Τα όσα θα αναλύσουμε βρίσκονται σε δύο ομιλίες
του αγίου Μάρκου που σώζονται και,
είναι περίληψη όλης της διδασκαλίας του,
και με τα οποία αρνείται την διδασκαλία των Λατίνων
περί υπάρξεως του καθαρτηρίου πυρός.
1. Αναγκαία η δογματική συζήτηση
Αρχίζοντας την δεύτερη ομιλία του, ο άγιος Μάρκος υπογραμμίζει την αναγκαιότητα της αληθινής έρευνας των δογματικών θεμάτων που αμφισβητούνται. Γράφει χαρακτηριστικά: "Πολλής μεν ως αληθώς ερεύνης δείται και συζητήσεως όσα των δογμάτων αμφισβητήσιμα και τους εφ’ εκάτερα λόγους ισχυρούς και γενναίους έχοντα".
Η έρευνα για αμφισβητούμενα δογματικά θέματα πρέπει να γίνεται με αλήθεια, χωρίς πονηρία, χρησιμοποιώντας κάθε φορά τα ισχυρότερα επιχειρήματα. Με μια τέτοια συζήτηση θα υπάρξη μεγάλο κέρδος, γιατί θα αποκαλυφθή η αλήθεια. "Πολύ δε άρα και το εκ της τοιαύτης συζητήσεως περιγινόμενον κέρδος". Φυσικά, ο άγιος ισχυρίζεται ότι το κέρδος θα είναι μεγάλο αν και τα δύο μέρη αποβλέπουν στην εύρεση της αλήθειας και όχι στην έριδα και αν δεν φροντίζουν να νικήσουν με κάθε μέσο, αλλά να ανέχωνται ακόμη και να νικηθούν καλώς. Με όσα λέγονται γίνεται έλεγχος των Λατίνων, οι οποίοι επεδίωκαν ακριβώς τα αντίθετα. Δεν αναζητούσαν την αλήθεια για το καθαρτήριο πυρ, αλλά απλώς, όπως και σε άλλα θέματα, να επιβάλλουν τις απόψεις τους.
Αναφερόμενος στην αποστολική Σύνοδο που συνεκλήθη για να καθορισθή αν έπρεπε να περιτέμνωνται οι εξ Εθνών Χριστιανοί, και μάλιστα στην συζήτηση που έγινε μεταξύ των Αποστόλων, αλλά και την ομόνοια μετά την σύνοδο, λέγει ότι και οι ίδιοι σε αυτές τις συζητήσεις πρέπει να αποβλέπουν στην ειρήνη και την ομόνοια, έστω και αν γίνη πολλή συζήτηση.
Έτσι, λοιπόν, είναι αναγκαία η δογματική συζήτηση, όταν υπάρχουν επιχειρήματα και όταν ενδιαφέρωνται για την ειρήνη και την ομόνοια. Αν όμως επικρατή έρις και προσπάθεια επιβολής κάθε απόψεως, τότε δεν μπορεί να υπάρξη ωφέλεια. Αυτό το μέτρο είναι αναγκαίο για κάθε δογματική συζήτηση. Γιατί, αν δεν ενεργή το Άγιον Πνεύμα, αν δεν επικρατή η ειρήνη κατά την διάρκεια των συζητήσεων, τότε είναι αδύνατον να ευρεθή η αλήθεια.
2. Υπάρχει Παράδεισος και Κόλαση
Η διδασκαλία περί του καθαρτηρίου πυρός των Λατίνων σχετίζεται με την διδασκαλία περί Παραδείσου και Κολάσεως, γι’ αυτό και εξετάζεται και το θέμα αυτό.
Ο άγιος Μάρκος απορρίπτει την ύπαρξη του καθαρτηρίου πυρός, χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα την παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου, που είπε ο Χριστός. Η ψυχή του Λαζάρου βρίσκεται στους κόλπους του Αβραάμ, ενώ η ψυχή του πλουσίου στον άδη. Ο Κύριος στην παραβολή αυτή, όπως λέγει ο άγιος Μάρκος, δια μεν του κόλπου του Αβραάμ φανέρωσε "την ακροτάτην κατάστασιν εν τη ευδαίμονι λήξει των τω Θεώ φίλων", δια δε του άδου παρέστησε "των βασάνων την εσχάτην κατάκρισιν και αιωνίαν δίκην των αμαρτωλών". Και φυσικά με την παραβολή αυτή ο Χριστός "ουκ έτι μεταξύ τούτων έτερον τόπον κατέλιπε πρόσκαιρόν τινα βάσανον έχοντα". Επομένως, υπάρχει Παράδεισος και Άδης και όχι κάποιος άλλος πρόσκαιρος τόπος βασάνου. Άλλωστε, υπάρχει χάσμα μέγα μεταξύ του Παραδείσου και του άδου, κατά την παραβολή αυτή.
Πουθενά μέσα στην Αγία Γραφή δεν φαίνεται ότι αμέσως μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα έχουμε Παράδεισο, Κόλαση και καθαρτήριο πυρ. Η ψυχή του ανθρώπου, όταν απαλλαγή από το σώμα ως ασώματη και άϋλη, "ουκ έστιν εικός υπό σωματικού πυρός κολάζεσθαι", αφού το σώμα της διεφθάρη. Μετά όμως την ανάσταση, αφού η ψυχή εισέλθη πάλι στο άφθαρτο σώμα και αλλοιωθή όλη η κτίση και αφού διαιρεθή το πυρ, δηλαδή θα διαιρεθή το φωτιστικό και το καυστικό του πυρός, τότε ο άνθρωπος θα γευθή της αιωνίου κολάσεως, όπως ακριβώς και οι δαίμονες, γιατί και εκείνοι έχουν κάποια ύλη και περιβάλλονται με μια παχύτητα και έχουν σώματα αέρια και πύρια. Επομένως, μόνον Παράδεισος και Κόλαση υπάρχει και τίποτε ενδιάμεσο αυτών. Η πρόγευσή τους αρχίζει από την έξοδο της ψυχής από το σώμα.
Βεβαίως, στην Αγία Γραφή γίνεται λόγος και για τον άδη πριν την ενανθρώπηση του Χριστού και πριν την κατάργηση του θανάτου, δια της σταυρικής θυσίας του Χριστού. Αλλά και ο Άδης, όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή, δεν μπορεί να ταυτισθή με το καθαρτήριο πυρ των Λατίνων. Ο Άδης είναι τόπος νοητός, γιατί οι ψυχές δεν έχουν σχήμα. Οι ψυχές των δικαίων κρατούνταν στον άδη μέχρι την έλευση του Σωτήρος μόνον για την προγονική αμαρτία, "ουχ ως εν πυρί και κολάσει πάντως, αλλ’ ως εν δεσμωτηρίω και φυλακή". Επομένως, δεν πρόκειται περί καθαρτηρίου πυρός, όπως διδάσκουν οι Λατίνοι.
Η ύπαρξη ενός είδους καθαρτηρίου προσκαίρου πυρός μεταξύ Παραδείσου και Κολάσεως συνδέεται, κατά κάποιο τρόπο, με την διδασκαλία περί αποκαταστάσεως των πάντων, αφού καλλιεργεί την ραθυμία στους ραθύμους. Η αποκατάσταση των πάντων και το τέλος της αιωνίου Κολάσεως, όπως το δίδασκε ο Ωριγένης και πέρασε και σε μερικούς αρχαίους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, αποκηρύχθηκε και αναθεματίσθηκε από την πέμπτη Οικουμενική Σύνοδο, επειδή καθιστά ραθυμοτέρους τους ραθύμους, που ελπίζουν στην λύτρωση εκ των βασάνων. Κατά τον ίδιο τρόπο και η διδασκαλία περί καθαρτηρίου πυρός πρέπει να αποβληθή από την Εκκλησία, επειδή καλλιεργεί την εντύπωση ότι δεν πρέπει να αγωνίζωνται στην παρούσα ζωή, αφού αναμένουν μια άλλη κάθαρση. "Δια τα αυτά τοίνυν και το προκείμενον δόγμα του καθαρσίου πυρός αποβλητέον αν είη της εκκλησίας, ως ραθυμίαν εμποιούν τοις σπουδαίοις και πείθον αυτούς μη πάσι τρόποις αγωνίζεσθαι κατά τον παρόντα βίον εαυτούς εκκαθαίρειν, ως προσδοκωμένης ετέρας καθάρσεως".
