. Αναφέρεται στη νέα μορφή πού χάρισε στούς ανθρώπους ό ένανθρωπήσας Υιός τού Θεού, στον άρτο της ζωής πού κατέβηκε από τον ουρανό, στον άρτο τού Θεού μέ τόν οποίο μπορεί να χορτάσει καί ν’ αποκτήσει την αιώνια ζωή όλος ό κόσμος. Ή λέξη «επιούσιος», δηλαδή ό απαραίτητος γιά τή ζωή μας, «εκφράζει την ανωτερότητα καί τόν χαρακτήρα της ουσίας αυτού τού άρτου, πού είναι πάνω από κάθε ουσία καί πού ξεπερνά όλα τά δημιουργήματα μέ τό μεγαλείο καί την αγιότητα του». Ή μεγαλειότητα καί ή αγιότητά του είναι απέραντες καί ασύλληπτες. Ό αγιασμός καί ό πνευματικός πλούτος πού παρέχονται μέ τή βρώση του, είναι άπειροι καί ακατανόητοι.
Ό άρτος πού δίνει ό Υιός του Θεού είναι τό πανάγιο Σώμα Του, πού τό πρόσφερε γιά να ζήσει ό κόσμος. Με τή θαυμαστή αυτή βρώση ενώθηκε καί μια εξίσου θαυμαστή πόση. Όπως τό Σώμα τού Θεανθρώπου δόθηκε ώς βρώση στούς πιστούς, έτσι καί τό Αίμα Του δόθηκε ώς πόση.
Ό Θεάνθρωπος δεν ξεχώριζε σε τίποτε από τούς άλλους ανθρώπους, αφού ήταν τέλειος άνθρωπος. Αλλά συνάμα ήταν καί τέλειος Θεός. Στο παρουσιαστικό Του όλοι έβλεπαν έναν άνθρωπο- στις ενέργειες Του αναγνώριζαν τόν Θεό. Παρόμοια θέλησε να κρύψει τό πανάγιο Σώμα Του καί τό πανάγιο Αίμα Του στις ύλες του ψωμιού καί του κρασιού. Βλέπουμε καί γευόμαστε ψωμί καί κρασί, άλλά τρεφόμαστε μέ τό Σώμα καί τό Αίμα τού Χριστού.
Δεν υπάρχουν ούτε λέξεις ούτε μέσα γιά να περιγράφουμε την κατάσταση στήν οποία ανυψώνονται όσοι κοινωνούν τό Σώμα καί τό Αίμα τού Θεανθρώπου. Ό ίδιος ό Θεάνθρωπος καθόρισε αυτή την κατάσταση επιγραμματικά: «Εκείνος πού τρώει τή Σάρκα μου καί πίνει τό Αίμα μου είναι ενωμένος μαζί μου, κι εγώ μ’ αυτόν». Ασύλληπτη καί ανερμήνευτη είναι ή κατάσταση πού αποδίδεται μέ τά λόγια τούτα τού Κυρίου, λόγια εκφραστικά ενός ύψους απρόσιτου στον περιορισμένο ανθρώπινο νου καί γνωστού μόνο στον Θεό: «Κανένας δεν γνωρίζει ποιος είναι ό Υιός παρά μόνο ό Πατέρας» καί όποιος έχει ενωθεί μέ τόν Υιό.
Ό Κύριος είπε πώς ή Σάρκα Του είναι ή μόνη αληθινή τροφή καί τό Αίμα Του τό μόνο αληθινό ποτό τού ανακαινισμένου μέ τή Λύτρωση ανθρώπου, κι αυτό Λόγω της αξίας καί της ενέργειας τους. Ή συνηθισμένη τροφή των απογόνων τού παλαιού Αδάμ είναι ή «φθαρτή τροφή». Αυτή είναι όμοια μέ τή τροφή των άλογων ζώων, πού αφανίζεται μέ την πέψη καί δεν έχει τή δύναμη να απομακρύνει τόν θάνατο. Δεν αξίζει, άλλωστε, να ονομάζεται τροφή, αφότου εμφανίστηκε «ό άρτος ό επιούσιος», ό άρτος τού ουρανού, ό άρτος πού εξολοθρεύει τόν θάνατο καί δίνει την αιώνια ζωή.
