Ο Επίκουρος (341 π.Χ. – 270 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και ίδρυσε δική του φιλοσοφική σχολή στην Αθήνα. Ήταν δεκαπέντε χρόνια νεώτερος από τον Μέγα Αλέξανδρο τον Μακεδόνα και γεννήθηκε επτά χρόνια ύστερα από το θάνατο του Πλάτωνα. Τόσο ο ευπατρίδης Πλάτων όσο και ο Επίκουρος είναι γνήσιοι Αθηναίοι και πρόλαβαν τα μεγαλεία της δημοκρατικής εποχής.
«Δεν είναι δυνατό να ζει κανείς ευχάριστα, αν δεν ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια, όπως και δεν μπορεί να ζει φρόνιμα, ηθικά και δίκαια, αν δεν ζει ευχάριστα».—Επίκουρος, Κύριαι δόξαι εδ.5
Ο πολυμαθέστατος Δημόκριτος (~460 π.Χ.- 370 π.Χ.) αναφέρεται επίσης στην ψυχική γαλήνη:
“Ο άνθρωπος που θέλει να έχει ψυχική γαλήνη (ευθυμία) δεν πρέπει να κάνει πολλά, ούτε στην ιδιωτική του ούτε στη δημόσια ζωή, ούτε να επιδιώκει πράγματα που ξεπερνούν τις φυσικές του δυνάμεις. Πρέπει να προσέχει ώστε, ακόμα και αν η τύχη βρεθεί στον δρόμο του και του υποδείξει περισσότερα, αυτός να μπορεί με τη φρόνηση του να την αφήσει κατά μέρος και να μην απλώσει το χέρι του σε περισσότερα από όσα του επιτρέπουν οι δυνάμεις του. Γιατί το σωστό φορτίο είναι ασφαλέστερο από το μεγάλο φορτίο.”[2]
Είναι ωφέλιμο να φιλοσοφεί ο άνθρωπος, είτε νέος είτε σε πιο προχωρημένη ηλικία. Σε επιστολή προς το μαθητή του Μενοικέα διαβάζουμε:
«Επίκουρος χαιρετάει τον Μενοικέα.
«Ευτυχής δεν είναι ο νέος, αλλά ο γέροντας που έχει ζήσει καλά. Γιατί ο άνθρωπος που βρίσκεται στην ακμή της νιότης του είναι ευμετάβλητος και επηρεάζεται πολύ από την τύχη, ενώ ο γέροντας είναι σαν να έχει αράξει στο λιμάνι των γηρατειών, έχοντας φυλαγμένες στις αναμνήσεις του τις χαρές των αγαθών στα οποία, όταν ήταν νεότερος, δύσκολα μπορούσε να ελπίζει.»
Κριτική στον ιδεαλισμό
Ο θεός δεν πρέπει να μάς προκαλεί φόβο, ούτε ο θάνατος να μάς φέρνει ανησυχία, τα υλικά αγαθά (ό,τι πραγματικά χρειαζόμαστε) μπορούμε να τα αποκτήσουμε με λίγο κόπο, τα δεινά και τις συμφορές της ζωής μπορούμε να τα υπομείνουμε με ευκολία.
«Το ευτυχισμένο και άφθαρτο ον ούτε το ίδιο έχει προβλήματα ούτε προκαλεί σε άλλον. Έτσι, ούτε την οργή γνωρίζει ούτε χάρες κάνει. Γιατί όλα αυτά χαρακτηρίζουν το αδύναμο ον.»