Αναλύοντας το θέμα του Παραδείσου και της Κολάσεως, ο άγιος Μάρκος, και εκφράζοντας την διδασκαλία της Εκκλησίας, λέγει ότι ούτε οι δίκαιοι μετά τον θάνατο κατέχουν ολοκληρωτικά την μακαρία εκείνη κατάσταση, ούτε οι αμαρτωλοί οδηγούνται στην αιώνιο κόλαση, όπου θα βασανίζωνται αιωνίως, αλλά και τα δύο αυτά "μετά την εσχάτην εκείνην ημέραν της κρίσεως και την ανάστασιν πάντων αναγκαίως γενήσεσθαι". Τώρα και οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί "είναι μεν εκατέρους εν τοις προσήκουσι τόποις", όμως οι μεν δίκαιοι βρίσκονται με άνεση και ελευθερία μαζί με τους αγγέλους στον ουρανό και προγεύονται της Βασιλείας των Ουρανών, οι δε αμαρτωλοί βρίσκονται κεκλεισμένοι στον άδη, αναμένοντας με στενοχωρία και απαραμύθητη λύπη, σαν κατάδικοι, την απόφαση του Κριτού, βλέποντας όμως την αιώνια βάσανο.
Φαίνεται από την διδασκαλία του αγίου Μάρκου ότι δεν υπάρχει μέση κατάσταση των ψυχών, όπως υποστήριζαν οι Λατίνοι, ότι, δηλαδή, παρεμβάλλεται μεταξύ του Παραδείσου και της Κολάσεως ένας ιδιαίτερος τόπος, όπου υπάρχει το καθαρτήριο πυρ, αλλά υφίσταται μια μέση κατάσταση των ψυχών από την άποψη ότι, μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, οι μεν δίκαιοι αναμένουν την τελεία απόλαυση του Παραδείσου, οι δε αμαρτωλοί αναμένουν την τελική απόφαση του Κριτού και τον τελικό βασανισμό. Όμως η απόλαυση της θέας του Θεού από τους δικαίους, μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, είναι σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι ήταν κατά την παρούσα ζωή. Γράφει χαρακτηριστικά ότι οι δίκαιοι μετά τον θάνατο απολαμβάνουν της μακαρίας θεωρίας του Θεού, "και της εκείθεν εκπεμπομένης αίγλης τελεώτερόν τε και καθαρώτερον ή πρότερον εν τω βίω τυγχάνοντας".
Ο άγιος Μάρκος για να υποστηρίξη αυτήν την άποψη χρησιμοποιεί πολλά χωρία από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες της Εκκλησίας. Κατά την τελική κρίση, που θα γίνη μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, οι δίκαιοι θα ακούσουν τον λόγο: "Δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου
κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν". Αυτό σημαίνει ότι δεν την είχαν ακόμη κληρονομήσει αμέσως μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα. Άλλωστε, εάν την είχαν κληρονομήσει, δεν θα υπήρχε ανάγκη να γίνη η ανάσταση των σωμάτων, η παρουσία του Κριτού και το φοβερό και παγκόσμιο εκείνο δικαστήριο.
Επίσης ο Απόστολος Παύλος γράφει: "Πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν του βήματος του Χριστού, ίνα κομίσηται έκαστος τα δια του σώματος, προς ό έπραξεν, είτε αγαθόν, είτε κακόν" (Β' Κορ. ε', 10). Αυτό σημαίνει ότι πριν το Βήμα εκείνο και πριν εμφανισθούμε ενώπιον του Χριστού, και μάλιστα αφού η ψυχή ζη χωρίς το σώμα, "ουδείς απολαμβάνει προς ό δια του σώματος έπραξεν".
Ερωτηθείς ο Μ. Αθανάσιος αν οι δίκαιοι απολαμβάνουν μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα τα αγαθά και οι αμαρτωλοί την κόλαση, απαντά: "Ουδαμώς, όμως δε αυτή η χαρά, ην έχουσι νυν αι των αγίων ψυχαί, μερική απόλαυσίς εστιν, ώσπερ και η λύπη, ην οι αμαρτωλοί έχουσι, μερική κόλασις".
Και ο άγιος Μάρκος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ούτε οι δίκαιοι απολαμβάνουν τελείως τα αιώνια εκείνα αγαθά, ούτε οι αμαρτωλοί δέχθηκαν την τελεία κατάκριση και έχουν παραπεμφθή στην Κόλαση. Άλλωστε, πριν την ανάσταση των σωμάτων είναι ατελείς "και οίον ημίτομοι και του σώματος ελλιπείς". Μόνον μετά την είσοδο των ψυχών στα άφθαρτα σώματα θα λάβουν τα βραβεία και τους επαίνους των άθλων.
Συνεπώς, μεταξύ του Παραδείσου και της Κολάσεως που προαπολαμβάνουν οι δίκαιοι και οι αμαρτωλοί, αμέσως μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, τον βιολογικό θάνατο, δεν υπάρχει κάποιο άλλο κτιστό καθαρτήριο πυρ. Το δόγμα αυτό των Λατίνων δεν μπορεί να στηριχθή στην εκκλησιαστική παράδοση.
3. Δεν υπάρχει καθαρτήριο πυρ
Τα όσα ελέχθησαν δεν είναι το μόνο επιχείρημα για την μη ύπαρξη του καθαρτηρίου πυρός. Φορεύς της Ορθοδόξου Παραδόσεως ο άγιος Μάρκος, με επιχειρήματα ακλόνητα καταρρίπτει τις θεωρίες των Λατίνων και παρουσιάζει την ορθόδοξη άποψη για το θέμα.
Κατ’ αρχάς υποστηρίζει ότι πουθενά δεν γίνεται λόγος στην Αγία Γραφή και στην πατερική παράδοση για την ύπαρξη καθαρτηρίου πυρός. Όπου γίνεται αναφορά για το θέμα αυτό, εννοείται το άκτιστο και αιώνιο πυρ, που θα δοκιμάσουν οι αμαρτωλοί μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Σε αυτό όμως θα αναφερθούμε πιο κάτω. Εδώ πρέπει να σημειωθή ότι δεν υποστηρίζεται, και μάλιστα δεν είναι δυνατόν να τεκμηριωθή από την Αγία Γραφή η διδασκαλία των Λατίνων για το καθαρτήριο πυρ προ της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού.
Η άποψη ότι είναι δυνατόν οι ψυχές δια καθαρτικών τιμωριών, τις οποίες προξενεί κάποιο πρόσκαιρο πυρ, να απαλλαγούν από την αμαρτία, "ουκέτι ρητώς γεγραμμένον ευρίσκομεν, ούτε εν ταις ευχαίς και τοις άσμασι τοις υπέρ αυτών γινομένοις, ούτε εν τοις των διδασκάλων λόγοις". Βεβαίως, σε μερικά κείμενα, τα οποία χρησιμοποίησαν οι Λατίνοι, γίνεται αναφορά στο θέμα αυτό, αλλά παρερμηνεύονται, εντάσσονται, δηλαδή, σε άλλη ερμηνευτική παράδοση, όπως θα δούμε αναλυτικότερα πιο κάτω.
Μπορεί να συναντήση κανείς σε πατερικά κείμενα ότι οι αμαρτήσαντες και μη μετανοήσαντες "κολάζονται μεν εκ μέρους", αλλά όχι ότι έχουν εκπέσει στην Κόλαση. Στα κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων γίνεται λόγος για λύπη των ευρισκομένων στην μέση κατάσταση, που τους κολάζει και τους τιμωρεί ή για αισχύνη και βάσανο της συνειδήσεως ή για μετάμελον ή συγκλεισμόν και σκότος ή για φόβο και αδηλία του μέλλοντος ή και μόνον αναβολή της θείας θεωρίας, αναλόγως των όσων έπραξαν, αλλά ποτέ δεν γίνεται λόγος για πυρ "σωματικόν ασωμάτους ψυχάς κολάζειν τε και καθαίρειν". Κανείς εκ των Πατέρων της Εκκλησίας, που ερμήνευσαν τα σχετικά κείμενα της Αγίας Γραφής, δεν εξέλαβεν ότι γίνεται αναφορά στο καθάρσιο πυρ, που διδάσκουν οι Λατίνοι.
Ο Κύριος στην επί του Όρους ομιλία Του λέγει ότι εκείνος που θα αποκαλέση τον αδελφό του μωρόν, "ένοχος έσται τη κρίσει". Και επεξηγεί ο άγιος Μάρκος ότι ο Κύριος δεν τον παραπέμπει "εις το καθαρτήριον, αλλ’ εις γέενναν". Θα αποδοθή λόγος για κάθε αργό λόγο "εν τω καιρώ της κρίσεως πάντως, αλλ’ ου καθαρθήσεσθαι δια πυρός διδάσκει".
