Καθώς περνούν τα χρόνια, η κοινωνική έννοια του γένους — οι άντρες κάνουν αυτό, οι γυναίκες κάνουν το άλλο — πολώνουν τις σχέσεις ανάμεσα στους άντρες και στις γυναίκες όσο ποτέ άλλοτε. Καθώς η παλιά αλληλοσυμπλήρωση δίνει τη θέση της σε μια νέα συμμετρία, η σύγκρουση φαίνεται να είναι το τίμημα για την ισότητα.
Διάφορα βιβλία τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ δημοφιλή λέγοντάς μας ότι οι άντρες και οι γυναίκες επικοινωνούν με διαφορετικό τρόπο και εξηγώντας μας στη συνέχεια ποιες είναι αυτές οι διαφορές. Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή ήταν το βιβλίο του John Gray "Οι άντρες είναι από τον Άρη, οι γυναίκες από την Αφροδίτη", στο οποίο ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι οι άντρες χρειάζονται χώρο, ενώ οι γυναίκες έχουν μεγάλη ανάγκη από συντροφιά. Εάν μάθουμε να εκτιμάμε τις αναπόφευκτες διαφορές, που εμφανίζονται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που ζουν μαζί, αποδίδοντας αυτές τις διαφορές στο γένος και όχι στο πείσμα ή στην κακή θέληση, ίσως αυτό να είναι κάτι θετικό. Κι αν μάθουμε να αντιδρούμε με συμπάθεια σε ό,τι λέει ο σύντροφός μας, αυτό είναι επίσης θετικό. Όμως, πιθανόν, το πιο σημαντικό πράγμα είναι όχι τόσο να μαθαίνουμε πώς να ανταποκρινόμαστε σ’ εκείνα, τα άλλα εξωγήινα πλάσματα, αλλά να μαθαίνουμε να μην αντιδρούμε υπερβολικά και να μαθαίνουμε να ακούμε. Ίσως η καλύτερη απάντηση στην περίφημη ερώτηση του Φρόιντ: «Τι θέλουν οι γυναίκες;», να ήταν: "Γιατί δεν τις ρωτάς και μετά να τις ακούσεις;»
Γι’ αυτό η μεγαλύτερη επίδραση της σύγχρονης μελέτης των φεμινιστών ψυχολόγων αφορά την επαναβεβαίωση των διαφορών των φύλων — όμως αυτήν τη φορά με μια θετική αντιμετώπιση της ψυχολογίας των γυναικών. Το 1987, η Nancy Chodorow τόνισε στο βιβλίο της Η αναπαραγωγή της μητρότητας ότι, επειδή τα αγόρια και τα κορίτσια βρίσκουν γονεϊκή φροντίδα/κυρίως από τη μητέρα τους, μεγαλώνουν με διαφορετικό προσανατολισμό για την αγάπη και την ανεξαρτησία***. Τα αγόρια πρέπει να ανεξαρτητοποιηθούν από τη μητέρα τους, για να διακηρύξουν την αρρενωπότητά τους, γι’ αυτό και τα αγόρια μιας συγκεκριμένης ηλικίας αρχίζουν να φεύγουν από την αγκαλιά της μητέρας τους και γι’ αυτό το «αδελφούλα» και το «μαμόθρεφτος» είναι ακόμα τόσο ισχυρές ύβρεις. Τα κορίτσια, από την άλλη, δεν έχουν ανάγκη να αποκηρύξουν τη στοργή και το δεσμό με τη μητέρα τους, για να γίνουν γυναίκες. Μαθαίνουν να ολοκληρώνονται μέσα από αυτόν το δεσμό.
Ως επακόλουθο αυτών των ισχυρισμών, η άποψη των επίκτητων διαφορών ανάμεσα στα φύλα έχει καθορίσει τις πραγματείες, που αναφέρονται στους άντρες και στις γυναίκες, σε τέτοιο βαθμό, ώστε πολλοί συγγραφείς θεωρούν πια δεδομένο ότι οι γυναίκες είναι ουσιαστικά διαφορετικές από τους άντρες με ιδιότητες που τις καθιστούν καλύτερες στην ακρόαση. Για εκείνους που δέχονται αυτόν το συλλογισμό, η ζωή είναι απλή: όλες οι πολυπλοκότητες μιας σχέσης γίνονται περιττές, αφού υπάρχει μια εξήγηση για όλα, oι άντρες κάνουν αυτό και οι γυναίκες κάνουν το άλλο. Τέλος της συζήτησης.
Αυτό το νέο ρεύμα δημιουργίας στερεοτύπων ανάμεσα στα φύλα αντανακλάται στην αποδοχή των βιβλίων που ανάγουν κάθε απόχρωση, κάθε πολικότητα της συζήτησης ανάμεσα στους άντρες και στις γυναίκες στη διάκριση του γένους: οι άντρες αναζητούν την εξουσία, οι γυναίκες τη σχέση. Είναι λυπηρό, αλλά πολλοί άνθρωποι τώρα το θεωρούν αυτό δεδομένο.