«Όσα πράγματα αδιάκοπα σε συμβούλευα να κάνεις, αυτά να κάνεις και γύρω από αυτά να στοχάζεσαι, θέτοντάς τα ως τις βάσεις για μια ευτυχισμένη ζωή. Πρώτα απ’ όλα, θεωρώντας ότι ο Θεός είναι ον άφθαρτο και μακάριο, όπως άλλωστε πιστεύουν και οι πολλοί, να μην του προσάπτεις τίποτα ξένο προς την αφθαρσία του και τίποτε ανάρμοστο στη μακαριότητά του. Αντίθετα, να πιστεύεις γι’ αυτόν οτιδήποτε είναι δυνατόν να διαφυλάξει την αιώνια μακαριότητά του. Γιατί οι θεοί υπάρχουν η γνώση που έχουμε γι’ αυτούς είναι ξεκάθαρη.»
«Όμως δεν είναι οι θεοί όπως τους φαντάζεται ο πολύς κόσμος, ο οποίος δε διαφυλάσσει την αρχική τους έννοια. Και ασεβής δεν είναι όποιος δεν αποδέχεται τους θεούς των πολλών, αλλά όποιος προσάπτει στους θεούς τα όσα πιστεύουν οι πολλοί. Οι διάφορες γνώμες των πολλών για τους θεούς δεν αποτελούν αληθινή γνώση, αλλά ψευδείς δοξασίες που υποστηρίζουν ότι οι θεοί προκαλούν τις μεγαλύτερες συμφορές και προσφέρουν τα σπουδαιότερα αγαθά. Γιατί οι άνθρωποι, συνηθισμένοι πάντα στις δικές τους αρετές, αποδέχονται μόνο τους όμοιούς τους, θεωρώντας ξένο ό,τι είναι διαφορετικό.»
“Δεν είναι ενέργεια θεϊκή ή τα βέλη της Αφροδίτης που θα μάς κάνουν να αγαπήσουμε καμιά φορά μια γυναικούλα με πολύ μέτρια ομορφιά. Με τη διαγωγή της, το φροντισμένο κορμί, με την φροντίδα της, καταφέρνει τον άντρα να μοιραστεί μαζί της τη ζωή”.
Οι επιθυμίες και η ηδονή
Οι επιθυμίες κα η ικανοποίηση τους πρέπει να καλμάρουν τη βαρυχειμωνιά της ψυχής, αυτός είναι άλλωστε και ο επίγειος πρακτικός στόχος ολόκληρης της επικούρειας φιλοσοφίας. Η κατηγορία για ηδονισμό είναι η συνηθέστερη που κυκλοφορεί για τον Επίκουρο και τον Κήπο του. Στην πραγματικότητα, ο μεγάλος Έλληνας απέρριπτε τόσο τις ασωτίες όσο και τον σκληρό ασκητισμό που επέβαλαν στους πιστούς δεκάδες θρησκευτικές ομάδες. Όταν ο Επίκουρος έλεγε ότι ο άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει την ηδονή, ουδόλως είχε στο μυαλό του μια ζωή παραδομένη στις σαρκικές και αισθησιακές απολαύσεις και τα ρωμαϊκά φαγοπότια:
«Όταν υποστηρίζουμε ότι ο σκοπός της ζωής είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων και τις αισθησιακές απολαύσεις, αλλά εννοούμε το να μην υπάρχει πόνος στο σώμα και ταραχή στην ψυχή.» (Μένανδρος).