Στην Αγία Γραφή λέγεται ότι η θέα του Θεού είναι τέλειο έπαθλο αυτών που καθάρισαν την καρδιά, κατά τον λόγο του Χριστού, "μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται" (Ματθ. ε', 8). Φυσικά, υπάρχουν βαθμοί θεωρίας του Θεού, ανάλογα με τους βαθμούς της καθάρσεως. Επομένως, ούτε όλοι οι άνθρωποι έχουν τον ίδιο βαθμό καθάρσεως, ούτε, φυσικά, υπάρχει ανάγκη του καθαρσίου πυρός, αν σε μερικούς η κάθαρση είναι ελλιπής. Σε όλη την Αγία Γραφή φαίνεται ότι "ήττον όψονται τον Θεόν οι ήττον κεκαθαρμένοι". Θα δούν τον Θεό οι άνθρωποι ανάλογα με τον βαθμό της καθάρσεως. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν είναι ανάγκη να υπάρχη άλλη κάθαρση μετά την έξοδο από αυτόν τον βίο.
Έτσι, λοιπόν, ούτε λέγεται στην Αγία Γραφή ρητώς κάτι για την ύπαρξη καθαρτηρίου πυρός προσκαίρου, μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, αλλά ούτε και εναρμονίζεται με όλο το πνεύμα της αυτή η καινοφανής διδασκαλία των Λατίνων. Δεν υπάρχει καθαρτήριο πυρ μεταξύ του θανάτου κάθε ανθρώπου και της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού.
4. Θεολογικοί λόγοι κατά της υπάρξεως καθαρτηρίου πυρός
Οι ομιλίες του αγίου Μάρκου του Ευγενικού για το θέμα του καθαρτηρίου πυρός είναι πλουσιότατες και, φυσικά, είναι δύσκολο να παρουσιασθούν σε αυτήν την συνοπτική ανάλυση της διδασκαλίας του. Αναγκαστικά είμαστε σύντομοι και αποσπασματικοί. Όμως, παρά τις δυσκολίες της παρουσιάσεως της όλης διδασκαλίας του αγίου Μάρκου, αγωνιζόμαστε να μην την αλλοιώσουμε, αλλά να εξετάσουμε τις γενικές απόψεις του για το θέμα που μας ενδιαφέρει εδώ.
Στο τέλος της πρώτης ομιλίας του εκθέτει ως συμπεράσματα τους λόγους για τους οποίους δεν είναι δυνατόν να υπάρχη το καθαρτήριο πυρ, όπως το εννοούν οι Λατίνοι, ως κτιστό, πρόσκαιρο και παρεμβαλλόμενο μεταξύ του θανάτου και της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού. Οι λόγοι είναι οι εξής:
Πρώτον. Αφού ο πόθος για το θείο, αυτή η ίδια η αγάπη καθαίρει τους ανθρώπους και τους καθιστά θεοειδείς, γιατί δεν μπορεί να συμβή το ίδιο και μετά τον θάνατο, να τους καθαρίση τα μικρά αμαρτήματα αυτός ο πόθος, αλλά χρειάζεται κάποιο καθαρτήριο πυρ;
Δεύτερον. Αρμόζει στην αγαθότητα του Θεού να μην παραβλέψη το ολίγον αγαθόν ή να τιμωρήση την μικρά αμαρτία. Αλλά το ολίγον αγαθόν μεταξύ των μεγάλων αμαρτιών δεν επιτυγχάνει καμμία αμοιβή. Ούτε είναι ανάγκη το ολίγον κακόν γι’ αυτούς που έχουν κατορθώσει μεγάλα πράγματα να προσαχθή σε δίκη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν είναι ανάγκη να υπάρχη καθαρτήριο πυρ.
Τρίτον. Το ολίγον αγαθόν στους αμαρτωλούς δεν μπορεί να έχη ανταπόδοση, αλλά διαφορά κολάσεως. Το ίδιο συμβαίνει και με τους αγίους. Το λίγο κακό σε αυτούς δεν δημιουργεί κόλαση, αλλά διαφορά απολαύσεως. Επομένως, εφ’ όσον υπάρχει διαφορά απολαύσεως για τους δικαίους και διαφορά κολάσεως για τους αμαρτωλούς, δεν υφίσταται λόγος για ύπαρξη καθαρτηρίου πυρός.
Τέταρτον. Συνέχεια των προηγουμένων είναι ότι η όραση του Θεού επιτυγχάνεται ομοίως από όλους τους ανθρώπους, αλλά εξαρτάται από την διαφορά και τον βαθμό της καθάρσεως. Επομένως, σε αυτούς που έχουν ελλιπή κάθαρση "ουδ’ άρα χρεία του καθαρτηρίου πυρός".
Πέμπτον. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στον λόγο του στο Πάσχα αποφαίνεται ρητώς και καθαρώς ότι δεν υπάρχει κάθαρση "υπέρ την νύκτα ταύτην", δηλαδή δεν υπάρχει καμμία κάθαρση μετά τον βίο αυτόν, που χαρακτηρίζεται ως νύκτα.
Έκτον. Σε λόγο του ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει ότι είναι προτιμότερο να καθαρισθούμε εδώ και όχι να παραπεμφθούμε στην βάσανο της κολάσεως, γιατί τότε "κολάσεως καιρός, ου καθάρσεως". Οπότε φαίνεται καθαρά ότι δεν υπάρχει κάθαρση μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα, αλλά μόνον η αιώνια κόλαση.
Έβδομον. Ο Χριστός στην παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου μεταξύ του Παραδείσου και της Κολάσεως "ουκ έτι... έτερον τόπον κατέλιπε πρόσκαιρόν τινα βάσανον έχοντα, αλλ’ ή χάσμα μέγα και αδιάβατον διείργον εκατέρους εξ αλλήλων και την άκραν και άμεσον εναντίωσιν παριστών".
Όγδοον. Δεν είναι δυνατόν η ασώματη και άϋλη ψυχή μετά την απαλλαγή εκ του σώματος να κολάζεται από σωματικό πυρ. Αυτό το αιώνιο πυρ θα υπάρξη μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και μετά την ανάληψη του αφθάρτου σώματος.
Ένατον. Ο Άδης, στον οποίο κατέβαιναν οι ψυχές των αγίων της Παλαιάς Διαθήκης, δεν ήταν στον τύπο του πυρός και της κολάσεως, αλλά στον τύπο του δεσμωτηρίου και της φυλακής. Κατά τον ίδιο τρόπο τις ψυχές των μετρίως αμαρτησάντων "ο τοιούτος Άδης καθέξει μετά τον θάνατον". Δηλαδή, οι ολίγα αμαρτήσαντες μέχρι την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού θα ζουν σαν σε δεσμωτήριο και φυλακή, αναμένοντας την τελική δίκη, οπότε θα αρχίση η Κόλαση. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν είναι αναγκαίο να υπάρξη καθαρτήριο πυρ.
Δέκατον. Οι όσιοι Πατέρες που έζησαν την ισάγγελη πολιτεία στην γη και εμυήθησαν με οπτασίες και με ενύπνια και θαύματα στην ζωή της αιωνίου κολάσεως των ασεβών και των αμαρτωλών, όπως ζωγραφίζει και η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου, "περί καθαρτικού προσκαίρου πυρός ουδέν ουδαμού διεσάφησαν".
Ενδέκατον. Πρέπει να αποβληθή το δόγμα περί καθαρτηρίου πυρός, διότι οδηγεί τους ανθρώπους στην ραθυμία και στο να μην αγωνίζωνται στην παρούσα ζωή να καθαρθούν, αναμένοντας κάποια μελλοντική κάθαρση, όπως ακριβώς αποβλήθηκε και το περί αποκαταστάσεως δόγμα, γιατί οδηγεί τον άνθρωπο στα ίδια αποτελέσματα.
Τα ίδια επιχειρήματα αναπτύσσει και στους συλλογισμούς του περί της μη υπάρξεως καθαρτηρίου πυρός, όπου φαίνονται οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορούμε να δεχθούμε την ύπαρξη τέτοιου πυρός, προσκαίρου και κτιστού. Στους συλλογισμούς αυτούς τα επιχειρήματα του αγίου Μάρκου επικεντρώνονται σε τρία σημεία.
Το πρώτον ότι, όπως διδάσκει όλη η Αγία Γραφή και η Παράδοση της Εκκλησίας, υπάρχει διαφορά οράσεως του Θεού, ανάλογα με την κάθαρση του ανθρώπου από την ζωή αυτή. Τελειότερα ορά την δόξα του Θεού ο περισσότερο κεκαθαρμένος. Οπότε υπάρχει μεγαλυτέρα και μικροτέρα θεωρία του Θεού, αναλόγως της καθάρσεως.
