Η λέξη αμαρτία στά αυτιά μερικών σύγχρονων ανθρώπων ηχεί άσχημα καί επιδιώκουν μέ κάθε τρόπο νά τή διαγράψουν από τό λεξιλόγιό τους.
Αρκετοί καί μέσα στόν χώρο τής Εκκλησίας επιχειρούν νά αλλάξουν τό νόημά της καί τήν εκλαμβάνουν ως απλή αστοχία.
Κι άν τολμήσει κανείς νά μιλήσει ή νά γράψει ότι η αμαρτία είναι παράβαση τού νόμου τού Θεού καί επομένως είναι ενοχή, εύκολα χαρακτηρίζεται ως ηθικιστής καί άγευστος τής ορθόδοξης πνευματικότητας!
Από τήν άλλη έχει εκδηλωθεί έντονη η τάση τά τελευταία χρόνια, διάφορα αμαρτήματα καί πάθη νά αποδίδονται σέ βιολογικούς παράγοντες, στό DNA, όπως υποστηρίζουν.
Σύμφωνα μέ αυτή τήν αντίληψη ακόμη καί αισχρότατες διαστροφές ονομάζονται απλώς «διαφορετικός σεξουαλικός προσανατολισμός» καί εκφράζεται επιτακτικά η απαίτηση νά καλύπτονται από αντίστοιχη νομοθεσία.
Υποστηρίζεται ότι η ελεύθερη θέληση τού ανθρώπου δέν έχει καμία ανάμειξη σ αυτά τά πάθη καί επομένως ο διεστραμμένος άνθρωπος δέν έχει καμία ευθύνη.
Μέ αυτή τήν ως «επιστημονική» προβαλλόμενη αντίληψη προσπαθούν κάποιοι νά εξαλείψουν τήν προσωπική ευθύνη τού αμαρτωλού, νά φιμώσουν τή συνείδησή του πού διαμαρτύρεται καί νά τόν απαλλάξουν από τό βάρος τής ενοχής πού τόν πιέζει.
Η αμαρτία όμως γίνεται μέ πλήρη συμμετοχή τού λογικού μας καί μέ απόλυτη ελευθερία.
Ο λόγος τού Θεού μάς πληροφορεί μέ σαφήνεια ότι η αμαρτία είναι θεληματική άρνηση τού θελήματος τού Θεού.
«Αμαρτία εστίν η ανομία» (Α/ Ιω. γ/ 4).
Ο διάβολος έβαλε μπροστά στόν πρώτο άνθρωπο τόν πειρασμό νά παραβεί τόν νόμο τού Θεού, καί ο άνθρωπος σκέφθηκε, επιθύμησε, αποφάσισε καί αμάρτησε.
Έτσι διαπράχθηκε ελεύθερα καί αβίαστα η πρώτη καί μεγάλη αμαρτία τού ανθρώπου.
Οι Πατέρες τής Εκκλησίας μας μέ σαφήνεια αναλύοντας τή φυσιολογία της, τονίζουν ότι η αμαρτία είναι ασθένεια, θεληματική άρνηση τού αγαθού.
«Αύτη (η αμαρτία) ου φυσική εστιν ουδέ υπό τού Δημιουργού ημίν ενσπαρείσα, αλλ εκ τής τού διαβόλου επισποράς, εν τή ημετέρα αυτεξουσίω προαιρέσει εκουσίως συνισταμένη, ου βία ημών κρατούσα».
Δέν είναι μία φυσική ιδιότητα η αμαρτία.
Ούτε τήν φύτεψε μέσα μας ο Θεός.
Ούτε μάς εξουσιάζει μέ τή βία.
Αποτελεί σπορά τού διαβόλου, τήν οποίαν όμως δεχθήκαμε ελεύθερα καί τήν καλλιεργήσαμε μέ τήν αυτεξούσια προαίρεσή μας (Ιωάννου Δαμασκηνού, Έκδοσις ακριβής τής Ορθοδόξου Πίστεως ξδ/, ΕΠΕ 1, 394-396).
Γι αυτό καί ο Μέγας Αθανάσιος χαρακτηριστικά σημειώνει: Υποθέστε κάποιον πού μέσα στό μεσουράνημα τού ήλιου κλείνει τά μάτια του.
Αυτός επινοεί τό σκοτάδι, χωρίς αυτό νά υπάρχει αντικειμενικά.
