Ο Ανάχαρσης ή Ανάχαρσις (τέλη 7ου-αρχές 6ου αιώνα π.Χ.) ήταν Σκύθης σοφός της αρχαιότητας, γιος του Σκύθη βασιλιά Γνούρου και αδερφός του Καδουίδα (Διογένης Λαέρτιος Α’, 8) ή Σαυλίου (Ηρόδοτος Δ’, 76).
Η φήμη του στον αρχαίο κόσμο ήταν τόσο μεγάλη ώστε έφτασε να συμπεριλαμβάνεται σε ορισμένους καταλόγους των επτά σοφών, παρά την «βαρβαρική» του καταγωγή.
Το μεγάλο σεβασμό των αρχαίων προς το πρόσωπό του μαρτυρά και το γεγονός πως ήταν ο πρώτος μέτοικος που απέκτησε αθηναϊκή ιδιότητα.
Ταξίδεψε σε μεγάλο μέρος της Ελλάδας και του αρχαίου κόσμου και, καθώς η μητέρα του ήταν Ελληνίδα, μιλούσε ελληνικά και σκυθικά.
Στις επιγραφές των αγαλμάτων του συνηθιζόταν να γράφεται η φράση “γλώσσης, γαστρός, αἰδοίων κρατεῖν” (Να συγκρατείς τη γλώσσα, τη λαιμαργία και τη σαρκική ορμή σου).
Καυστικά ήταν τα σχόλιά του και για την πολιτική της Αθήνας.
Λέγεται ότι κορόιδευε τον Σόλωνα, που θεωρούσε ότι μπορούσε να περιορίσει την αδικία με γραπτούς νόμους τους οποίους ο Ανάχαρσης παρομοίαζε με ιστούς αράχνης, που πιάνουν τους αδύνατους και αδύναμους, ενώ οι δυνατοί και οι πλούσιοι απλά σπάζουν τους ιστούς και ξεφεύγουν.
Παραβρισκόμενος στην εκκλησία του Δήμου, παρατήρησε:
«λέγουσι μὲν οἱ σοφοὶ παρ’ Ἕλλησι, κρίνουσι δὲ οἱ ἀμαθεῖς»
(στους Έλληνες μιλάνε μεν οι σοφοί αλλά αποφασίζουν οι αμαθείς).
Ακόμα για την αγορά, είχε πει, πως είναι τόπος αμοιβαίας απάτης και πλεονεξίας.
Απορούσε με την πρακτική των Ελλήνων να λειτουργούν με δύο μέτρα και δύο σταθμά, όπως στις περιπτώσεις που επέβαλαν ποινές στους βιαιοπραγούντες, ενώ τιμούσαν τους παλαιστές, που απαγόρευαν το ψέμα παρότι ψεύδονταν δημοσίως στις ταβέρνες, καθώς και στους αγώνες τους που ενώ λάμβαναν μέρος οι ειδικοί, αποφάσιζαν οι μη ειδικοί.
Σχετικά με το κρασί έλεγε πως τα αμπέλια βγάζουν τριών ειδών σταφύλια:
το πρώτο της απόλαυσης,
το δεύτερο της μέθης
και το τρίτο της αηδίας.
Υποστήριζε πως για να μην μεθύσει κανείς, αρκούσε να δει, όσα κάνουν εκείνοι που μεθούν.
Όταν τον ρώτησαν, αν έχουν αυλούς στην Σκυθία, απάντησε πως δεν έχουν ούτε αμπέλια.
Κάποτε πληροφορήθηκε πώς το πάχος ενός πλοίου ήταν τέσσερα εκατοστά και αποκρίθηκε πως τόσο απέχει κι ο θάνατος απ’ τους επιβάτες.
Όταν πάλι τον ρώτησαν, τι είναι καλό και κακό μαζί, αυτός απάντησε: «η γλώσσα».
Λέγεται πως έγραψε ένα έργο 800 στίχων στα ελληνικά με θέμα τους θεσμούς των Ελλήνων και των Σκύθων σε σχέση με την καθημερινή ζωή και τον πόλεμο.
Αν και κανένα έργο του δεν σώζεται σήμερα, υπάρχουν εννέα αμφισβητούμενης αυθεντικότητας επιστολές, μέρος των «κυνικών επιστολών», που του έχουν αποδώσει οι κυνικοί, οι οποίοι θεωρούσαν τον Ανάχαρση πρόδρομό τους.
Μία δέκατη επιστολή διασώζεται και από τον Διογένη Λαέρτιο στην οποία γίνεται αναφορά και στη συνέχεια.
Ο Ανάχαρσης ήταν μεγάλος λάτρης του ελληνικού πολιτισμού.
Αυτός ο θαυμασμός του για κάθε τι ελληνικό, ήταν που έφερε τελικά και τον θάνατο του, αφού επιχείρησε να εισάγει ελληνικές συνήθειες στην πατρίδα του.
Ο Διογένης ο Λαέρτιος, γράφει, ότι ο αδελφός του τον δολοφόνησε την ώρα του κυνηγιού με την δικαιολογία ότι επιχειρούσε να μεταφέρει ελληνικά μυστήρια στη Σκυθία.
Ξεψυχώντας ο Ανάχαρσης αναφώνησε:
«διὰ μὲν τὸν λόγον ἐκ τῆς Ἑλλάδος σωθῆναι, διὰ δὲ τὸν φθόνον ἐν τῇ οἰκείᾳ ἀπολέσθαι»
(λόγω του πνεύματός μου αναδείχθηκα στην Ελλάδα, ενώ λόγω του φθόνου χάθηκα στην πατρίδα μου).