Εκείνος που έχει και μερικά αμαρτήματα, "ορά και αυτός τον Θεόν άνευ του καθαρτηρίου επιδεηθήναι πυρός", αρκούσης προς τούτο της φιλανθρωπίας του Θεού, σε ανάλογο, βέβαια, βαθμό. Η διδασκαλία, όμως, του καθαρτηρίου πυρός αναιρεί αυτήν την διαφορά της απολαύσεως της δόξης του Θεού.
Διότι, εφ’ όσον οι άνθρωποι της κατηγορίας αυτής διέρχονται από το πρόσκαιρο καθαρτήριο πυρ, έπεται ότι όλες οι ψυχές των δικαίων "εν τη αυτή θεωρία του Θεού είναι, όπερ εστίν η μακαριότης". Αυτό όμως είναι ψεύδος, γιατί ο Χριστός είπε ότι στην Βασιλεία του Πατρός Του "μοναί πολλαί εισιν" (Iω. ιδ', 2).
Το δεύτερον επιχείρημα είναι ότι δεν είναι δυνατόν να αλλαγή με κανένα καθαρτήριο πυρ η θέληση του ανθρώπου μετά την έξοδο από την ζωή αυτή. "Ή τε της θελήσεως κίνησις, ή τε των πραγμάτων εξ ανάγκης εν τω παρόντι συγκέκλεισται βίω".
Η βούληση μπορεί να μεταβληθή όσο βρίσκεται ο άνθρωπος στη ζωή αυτή, όπου δε ευρεθή μετά τον θάνατο μένει ακίνητη. "Και άθλου ή δίκης δια ταύτα τυγχάνει, και μη δια του καθαρτηρίου οδεύουσα".
Εφ’ όσον, λοιπόν, ζητείται για την μακαριότητα η ευθύτης της θελήσεως και εφ’ όσον το καθαρτήριο δεν μπορεί να μεταβάλη την θέληση από πονηρά σε αγαθή, επειδή αυτό γίνεται όσο ζη ο άνθρωπος στην βιολογική ζωή, γι’ αυτό προς την μακαριότητα "ουδέν συνεισφέρει το καθαρτήριον". Αυτό σημαίνει ακόμη ότι δεν μπορούν οι άνθρωποι να καθαρθούν με κανένα καθαρτήριο.
Το τρίτον επιχείρημα είναι ότι, όπως υπάρχει διαφορά απολαύσεως της Βασιλείας των Ουρανών, έτσι υπάρχει και διαφορά κολάσεως. Και, όπως είπαμε πιο πάνω, το ολίγον αγαθόν των αμαρτωλών δεν είναι δυνατόν να δώση ανταπόδοση, "αλλά μόνον διαφοράν κολάσεως".
Έτσι, και το ολίγον κακόν στους δικαίους "ου ποιήσει κόλασιν, αλλά μόνον διαφοράν απολαύσεως". Γι’ αυτόν τον λόγο δεν είναι δυνατόν να υπάρχη καθαρτήριο πυρ, όπως λέγουν οι Λατίνοι.
5. Ερμηνεία αποστολικού χωρίου
Οι Λατίνοι για την υποστήριξη του καθαρτηρίου πυρός χρησιμοποίησαν διάφορα αγιογραφικά χωρία. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός στις ομιλίες αυτές, που είναι αντιρρητικές και χρησιμοποιήθηκαν στην Σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας, ερμηνεύει ορθόδοξα τα αγιογραφικά αυτά χωρία και αποδεικνύει ότι οι Λατίνοι στην πραγματικότητα τα παρερμήνευσαν για να κατοχυρώσουν την νέα τους δοξασία.
Το κυριότερο χωρίο στο οποίο στράφηκε ο λόγος είναι αυτό που προέρχεται από την Α' προς Κορινθίους επιστολή, στο οποίο γίνεται λόγος για την δοκιμασία του έργου δια του πυρός. Συγκεκριμένα εκεί ο Απόστολος Παύλος γράφει: "έκαστος δε βλεπέτω πως εποικοδομεί, θεμέλιον γαρ άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ος εστιν Ιησούς Χριστός.
Ει δε τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν, άργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, εκάστου το έργον φανερόν γενήσεται, η γαρ ημέρα δηλώσει, ότι εν πυρί αποκαλύπτεται, και εκάστου το έργον οποίόν εστι το πυρ δοκιμάσει. ει τινος το έργον μενεί ό επωκοδόμησε, μισθόν λήψεται, ει τινος το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε ως δια πυρός" (Α' Κορ. γ', 10-15).
Το χωρίο αυτό, όπως λέγει ο άγιος Μάρκος, ενώ φαίνεται ότι εισάγει το καθαρτήριο πυρ, εν τούτοις "μάλιστα δε πάντων αυτό αναιρεί". Οι λόγοι που το αποδεικνύουν είναι οι ακόλουθοι. Πρώτον, ο Απόστολος Παύλος το ονόμασε δοκιμαστικό και όχι καθαρτικό. Δεύτερον, όλα τα έργα, ακόμη και τα αγαθά και τιμιότατα θα περάσουν από αυτό το πυρ, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι δεν χρειάζονται όλα κάθαρση.
Τρίτον, ο Απόστολος λέγει ότι ενώ τα έργα των πονηρών θα κατακαούν, αυτοί οι ίδιοι θα ζημιωθούν, κατά την ερμηνεία όμως των Λατίνων οι καθαιρόμενοι θα κερδίσουν. Τέταρτον, τα όσα λέγονται από τον Απόστολο θα γίνουν κατά την ημέρα της Κρίσεως και του μέλλοντος αιώνος και δεν πρόκειται για κάποιο καθαρτήριο πυρ μεταξύ Παραδείσου και Κολάσεως. Άλλωστε, πουθενά στην Αγία Γραφή δεν λέγεται αυτό. Μάλιστα ο Χριστός είναι κατηγορηματικός όταν λέγη: "απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον" (Ματθ. κε', 46).
Επομένως, πρόκειται ουσιαστικά για την άκτιστη Χάρη του Θεού, η οποία τους μεν δικαίους φωτίζει, τους δε αμαρτωλούς κατακαίει. Σε αυτό συνευδοκούν και τα χωρία της Αγίας Γραφής, τα οποία παραθέτει ο άγιος Μάρκος.
Ο Προφητάναξ Δαυΐδ λέγει: "Πυρ ενώπιον αυτού καυθήσεται, και κύκλω αυτού καταιγίς σφόδρα" (Ψαλμ. μθ', 3). Και ακόμη: "Πυρ εναντίον αυτού προπορεύσεται, και φλογιεί κύκλω τους εχθρούς αυτού" (Ψαλμ. ζ', 3). Και ο Προφήτης Δανιήλ γράφει: "Ποταμός πυρός είλκεν έμπροσθεν αυτού" (Δαν. ζ', 10).
Ιδιαίτερη σπουδαιότητα έχει η φράση του Αποστόλου Παύλου: "ει τινος το έργον κατακαήσεται, ζημιωθήσεται, αυτός δε σωθήσεται, ούτως δε ως δια πυρός". Ο άγιος Μάρκος, ερμηνεύοντας αυτήν την φράση, λέγει ότι το έργο που το πυρ θα κατακαύση και θα αφανίση τελείως είναι η πονηρά διάθεση ή ενέργεια.
Το "ζημιωθήσεται" αναφέρεται στα πονηρά φορτία, τα οποία είχαν οι αμαρτωλοί, το δε "σωθήσεται" στην διατήρησή τους. Γράφει χαρακτηριστικά: "σώσει δε όμως, τουτέστιν εις το διηνεκές καθέξει τε και φυλάξει, μη συναπολλυμένους τη πονηρία".
Αυτό σημαίνει ότι η Χάρη του Θεού θα διατηρήση και τους αμαρτωλούς, θα αποκαταστήση την φύση τους και θα παραμείνουν και αυτοί αιωνίως στην Κόλαση. Επομένως, η σωτηρία αναφέρεται στην διατήρηση.
Αυτή η ερμηνεία του αγίου Μάρκου του Ευγενικού δεν είναι αυθαίρετη, αλλά είναι διδασκαλία των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας. Ο άγιος Μάρκος αναφέρει την ερμηνεία του ιερού Χρυσοστόμου και την διδασκαλία του Μ. Βασιλείου για το πυρ του μέλλοντος αιώνος.
Ο ιερός Χρυσόστομος, ο οποίος είναι το στόμα του Παύλου, όπως και ο Απόστολος Παύλος είναι στόμα Χριστού, ερμηνεύοντας αυτήν την φράση του Αποστόλου Παύλου, γράφει ακριβώς: "σωθήσεται γαρ "φησίν" ο αμαρτωλός ως δια πυρός", τουτέστι διαμενεί κολαζόμενος εν τω πυρί και ου συναπολείται τοις πονηροίς έργοις και διαθέσεσι".