«Τόν άρτον ημών τόν έπιούσιον δίδου ήμϊν τό καθ’ ημέραν» —έτσι γράφεται τό αίτημα της Κυριακής Προσευχής από τόν άγιο ευαγγελιστή Λουκά, περιλαμβάνοντας καί την εντολή της καθημερινής μεταλήψεως των θείων Μυστηρίων, πού τόσο παραμελείται σήμερα. Λέγοντας «τό καθ’ ημέραν» ό Κύριος, δείχνει ότι χωρίς αυτόν τόν άρτο, δεν μπορούμε να περάσουμε ούτε μια μέρα πνευματικής ζωής. Καί Λέγοντας «σήμερον», δείχνει ότι πρέπει να τρεφόμαστε μ’ αυτόν όλες τίς μέρες της επίγειας ζωής μας. Δηλαδή, δεν μάς είναι αρκετό τό ότι τόν γευθήκαμε χθες• πρέπει να τόν γευθούμε καί σήμερα. Ή καθημερινή ανάγκη αυτού τού άρτου επιβάλλει να επαναλαμβάνουμε συχνά την Κυριακή Προσευχή. Δεν υπάρχει ούτε μια μέρα πού να μην είναι απαραίτητη για την ενίσχυση τού εσωτερικού μας ανθρώπου μέ τή μετάληψη τού «επιούσιου» άρτου.
Σύμφωνα μέ τό μοναχικό τυπικό, πριν από κάθε γεύμα απαγγέλλεται ή Κυριακή Προσευχή. Ή απαγγελία αυτή δικαιολογείται από την παραπάνω ερμηνεία. Ό υλικός άρτος, τόν οποίο γεύονται οι μοναχοί στήν τράπεζα, εικονίζει «τόν άρτο πού κατέβηκε από τόν ουρανό» (Ίω. 6:33, 41.)
Και άφες ημίν τά όφελήματα ημών, ώς και ημείς άφίεμεν τοις οφείλεταις ημών
Ό Κύριος, αφού μέσα στην άπειρη ευσπλαχνία Του χάρισε στους αμαρτωλούς τά ύψιστα καί ανεκτίμητα αγαθά, ζητάει κι από μάς να δείχνουμε ευσπλαχνία προς τούς συνανθρώπους μας. Τό μυστήριο της λυτρώσεως θεμελιώνεται πάνω στην ευσπλαχνία. Ή λύτρωση είναι ή φανέρωση της θείας ευσπλαχνίας στην πεσμένη ανθρωπότητα. Καί ή πεσμένη ανθρωπότητα μπορεί να οικειωθεί τή λύτρωση, πού της χαρίστηκε από τόν Θεό, μόνο μέ την ευσπλαχνία. Δεν είναι δυνατό να λυτρωθούμε αλλιώς, παρά μόνο μέ τό να σπλαχνιστούμε τόν εαυτό μας καί τούς συνανθρώπους μας, μέ τό να συναισθανθούμε την πτώση μας, την άμαρτωλότητά μας καί την καταστροφή μας, μέ τό να διαπιστώσουμε την πτώση, την άμαρτωλότητά καί την καταστροφή ολόκληρης της ανθρωπότητας, μέ τό να αναγνωρίσουμε την κοινή καί απόλυτη ανάγκη της θείας ευσπλαχνίας.
Αποκλειστικά δική μας ανάγκη καί δικό μας καθήκον είναι να χαρίσουμε στούς οφειλέτες μας τά χρέη τους, δηλαδή να τούς συγχωρήσουμε γιά τά σφάλματα πού διέπραξαν απέναντι μας. Αν δεν τό εκπληρώσουμε αυτό, ποτέ δεν θ’ αποκτήσουμε ψυχική διάθεση κατάλληλη γιά την οικείωση της λυτρώσεως. Ή σκληρότητα της καρδιάς είναι σάν τίς σιδερένιες καί κλειδαμπαρωμένες πύλες! Δεν αφήνει να μπει μέσα της ή θεία δωρεά. Ό Κύριος είπε: «Αν συγχωρήσετε τούς ανθρώπους γιά τά παραπτώματά τους, θα σάς συγχωρήσει κι εσάς ό ουράνιος Πατέρας σας. Αν, όμως, δεν συγχωρήσετε στούς ανθρώπους τά παραπτώματά τους, ούτε κι ό Πατέρας σας θα συγχωρήσει τά δικά σας παραπτώματα».
