Αληθώς σας λέγω, η εταίρα είναι πολυτιμότερη για τον Θεό μας από όσο το χρήμα του Μαμωνά για τον εκμεταλευτή, είναι η πολυαγαπημένη θυγατέρα του, εκείνη που απ’ όλες τις γυναίκες υπακούει πιο πρόθυμα στο θέλημά του.
Η εταίρα εμπορεύεται κάτι που δεν μπορεί ούτε να ζυγιστεί ούτε να μετρηθεί, ένα άυλο πράγμα που δεν υπόκειται στους ιερούς νόμους της ανταλλαγής: πουλάει έρωτα, όπως ο έμπορος χρεώνει το σίδερο με το κιλό και το μπαμπάκι με το λίτρο, όπως ο ποιητής πλασάρει το ιδεώδες.
Πουλώντας όμως έρωτα, η εταίρα πουλάει τον εαυτό της, προσδίδει στο γυναικείο φύλο μιαν αξία, κι έτσι το φύλο της συμμετέχει στις ιδιότητες του Θεού μας, γίνεται μέρος του Θεού, είναι Κεφάλαιο. Η εταίρα ενσαρκώνει τον Θεό – Κεφάλαιο.
Είστε πιο αφελείς κι από τα βόδια που βόσκουν στα λιβάδια, ω ποιητές, ω δραματουργοί, ω μυθιστοριογράφοι, όλοι εσείς που αναθεματίζετε την εταίρα επειδή παραχωρεί τη χρήση του κορμιού της μόνο επί χρήμασι, όλοι εσείς που τη λασπολογείτε γιατί κοστολογεί ακριβά τα χάδια της.
Θέλετε λοιπόν να βεβηλώσει το θεϊκό στοιχείο που είναι το κορμί της, να το καταστήσει ευτελέστερο κι απ’ τις πέτρες του λιθόστρωτου;
Κι όσο για σας ηθικολόγοι της δεκάρας, που είστε στην πραγματικότητα η κοπριά κάθε βίτσιου, της προσάπτετε ότι προτιμά τον καθαρό χρυσό από την φλογερή καρδιά του έρωτα. Αργόστροφοι φιλόσοφοι, θεωρείτε λοιπόν πως η εταίρα είναι ένα αρπακτικό που μπουκώνεται με ασπαίρουσα σάρκα;
Όλοι εσείς που σας τυφλώνει η φιλαργυρία, πιστεύετε λοιπόν ότι η εταίρα είναι λιγότερο ποθητή επειδή την αγοράζετε;
Μήπως δεν αγοράζετε το ψωμί που συντηρεί το σώμα, το κρασί που ευφραίνει την καρδιά; Δεν αγοράζετε τη συνείδηση της εξουσίας, τις προσευχές των παπάδων, το θάρρος του στρατιώτη, τις γνώσεις του μηχανικού, την εντιμότητα του ταμία;
Η εταίρα κλέβει με δεξιοτεχνία όσους την αγοράζουν, τους κάνει να πληρώνουν χρυσή την ηδονή που τους προσφέρει.
Και καθώς πουλάει έρωτα, ένα εμπόρευμα χωρίς υλική υπόσταση, ο Θεός – Κεφάλαιο, για τον οποίο η κλοπή και η νοθεία είναι πρώτες θεολογικές αρετές, ευλογεί την τέχνη της εταίρας.
Η πιστή σύζυγος και φρόνιμη νοικοκυρά, την οποία οι άντρες της καλής κοινωνίας τιμούν στα λόγια – ενώ στην πράξη κοιτούν πώς και πώς να ξεφύγουν από την συζυγική παστάδα-, απομονώνει τον άντρα από τον πλησίον του, γεννά και καλλιεργεί μέσα στην ψυχή του τη ζήλια, αυτό το αντικοινωνικό πάθος που δηλητηριάζει το αίμα με χολή, και τον φυλακίζει μέσα στο ίδιο του το σπίτι, τον εντοιχίζει στον οικογενειακό εγωισμό.