Αυτό δεν είναι άσχετο από την ορθόδοξη διδασκαλία ότι ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, ότι δεν μπορεί ποτέ να οδηγηθή στην ανυπαρξία, στο μη ον και ότι ο Χριστός με την ανάστασή Του έδωσε σε όλους τους ανθρώπους, δικαίους και αδίκους, ως δώρο Του την ανάσταση, η οποία θα γίνη κατά την Δευτέρα Παρουσία Του, ότι θα γίνη αποκατάσταση της φύσεως, όχι όμως της θελήσεως, και ότι ενώ οι δίκαιοι θα απολαύσουν το "αεί εύ είναι", οι αμαρτωλοί θα δεχθούν το "αεί φεύ είναι".
Ο Μ. Βασίλειος, ερμηνεύοντας το ψαλμικό "φωνή Κυρίου διακόπτοντος φλόγα πυρός", λέγει ότι, επειδή το πυρ έχει δύο ιδιότητες, την φωτιστική και καυστική, η φωνή του Κυρίου θα διακόψη το πυρ αυτό "ως αλαμπές μεν είναι το πυρ της κολάσεως, άκαυστον δε το φως της αναπαύσεως διαμείναι".
Παρουσιάζοντας δε το χωρίο αυτό του Μ. Βασιλείου, ο άγιος Μάρκος λέγει ότι τα λαμπρά και φωτεινά έργα των δικαίων λαμπρότερα φαίνονται, οι δε δίκαιοι θα γίνουν κληρονόμοι του φωτός.
Όμως οι αμαρτωλοί θα ζημιωθούν με την αποβολή των έργων τους, ενώ "σώζονται σωτηρίαν απωλείας χείρονα, διηνεκώς εν τω πυρί μένοντες (τούτο γαρ σημαίνει κυρίως και η φωνή του σώζεσθαι), ίνα μη δόξωσι δια το φθαρτικόν του πυρός και αυτοί καθάπαξ απόλλυσθαι".
Συγχρόνως, ο άγιος Μάρκος λέγει ότι αν υπάρχη κάποιος εξηγητής, ο οποίος με την λέξη σωτηρία εννοεί την απαλλαγή από την κόλαση, και με την διέλευση δια του πυρός εννοεί τον καθαρισμό, αυτός "παρανοήσας αυτό φαίνεται παντελώς".
Κατά τον άγιο Μάρκο τον Ευγενικό, η ερμηνεία του ιερού Χρυσοστόμου είναι η πλέον αξιόλογη και με αυτήν συμφωνούν όλοι οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας. Έτσι, η χρυσοστομική ερμηνεία "πάντων εστίν ακριβεστέρα τε και αληθεστέρα".
Μέσα στα πλαίσια αυτά προσθέτει και ο ίδιος μια ερμηνεία, που συνδέεται με τα γεγονότα τα οποία συνέβαιναν στην Κόρινθο και έδωσαν την αφορμή στον Απόστολο Παύλο να πη αυτόν τον λόγο.
Ισχυρίζεται ο άγιος Μάρκος ότι ο Απόστολος Παύλος στην περίπτωση αυτή εννοεί τον Χριστιανό εκείνο της Κορίνθου που επόρνευσε. Ήταν ένας από τους διδασκάλους που, ενώ έπεσε σε μεγάλο παράπτωμα, "της διδασκαλικής αξίας όμως αντείχετο, σύστημα έχων υφ’ εαυτόν ουκ ευκαταφρόνητον και τη έξω σοφία και τω πλούτω θαρρών".
Έτσι φαίνεται ότι ο Απόστολος είχε υπ’ όψη του κάποιον διδάσκαλο που ενώ είχε αμαρτήσει, εν τούτοις εξακολουθούσε να διδάσκη έχοντας εμπιστοσύνη στην έξω σοφία και τον πλούτο της διανοίας. Αυτό το εξάγει από τα όσα λέγονται στο σχετικό κεφάλαιο της επιστολής του Αποστόλου Παύλου.
Επομένως, κατά τον άγιο Μάρκο, ο λόγος αυτός "προς τον πεπορνευκότα λοιπόν εμφαντικώς αποτείνεται". Ένας τέτοιος διδάσκαλος όχι μόνον δεν θα λάβη μισθό της διδασκαλίας του, αλλά και το έργο της διδασκαλίας θα κατακαή. Όμως αυτός θα παραμείνη να δικαστή για τις πράξεις του.
"Αυτός γε μην ο τοιούτος διδάσκαλος ου συνδιαφθαρήσεται τω οικείω έργω, αλλά σωθήσεται και παραμενεί και τω κριτή παραστήσεται και λόγον υφέξει των πεπραγμένων και την αιώνιον υποστήσεται δίκην, μηδέν του έργου της διδασκαλίας εκείνης, άτε διαφθαρείσης, ονάμενος... και σωθήσεται σωτηρίαν απωλείας χείρονα, βέλτιον γαρ ην αυτώ ει μηδέ εγένετο μηδέ τότε εσώθη, τοιαύτην ύλην επιφερόμενος".
Πρέπει να σημειωθή ότι επανειλημμένως ο άγιος Μάρκος χρησιμοποιεί τον λόγο του ιερού Χρυσοστόμου, ότι σωτηρία εννοείται το "περιλείπεσθαι". "...σωτηρίαν νοείσθαι τούτ’ αυτό μόνον, το μη τω έργω συνδιαφθείρεσθαι, περιλείπεσθαι δε, εκείνου διαφθαρέντος".
Ο άνθρωπος αυτός θα παρουσιασθή ενώπιον του Κριτού "περιπεφλεγμένος". Άλλωστε, το πυρ αυτό για το οποίο κάνει λόγο ο Απόστολος Παύλος είναι μόνον δοκιμαστικό, "αλλ’ ουκ αυτό εκείνο το τους αμαρτωλούς αιωνίως υποδεξόμενον". Σαφώς, δηλαδή, εδώ ο άγιος Μάρκος διακρίνει το δοκιμαστικό πυρ της κρίσεως, κατά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, από το αιώνιον πυρ της κολάσεως.
Φυσικά, το πυρ της κρίσεως δεν είναι κτιστό, αλλά άκτιστο. Νομίζω αυτή η διάκριση φανερώνει, αφ’ ενός μεν την δοκιμασία της κρίσεως, που γίνεται από τον Ίδιο τον Χριστό, αφ’ ετέρου δε την καυστική ιδιότητα της ενεργείας του Θεού, που οφείλεται στην πνευματική κατάσταση του ανθρώπου.
Αντικρούοντας ο άγιος Μάρκος την άποψη ότι η λέξη σωτηρία δεν χρησιμοποιείται για τα κακά, αλλά μόνον για τα αγαθά, αναφέρει το σχετικό χωρίο από τον Ιώβ. Ο αγγελιοφόρος μετά την καταστροφή πήγε στον Ιώβ για να του αναγγείλη τα γενόμενα λέγοντάς του: "Σωθείς δε εγώ μόνος ήλθον του απαγγείλαί σοι" ('Ιώβ α', 15). Σώθηκε, διατηρήθηκε από την καταστροφή και πήγε να του αναγγείλη το κακό.
Επομένως, ο αποστολικός λόγος δεν μπορεί να στηρίξη κανένα καθαρτήριο πυρ, όπως λέγουν οι Λατίνοι. Αναφέρεται σαφώς στο μελλοντικό δικαστήριο, στην κρίση και την διατήρηση του αμαρτωλού, δηλαδή στην διέλευσή του δια του πυρός, χωρίς να καταστραφή μαζί με τα πονηρά του έργα.
6. Πατερικά χωρία κατά τον διάλογο
Οι Λατίνοι για να υποστηρίξουν την καινοφανή διδασκαλία τους για το καθαρτήριο πυρ χρησιμοποίησαν κατά τον διάλογο και πατερικά χωρία. Και αυτό γιατί οι Ορθόδοξοι ζήτησαν να μάθουν που στηρίζουν την διδασκαλία τους, που είναι ξένη για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Θα δούμε όμως στην συνέχεια ότι οι Λατίνοι αλλοίωναν στην πραγματικότητα τα χωρία των Πατέρων, όπως, άλλωστε, έκαναν και με τα αγιογραφικά χωρία.
Δεν πρόκειται να κάνω μεγάλη ανάλυση αυτής της πλευράς του θέματος, απλώς θα την σχολιάσω, εξάγοντας και τα απαραίτητα συμπεράσματα.