Γιατί τόσο πολλές γυναίκες και τόσο πολλοί άντρες είναι προθυμότατοι να δεχτούν ότι υπάρχει τεράστιο χάσμα ανάμεσα στα φύλα, ότι μιλούν διαφορετικές γλώσσες και ότι η μοίρα τούς οδηγεί σε διαφορετικές κατευθύνσεις; Είναι πράγματι στη φύση της γυναίκας να είναι στοργική και να αναζητάει δεσμούς; Είναι πράγματι στη φύση του άντρα να είναι ανεξάρτητος και να αναζητά εξουσία; Ή μήπως αυτές οι πολικότητες αντανακλούν τους τρόπους που η κουλτούρα μας έχει διαμορφώσει την κοινή ανάγκη να μας εκτιμούν.;
Μερικές φορές κοινωνικοί και πολιτικοί παράγοντες παρέχουν τη βαθύτερη εξήγηση για τις αποκαλούμενες διακρίσεις ανάμεσα στα φύλα. θα μπορούσε η στοργή, για παράδειγμα, η οποία έχει παρουσιαστεί ως μία από τις διαφορές του γένους, να κατανοηθεί καλύτερα ως τρόπος διαπραγμάτευσης από τη θέση του αδυνάτου; Ίσως μερικές γυναίκες (και μερικοί άντρες) να είναι στοργικοί, γιατί έχουν ανάγκη να ευχαριστούν τους άλλους, μια ανάγκη που προέρχεται από τη μειωμένη αίσθηση της προσωπικής ισχύος. Έτσι η ίδια γυναίκα, που κάνει έκκληση για την ανάγκη της στοργής στις προστριβές της με τον σύζυγό της, να δίνει έμφαση στην τήρηση των κανόνων στους διαπληκτισμούς με τα παιδιά της. Η ίδια αυτή βαθιά ριζωμένη κοινωνική άποψη, που προωθεί τη στοργή, μπορεί μερικές φορές να δυσκολεύει τις γυναίκες να αναγνωρίζουν το ενδιαφέρον για τον εαυτό τους. Ίσως, αντί να απολογούμαστε ή αντί να πανηγυρίζουμε για τις διαφορές ανάμεσα στα γένη, θα ήταν πιο χρήσιμο να μιλάμε ο ένας στον άλλον, αντί ο ένας για τον άλλον, και να προχωράμε προς τη συντροφικότητα και όχι προς την πόλωση.
Εάν πάψουμε να θεωρούμε τη διαφορά των φύλων σταθερή και δεδομένη, ίσως αρχίσουμε να σκεφτόμαστε την πιθανότητα τα αγόρια να μπορούν να ταυτίζονται με τη μητρική στοργή και τη φροντίδα, ίσως τότε γίνουν πιο ολοκληρωμένοι άντρες και καλύτεροι πατεράδες. Με παρόμοιο τρόπο, ίσως αρχίσουμε να βλέπουμε ότι τα κορίτσια μπορούν να ταυτίζονται με τους πατεράδες τους, όπως και με τις μητέρες τους, για να νιώθουν ότι έχουν δικαίωμα να είναι ανεξάρτητα άτομα με τις δικές τους επιθυμίες. Ίσως ο Θεός να επινόησε την ιδέα των δυο γονιών, έτσι ώστε τα παιδιά να μπορούν να παίρνουν το καλύτερο και από τους δύο.
Όσο κι αν είναι παρήγορο να ρίχνουμε το φταίξιμο για την έλλειψη κατανόησης στο πείσμα των άλλων ανθρώπων ή στην έλλειψη ευαισθησίας του άλλου φύλου, οι αιτίες που δεν ακούμε ο ένας τον άλλον είναι τελικά πιο περίπλοκες. Δεν είναι ο εγωισμός, αλλά οι περιπλοκές του χαρακτήρα και της σχέσης που μας εμποδίζουν να ακούσουμε και να ακουστούμε.
Μια πληρέστερη εκτίμηση της δυναμικής της ακρόασης θα μας διευκολύνει λίγο περισσότερο, για να αρχίσουμε ν’ ακούμε ο ένας τον άλλον. Είναι απαραίτητο να αναλύσουμε λεπτομερώς κάθε παρεξήγηση και να την αναλύσουμε σύμφωνα με το μήνυμα, τα συμφραζόμενα, τον ομιλητή, τον ακροατή και την ανταπόκριση; Φυσικά, όχι. Η απλή, ηρωική πράξη να παραβλέπουμε τα δικά μας πληγωμένα αισθήματα και να σκεφτόμαστε την άποψη του άλλου είναι ήδη ένα αρκετά σημαντικό επίτευγμα.
Γιατί είμαστε, λοιπόν, τόσο ευαίσθητοι στην παρεξήγηση, ώστε να μην μπορούμε να δούμε την οπτική γωνία του άλλου ατόμου; Για να απαντήσουμε σ’ αυτή την ερώτηση και να συνεχίσουμε να κινούμαστε προς την κατεύθυνση της ακρόασης, ας δούμε πιο προσεκτικά τους συναισθηματικούς παράγοντες που την περιπλέκουν.
~~~~~~~~~
* Jean Baker Miller, Toward a New Psychology of Women (Βοστόνη: Beacon Press,. 1976).
** Carol Gilligan, In a Different Voice (Κέμπριτζ: Harvard University Press, 1982).
*** Nancy Chodorow, The Reproduction of Mothering: Psychoanalysis and the Sociology of Gender (Μπέρκλεϊ: University of California Press 1978).
Απόσπασμα από το βιβλίο "Η χαμένη τέχνη της ακρόασης" του Michael P. Nichols