Η εταίρα, αντίθετα, απελευθερώνει τον άντρα από το ζυγό της οικογένειας και των παθών.
Το χρήμα απομακρύνει τους ανθρώπους, η εταίρα τους φέρνει κοντά, τους ενώνει.
Στο μπουντουάρ της, ακόμα κι εκείνοι που έχουν αντίπαλα συμφέροντα αδελφώνονται, τους ενώνει μια μυστική σύμβαση, απροσδιόριστη αλλά βαθιά, αμετάκλητη, έφαγαν και ήπιαν από την ίδια εταίρα, έχουν κοινωνήσει πάνω στον ίδιο βωμό.
Τον έρωτα, το άγριο και κτηνώδες αυτό πάθος που θολώνει το νου και σπρώχνει τον άνθρωπο στη λήθη κάνοντάς τον να θυσιάζει τα συμφέροντά του, η εταίρα τον αντικαθιστά με τον εύκολο και βολικό αργυρώνητο ερωτισμό, που είναι σαν αφρώδης οίνος αλλά δεν μεθά.
Η εταίρα είναι το δώρο του Θεού – Κεφαλαίου, μυεί τους εκλεκτούς του στις σοφές επιτηδεύσεις της χλιδής και της ακολασίας τους παρηγορεί για τη νόμιμη παστάδα τους, την τόσο πληκτική όσο οι ατέλειωτες φθινοπωρινές βροχές.
Κι όταν επέρχονται τα γηρατειά, όταν εκείνοι πια ρυτιδιάσουν, ζαρώσουν, όταν τα μάτια τους χάσουν τη λάμψη τους, τα μέλη κι η αναπνοή τους γίνουν βαριά και οι γυναίκες αρχίσουν να τους αποστρέφονται, η εταίρα απαλύνει τα βάσανα της ηλικίας, στο ψυχρό κορμί της που δεν νιώθει καμιά αποστροφή, βρίσκουν ακόμα την εφήμερη ηδονή που μπορούν ν’ αγοράσουν με το χρυσάφι τους.
Πιο δραστική κι από τη ζύμωση που παράγει το νέο κρασί, η εταίρα κάνει τα πλούτη να κυκλοφορούν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, ρίχνει στον τρελό χορό των εκατομμυρίων τις τρανότερες περιουσίες, στα νωχελικά της χέρια, τα ορυχεία, τα εργοστάσια, οι τράπεζες, τα κρατικά ομόλογα, οι αμπελώνες κι οι σιτοβολώνες ρευστοποιούνται και διαδέχονται στα μύρια κανάλια του εμπορίου και της βιομηχανίας.
Πιο πολυάριθμοι κι από τα έντομα που εφορμούν στα κουφάρια, πλήθος υπηρετριών, εμπόρων, τοκογλύφων την πολιορκούν, οι απύθμενες τσέπες τους χάσκουν για να δεχθούν τη χρυσή βροχή που πέφτει κάθε φορά που σηκώνει το φόρεμά της.
Πρότυπο αυταπάρνησης, καταστρέφει τους εραστές της για να πλουτίζει τις υπηρέτριες και τους προμηθευτές που την κλέβουν.
Οι καλλιτέχνες κι οι εργοστασιάρχες θα αποχαυνώνονταν μέσα σε μια παχυλή μετριότητα, αν η εταίρα δεν τους υποχρέωνε να βάζουν κάτω το μυαλό τους για ν’ ανακαλύπτουν νέες απολαύσεις και πρωτόγνωρες ματαιότητες, διότι, μόνιμα διψασμένη για το ιδεώδες, ό,τι κι αν κατέχει της προκαλεί ανία, όποια χαρά κι αν γεύεται της προκαλεί κορεσμό.