Ό χριστιανός οφείλει ν’ αγωνίζεται μέ ιδιαίτερη επιμέλεια εναντίον του πάθους της μνησικακίας, να τό διώχνει από μέσα του μέ την πρώτη του εμφάνιση, να μην τό αφήνει να φωλιάζει στην ψυχή του ούτε μέ την πιο εύλογη πρόφαση. Αν επιτρέπουμε στη μνησικακία να ενεργεί στήν ψυχή μας, αυτή θα ακυρώσει όλους τούς αγώνες μας, θα εξουδετερώσει όλες τίς αρετές μας καί θα μάς στερήσει την ευσπλαχνία του Θεού. Ή συγχώρηση τών παραπτωμάτων των συνανθρώπων μας δείχνει ότι τό Πνεύμα του Θεού κατοικεί μέσα μας καί κατευθύνει τή θέλησή μας. Γιά να συμβεί αυτό χρειάζεται, όπως είπαμε, σκληρός αγώνας εναντίον της μνησικακίας, στον όποιο ό Θεός δεν μάς βοηθάει φανερά, προκειμένου ν’ αποκαλυφθεί ή προαίρεσή μας. Ή μνησικακία βασίζεται στήν υπερηφάνεια, ή οποία κρύβεται στις ψυχές ακόμα καί των εκλεκτών τού Θεού, τών αγιασμένων από τή χάρη Του. Κι αυτοί, λοιπόν, πρέπει να προσέχουν γιά να μη μολυνθούν από τον ιο της μνησικακίας, πού θανατώνει την ψυχή. Μέ τή συγχώρηση των αδελφών μας ελκύουμε τή θεία χάρη. Καί τή χάρη θα την κρατήσουμε μέσα μας μέ τή διαρκή συγχώρηση τών αδελφών μας.
Και μη είσενέγκης ημάς εις πειρασμόν, άλλα ρύσαι ημάς από του πονηρού
Τό δεύτερο μέρος του αιτήματος ερμηνεύει τό πρώτο.
Πειρασμοί ονομάζονται εδώ οι ατυχείς εκείνες περιστάσεις, κατά τίς όποιες από εκούσια κλίση στήν αμαρτία παραδινόμαστε στήν εξουσία του διαβόλου καί οδηγούμαστε στην απώλεια. Αυτό έπαθε ό Ιούδας ό Ισκαριώτης: «Μπήκε ό σατανάς μέσα του», λέει ή Γραφή.
Μέ τό παραπάνω αίτημα δεν αρνούμαστε τίς θλίψεις, πού είναι απαραίτητες γιά τή σωτηρία μας, καθώς μάς προφυλάσσουν από τά πάθη καί τούς δαίμονες. «Γι’ αυτό», λέει ό απόστολος, «χαίρομαι γιά τίς ασθένειες μου, γιά τίς ύβρεις, τίς θλίψεις, τούς διωγμούς καί τίς στενοχώριες πού πέρασα γιά χάρη του Χριστού γιατί, όταν φαίνεται πώς έχω χάσει κάθε δύναμη, τότε είμαι πραγματικά δυνατός».
Τά παθήματα τού αποστόλου παραχωρήθηκαν από τή θεία πρόνοια, όπως εξηγεί ό ίδιος, γιά να τόν προφυλάξουν από την υπερηφάνεια. Οι θλίψεις είναι τό δώρο τού Κυρίου στούς ακολούθους Του κατά την επίγεια ζωή τους. «Στον κόσμο θα έχετε θλίψη» διαβεβαίωσε τούς αποστόλους καί όλους τούς χριστιανούς. «’Άν ανήκατε στον κόσμο, τότε ό κόσμος θα σάς αγαπούσε σάν κάτι δικό του. Επειδή, όμως, δεν ανήκετε στον κόσμο, αφού εγώ σάς διάλεξα καί σάς ξεχώρισα από τόν κόσμο, γι’ αυτό σάς μισεί ό κόσμος». «Όλοι θα σάς μισούν εξαιτίας μου. Μέ την υπομονή σας θα σώσετε τίς ψυχές σας». Μαζί μέ τά αγία δόγματα της χριστιανικής πίστεως, ό απόστολος Παύλος κήρυσσε στήν οικουμένη ότι, «γιά να μπούμε στη βασιλεία τού Θεού, πρέπει να περάσουμε πολλές θλίψεις». Καί στήν επιστολή του προς τούς Εβραίους γράφει πώς όλοι όσοι ευαρέστησαν τόν Θεό υποβλήθηκαν σε διαπαιδαγώγηση καί νουθέτηση απ’ Αυτόν γιατί αλλιώς δεν θα τούς δεχόταν ώς γνήσια παιδιά Του.
