
Ο καθένας έχει έναν μόνο τρόπο ν’ αγαπάει: τον δικό του.

Τελικά, εκείνος κατάφερε να απέχει από το αλκοόλ επί είκοσι τέσσερις μήνες. Τότε ήρθε η γυναίκα του για να μου πει ότι, μετά από δεκαέξι χρόνια γάμου, ένιωθε ότι η αποστολή της είχε λήξει η υγεία του συζύγου της είχε αποκατασταθεί… Εγώ, τότε που ήμουν είκοσι επτά χρόνων και νεοδιορισμένος γιατρός, ερμήνευσα ότι, στην πραγματικότητα, αυτό που ήθελε ήταν να θεραπεύσει τον πατέρα της αντικαθιστώντας τη θεραπεία του πατέρα με αυτή του συζύγου.

“Και θα παντρευτούμε” λέει εκείνη.
“Και αγαπιόμαστε τόσο που φοβόμαστε…”
“Θα θέλαμε κάποιο μαγικό, ένα χαϊμαλί, ένα φυλαχτό…”
“Κάτι που θα μας εγγυάται ότι θα είμαστε για πάντα μαζί.”
“Που θα μας εξασφαλίσει ότι θα είμαστε ο ένας στο πλευρό του άλλου ώσπου να συναντήσουμε τον Μανιτού, την ημέρα του θανάτου.”
“Σε παρακαλόυμε” ικετεύουν, “πες μας τι μπορούμε να κάνουμε…”
“Δεν μας πειράζει” λένε κι οι δύο.
“Ό,τι και να’ ναι” επιβεβαιώνει ο Άγριος Ταύρος.
“Κι εσύ, Άγριε Ταύρε” συνεχίζει ο μάγος, “πρέπει να ανέβεις το βουνό του κεραυνού, κι όταν φτάσεις στην κορυφή να βρεις τον πιο άγριο απ’ όλους τους αετούς, και με τα χέρια σου μόνο κι ένα δίχτυ να τον πιάσεις χωρίς να το τραυματίσεις και να τον φέρεις μπροστά μου, ζωντανό, την ίδια μέρα που θα έρθει και το Ψηλό Σύννεφο… Πηγαίνετε τώρα.”
“Ναι, βέβαια. Κι εμείς, όπως μας ζητήσατε… Και τώρα;” ρωτάει ο νέος. “Θα τα σκοτώσουμε και θα πιούμε την τιμή από το αίμα τους;”
“Όχι” λέει ο γέρος.
“Να τα μαγειρέψουμε και να φάμε τη γενναιότητα από το κρέας τους;” προτείνει η νεαρή.