«Καί λοιπόν ως εν σκότει πλανώμενος περιπατεί, πολλάκις πίπτων καί κατά κρημνών υπάγων, νομίζων ουκ είναι φώς, αλλά σκότος» περπατάει έτσι στό σκοτάδι, πέφτοντας συχνά καί φτάνοντας σέ γκρεμούς, νομίζοντας ότι δέν υπάρχει φώς αλλά σκοτάδι (Κατά Ελλήνων 7, ΕΠΕ 1, 90).
Η άρνηση τού φωτός είναι μία ηθελημένη πράξη.
Η πλάνη καί τό κατακρήμνισμα είναι οι φυσικές συνέπειες τής αυτεξούσιας δοκιμής του νά περπατήσει μέσα στό εκούσιο σκοτάδι. Ο άνθρωπος έχει ευθύνη γι αυτή τήν επιλογή του, γι αυτό καί πιέζεται από αίσθημα ενοχής.
Τι πρέπει να γίνει;
Τι πρέπει να γίνει;
Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μέ τή θεία Του διδασκαλία καί τό σωτηριώδες καί απολυτρωτικό έργο Του μάς υπέδειξε τόν τρόπο τής απαλλαγής καί τής ειρηνεύσεως τής συνειδήσεώς μας.
«Δεύτε πρός με πάντες οι κοπιώντες καί πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς», είπε.
Ελάτε κοντά μου όλοι οι κουρασμένοι καί βαρυφορτωμένοι καί Εγώ θά σάς ξεκουράσω (Ματθ. ια/ [11] 28).
Εκείνος μέ τόν θείο Του λόγο μάς καθοδηγεί σέ σωστή πορεία στή ζωή μας.
Μέ τό Τίμιο Αίμα τής σταυρικής Του θυσίας μάς απέπλυνε από «τόν ιόν τού όφεως».
Εξουδετέρωσε τό δηλητήριο τού φιδιού, τής αμαρτίας.
Καί πλέον μέσα στήν αγία Του Εκκλησία μέ τό Μυστήριο τής ιεράς Εξομολογήσεως μάς προσφέρει άφεση τών αμαρτιών μας.
Μάς απαλλάσσει από τό βάρος τής ενοχής, καθαρίζει τήν ψυχή μας, ανακαινίζει ολόκληρη τήν υπόστασή μας.
Η αμαρτία κατεξευτελίζει καί καταρρακώνει τήν ανθρώπινη ύπαρξη καί οδηγεί στόν ψυχικό καί αργά ή γρήγορα καί στόν σωματικό θάνατο.
Κανένας άνθρωπος δέν μπορεί νά ξεφύγει απότό μαστίγωμα τής συνειδήσεώς του, από τήν ελεγκτική κραυγή τής μέσα του φωνής καί από τήν ευθύνη.
Η τάση τής φυγής, ο φόβος τού ανθρώπου νά αντικρίσει τήν αμαρτωλότητά του πείθει ότι η αμαρτία είναι οδυνηρή ασθένεια πού απαιτεί θεραπεία.
Η αποφυγή τής χρήσεως τής λέξεως «αμαρτία» δέν αποτελεί θεραπεία, βασανίζει ακόμη πιό πολύ τόν άνθρωπο.
Η θεραπεία έρχεται μέ τή βαθιά καί ειλικρινή μετάνοια, καί τή συγχώρηση στό ιερό Μυστήριο τής Μετανοίας.
Άς καταφεύγουμε επομένως στήν ευσπλαχνική πατρική αγκαλιά τού πανοικτίρμονος Θεού μας μέσα στή θαλπωρή τής αγίας Εκκλησίας καί νά προσπαθούμε νά πορευόμαστε στή ζωή μας σύμφωνα μέ τό θέλημα τού Θεού.
Αυτή είναι η ριζική λύση τού προβλήματος πού λέγεται αμαρτία.
Πολυτονικό
Ἡ λέξη ἁμαρτία στὰ αὐτιὰ μερικῶν σύγχρονων ἀνθρώπων ἠχεῖ ἄσχημα καὶ ἐπιδιώκουν μὲ κάθε τρόπο νὰ τὴ διαγράψουν ἀπὸ τὸ λεξιλόγιό τους. Ἀρκετοὶ καὶ μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἐπιχειροῦν νὰ ἀλλάξουν τὸ νόημά της καὶ τὴν ἐκλαμβάνουν ὡς ἁπλὴ ἀστοχία. Κι ἂν τολμήσει κανεὶς νὰ μιλήσει ἢ νὰ γράψει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ καὶ ἑπομένως εἶναι ἐνοχή, εὔκολα χαρακτηρίζεται ὡς ἠθικιστὴς καὶ ἄγευστος τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας!
Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἔχει ἐκδηλωθεῖ ἔντονη ἡ τάση τὰ τελευταῖα χρόνια, διάφορα ἁμαρτήματα καὶ πάθη νὰ ἀποδίδονται σὲ βιολογικοὺς παράγοντες, στὸ DNA, ὅπως ὑποστηρίζουν. Σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν ἀντίληψη ἀκόμη καὶ αἰσχρότατες διαστροφὲς ὀνομάζονται ἁπλῶς «διαφορετικὸς σεξουαλικὸς προσανατολισμὸς» καὶ ἐκφράζεται ἐπιτακτικὰ ἡ ἀπαίτηση νὰ καλύπτονται ἀπὸ ἀντίστοιχη νομοθεσία. Ὑποστηρίζεται ὅτι ἡ ἐλεύθερη θέληση τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἔχει καμία ἀνάμειξη σ᾿ αὐτὰ τὰ πάθη καὶ ἑπομένως ὁ διεστραμμένος ἄνθρωπος δὲν ἔχει καμία εὐθύνη.
Μὲ αὐτὴ τὴν ὡς «ἐπιστημονικὴ» προβαλλόμενη ἀντίληψη προσπαθοῦν κάποιοι νὰ ἐξαλείψουν τὴν προσωπικὴ εὐθύνη τοῦ ἁμαρτωλοῦ, νὰ φιμώσουν τὴ συνείδησή του ποὺ διαμαρτύρεται καὶ νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἐνοχῆς ποὺ τὸν πιέζει.
Ἡ ἁμαρτία ὅμως γίνεται μὲ πλήρη συμμετοχὴ τοῦ λογικοῦ μας καὶ μὲ ἀπόλυτη ἐλευθερία. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς πληροφορεῖ μὲ σαφήνεια ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι θεληματικὴ ἄρνηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. «Ἁμαρτία ἐστὶν ἡ ἀνομία» (Α´ Ἰω. γ´ 4). Ὁ διάβολος ἔβαλε μπροστὰ στὸν πρῶτο ἄνθρωπο τὸν πειρασμὸ νὰ παραβεῖ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁ ἄνθρωπος σκέφθηκε, ἐπιθύμησε, ἀποφάσισε καὶ ἁμάρτησε. Ἔτσι διαπράχθηκε ἐλεύθερα καὶ ἀβίαστα ἡ πρώτη καὶ μεγάλη ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας μὲ σαφήνεια ἀναλύοντας τὴ φυσιολογία της, τονίζουν ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἀσθένεια, θεληματικὴ ἄρνηση τοῦ ἀγαθοῦ. «Αὕτη (ἡ ἁμαρτία) οὐ φυσική ἐστιν οὐδὲ ὑπὸ τοῦ Δημιουργοῦ ἡμῖν ἐνσπαρεῖσα, ἀλλ᾿ ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου ἐπισπορᾶς, ἐν τῇ ἡμετέρᾳ αὐτεξουσίῳ προαιρέσει ἑκουσίως συνισταμένη, οὐ βίᾳ ἡμῶν κρατοῦσα». Δὲν εἶναι μία φυσικὴ ἰδιότητα ἡ ἁμαρτία. Οὔτε τὴν φύτεψε μέσα μας ὁ Θεός. Οὔτε μᾶς ἐξουσιάζει μὲ τὴ βία. Ἀποτελεῖ σπορὰ τοῦ διαβόλου, τὴν ὁποίαν ὅμως δεχθήκαμε ἐλεύθερα καὶ τὴν καλλιεργήσαμε μὲ τὴν αὐτεξούσια προαίρεσή μας (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως ξδ´, ΕΠΕ 1, 394-396).