«Καί μη είσενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού». Μ’ άλλα λόγια, όχι μόνο μην επιτρέψεις να μάς κυριέψουν τά πάθη, μέ τά όποια θα υποταχθούμε στον διάβολο, άλλά καί λύτρωσέ μας από τόν πονηρό, πού μάς αιχμαλώτισε, αφότου πέσαμε. Μην επιτρέψεις να παρασυρθούμε από τό αμαρτωλό θέλημά μας, μέ τό όποιο ξεγελάμε καί καταστρέφουμε τόν εαυτό μας. Μην επιτρέψεις να πλανηθούμε από σκέψεις καί διδασκαλίες ψευδείς. Μην επιτρέψεις να νικηθούμε από τή φιλαργυρία, τή φιλοδοξία, τή φιλαρχία. Μην επιτρέψεις να υποδουλωθούμε στη φιληδονία καί τή γαστριμαργία, αν έχουμε άφθονα υλικά αγαθά, ούτε στη μικροψυχία καί τόν γογγυσμό, αν μάς κυκλώνουν οι στερήσεις. Μην επιτρέψεις ν’ αμαρτήσουμε. Μην επιτρέψεις να πέσουμε στήν υπερηφάνεια, αν ζούμε ενάρετα, ούτε στήν απελπισία, αν αντιμετωπίζουμε οποιεσδήποτε δυσκολίες.
Ή αρχή της Κυριακής Προσευχής, ή οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να απευθύνεται στον Θεό ώς πατέρα, εξηγεί την αιτία της υπάρξεως τών παραπάνω αιτημάτων. Σε αυτή την προσευχή, αιτημάτων γεμάτων έξαρση! Ένας γιος μπορεί να ζητήσει όλα οσα έχει ό πατέρας του. Κι εμείς μέ την Κυριακή Προσευχή ζητάμε από τόν Θεό να μάς δώσει τόν εαυτό Του, να κατοικήσει μέσα μας, να εγκαθιδρύσει στήν καρδιά μας τή βασιλεία Του, γιά να ενωθούμε μαζί Του καί να βασιλεύσουμε μαζί Του σε όλα. Αντίστοιχο της αρχής είναι καί τό τέλος της Κυριακής Προσευχής. Στήν άπειρη θεία αγαθότητα βασίζεται ή απειρία τών αιτημάτων μας στη θεία παντοδυναμία εδραιώνεται ή πεποίθησή μας ότι τά αιτήματα αυτά θα ικανοποιηθούν.
Ότι σου εστίν η βασιλεία καί ή δύναμις καί ή δόξα εις τους αιώνας αμήν
Με τέτοια Λόγια πίστεως επισφραγίζεται ή Κυριακή Προσευχή! Μ’ αυτά αναγνωρίζεται καί διακηρύσσεται ή ουσιώδης καί καθολική εξουσία τού Θεού. Με την αναγνώριση της ό χριστιανός γίνεται ελεύθερος, όπως τό δήλωσε ό Κύριος στον τυφλωμένο ψυχικά Πιλάτο, πού καυχιόταν γιά την εξουσία του πάνω σ’ Εκείνον: «Δεν θα είχες καμιάν εξουσία πάνω μου, αν δεν σου είχε δοθεί από τόν Θεό». Ή πνευματική Ελευθερία είναι γνώρισμα τών τέλειων χριστιανών. Γι’ αυτήν είπε ό απόστολος: «Όπου υπάρχει τό Πνεύμα τού Κυρίου, εκεί υπάρχει καί Ελευθερία». Όταν ή παντοδυναμία τού Θεού αποκαλυφθεί στον νου πού καθαρίστηκε μέ τή μετάνοια καί φωτίστηκε από τή θεία χάρη, τότε ή δύναμη τών άγγέλων καί τών ανθρώπων εκμηδενίζεται. Τότε ό πιστός καί προσευχόμενος νους ομολογεί τή μεγάλη αλήθεια: ότι μόνο στον Θεό ανήκουν «ή βασιλεία και ή δύναμις και ή δόξα είς τούς αιώνας».
