Έχει μαλλιάσει η γλώσσα μου να λέω σε όσους με ρωτάνε ότι είμαι ευτυχισμένη στη Γερμανία. Ότι όχι, δε μου λείπει η Ελλάδα. Ούτε ο ήλιος, ε, η παραλία κάπου και πού, ίσως λίγο συχνότερα ένα καλό πιτόγυρο. Αλλά σε γενικές γραμμές δε μου λείπει ρε παιδί μου. Γι' αυτό θέλω πού και πού να σας μιλάω για τα πράγματα που με έχουν εντυπωσιάσει, εκπλήξει, ενθουσιάσει εδώ.
Πράγματα που αν τα άκουγες στην Ελλάδα να συμβαίνουν, θα γούρλωνες τα μάτια και θα έλεγες "Άντε ρε! Σοβαρά;".
Θα αφήνατε ποτέ το καρότσι του μωρού έξω από το σπίτι αφύλακτο; Εμείς αυτό κάνουμε. Συγκεκριμένα, το καρότσι μπήκε στο κτίριο όπου μένουμε μόνο όταν περιμέναμε καταιγίδα. Δε λέω, ζούμε σε χωριό, ξέρουμε τους γείτονες, αλλά και στη Χαϊδελβέργη όταν ήμασταν (που είναι πόλη 150 χιλιάδων κατοίκων περίπου) δε θα δίσταζα να αφήσω το καρότσι έξω. Στη Χαϊδελβέργη συγκεκριμένα πολλές φορές έχω σκεφτεί να αφήσω την τσάντα μου στο τραπέζι της καφετέριας όταν πηγαίνω στην τουαλέτα, για να κρατήσω τη θέση. Ο μόνος λόγος που δεν το έχω κάνει είναι οι ελληνικές μου συνήθειες και οι φοβίες που απορρέουν από τη ζωή στην Αθήνα: πρόσεξε μη σου κλέψουν τίποτα! Τα μάτια σου δεκατέσσερα!
Όλη αυτή η ασφάλεια και η τάξη αρχικά φαίνονται πολύ παράξενες στον νέο μετανάστη. Στην πόλη, στις στάσεις των λεωφορείων, υπάρχουν κουτιά στα οποία κάθε πρωί μπαίνουν οι κουτσομπολίστικες εφημερίδες. Ο περαστικός αφήνει το αντίτιμο σε ένα "παγκάρι" και παίρνει την εφημερίδα του. Στην επαρχία, εδώ γύρω που μένουμε εμείς, υπάρχουν χωράφια στα οποία κάθε άνοιξη σπέρνουν χρωματιστά λουλούδια. Με μεγάλες επιγραφές ανακοινώνεται – για να φαίνεται από το δρόμο: λουλούδια για κόψιμο! Μπείτε και μαζέψετε. Τόσα σεντς το κομμάτι. Το "μπείτε" είναι εικονικό: είσοδος δεν υπάρχει, γιατί δεν υπάρχει περίφραξη. Και μπαίνεις, και κόβεις, και στο τέλος μετράς τα λουλούδια και αφήνεις το αντίτιμο στον αντίστοιχο κουμπαρά.
Δεν ξέρω αν έχω παρεξηγήσει, αλλά στην Ελλάδα της ευκαιρίας και της αρπαχτής δεν μπορώ να φανταστώ ένα λιβάδι με όμορφα λουλούδια το οποίο δεν θα έχει βανδαλιστεί, ή που δεν θα έχει κάποιος μπει, κόψει τα λουλούδια χωρίς να πληρώσει, και μετά πουλήσει στα φανάρια. Διορθώστε με αν κάνω λάθος. Και την ίδια στιγμή, οι Γερμανοί είναι τόσο απελπιστικά αφελείς που ώρες ώρες τους λυπάσαι. Τα τελευταία χρόνια με την κρίση με ρωτούν καμιά φορά "Τι σημαίνει διαφθορά; Δηλαδή πας στη δημόσια υπηρεσία και για να γίνει η δουλειά σου δίνεις 10 ευρώ μαύρα;".
Ταλαίπωρε Γερμανέ! Για 10 ευρώ θα κάναμε τέτοια φασαρία; Εμείς είμαστε λαρτζ! Παίζουμε σε άλλη κατηγορία! Ο δικός σου υπουργός πάει φυλακή για φοροδιαφυγή 5000 ευρώ, ο δικός μας μερικά εκατομμύρια ευρώ και αν – αν – θα πάει φυλακή, και αυτό μετά από χρόνια και χρόνια δημόσιας κατακραυγής. Και στους πενήντα πιάνουμε τον έναν, που είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος, και ας γνωρίζουμε με όνομα, διεύθυνση και μέγεθος καπέλου τους άλλους 49.
Στη Γερμανία, ως Ελληνίδα, γελάω πολύ. Γελάω με αυτά που μου παρουσιάζουν ως προβλήματα. Γελάω με τα "προβλήματα" που με πολύ σοβαρό ύφος μου εξιστορούν.
Και φυσικά παρεξηγούμαι! Παρεξηγούμαι όταν λέω ότι όλα αυτά είναι προβλήματα πολυτελείας, ότι το να μην έχεις χρήματα να αγοράσεις το σπίτι των ονείρων σου – έχοντας όμως στέγη, τροφή, φως, νερό, υπεργρήγορο internet και πλήρεις παροχές κοινωνικές και υγείας από το κράτος είναι η μεγαλύτερη πολυτέλεια που οι περισσότεροι άνθρωποι στον πλανήτη μπορούν (ή δεν μπορούν) να φανταστούν.
Οι Γερμανοί δεν τα συνειδητοποιούν αυτά, και τους αρέσει πολύ να γκρινιάζουν. Γιατί είμαστε νούμερο 6 στον κόσμο σε ποιότητα ζωής και όχι νούμερο 3; Ή νούμερο 1; Να κοίτα, στη Σουηδία το σύστημα υγείας είναι καλύτερο!
Αλλά ως αλλοδαπός μπορείς να κάνεις ένα σημαντικό προσωπικό βήμα σε αυτήν τη χώρα: μπορείς να είσαι ευγνώμων. Να μην περνάς τις μέρες σου μιζεριάζοντας και σκεπτόμενος πώς η κατάσταση θα ήταν καλύτερη. Αλλά να βλέπεις όλους εκείνους γύρω σου που έχουν πολύ περισσότερα από εσένα και εξακολουθούν να παραπονιούνται, και να συνειδητοποιείς ότι η ευτυχία είναι θέμα οπτικής γωνίας, και ότι εκείνοι δεν θα είναι ποτέ ικανοποιημένοι ό,τι και να έχουν.
Σας χαιρετώ με αυτό το αισιόδοξο μήνυμα. Καλή συνέχεια!
Ιωάννα Αρκά