Οι Λατίνοι χρησιμοποίησαν "ρήματά τινα της πέμπτης οικουμενικής συνόδου", στα οποία φαίνεται ότι αποδέχεται την διδασκαλία του ιερού Αυγουστίνου και του αγίου Αμβροσίου. Στην συνέχεια χρησιμοποίησαν χωρία του αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου, ευχές του Μ. Βασιλείου, ρητά του μακαρίου Γρηγορίου Νύσσης, καθώς επίσης ρητά του θείου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, του μεγάλου Επιφανίου και του θεορρήμονος Δαμασκηνού. Επίσης γίνεται αναφορά και στον μακάριο Θεοδώρητο.
Χρησιμοποιώντας όλα αυτά τα πατερικά χωρία, οι Λατίνοι κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι η θεία δικαιοσύνη δεν αφήνει τίποτε ατιμώρητο, και γι’ αυτό είναι ανάγκη να υπάρχη ένας άλλος τόπος για όσους δεν τιμωρήθηκαν στην ζωή αυτή, ούτε πρόκειται να τιμωρηθούν στον ουρανό ή στον άδη, στον οποίο θα τιμωρηθούν και θα καθαρισθούν. Μετά από αυτά λέγεται από τους Λατίνους: "λείπεται δη τόπον έτερον είναι αφωρισμένον, ου δει την κάθαρσιν ταύτην γίνεσθαι, δι’ ης έκαστος καθαρός γενόμενος, εις την ουράνιον απόλαυσιν παραχρήμα ανάγεται".
Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, φορεύς της Ορθοδόξου Παραδόσεως και αυθεντικός ερμηνευτής των Γραφών και των πατερικών λόγων, αναλύει και ερμηνεύει ορθόδοξα όλα αυτά τα χωρία, καταρρίπτοντας τις απόψεις των Λατίνων.
Αποδεικνύει περίτρανα ότι σε κανένα από τα πατερικά αυτά χωρία δεν αναφέρεται σαφώς ότι υπάρχει το λεγόμενο κολαστήριο πυρ. Επομένως, δεν δικαιολογείται από πουθενά η ύπαρξη του πουργατορίου, όπως έλεγαν οι Λατίνοι. Απλούστατα, στην προσπάθειά τους να το κατοχυρώσουν, αλλοίωναν, και παρερμήνευαν τους πατερικούς λόγους.
Έτσι, ο άγιος Μάρκος αποδεικνύει ότι άλλα από τα χωρία αυτά δεν ομιλούν καθαρώς για το καθαρτήριο πυρ, όπως τα χωρία τα προερχόμενα από τον Αυγουστίνο και τον άγιο Αμβρόσιο, άλλα ότι παρερμηνεύονται, όπως του Μ. Βασιλείου, του Διονυσίου Αρεοπαγίτου, του αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, κ.λ.π.
Βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης δεν ομιλεί περί αποκαταστάσεως των πάντων, κατά τρόπο φιλοσοφικό και αιρετικό, όπως θέλουν να τον παρουσιάζουν και μερικοί σύγχρονοι μελετητές, επηρεασμένοι από την δυτική ερμηνευτική παράδοση, αλλά εντάσσεται μέσα στην εκκλησιαστική Ορθόδοξη Παράδοση. Αυτό θα το δούμε σε άλλο κεφάλαιο.
Επίσης, και το ότι οι Λατίνοι χρησιμοποιούν χωρία της Πέμπτης Οικουμενικής Συνόδου γίνεται αντικείμενο κριτικής και ελέγχου από τον άγιο Μάρκο, που ισχυρίζεται ότι δεν είναι δυνατόν να θεσπίζη τέτοια διδασκαλία η μεγάλη αυτή Οικουμενική Σύνοδος. Στην συνέχεια καταλήγει χαρακτηριστικά ο άγιος Μάρκος: "ούτε γαρ η γραφή διπλήν κόλασιν και διπλούν πυρ, ουθ’ η πέμπτη των οικουμενικών συνόδων ημίν παραδέδωκεν".
Στην δεύτερη ομιλία του ο άγιος Μάρκος αναλύει διεξοδικά το θέμα αυτό, παρουσιάζοντας τόσο διάφορα πατερικά χωρία που αναφέρονται στα μέλλοντα, χωρίς να γίνεται σαφής λόγος για καθαρτήριο πυρ, όσο και την διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης και Πως η Εκκλησία αντιμετωπίζει το σοβαρό αυτό θέμα. Δεν είναι όμως ο κατάλληλος τόπος για την ανάπτυξή του.
Γενικά, ο άγιος Μάρκος ισχυρίζεται ότι οι Λατίνοι παρανοούν και παραχαράσσουν την πατερική διδασκαλία γύρω από το θέμα αυτό. Οι Λατίνοι δεν έχουν ορθόδοξες προϋποθέσεις για να κατανοήσουν τους Πατέρες της Εκκλησίας, γι’ αυτό και αστοχούν κατά την ερμηνευτική παρουσίασή τους.
Βέβαια, στην ορθόδοξη διδασκαλία γίνεται λόγος για την άφεση των αμαρτιών και την αξία των μνημοσύνων. Αυτά τα δύο γεγονότα οι Λατίνοι δεν μπορούν να τα κατανοήσουν πραγματικά. Στην συνέχεια θα γίνη μία μικρή αναφορά στην σχετική διδασκαλία της Εκκλησίας.
Η άφεση των αμαρτιών στην Ορθόδοξη Παράδοση είναι απαλλαγή από την κόλαση και την τιμωρία. Και αυτή η άφεση γίνεται με τρεις τρόπους και σε τρεις διαφόρους χρόνους. Η πρώτη κατά τον καιρό του Βαπτίσματος, η δεύτερη μετά το Βάπτισμα, δια της επιστροφής και του πένθους κατά την παρούσα ζωή, και η τρίτη μετά τον θάνατο, δια των ευχών και ευποιϊών και όσων επιτελεί η Εκκλησία του Χριστού.
Η άφεση δια του Βαπτίσματος είναι άμοχθος και ομότιμος σε όλους. Είναι έργο της Χάριτος και δεν απαιτείται έργον εκ μέρους του ανθρώπου παρά μόνον η πίστη. Η μετά το Βάπτισμα άφεση είναι επίπονη και απαιτεί μετάνοια και συντριβή του ανθρώπου.
Η μετά τον θάνατο άφεση είναι μεν επίπονη και αυτή, διότι συνδέεται στενά με την μετάνοια "και την συνείδησιν πλήττουσαν και την αποτυχίαν των αγαθών οδυνώσαν", αλλά είναι καθαρά από τιμωρία, αφού δεν είναι δυνατόν να είναι άφεση και συγχρόνως τιμωρία.
Στην πρώτη και τρίτη άφεση πλεονεκτεί η Χάρη του Θεού, συμβάλλουν και οι προσευχές, "ολίγον δε λίαν το παρ’ ημών εισφερόμενον". Η μεσαία άφεση γίνεται με την Χάρη του Θεού, αλλά περισσότερο από την δική μας εργασία: "η μέση δε τουναντίον ολίγον μεν το παρά της χάριτος έχει, πλείστης δε δείται της παρ’ ημών εργασίας".
Επίσης, διαφέρει η πρώτη άφεση, δια του αγίου Βαπτίσματος, από την τελευταία άφεση, μετά τον θάνατο, γιατί η πρώτη άφεση είναι συγχώρηση όλων των αμαρτιών, η δε τελευταία είναι άφεση μόνον των μη θανασίμων, και μάλιστα εκείνων για τα οποία ο άνθρωπος μετανόησε κατά την διάρκεια της βιολογικής ζωής.
Αυτή είναι η διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως λέγει ο άγιος Μάρκος, γι’ αυτό εύχεται για άφεση των κεκοιμημένων. Παρακαλεί τον Θεό να συγχωρήση τα αμαρτήματα των μετανοησάντων Χριστιανών, των τελειωθέντων εν τη πίστει, χωρίς να ορίζη καμμία τιμωρία, γιατί γνωρίζει ότι σε τέτοια αμαρτήματα "πολύ την θείαν αγαθότητα τον της δικαιοσύνης λόγον υπερνικάν". Έτσι, στην Ορθόδοξη Εκκλησία κάνουμε λόγο για την αγαθότητα του Θεού και όχι για την ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης.
Συναφές με την άφεση των αμαρτιών είναι και το θέμα των μνημοσύνων. Η Ορθόδοξη Εκκλησία τελεί τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους Χριστιανούς και εύχεται γι’ αυτούς στον Θεό, αλλά με διαφορετικό τρόπο και για διαφορετικό λόγο από τους Λατίνους.
Με άλλα λόγια, δεν είναι δυνατόν να συνδεθή το καθαρτήριο πυρ των Λατίνων με τα μνημόσυνα, που γίνονται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Το πρώτον προϋποθέτει κάθαρση δια της τιμωρίας, το δεύτερον προϋποθέτει τελείωση στην ατέλεστη πορεία του ανθρώπου προς την θέωση. Ο άγιος Μάρκος δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το θέμα αυτό.
