Ομάδες υψηλού κινδύνου: Αν και δεν υπάρχουν δεδομένα συμπτώματα, κάτι που κάνει τη διάγνωση της χρόνιας αυτής πάθησης ιδιαίτερα δύσκολη, η κοιλιοκάκη παρατηρείται σε βρέφη ως γαστρεντερική ενόχληση, διάρροια, συχνές, ογκώδεις και ιδιαίτερα δύσοσμες κενώσεις και στασιμότητα ή απώλεια βάρους. Στα παιδιά, εκτός από τα παραπάνω, μπορεί επίσης να εκδηλωθεί με ναυτία, εμετούς, ανορεξία, αναιμία, δερματίτιδα και στοματικές άφθες, ενώ πιθανή είναι και η εκδήλωση οξυθυμίας. Στους ενήλικες τέλος, και σε αρχικό στάδιο της ασθένειας, παρατηρείται γενικά ένα αίσθημα αδιαθεσίας και κόπωσης ακόμη κι όταν οι γαστρεντερικές ενοχλήσεις είναι περιορισμένες. Ως συνέπεια της μειωμένης απορρόφησης βιταμινών, των ιχνοστοιχείων και των θρεπτικών συστατικών παρατηρούνται στη συνέχεια αναιμία, οστεοπενία και οστεοπόρωση καθώς και νευρικές και ορμονικές διαταραχές.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μία στις τέσσερις γυναίκες παρουσιάζουν καρδιαγγειακές παθήσεις, οι οποίες ωστόσο παρερμηνεύονται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι αν και κάθε χρόνο πεθαίνουν από καρδιακά επεισόδια περισσότερες γυναίκες από ότι άντρες, ωστόσο είναι κατά έξι φορές πιο πιθανό μία γυναίκα με καρδιακή πάθηση να διαγνωστεί λανθασμένα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός, ότι οι γυναίκες δεν παρουσιάζουν τα ίδια συμπτώματα με τους άντρες. Στη γυναικεία περίπτωση μάλιστα ένδειξη καρδιακού επεισοδίου είναι η ναυτία, η δυσκολία στην αναπνοή, η δυσπεψία και η κούραση.
Ομάδες υψηλού κινδύνου: καπνιστές, άτομα με υψηλή χοληστερίνη, άτομα που δεν κινούνται, που έχουν στρες, παχύσαρκα άτομα, διαβητικοί, γυναίκες με ιστορικό καρδιακών νοσημάτων και άνω των 65 ετών είναι οι περιπτώσεις υψηλού κινδύνου.
Ομάδες υψηλού κινδύνου: η ασθένεια είναι 10 με 15 φορές πιο πιθανό να εμφανιστεί σε γυναίκα από ότι σε άντρα, σε ηλικίες μεταξύ 15 ετών και 44 ετών.
Ομάδες υψηλού κινδύνου: χρήστες ναρκωτικών ουσιών, αποδέκτες μεταγγίσεων αίματος, πλάσματος, οργάνων και άλλων ιστών, βρέφη των οποίων η μητέρα, όταν τα γέννησε ήταν μολυσμένη από τον ιό, ασθενείς που υποβάλλονται μακροχρόνια σε αιμοκάθαρση και άτομα με πολλούς ερωτικούς συντρόφους, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
Ωστόσο η εμφάνισή τους γίνεται τουλάχιστον 7 με 21 ημέρες, από τη στιγμή της μόλυνσης. Τα χλαμύδια βέβαια, μπορούν να μεταδοθούν στο βρέφος κατά τη γέννηση του ενώ σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, τα χλαμύδια μπορούν να προκαλέσουν πνευμονία, φλεγμονή στα μάτια ακόμα και τύφλωση.
Ομάδες υψηλού κινδύνου: νέοι κάτω των 25 ετών.
Δυστυχώς η αιτιολογία εμφάνισης παραμένει άγνωστη αλλά τα επιστημονικά ευρήματα κάνουν λόγο για μια διαταραχή του ανοσοποιητικού συστήματος, το οποίο ενδεχομένως αντιδρά ανώμαλα στην προσπάθειά του να εξουδετερώσει κάποιον εξωτερικό παράγοντα, ο οποίος πιθανολογείται ότι είναι ένας ή περισσότεροι ιοί. Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι μία αυτοάνοση διαταραχή, με τελικό αποτέλεσμα τη δημιουργία αντισωμάτων ενάντια στην βασική πρωτεΐνη της μυελίνης του ΚΝΣ. Αν και τα αυτοαντισώματα δεν καταστρέφουν το σύνολο της μυελίνης του ΚΝΣ, το αποτέλεσμα προκαλεί διακοπή της επικοινωνίας των διαφόρων τμημάτων του ΚΝΣ και την δυσχερή λειτουργία του με τελική έκβαση την παράλυση.
Ομάδες υψηλού κινδύνου: άτομα που οι γονείς τους έπασχαν από Σκλήρυνση κατά πλάκας, έχουν 20 με 50 φορές περισσότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν την ασθένεια. Χαρακτηριστικό στοιχείo επίσης είναι ότι σύμφωνα με τελευταίες έρευνες η ασθένεια αυτή είναι πιο κοινή σε χώρες, που έχουν κρύο κλίμα και ειδικά στη Βόρεια Ευρώπη.
ΠΗΓΗ