Σταματήστε τη γη να κατέβω μπας και σταματήσει μαζί της κι εκείνο το άτιμο το πραγματάκι με τους δείκτες. Ρολόι το λένε και πολύ με βασανίζει.
Είναι που δε βγαίνει μάνα μου το πρόγραμμα κι εγώ έχω αρχίσει και τα παίζω.
Οργανισμός είναι αυτός, πόσο να αντέξει;
Να αντέξει τα ατελείωτα δρομολόγια από δω κι από εκεί;
Να αντέξει τα ξενύχτια μπροστά σε μια οθόνη ή σε χαρτιά;
Ρετάρει και μαζί με αυτόν κι εγώ. Και κάπου μέσα μου βαθιά νιώθω ότι με καταλαβαίνεις γιατί κι εσύ τα ίδια με μένα κάνεις.
Όχι δεν προλαβαίνω.
Όχι δεν μπορώ να ανταποκριθώ.
Όχι δε θέλω.
Δεν είμαστε ρομποτάκια. Εγώ τουλάχιστον δεν είμαι και δε θέλω να γίνω. Το παλεύω πάντως σα να ήθελα. Αλλά η επίσημη γραμμή του εαυτού μου είναι ότι δε θέλω να γίνω ρομποτάκι.
Κι όμως...
Υποχρεώσεις κι άγιος ο Θεός. Κι εγώ κι εσύ στα όρια.
Συνέχεια στα όρια.
Αντέχεις;
Σαν να πέφτει η θερμοκρασία μου. Υποθερμία το νιώθω. Λες να πτωματοποιούμαι και να μην το ξέρω;
Έτσι το θέλω να γίνει άραγε; Με ανατριχιάζει και η ιδέα.
Πήρα το σχήμα της καρέκλας εγώ που δεν ήθελα να τη βλέπω ούτε ζωγραφιστή.
Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη έλεγε ο παππούς και την έκανε κοπάνα.
Δε νιώθω καν αφέντης του εαυτού μου.
Καλές οι υποχρεώσεις, αλλά κι αυτά τα έρμα τα δικαιώματα χρειάζονται.
Λέω λοιπόν σήμερα να την κάνω κοπάνα από το ρολόι. Δε θα του δώσω καμία σημασία κι ας βαράει με ειδοποιήσεις και υπενθυμίσεις.
Σήμερα θα κάνω κοπάνα από τα ζόρια και θα δώσω το παρών στον εαυτό μου.
Μου έχει λείψει...