«Δεν ξέρω πώς να συλλάβω το Αγαθόν, αν αφαιρέσω τις ηδονές της γεύσης, αν αφαιρέσω τις σεξουαλικές ηδονές, αν αφαιρέσω την ευχαρίστηση των ακουσμάτων και την τέρψη που προσφέρει η θέα μίας γλυκιάς μορφής.» Επίκουρος
“Γιατί την ψυχική γαλήνη τη φέρνει στους ανθρώπους η συγκρατημένη διασκέδαση και η σύμμετρη ζωή. Η στέρηση και η υπεραφθονία τείνουν να μετατρέπονται στο αντίθετο τους και να προκαλούν στην ψυχή μεγάλες κινήσεις· και οι ψυχές που κινούνται σε μεγάλη έκταση δεν είναι ούτε ευσταθείς ούτε γαλήνιες /…/ Να μη δίνει μεγάλη σημασία στα όσα ζηλεύουν ή θαυμάζουν οι πολλοί και να μην τα σκέφτεται συνεχώς. Να κοιτάζει πώς ζουν οι ταλαίπωροι και να συναισθάνεται πόσο υποφέρουν [...] Γι αυτό ακριβώς δεν πρέπει κανείς να ψάχνει για πράγματα που είναι μακριά του, παρά να ικανοποιείται με τα όσα είναι κοντά του, συγκρίνοντας τη ζωή του με τη ζωή εκείνων που βρίσκονται σε χειρότερη θέση… (Δημόκριτος, απόσπ. 191)
«Φυσικές και αναγκαίες είναι όσες επιθυμίες, όταν ικανοποιηθούν, ανακουφίζουν τους πόνους, όπως το ποτό στη δίψα — όσες επιθυμίες δεν προκαλούν πόνο αν δεν ικανοποιηθούν δεν είναι αναγκαίες.»«Πάντως, οι φυσικές επιθυμίες που δεν προκαλούν πόνο αν δεν ικανοποιηθούν — δεν είναι δηλαδή αναγκαίες —, αλλά η προσπάθεια που καταβάλλει κανείς για την ικανοποίηση τους παραμένει έντονη, γεννιούνται από ματαιοδοξία, και δεν οφείλεται στη φύση τους το ότι δεν απομακρύνονται, αλλά στη ματαιοδοξία του ανθρώπου.»
«Θρονιασμένος στα ύφη που του ασφάλισε η μάθηση, σκύβει προς τους άλλους ανθρώπους, τους βλέπει να τρέχουν εδώ και εκεί, να ζητούν στην τύχη το δρόμο της ζωής, να τσακώνονται για την εξυπνάδα τους, για την καταγωγή τους, να ιδροκοπούν νύχτες και μέρες, με αμέτρητο κόπο, για να σκαρφαλώσουν στις κορφές του πλούτου ή ν’ αρπάξουν την εξουσία. Τα κακομοίρικα μυαλά! Οι στραβωμένες καρδιές! Σε σκοτάδια και σε κινδύνους σέρνουν τη λιγοστή ζωή που έχουν να ζήσουν. Μας το λέει φωναχτά η φύση. Για την ευτυχία μας φτάνει απόνετο σώμα και ατάραχο πνεύμα. Αν μας λείπουν στο σπίτι χρυσωμένα αγάλματα νέων, που με τις αναμμένες λαμπάδες να φωτίζουν τα νυχτερινά όργια, κι αν κιθάρες δεν κάνουν να αντιλαλήσουν οι απλόχωρες λακεταρισμένες και χρυσωμένες σάλες, έχουμε τη μαλακή χλόη δίπλα στο γάργαρο ποτάμι. Ξαπλωμένοι εκεί με φίλους, κάτω από τα κλαριά μεγάλου δέντρου, σβήνουμε την πείνα μας με λιγοέξοδο γεύμα, την ώρα που ο καλός καιρός χαμογελά και η εποχή του χρόνου σπέρνει λούλουδα στα χλωρά χόρτα.» (Λουκρήτιος) [3]
[1] Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, Επίκουρος. Η αληθινή όψη του αρχαίου κόσμου, εκδ. Εστία
[2] Ανθολόγιο φιλοσοφικών κειμένων Γ’ Γυμνασίου, εκδόσεις ΟΕΔΒ
[3] Χάρη Λύτα, «Λάθε βιώσας» Η επικούρεια τέχνη του ευ ζην. Εκδόσεις «Κέδρος», 2004
[4] Hutchinson, Επίκουρος, κείμενα-πηγές της Επικούρειας φιλοσοφίας του ευ ζην, επιμ. Γ. Αβραμίδης, θύραθεν εκδόσεις
[5] http://en.wikipedia.org/wiki/Epicurus
Από την ιδιαιτέρως χρήσιμη ιστοσελίδα eranistis.net