Η αυτοματοποίηση της παραγωγής θα καταδίκαζε τις εργάτριες και τους εργάτες στην αργία, αυτή τη μητέρα της πάσης κακίας, αναβιβάζοντας όμως την σπατάλη σε επίπεδο κοινωνικού λειτουργήματος, η εταίρα αναβαθμίζει τη χλιδή και τις απαιτήσεις της στο βαθμό που προοδεύει η βιομηχανοποιημένη παραγωγή, έτσι ώστε να υπάρχει πάντα για τους κολασμένους του προλεταριάτου εργασία, που είναι η μητέρα όλων των αρετών.
Την εταίρα που καταβροχθίζει περιουσίες, που ισοπεδώνει τα πάντα στο πέρασμά της όμοια με τον στρατό που προελαύνει, οι ισχυροί της παραγωγής και του εμπορίου τη λατρεύουν, είναι ο φύλακας άγγελος που διατηρεί τη ζωντάνια και το σφρίγος της οικονομίας.
Την εταίρα, την οποία ο Θεός προορίζει για να τη χαίρονται οι πλούσιοι και ισχυροί, μολονότι είναι καταδικασμένη να σηκώνει το πέπλο της κοινωνικής υποκρισίας, να μοχλεύει τα αηδιαστικά βάθη της ανθρώπινης αισχρότητας, ζει μέσα στη χλιδή και τη διασκέδαση, αξιοσέβαστοι ευγενείς κι ευυπόληπτοι αστοί διαγκωνίζονται ποιος θα έχει την τιμή να μεταμορφώσει την Κυρία – Όλου – του Κόσμου σε Κυρία Κάποιου, συμβαίνει μάλιστα να κλείνει τον κύκλο των τρελών οργίων της με έναν κοινωνικά αποδεκτό γάμο.
Στην άνοιξη της ζωής της, οι καπιταλιστές καταθέτουν στα πόδια της την καρδιά τους, την οποία εκείνη δεν καταδέχεται, και τους θησαυρούς τους, τους οποίους σπαταλά.
Οι καλλιτέχνες κι οι συγγραφείς συνωστίζονται γύρω της, αποδίδοντάς της δουλικές και ιδιοτελείς τιμές.
Οι καλλιτέχνες κι οι συγγραφείς συνωστίζονται γύρω της, αποδίδοντάς της δουλικές και ιδιοτελείς τιμές.
Στο φθινόπωρο της ζωής της, έχοντας πια κουραστεί και παχύνει, κλείνει το μαγαζί και ανοίγει σπίτι.
Οι καθωσπρέπει άντρες και οι σεμνές γυναίκες την περιβάλλουν με τη φιλία και τις περιποιήσεις τους, τιμώντας την περιουσία που συσσώρευσε με τις σεξουαλικές της υπηρεσίες.
Οι καθωσπρέπει άντρες και οι σεμνές γυναίκες την περιβάλλουν με τη φιλία και τις περιποιήσεις τους, τιμώντας την περιουσία που συσσώρευσε με τις σεξουαλικές της υπηρεσίες.
Στην καπιταλιστική κοινωνία δεν υπάρχει πιο τίμια εργασία από αυτή της πόρνης.
Κάντε απλώς τη σύγκριση ανάμεσα στη δουλειά μιας εργάτριας και τη ζωή μιας εταίρας. Στο τέλος μιας ξεθεωτικής και μονότονης εβδομάδας, η καταφρονεμένη, ρουφηγμένη και αποκαμωμένη εργάτρια δεν έχει βγάλει παρά ένα γλίσχρο μεροκάματο που της επιτρέπει ίσα ίσα να μην πεθάνει της πείνας.
Η εταίρα, ζωηρή σα νεαρή θεά, σηκώνεται από το κρεβάτι ή τον καναπέ της και, τινάζοντας τη μυρωμένη κόμη της, μετρά με αφηρημένο ύφος χρυσά λουδοβίκεια και χαρτονομίσματα.
Η δική της δουλειά δεν αφήνει στο κορμί ίχνος κόπωσης ή βρωμιάς΄ ξεπλένει το στόμα της, καθαρίζει τα χείλη της και λέει χαμογελώντας: ο επόμενος!
