Ει κατά μόνας υπάρχεις εν τω κελλίω σου και ουκ εκτήσω ακμήν δύναμιν αληθινής θεωρίας, μελέτησον αεί εν τη μελέτη των τροπαρίων και των καθισμάτων και εν τη μνήμη του θανάτου και εν τη ελπίδι των μελλόντων. Ταύτα γαρ συνάγουσι τον νουν και ουκ αφιάσιν αυτόν ρέμβεσθαι, έως αν έλθη η αληθινή θεωρία, ότι η δύναμις του πνεύματος δυνατωτέρα εστί των παθών. Μελέτησον δε και εις την ελπίδα των μελλόντων μετά της μνήμης του Θεού και κατανόησον καλώς τον νουν των τροπαρίων και παραφυλάττου εκ των πραγμάτων των έξωθεν των κινούντων σε εις επιθυμίας.
Και τα μικρά τα γινόμενα υπό σου εν τω κελλίω σου φύλαξον και αυτά μετά τούτων και ερεύνησον αεί τους λογισμούς σου και εύξαι, ίνα κτήση εν πάση αναστροφή σου οφθαλμούς. Εντεύθεν άρχεται βρύειν σοι η χαρά και τότε ευρίσκεις τάς θλίψεις γλυκυτέρας του μέλιτος.
Ουδείς δύναται τα πάθη νικήσαι, ει μη δι' αρετών αισθητών θεωρουμένων. Τον δε μετεωρισμόν του νοός ουδείς δυναται νικήσαι, εί μη εν τη αδολεσχία της γνώσεως της πνευματικής. Ο νους ημών κούφος εστί και, εάν μη δεσμευθή εν τινι διαλογισμώ , ου παύσεται εκ του μετεωρισμού. Και χωρίς τελειώσεως των προειρημένων αρετών ου δυνατόν κτήσασθαι την φυλακήν ταυτην.
Εαν γαρ μη νικήση τις τους εχθρούς, ου δύναται εν ειρήνη είναι, και εάν η ειρήνη ου βασιλεύη, πώς δυναται ευρείν τα εντός της ειρήνης αποκείμενα; Τα πάθη γαρ διάφραγμα εισί των κρυπτών αρετών της ψυχής και, ει μη ταύτα πρώτον δια των φανερών καταπέσωσιν, ουχ ορώνται τα έσωθεν τούτων. Ουδέ γαρ δύναται τις, έξω του τείχους ων, μετά του ένδον συναναστρέφεσθαι. Και ουδείς θεωρεί τον ήλιον εν τω γνόφω ουδέ την αρετήν της φυσεως της ψυχής μετά της διαμενούσης έτι ταραχής των παθών.
Εύξαι τω Θεώ δούναι σοι αισθηθήναι της εφέσεως του Πνεύματος και της επιποθήσεως αυτού. Όταν γαρ έλθη σοι αύτη η αίσθησις και η επιπόθησις του Πνεύματος, τότε μέλλεις αποστήναι του κόσμου^ και ο κόσμος αφίσταται από σου. Τούτου δε, χωρίς ησυχίας και ασκήσεως και ομιλίας της αφωρισμένης αναγνώσεως εις ταύτα, αδύνατον τίνα αισθανθήναι και, χωρίς τούτων, μη ζήτει εκείνα. Εάν γαρ ζήτησης, στρέφονται μετά μικρόν και γίνονται σωματικά. Ο νοών νοείτω.
Εν ιδρώτι ευδόκησεν ο σοφός Κυριος φαγείν τον άρτον τούτον. Ουχί από κακίας δε τουτο εποίησεν, αλλ' ίνα μη γένηται ημίν απεψία και αποθάνωμεν. Εκάστη γαρ αρετή μήτηρ εστί της δευτέρας. Εάν ουν αφής την μητέρα την γεννώσαν τάς αρετάς και απέλθης ζητήσαι τάς θυγατέρας, προ του κτήσασθαι την μητέρα αυτών, έχιδναι ευρίσκονται αι αρεταί εκείναι τη ψυχή. Εάν μη ρίψης αυτάς από σαυτού, ταχέως μέλλεις αποθανείν.
Και τα μικρά τα γινόμενα υπό σου εν τω κελλίω σου φύλαξον και αυτά μετά τούτων και ερεύνησον αεί τους λογισμούς σου και εύξαι, ίνα κτήση εν πάση αναστροφή σου οφθαλμούς. Εντεύθεν άρχεται βρύειν σοι η χαρά και τότε ευρίσκεις τάς θλίψεις γλυκυτέρας του μέλιτος.
Ουδείς δύναται τα πάθη νικήσαι, ει μη δι' αρετών αισθητών θεωρουμένων. Τον δε μετεωρισμόν του νοός ουδείς δυναται νικήσαι, εί μη εν τη αδολεσχία της γνώσεως της πνευματικής. Ο νους ημών κούφος εστί και, εάν μη δεσμευθή εν τινι διαλογισμώ , ου παύσεται εκ του μετεωρισμού. Και χωρίς τελειώσεως των προειρημένων αρετών ου δυνατόν κτήσασθαι την φυλακήν ταυτην.
Εαν γαρ μη νικήση τις τους εχθρούς, ου δύναται εν ειρήνη είναι, και εάν η ειρήνη ου βασιλεύη, πώς δυναται ευρείν τα εντός της ειρήνης αποκείμενα; Τα πάθη γαρ διάφραγμα εισί των κρυπτών αρετών της ψυχής και, ει μη ταύτα πρώτον δια των φανερών καταπέσωσιν, ουχ ορώνται τα έσωθεν τούτων. Ουδέ γαρ δύναται τις, έξω του τείχους ων, μετά του ένδον συναναστρέφεσθαι. Και ουδείς θεωρεί τον ήλιον εν τω γνόφω ουδέ την αρετήν της φυσεως της ψυχής μετά της διαμενούσης έτι ταραχής των παθών.
Εύξαι τω Θεώ δούναι σοι αισθηθήναι της εφέσεως του Πνεύματος και της επιποθήσεως αυτού. Όταν γαρ έλθη σοι αύτη η αίσθησις και η επιπόθησις του Πνεύματος, τότε μέλλεις αποστήναι του κόσμου^ και ο κόσμος αφίσταται από σου. Τούτου δε, χωρίς ησυχίας και ασκήσεως και ομιλίας της αφωρισμένης αναγνώσεως εις ταύτα, αδύνατον τίνα αισθανθήναι και, χωρίς τούτων, μη ζήτει εκείνα. Εάν γαρ ζήτησης, στρέφονται μετά μικρόν και γίνονται σωματικά. Ο νοών νοείτω.
Εν ιδρώτι ευδόκησεν ο σοφός Κυριος φαγείν τον άρτον τούτον. Ουχί από κακίας δε τουτο εποίησεν, αλλ' ίνα μη γένηται ημίν απεψία και αποθάνωμεν. Εκάστη γαρ αρετή μήτηρ εστί της δευτέρας. Εάν ουν αφής την μητέρα την γεννώσαν τάς αρετάς και απέλθης ζητήσαι τάς θυγατέρας, προ του κτήσασθαι την μητέρα αυτών, έχιδναι ευρίσκονται αι αρεταί εκείναι τη ψυχή. Εάν μη ρίψης αυτάς από σαυτού, ταχέως μέλλεις αποθανείν.