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος χαρακτηριστικὰ σημειώνει: Ὑποθέστε κάποιον ποὺ μέσα στό μεσουράνημα τοῦ ἥλιου κλείνει τὰ μάτια του. Αὐτὸς ἐπινοεῖ τὸ σκοτάδι, χωρὶς αὐτὸ νὰ ὑπάρχει ἀντικειμενικά. «Καὶ λοιπὸν ὡς ἐν σκότει πλανώμενος περιπατεῖ, πολλάκις πίπτων καὶ κατὰ κρημνῶν ὑπάγων, νομίζων οὐκ εἶναι φῶς, ἀλλὰ σκότος»· περπατάει ἔτσι στὸ σκοτάδι, πέφτοντας συχνὰ καὶ φτάνοντας σὲ γκρεμούς, νομίζοντας ὅτι δὲν ὑπάρχει φῶς ἀλλὰ σκοτάδι (Κατὰ Ἑλλήνων 7, ΕΠΕ 1, 90). Ἡ ἄρνηση τοῦ φωτὸς εἶναι μία ἠθελημένη πράξη. Ἡ πλάνη καὶ τὸ κατακρήμνισμα εἶναι οἱ φυσικὲς συνέπειες τῆς αὐτεξούσιας δοκιμῆς του νὰ περπατήσει μέσα στὸ ἑκούσιο σκοτάδι. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει εὐθύνη γι᾿ αὐτὴ τὴν ἐπιλογή του, γι᾿ αὐτὸ καὶ πιέζεται ἀπὸ αἴσθημα ἐνοχῆς.
Τί πρέπει νὰ γίνει;
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴ θεία Του διδασκαλία καὶ τὸ σωτηριῶδες καὶ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο Του μᾶς ὑπέδειξε τὸν τρόπο τῆς ἀπαλλαγῆς καὶ τῆς εἰρηνεύσεως τῆς συνειδήσεώς μας. «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς», εἶπε. Ἐλᾶτε κοντά μου ὅλοι οἱ κουρασμένοι καὶ βαρυφορτωμένοι καὶ Ἐγὼ θὰ σᾶς ξεκουράσω (Ματθ. ια´ [11] 28). Ἐκεῖνος μὲ τὸν θεῖο Του λόγο μᾶς καθοδηγεῖ σὲ σωστὴ πορεία στὴ ζωή μας. Μὲ τὸ Τίμιο Αἷμα τῆς σταυρικῆς Του θυσίας μᾶς ἀπέπλυνε ἀπὸ «τὸν ἰὸν τοῦ ὄφεως». Ἐξουδετέρωσε τὸ δηλητήριο τοῦ φιδιοῦ, τῆς ἁμαρτίας. Καὶ πλέον μέσα στὴν ἁγία Του Ἐκκλησία μὲ τὸ Μυστήριο τῆς ἱερᾶς Ἐξομολογήσεως μᾶς προσφέρει ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὸ βάρος τῆς ἐνοχῆς, καθαρίζει τὴν ψυχή μας, ἀνακαινίζει ὁλόκληρη τὴν ὑπόστασή μας.
Ἡ ἁμαρτία κατεξευτελίζει καὶ καταρρακώνει τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη καὶ ὁδηγεῖ στὸν ψυχικὸ καὶ ἀργὰ ἢ γρήγορα καὶ στὸν σωματικὸ θάνατο. Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ μαστίγωμα τῆς συνειδήσεώς του, ἀπὸ τὴν ἐλεγκτικὴ κραυγὴ τῆς μέσα του φωνῆς καὶ ἀπὸ τὴν εὐθύνη. Ἡ τάση τῆς φυγῆς, ὁ φόβος τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀντικρίσει τὴν ἁμαρτωλότητά του πείθει ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ὀδυνηρὴ ἀσθένεια ποὺ ἀπαιτεῖ θεραπεία. Ἡ ἀποφυγὴ τῆς χρήσεως τῆς λέξεως «ἁμαρτία» δὲν ἀποτελεῖ θεραπεία, βασανίζει ἀκόμη πιὸ πολὺ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ θεραπεία ἔρχεται μὲ τὴ βαθιὰ καὶ εἰλικρινὴ μετάνοια, καὶ τὴ συγχώρηση στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Μετανοίας.
Ἂς καταφεύγουμε ἑπομένως στὴν εὐσπλαχνικὴ πατρικὴ ἀγκαλιὰ τοῦ πανοικτίρμονος Θεοῦ μας μέσα στὴ θαλπωρὴ τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ πορευόμαστε στὴ ζωή μας σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ ριζικὴ λύση τοῦ προβλήματος ποὺ λέγεται ἁμαρτία.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”