«Η πολλαπλότητα της γνώσης δεν καλλιεργεί την εξυπνάδα», αν και «οι εραστές της σοφίας πρέπει να ξέρουν πολλά πράγματα». Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος έκανε τη διαφοροποίηση ανάμεσα στην πολυμάθεια και τη σοφία, διάκριση που σήμερα, δυόμισι χιλιάδες χρόνια μετά, έχει ακόμα μεγαλύτερη ισχύ και αξία.
Σε μια κοινωνία γνώσης και εξειδίκευσης όπως η σημερινή, στην οποία τα διπλώματα, τα μεταπτυχιακά, τα διδακτορικά, οι ξένες γλώσσες και οι γνώσεις στην πληροφορική γνωρίζουν έναν πρωτόγνωρο πληθωρισμό, αλλά και αποτελούν τον στοιχειώδη εξοπλισμό στον στίβο της επαγγελματικής καταξίωσης, φαίνεται ότι ξεχνάμε πως η σοφία δεν έχει σχέση με τα τυπικά προσόντα της εκπαίδευσης (αν και αυτά είναι απαραίτητα).
Και βέβαια η σοφία δεν έχει σχέση με την «ευφυΐα», δηλαδή την ικανότητα να χειριζόμαστε γρήγορα τη σκέψη μας ή να κάνουμε ταχύτατα πολύπλοκους υπολογισμούς. Εξαρτάται όμως από αυτό που ονομάζουμε κριτική σκέψη, η οποία καλλιεργείται αρχικά με το να αναπτύσσουμε στο παιδί την ικανότητα να θέτει σωστά ερωτήσεις.
Να βγάζει συμπεράσματα από τη σχέση του με τον κόσμο, αλλά και να μετασχηματίζει σε προσωπική «ιδιοκτησία» τη διανοητική κουλτούρα της ανθρωπότητας και τις σημαντικότερες κατακτήσεις του πολιτισμού. Τι άλλο; Να σκέφτεται αυτόνομα και να μη βασίζεται στην «απομνημόνευση», η οποία ακρωτηριάζει τον εγκέφαλο και δημιουργεί «ηλίθιους» με ατροφική κριτική ικανότητα, ανίκανους να συνδέσουν τις γενικές, από μνήμης μαθημένες, γνώσεις με την πραγματικότητα.
Αυτόνομη σκέψη σημαίνει διαρκή εκπαίδευση για αντίσταση στις αυθεντίες και στις «απόλυτες αλήθειες». Οπως έλεγε ο μεγάλος Σοβιετικός φιλόσοφος Εβαλντ Ιλένκοφ, «Μια από μνήμης μαθημένη “απόλυτη” αλήθεια, χωρίς να κατανοηθεί, γίνεται έπειτα για τον εγκέφαλο κάτι σαν τις γραμμές του τρένου ή τις παρωπίδες για το άλογο. Ο εγκέφαλος συνηθίζει να διατρέχει μονάχα τα ήδη πατημένα (από άλλους εγκεφάλους) μονοπάτια».
Το να διδάξουμε τα παιδιά να σκέφτονται «διαλεκτικά», με στόχο την κατάκτηση της σοφίας, σημαίνει να τα μάθουμε να είναι πάντα επιφυλακτικά απέναντι στο «προφανές» και το «ολοφάνερο». Να αναζητούν αυτό που δεν φαίνεται: τις εσωτερικές σχέσεις των πραγμάτων και τις αντιφάσεις μέσα στα ίδια τα πράγματα.
Και φυσικά η σοφία προϋποθέτει την κατάκτηση μιας ειδικά ανθρώπινης ιδιότητας, αυτής που η σύγχρονη ψυχολογία αποκαλεί ενσυναίσθηση, δηλαδή της ικανότητας «να μπαίνουμε στα παπούτσια του άλλου», να βλέπουμε με τα μάτια του, να μπορούμε να «φανταστούμε» τα αποτελέσματα μιας κατάστασης ή μιας πράξης μας επάνω του.
Πέρα από τη βιωμένη ανθρώπινη εμπειρία ότι η συνεργασία διευκολύνει την επιβίωση, η ενσυναίσθηση καλλιεργεί την αλληλεγγύη, τον αλτρουισμό και τη συνεργασία στις ανθρώπινες κοινότητες.
Οι προβληματισμοί για τους κινδύνους από την ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης (A.I.) μπορούν να έχουν κάποιο νόημα μόνο στο φως της ανάγκης για μια αλλαγή κοινωνικού υποδείγματος και ανατροπής της σημερινής εμπορευματικής σχέσης ανάμεσα στη σκέψη και τα προϊόντα της.
Μεγάλες προσδοκίες; Οχι για όποιον πιστεύει στις δημιουργικές ικανότητες των ανθρώπων και τις βλέπει να δολοφονούνται συστηματικά και οργανωμένα από το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα. Ενα σύστημα που εκπαιδεύει λοβοτομημένους ανθρώπους, παπαγάλους με απονεκρωμένη φαντασία, πειθαρχημένους υπηκόους, αχόρταγους καταναλωτές και νάρκισσους φυλακισμένους μέσα στον καθρέφτη τους.