Παρόμοια είναι και η εκδοχή του Ηροδότου, κατά την οποία ο Ανάχαρσης δολοφονήθηκε επειδή έγινε αντιληπτός να θυσιάζει στη θεά Κυβέλη, με τη λατρεία της οποίας είχε έρθει σε επαφή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στην Κύζικο.
Φημισμένος ήταν ο οξύς και τολμηρός του λόγος, απ’ τον οποίο προέκυψε και η παροιμιώδης φράση
«να μιλάς σαν Σκύθης».
Σε μία διαδεδομένη κατά την αρχαιότητα ιστορία, ο Ανάχαρσης, μόλις έφτασε στην Αθήνα, επισκέφθηκε το σπίτι του Σόλωνα και ζήτησε τη φιλία και τη φιλοξενία του.
Ο Σόλωνας αποκρίθηκε ότι είναι καλύτερο κανείς να βρίσκει φίλους στην πατρίδα του, για να λάβει την απάντηση του Ανάχαρση:
«λοιπόν, εσύ που βρίσκεσαι στην πατρίδα σου σύναψε φιλία και φιλοξενία μαζί μου».
Ο Σόλωνας θαύμασε την ευθύτητα του Σκύθη και τον έκανε καλό του φίλο.
Αργότερα στην Κόρινθο, ο Ανάχαρσης έγινε φίλος με τον Περίανδρο, ενώ μέχρι και ο βασιλιάς Κροίσος της Λυδίας τον προσκάλεσε στις Σάρδεις ως μέλος της αυλής του έναντι αμοιβής.
Σύμφωνα με την επίσης μάλλον πλαστή επιστολή, που μας μεταφέρει ο Διογένης Λαέρτιος, ο Ανάχαρσης φέρεται να απάντησε στην πρόσκληση ως εξής:
«Ἐγώ, βασιλεῦ Λυδῶν, ἀφῖγμαι εἰς τὴν τῶν Ἑλλήνων, διδαθησόμενος ἤθη τὰ τούτων καὶ ἐπιτηδεύματα. χρυσοῦ δ' ουδέ δέομαι, ἀλλ' απόχρη με ἐπανήκειν ἐς Σκύθας ἄνδρα ἀμείνονα. ἥκω γοῦν ἐς Σάρδεις, πρὸ μεγάλου ποιούμενος ἐν γνώμῃ τοι γενέσθαι.»
(Βασιλιά των Λύδων, ήρθα στη χώρα των Ελλήνων να διδαχθώ τα ήθη και τις τέχνες τους. Χρυσάφι δε μου χρειάζεται. Μου είναι αρκετό να γυρίσω καλύτερος στη Σκυθία. Στις Σάρδεις θα ́ρθω γιατί θεωρώ μεγάλο πράγμα να τύχω της εκτίμησής σου).
Ο Στράβων θεωρεί τον Ανάχαρση εφευρέτη του κεραμικού τροχού και της αμφίστομης άγκυρας, αν και για το πρώτο, μάλλον είναι ο μυθικός παρά ο πραγματικός εφευρέτης, αφού ο τροχός προϋπήρχε του Ανάχαρση.
Ο Λουκιανός έγραψε δύο διαλόγους («Σκύθης ή πρόξενος» και «Ανάχαρσης ή περί γυμνασίων») με πρωταγωνιστή τον Ανάχαρση.
Στον διάλογο «Σκύθης», ο Ανάχαρσης μόλις έχει έρθει στην Αθήνα και περιπλανιέται μόνος του.
Καθώς αισθάνεται ξένος στην πόλη αρχίζει να διερωτάται αν πρέπει να φύγει.
Τότε είναι που συναντά τον Τόξαρι, έναν εξελληνισμένο Σκύθη που έχει εγκατασταθεί μόνιμα στην Αθήνα έχοντας εγκαταλείψει γυναίκα και παιδιά στην Σκυθία.
Ο Τόξαρις συστήνει τον Ανάχαρση στον Σόλωνα δίνοντας αφορμή για την γένεση της ιστορικής φιλίας των δύο αντρών.
Ο «Ανάχαρσης» είναι ένας διάλογος μεταξύ Σόλωνα και Ανάχαρση σχετικά με την σημασία της σωματικής άσκησης στην αρχαία Αθήνα.
Ο Αθηναίος εξηγεί στον Σκύθη, την παιδευτική, ηθική και πολιτική διάσταση του αθλητισμού για την πόλη.
Τον 18ο αιώνα, σημαντικό ήταν το έργο του Γάλλου Jean Jacques Barthelemy «Voyage de jeune Anacharsis en Grece», που κυκλοφόρησε το 1788 και μεταφράστηκε στα ελληνικά το 1797 από τον Ρήγα Βελλεστινλή με τίτλο «Νέος Ανάχαρσις».
Πρόκειται για τετράτομο μυθιστόρημα στο οποίο ο συγγραφέας φαντάζεταιτο ταξίδι ενός Σκύθη απογόνου του Ανάχαρση στην Ελλάδα.
Το βιβλίο σημείωσε μεγάλη επιτυχία την περίοδο της κυκλοφορίας του και άσκησε επιρροή στην ανάπτυξη του κινήματος του Φιλελληνισμού και την στήριξη του αγώνα των ξεσηκωμένων Ελλήνων μετά το 1821....