Ή Κυριακή Προσευχή δεν καταργεί την αδιάλειπτη
Ή πνευματική Ελευθερία δεν έχει καμιά σχέση μέ τή σωματική Ελευθερία. Στήν πνευματική Ελευθερία δεν επιδρά ή σωματική δουλεία καί αντίστροφα, ή σωματική Ελευθερία δεν μπορεί να αποτρέψει την πνευματική υποδούλωση τού ανθρώπου προσευχή. Παράδειγμα καί μακράς καί ολονύκτιας προσευχής, πού είναι τόσο αναγκαία καί ωφέλιμη, μάς έδωσε ό ίδιος ό Κύριος. Ή Κυριακή Προσευχή, επίσης, δεν καθιστά άχρηστες ή περιττές τίς άλλες προσευχές, πού έχει θεσπίσει ή άγια Εκκλησία μας. Αυτή συνιστά την ουσία τους, αποτελεί τό πρότυπό τους, μάς διδάσκει ότι σε κάθε προσευχή μας οφείλουμε να ζητάμε από τόν Θεό μόνο πνευματικά αγαθά. Όλες οι προσευχές πού έχουν συνταχτεί από τούς άγιους πατέρες, άλλες οι προσευχές πού χρησιμοποιούνται στη θεία λατρεία, ανταποκρίνονται σ’ αυτή την ιερή αίτηση. Πηγή τους είναι τό Άγιο Πνεύμα, πού μιλάει μέσ’ από την Κυριακή Προσευχή.
Δεν είναι ευάρεστο στον Λυτρωτή μας, πού μάς εξαγόρασε γιά τή μακάρια αιωνιότητα μέ τίμημα τό ατίμητο Αίμα Του, να Τόν επικαλούμαστε γιά οτιδήποτε φθαρτό καί πρόσκαιρο. Αν είναι αναπόφευκτο να απευθυνθούμε κάποτε στον μεγάλο Θεό μ’ ένα αίτημα γιά την ικανοποίηση εφήμερης ανάγκης μας, τότε ας τό κάνουμε μέ προσοχή καί ευλάβεια, χωρίς επιμονή καί έξαψη, μέ λίγες ταπεινές λέξεις. Καί ας κλείσουμε την προσευχή μας μέ την ολόψυχη εναπόθεση τού εαυτού μας καί τού αιτήματος μας στήν κρίση καί τό θέλημα τού Θεού.
Στήν προσευχή δεν έχουν θέση ή πολυλογία καί ό στόμφος. Στήν προσευχή δεν έχουν θέση αιτήματα γιά επίγεια αγαθά καί αξιώματα. Από τέτοια αιτήματα είναι γεμάτες οι προσευχές τών ειδωλολατρών καί τών όμοιων τους σαρκικών ανθρώπων, πού νοιάζονται μόνο γιά τά γήινα καί τά εφήμερα, έχοντας λησμονήσει καθετί το ουράνιο. «Όταν προσεύχεστε, μη φλυαρείτε Όπως οι ειδωλολάτρες», μάς πρόσταζε ό Κύριος, όταν μάς παρέδωσε την Κυριακή Προσευχή. «Γιατί (οι ειδωλολάτρες) νομίζουν Ότι με την πολυλογία τους θα εισακουστούν. Μή γίνετε Όμοιοι μ’ αυτούς• γιατί ό Πατέρας σας ξέρει από τί έχετε ανάγκη, προτού ακόμα Τού τό ζητήσετε». «Πρώτα άπ’ όλα να ζητάτε τή βασιλεία τού Θεού καί τή δικαιοσύνη Του», δηλαδή την ενάρετη ζωή πού εισάγει σ’ αυτή τή βασιλεία, «καί όλα αυτά», όλα τά αναγκαία γιά την επίγεια ζωή σας, «θα σάς δοθούν». Αμήν.
ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ.ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ. Β