Τα μνημόσυνα στην Ορθόδοξη Εκκλησία γίνονται για όλους τους ανθρώπους που κοιμήθηκαν με την ελπίδα της αναστάσεως και την πίστη στον Ιησού Χριστό. Και επομένως, τα μνημόσυνα και οι ευχές της Εκκλησίας ωφελούν όλους τους κεκοιμημένους, δικαίους και αδίκους, αγίους και αμαρτωλούς.
Βέβαια, διαφέρει η ευχή που λέγεται για κάθε Χριστιανό. Και για τους αγίους, δηλαδή, κάνουμε μνημόσυνα και προσφέρουμε κόλλυβα στις μνήμες τους, αλλά, επειδή έχουμε τεκμήρια αγιότητας και επειδή έχουν καταριθμηθή στον κατάλογο και την χορεία των αγίων, γι’ αυτό και διαφορετική είναι η ευχή. Δεν παρακαλούμε τον Θεό να τους ελεήση, αλλά προσευχόμαστε "εις τιμήν και μνήμην" και ζητούμε τις ευλογίες τους για μας.
Ο άγιος Μάρκος γράφει για την ωφέλεια των ευχών των μνημοσύνων: "Υπέρ πάντων ομοίως ποιούμεθα των εν τη πίστει κεκοιμημένων, και πάσιν αυτάς συντελείν τι και συνεισφέρειν φαμέν προς άπαντας διαβαίνειν την απ’ αυτών δύναμιν και ωφέλειαν". Επομένως, οι ευχές γίνονται για όλους τους κεκοιμημένους εν τη ορθοδόξω πίστει.
Προσεύχεται η Εκκλησία κατ’ αρχάς για τους αμαρτωλούς, οι οποίοι έχουν κλειστή στον άδη, "ίνα μικράς τινος ανέσεως τύχωσιν, ει και μη τελείας απαλλαγής". Προσεύχεται κυρίως για τους κεκοιμημένους εν πίστει "καν αμαρτωλότατοι είεν". Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις αγίων που προσευχήθηκαν και για ασεβείς, αλλά "η του Θεού εκκλησία των (μεν) τοιούτων ουδαμώς υπερεύχεται".
Οι αμαρτωλοί και κεκλεισμένοι μετά τον θάνατο στον άδη ωφελούνται από τις ευχές αυτές, αφ’ ενός μεν γιατί δεν έχουν τελικά καταδικασθή και ούτε ακόμη έχουν την τελεσίδικη απόφαση του δικαστού, αφ’ ετέρου δε γιατί ακόμη δεν έχουν πέσει στην κόλαση, πράγμα που θα γίνη μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Αν αυτό ισχύη για τους αμαρτωλούς, πολύ περισσότερο ωφελούν τα μνημόσυνα και οι ευχές αυτούς που μετανόησαν, αλλά δεν πρόφθασαν να καθαρισθούν τελείως και να φθάσουν στον φωτισμό του νου. Αν αυτοί έχουν ελάχιστα ή κούφα αμαρτήματα, αποκαθίστανται στον κλήρο των δικαίων ή παραμένουν εκεί που βρίσκονται, δηλαδή στον άδη, και "κουφιούσι των δυσχερών και προς ελπίδας επανάξουσι χρηστοτέρας".
Τα μνημόσυνα, όμως, και οι ευχές της Εκκλησίας ωφελούν και τους δικαίους και τους οσίως βιώσαντας. Αυτή είναι κεντρική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Ο άγιος Μάρκος ισχυρίζεται ότι οι ευχές της θείας Λειτουργίας αποδεικνύουν ότι "και προς τους ήδη της παρά Θεώ μακαριότητος απολαύοντας η των ευχών τούτων και μάλιστα της μυστικής θυσίας δύναμις διαβαίνει".
Αυτό φαίνεται σε σχετική ευχή κατά την θεία Λειτουργία του ιερού Χρυσοστόμου: "Έτι προσφέρομέν σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων προπατόρων, πατέρων, πατριαρχών, προφητών, αποστόλων, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών, και παντός πνεύματος δικαίου εν πίστει τετελειωμένου". Έστω κι αν, προσευχόμενοι για τους αγίους, δεν ζητούμε γι’ αυτούς αγαθά, αλλά ευχαριστούμε γι’ αυτούς και "εις δόξαν αυτών τούτο ποιούμεν, και ούτω τρόπον τινά και υπέρ αυτών η θυσία γίνεται και προς αυτούς διαβαίνει".
Σε άλλο σημείο ο άγιος Μάρκος αναλύει διεξοδικότερα ποια είναι η ωφέλεια των αγίων δοκιμάζοντας το πυρ που βρίσκεται πάντοτε με τον Θεό, και είναι η άκτιστη ενέργειά Του. Γράφει: "Το γαρ τοιούτον πυρ τους μεν αγίους, άτε μηδέν κακίαν έργον και γνώρισμα επιφερομένους λαμπροτέρους αποφανεί, καθάπερ χρυσόν εν καμίνω δοκιμασθέντας...".
Είναι φανερό στο χωρίο αυτό, όπως και σε άλλα συναφή των αγίων Πατέρων, ότι οι άγιοι ελλάμπονται περισσότερο και καθίστανται χωρητικότεροι της μεθέξεως της δόξης του Θεού.
Ο άγιος Μάρκος χρησιμοποιεί και χωρίο του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, στο οποίο φαίνεται ότι ο ιεράρχης προσεύχεται και για τους τελειωθέντας κατά την θεία ζωή. Με την παράθεση του χωρίου αυτού ο άγιος λέγει ότι η δύναμη των ευχών και ιδίως της μυστικής θυσίας διαβαίνει "και προς τους δικαίως τε και οσίως βιώσαντας".
Και αυτό εξηγείται, γιατί εν σχέσει με την τελειότητα και οι άγιοι είναι ατελείς και, επομένως, μπορούν να γίνουν χωρητικότεροι της θείας δόξης. Συγκεκριμένα γράφει: Διαβαίνει η δύναμη των προσευχών και της θείας Λειτουργίας και προς τους δικαίως και οσίως βιώσαντας "άτε και αυτούς ατελείς όντας και την προς ταγαθόν επίδοσιν αεί προσλαμβάνοντας και μήπω τελείας της μακαριότητος απολαύοντας".
Επομένως, οι ευχές της Εκκλησίας διαβαίνουν προς όλους, και τους αμαρτωλούς και τους δικαίους, αλλά ενεργούν διαφορετικά στον καθένα, ανάλογα με την πνευματική κατάσταση που απέκτησε από την ζωή αυτή. Και καταλήγει ο άγιος: Επειδή σε όλους διαβαίνουν οι προσευχές της Εκκλησίας, γι’ αυτό και δεν είναι ανάγκη να δεχθούμε το καθαρτήριο πυρ. Την κάθαρση και σωτηρία ενεργεί η αγαθότητα και φιλανθρωπία του Θεού.
Η διδασκαλία αυτή του αγίου Μάρκου είναι ορθόδοξη και απαντάται σε πολλά κείμενα των Πατέρων. Δεν έχουμε την πρόθεση να την αναπτύξουμε διεξοδικά εδώ. Εκείνο που πρέπει να υπογραμμισθή είναι ότι, κατά την ορθόδοξη διδασκαλία, υπάρχουν τρία στάδια πνευματικής τελειώσεως, ήτοι η κάθαρση της καρδιάς, ο φωτισμός του νου και η θέωση του ανθρώπου. Η τελείωση του ανθρώπου είναι ατέλεστη.
Πάντοτε ο άνθρωπος επιδέχεται βελτίωση στην πνευματική του κατάσταση. Η κίνηση αυτή θα συνεχίζεται και στον μέλλοντα αιώνα. Επομένως, όταν ο άνθρωπος δια της μετανοίας εισέρχεται στο στάδιο της καθάρσεως, αλλά, λόγω του θανάτου δεν μπορεί να ολοκληρώση την κάθαρση και να πορευθή στον φωτισμό, αυτό θα γίνη με τις ευχές και τα μνημόσυνα που κάνει η Εκκλησία. Θα υπάρχη, δηλαδή, διαρκής εξέλιξη στην μέθεξη της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού.
Έτσι πρέπει να εννοήσουμε πολλά περιστατικά που συναντούμε στην ζωή των αγίων, κατά τα οποία η προσευχή τους δικαίωσε τα πνευματικά τους παιδιά. Αν σκεφθούμε ότι δικαίωση είναι ο φωτισμός του νου, και φυσικά αυτό είναι κυρίως και προ παντός η άφεση των αμαρτιών, τότε μπορούμε να εξηγήσουμε αυτά τα περιστατικά.
