Άνθρωπός τις αισθανόταν μέσα του μεγάλο βάρος από τα βάσανά του. Συνήθιζε να προσεύχεται καθημερινά στον Θεό και να τον ρωτάει: “Γιατί σ’ εμένα; Όλοι οι άλλοι φαίνεται να είναι τόσο ευτυχισμένοι, γιατί είμαι ο μοναδικός που υποφέρει;” Μια ημέρα, από μεγάλη απόγνωση, προσευχήθηκε ξανά στον Θεό, “Μπορείς να μου δώσεις τα βάσανα οποιουδήποτε άλλου και είμαι έτοιμος να τα δεχτώ. Αλλά πάρε τα δικά μου, δεν μπορώ να τα αντέξω άλλο”.
Εκείνη τη νύχτα είδε ένα όμορφο όνειρο – όμορφο και πολύ αποκαλυπτικό. Ονειρεύτηκε ότι εμφανίστηκε ο Θεός στον ουρανό και είπε σε όλους, “Φέρτε όλες τις δυστυχίες σας στον ναό”. Όλοι είχαν κουραστεί από τα βάσανά τους· στην πραγματικότητα, όλοι είχαν ζητήσει κάποια στιγμή στην προσευχή τους το ίδιο πράγμα: “Είμαι έτοιμος να δεχτώ τα βάσανα κάποιου άλλου, αλλά πάρε τα δικά μου· είναι πάρα πολλά, αβάσταχτα”.
Έτσι, όλοι μάζεψαν τα βάσανά τους μέσα σε σάκους και έφτασαν στον ναό, και όλοι φαίνονταν τόσο ευτυχισμένοι. Είχε έρθει η ημέρα να εισακουστούν οι προσευχές τους! Και ο ήρωας της ιστορίας μας έτρεξε επίσης στον ναό.
Ο Θεός είπε, “Ακουμπήστε τους σάκους σας στους τοίχους”. Όλοι οι σάκοι τοποθετήθηκαν στους τοίχους, και μετά ο Θεός δήλωσε: “Τώρα μπορείτε να διαλέξετε. Ο καθένας μπορεί να πάρει οποιονδήποτε σάκο”.
Και τότε συνέβη το πιο εκπληκτικό πράγμα: αυτός ο άνδρας, που πάντοτε προσευχόταν, έτρεξε να πάρει τον δικό του σάκο πριν μπορέσει να τον διαλέξει, κάποιος άλλος! Και έμεινε έκπληκτος, γιατί και όλοι οι άλλοι έτρεξαν επίσης να πάρουν τον δικό τους σάκο, και όλοι ήταν ευτυχισμένοι που τον διάλεξαν και πάλι.
Ποιος ήταν ο λόγος; Για πρώτη φορά όλοι είχαν δει τις δυστυχίες των άλλων, τα βάσανα των άλλων – οι σάκοι των άλλων ήταν εξίσου μεγάλοι, ή ακόμη μεγαλύτεροι!
Και ο δεύτερος λόγος ήταν πως όλοι είχαν συνηθίσει τα δικά τους βάσανα. Λοιπόν, γιατί να επιλέξεις τα βάσανα κάποιου άλλου; Ποιος ξέρει τί είδους βάσανα θα υπάρχουν μέσα στον σάκο του άλλου; Γιατί να μπεις στον κόπο; Τουλάχιστον είσαι εξοικειωμένος με τα δικά σου βάσανα, τα έχεις συνηθίσει. Και είναι ανεκτά· τα έχεις αντέξει τόσα χρόνια, γιατί να επιλέξεις το άγνωστο;
Όλοι γύρισαν στα σπίτια τους ευχαριστημένοι. Τίποτε δεν είχε αλλάξει, κουβαλούσαν τον ίδιο σάκο βασάνων, αλλά όλοι ήταν ευτυχισμένοι και χαμογελούσαν και χαίρονταν που μπορούσαν να πάρουν πίσω τον δικό τους σάκο.
Το πρωί ο άνδρας προσευχήθηκε στον Θεό και του είπε: “Ευχαριστώ για το όνειρο· δεν θα ζητήσω τίποτε ποτέ ξανά. Ό,τι κι αν μου έχεις δώσει είναι καλό για εμένα, θα πρέπει να είναι καλό για εμένα· γι’ αυτό μου το έχεις δώσει”.
ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ
OSHO
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