Γκρινιάρηδες φιλόσοφοι, που αναμασάτε συνεχώς σαν μηρυκαστικά τις άχρηστες εντολές της παλιάς ηθικής, για πείτε μας λοιπόν ποια εργασία είναι πιο αρεστή στον Θεό – Κεφάλαιο, της εργάτριας ή της εταίρας;
Το κεφάλαιο δείχνει πόσο εκτιμά ένα εμπόρευμα μέσω της τιμής στην οποία επιτρέπει να πουλιέται.
Σας προκαλώ λοιπόν, κατσούφηδες ηθικολόγοι, βρείτε ανάμεσα στις αναρίθμητες ανθρώπινες ασχολίες μια χειρωνακτική ή διανοητική δουλειά που να αμείβεται τόσο αδρά όσο ο πληρωμένος έρωτας!
Σας προκαλώ λοιπόν, κατσούφηδες ηθικολόγοι, βρείτε ανάμεσα στις αναρίθμητες ανθρώπινες ασχολίες μια χειρωνακτική ή διανοητική δουλειά που να αμείβεται τόσο αδρά όσο ο πληρωμένος έρωτας!
Η επιστήμη του σοφού, η γενναιότητα του στρατιώτη, η ιδιοφυΐα του συγγραφέα, η επιδεξιότητα του εργάτη, πληρώθηκαν ποτέ τόσο ακριβά όσο τα φιλιά της Κόρας Περλ;
Το επάγγελμα της πόρνης είναι ιερό, και ο Θεός – Κεφάλαιο το βάζει πάνω απ’ όλα τ’ άλλα.
Πολυαγαπημένες μου αδερφές, ακούστε με, ακούστε με, ο ίδιος ο Θεός μιλά δια του στόματός μου:
Αν έχετε εγκαταλειφθεί από το Θεό σε βαθμό που να μην αποστρέφεστε την εξουθενωτική δουλειά της εργάτριας που παραμορφώνει το κορμί και σκοτώνει το νου, μην εκπορνευτείτε.
Αν η φιλοδοξία σας είναι να γίνετε νοικοκυρές – φυτά, καλόγριες της οικογένειας, καταδικασμένες σε μια ζωή αιματηρών οικονομιών, μην εκπορνευτείτε.
Αν επιθυμείτε μια μοναχική ζωή στη συζυγική εστία, παραμελημένη από το σύζυγο που θα τρώει την προίκα σας με την εταίρα, μην εκπορνευτείτε.
Αν όμως, νοιάζεστε για την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, το όνομά σας και την ευτυχία σας επί της γης, εκπορνευτείτε.
Αν είστε πολύ περήφανες για να δεχθείτε χωρίς να επαναστατήσετε την εξευτελιστική δουλειά της εργάτριας, εκπορνευτείτε.
Αν θέλετε να είστε η βασίλισσα των εορτών και των απολαύσεων του πολιτισμού, εκπορνευτείτε.
Σας το εύχομαι με όλη μου την καρδιά.
Αμήν!
Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
PAUL LAFARGUE
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ
( Ο Πωλ Λαφάργκ (1842 – 1911) γεννήθηκε στην Κούβα, ανήκε σε μεσοαστική οικογένεια Γάλλων μιγάδων, που επέστρεψαν στη Γαλλία το 1851. Ασπάζεται αρχικά της αναρχικές απόψεις του Προυντόν, αλλά θα προσχωρήσει στις ριζοσπαστικότερες ιδέες του Καρλ Μάρξ, τον οποίο γνωρίζει τον Φεβρουάριο του 1865 στο Λονδίνο. Θα γίνει γραμματέας του και, το 1868 θα παντρευτεί την δεύτερη κόρη του, Λώρα.
Το 1880 δημοσιεύει το πολύκροτο έργο του Το δικαίωμα στην Τεμπελιά σε συνέχειες.
Στις 26 Νοεμβρίου 1911 το ζεύγος Λαφάργκ αυτοκτονεί με ένεση υδροκυανίου, όντας ακόμα “υγιείς στο σώμα και στο πνεύμα”.)