7. Το αιώνιο πυρ είναι άκτιστο
Πουθενά στους Πατέρες δεν αναφέρεται ότι υπάρχει ένα κολαστήριο και τιμωρητικό πυρ, μέσα από το οποίο θα περάσουν οι άνθρωποι μετά τον θάνατό τους, κυρίως όσοι δεν πρόφθασαν να κάνουν τον κανόνα τους. Στην διδασκαλία των Πατέρων, όπως είδαμε, λέγεται σαφώς ότι υπάρχει Παράδεισος και Κόλαση μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού, και πρόγευση του Παραδείσου και της Κολάσεως μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα.
Μέχρι την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού η Εκκλησία τελεί τα μνημόσυνα, των οποίων η δύναμη διαβαίνει σε όλους τους εν πίστει κεκοιμημένους, είτε είναι αμαρτωλοί είτε είναι δίκαιοι και άγιοι. Πουθενά δεν αναφέρεται ότι υπάρχει και καθαρτήριο πυρ για τους μετανοημένους, αλλά μη ολοκληρώσαντας την μετάνοια, Χριστιανούς.
Ο άγιος Μάρκος λέγει ότι, όπου στην Αγία Γραφή και στα πατερικά κείμενα γίνεται λόγος για πυρ, εννοείται το αιώνιο πυρ της Κολάσεως, το οποίο, βέβαια, είναι άκτιστο και όχι κτιστό. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για κάτι κτιστό, για κάποια κτιστή πραγματικότητα, αλλά για την ενέργεια του Θεού, που βιώνεται από τους αθεραπεύτους ως φωτιά.
Σε ένα σημείο της πρώτης ομιλίας του ισχυρίζεται: "Ει δε που και πυρός εν τοις τοιούτοις άσμασι και ευχαίς μνήμη γέγονεν, ουχί προσκαίρου τινός και καθαρτικήν την δύναμιν έχοντος, αλλ’ αυτού του αιωνίου πυρός και της απεράντου κολάσεως αιτούσιν οι άγιοι τον Θεόν ρυσθήναι τους εν πίστει κεκοιμημένους...".
Το πυρ αυτό για το οποίο γίνεται λόγος στα εκκλησιαστικά κείμενα δεν είναι πυρ προσωρινό, αλλά το αιώνιο πυρ. Αναφέροντας χωρίο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, λέγει: "Ου πρόσκαιρον και διαβατικόν, αλλ’ επιπονώτερον και μακρότερον το πυρ εκείνό φησι".
Έτσι, το πυρ της κολάσεως δεν είναι σωματικό, κτιστό, αλλά άκτιστο. Το φως στους αξίους είναι θεωρία του Θεού, λέγει ο άγιος Μάρκος. Και φυσικά, το φως αυτό είναι η άκτιστη δόξα του Θεού.
Ο άγιος Μάρκος συνδέει το άκτιστο φως και με το πυρ της κολάσεως. Λέγει, δηλαδή, ότι το πυρ το αιώνιο δεν είναι σωματικό, "καθάπερ και φως τοις αξίοις την αυτού θεωρίαν". Αναλύοντας αυτήν την άποψη υποστηρίζει ότι οι άγιοι της Εκκλησίας το αιώνιον πυρ και τις απέραντες κολάσεις "αλληγορικώτερον εξελάβοντο". Πρόκειται περί αλληγορίας, γιατί ούτε το φως των δικαίων είναι σωματικό, ούτε το πυρ των αμαρτωλών είναι κτιστό και σωματικό. Είναι πραγματικά γεγονότα και αληθινές καταστάσεις, αλλά δεν είναι οι καταστάσεις που γνωρίζουμε από τον αισθητό κόσμο.
Βέβαια, η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί πολλές εικόνες για να δείξη την κατάσταση των κολασμένων, όπως το πυρ, τον σκώληκα, τα ερπετά και τον βρυγμό των οδόντων. Αυτά όλα εκφράζουν άλλες πραγματικότητες. Με το πυρ οι άγιοι εννοούν την άγνοια του Θεού: "ως μήτε πυρ εκεί σωματικόν νομίζεσθαι μήτε σκότος εξώτερον άλλο πλην ή την του Θεού άγνοιαν".
Φυσικά, όταν ομιλή για την άγνοια του Θεού, εννοεί την μη μέθεξη του Θεού, αφού γνωρίζουμε ότι οι αμαρτωλοί θα βλέπουν τον Θεό, θα έχουν, δηλαδή, όραση του Θεού, αλλά όχι μέθεξη του Θεού, και, επομένως, θα έχουν άγνοια. Άλλωστε, γνώση του Θεού στην Ορθόδοξη Παράδοση είναι η μέθεξη του Θεού.
Ο σκώληκας ή κάποιο ιοβόλο και σαρκοφάγο γένος των ερπετών δηλώνουν την βάσανο των ακολάστων από την συνείδηση και την πικρή εκείνη μεταμέλεια. Το ίδιο ακριβώς σημαίνει ο βρυγμός των οδόντων, δηλαδή δηλώνει την λύπη, τον πικρό οδυρό και την μανία των θυμομαχούντων.
Είναι σαφές, λοιπόν, ότι, όπου γίνεται αναφορά σε πυρ μέσα στην εκκλησιαστική παράδοση, εννοείται το αιώνιο και άκτιστο πυρ. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται για κάποιο πρόσκαιρο καθαρτήριο πυρ, αλλά για την βίωση της ακτίστου Χάριτος ως πυρός, λόγω της ακαθαρσίας του ανθρώπου. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο δεν είναι δυνατόν να υπάρχη καθαρτήριο πυρ, όπως το εννοούν οι Λατίνοι.
Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι η διδασκαλία του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, όπως φαίνεται στις ομιλίες του κατά την Σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας, είναι εντεταγμένη οργανικά μέσα στην Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την ζωή του ανθρώπου μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα.
Ο άγιος Μάρκος είναι αυθεντικός ερμηνευτής της ορθοδόξου διδασκαλίας, γιατί είναι ο ίδιος φορεύς της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Έτσι, αποδεικνύεται ότι το καθαρτήριο πυρ των Λατίνων είναι κενή δόξα, καινούρια διδασκαλία, καινοφανής δοξασία, που δεν μπορεί να υιοθετηθή από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο άγιος Μάρκος αποδεικνύεται και σε αυτό το θέμα αυθεντικός ερμηνευτής της Ορθοδόξου Παραδόσεως.
Η διδασκαλία
του αγίου Μάρκου του Ευγενικού
για το καθαρτήριο πυρ.
Ήταν φυσικό να ασχοληθή και με το καθαρτήριο πυρ και να εκθέση τις ορθόδοξες απόψεις πάνω στο θέμα αυτό. Επειδή είναι ενδιαφέροντα τα όσα λέγει και έχουν σχέση με πολλά θεολογικά ζητήματα.
Η πρώτη ομιλία έχει τίτλο: "Του πανιερωτάτου Μητροπολίτου Εφέσου κυρ Μάρκου του Ευγενικού αντίρρησις των Λατινικών κεφαλαίων, άπερ αυτοί προέτεινον, περί του περκατορίου πυρός". Όπως φαίνεται, πρόκειται για την ομιλία που συνέταξε ο άγιος Μάρκος αμέσως μετά την τοποθέτηση του θέματος, κατόπιν, βέβαια, εντολής του αυτοκράτορος. Η δεύτερη ομιλία έχει τίτλο: "του σοφωτάτου και λογιωτάτου Εφέσου κυρ Μάρκου του Ευγενικού, απολογία προς τους Λατίνους δευτέρα, εν ή εκτίθησι και της των Γραικών Εκκλησίας την αληθή δόξαν". Τα κεφάλαια επιγράφονται ως εξής: "Συλλογισμοί δέκα δεικνύντες ότι ουκ έστιν πυρ καθαρτήριον".
Βέβαια, είναι δύσκολο να παρουσιάση κανείς αναλυτικά όλη την διδασκαλία του αγίου Μάρκου για το θέμα αυτό. Απαιτείται ιδιαίτερη διατριβή για να αναλυθούν όλες οι απόψεις. Επιδίωξη μου ήταν, να εκθέσω τις γενικές θέσεις του για το καθαρτήριο πυρ, προσπαθώντας να μην αλλοιώσω το περιεχόμενό τους. Το θεωρώ σημαντικό γιατί, δυστυχώς, για το θέμα του καθαρτηρίου πυρός γνωρίζουμε ελάχιστα και όσα παρουσιάζονται, εν πολλοίς δεν εκφράζουν ολοκληρωτικά την ορθόδοξη άποψη για το θέμα.
Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος