Στην Ελλάδα η κατοχή και η χρήση κάνναβης είναι παράνομη βάσει νόμου μιας και το φυτό και τα παράγωγά του εντάσσονται στις ναρκωτικές ουσίες. O σχετικός νόμος είναι ο 4139 του 2013 «Περί Εξαρτησιογόνων Ουσιών»
Σε ενδεχόμενο αστυνομικό έλεγχο εάν βρεθεί στη κατοχή σας οποιαδήποτε ποσότητα κάνναβης (έστω και μικρή), οι αστυνομικοί μπορούν ακολουθώντας πιστά το νόμο να σας συλλάβουν και να σας παραπέμψουν σε δίκη, τα δε ναρκωτικά θα κατασχεθούν και θα καταστραφούν.
Εάν ένας χρήστης έχει στην κατοχή του μια μικροποσότητα κάποιας απαγορευμένης ουσίας χωρίς αυτή να είναι νόμιμα συνταγογραφημένη, οι ποινές είναι πλημμεληματικές και κυμαίνονται από 10 ημέρες μέχρι 6 μήνες. Στην Ελλάδα δεν έχει ακόμη οριστεί η διαδικασία συνταγογράφησης της κάνναβης.
Επίσης αν κάποιος, χωρίς να θεωρείται τοξικομανής, συλληφθεί για κατοχή μικροποσότητας, τότε το Δικαστήριο μπορεί να τον θεωρήσει ατιμώρητο εφόσον κρίνει ότι η χρήση από μέρους του ήταν «όλως περιστασιακή και ευκαιριακή». Αυτό συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις όταν κάποιος συλλαμβάνεται να κατέχει ελάχιστη ποσότητα κάνναβης.
Εάν αυτός που συλλαμβάνεται δεν είναι χρήστης (και το δικαστήριο δεν κρίνει τη χρήση του ως «όλως περιστασιακή και ευκαιριακή»), τότε οποιαδήποτε ποσότητα κι αν βρεθεί στην κατοχή του θεωρείται ότι έχει ως σκοπό την εμπορία. Και καταδικάζεται για κακούργημα με την ποινή του να ξεκινάει από 5 χρόνια κάθειρξης.
"Στον νόμο δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ κατοχής για φαρμακευτική ή μη χρήση του φυτού"
Ο νόμος 4523 του 2018 «νομιμοποιεί τη φαρμακευτική κάνναβη» ορίζοντας όσα αφορούν στην καλλιέργειά της για την παραγωγή φαρμάκου. Δεν προβλέπει όμως κάτι σχετικό με τη «νομιμοποίηση του ασθενή» που μεταφέρει κάνναβη.
*Τα φύλλα της Εφημερίδας της Κυβέρνησης με τους νόμους που αφορούν στην καλλιέργεια κάνναβης. Αριστερά αυτός του 1906 και δεξιά αυτός του 2018. Στο νόμος του 1906 θεωρούνταν δεδομένη η ελεύθερη χρήση του φυτού, σε αυτόν του 2018 νομιμοποιείται μόνο η καλλιέργειά του για παραγωγή φαρμάκου.
«Ασθενείς», «Χρήστες», «Μαλακά» και «Σκληρά»
Ανεξάρτητα όμως από τη χρήση του φυτού ως φαρμάκου ή ως μέσου πρόκλησης ευφορίας, ο νόμος στη χώρα μας δεν διαχωρίζει τα ναρκωτικά σε “σκληρά” και “μαλακά” όπως συμβαίνει σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες.
Έτσι, αν κάποιος συλληφθεί με μια μικρή ποσότητα που αποδεδειγμένα εξυπηρετεί δικές του ανάγκες, αντιμετωπίζει το ίδιο πλαίσιο ποινής, ανεξαρτήτως του είδους της ναρκωτικής ουσίας. Η διάκριση υφίσταται μόνο σε ό,τι αφορά την αναγνώριση εξάρτησης.
Και καθώς θεωρείται ότι η κάνναβη δεν προκαλεί σωματική εξάρτηση αλλά μόνο ψυχική έξη, όταν κάποιος είναι χρήστης ινδικής κάνναβης, ακόμα και χρόνιος, οι ιατροδικαστικές υπηρεσίες αδυνατούν να τον αναγνωρίσουν ως εξαρτημένο.
Προφανώς αυτό δημιουργεί μια παραδοξολογία: “γιατί αφού η κάνναβη δε δημιουργεί εξάρτηση, συγκαταλέγεται στα ναρκωτικά;”. Κι αν το ερώτημα δείχνει φιλοσοφικό, ενδιαφέρον έχει το ότι η παραδοξολογία αυτή δυνητικά θα μπορούσε να οδηγήσει τον χρήστη κάνναβης στο “να κερδίσει” ακόμη και μεγαλύτερη ποινή από τον χρήστη της ηρωίνης, της κοκαΐνης ή του κρακ.
Κι αυτό γιατί οι χρήστες “σκληρών ναρκωτικών”, ως εξαρτημένοι μπορούν να κάνουν χρήση των σχετικών ευνοϊκών διατάξεων του νόμου και να κριθούν ατιμώρητοι.
Στην πραγματικότητα αυτός που καλείται να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά είναι ο δικαστής, αυτός θα κρίνει εάν θα αντιμετωπίσει διαφορετικά τον χρήστη κάνναβης από τον χρήστη της ηρωίνης.
«H θρυλούμενη επιείκεια απέναντι στον χρήστη, και μάλιστα τον εξαρτημένο χρήστη, ακυρώνεται από το κατά βάση κατασταλτικό πνεύμα του νόμου» αναφέρει χαρακτηριστικά η εγκληματολόγος Αφροδίτη Κουκουτσάκη, ενώ όσο αφορά στην κρίση του δικαστή:
«H δικαστική κρίση συνιστά ερμηνεία του νόμου, άρα δεν παράγεται εντός ενός θεσμικά ουδέτερου χώρου, Η δικαστική απόφαση παραπέμπει μεν στη νομική επιταγή του κανόνα, αλλά στην ουσία της παράγει μια ερμηνεία, μια κρίση. Και αυτή η κρίση οφείλεται μάλλον στις ηθικές και κοινωνικές διαθέσεις των φορέων της, παρά στους καθαρούς κανόνες (normes) του δικαίου»…
Ποια είναι η ποσότητα που θεωρείται ότι προορίζεται “για προσωπική χρήση”;
Και εδώ δεν υπάρχει σαφής απάντηση. Το δικαστήριο θα πρέπει να καταλήξει στην αξιολόγηση της ποσότητας με μια σειρά από κριτήρια όπως:
1. Οι “προσωπικές ανάγκες” του χρήστη
Θεωρείται ότι μια ποσότητα που εξυπηρετεί τις ανάγκες του χρήστη για ένα διάστημα το πολύ 3-4 ημερών μπορεί να κατέχεται αποκλειστικά για δική του χρήση και όχι για εμπόριο.
Εδώ βέβαια υπάρχει διαφοροποίηση σχετικά με την κάνναβη εφόσον κάποιος συλληφθεί να καλλιεργεί ή να έχει αποθηκεύσει «τη σοδειά του». Η κάνναβη είναι φυτό, δεν είναι ναρκωτικό που προκύπτει από χημική επεξεργασία. Και τα φυτά έχουν εποχή που σπέρνονται και εποχή που γίνεται η συγκομιδή τους.
Η λογική λέει ότι ο χρήστης που θα μπει στον κόπο να καλλιεργήσει ένα δέντρο στον κήπο του, με αυτό θα φροντίσει να περάσει όλη τη σεζόν.
Εάν όμως συλληφθεί με ένα δέντρο κάνναβης στην κατοχή του, είναι πιθανό να καταδικαστεί για εμπορία μιας και η ποσότητα θα θεωρηθεί μεγάλη…
2. Η “Συσκευασία”
Ένα άλλο κριτήριο, είναι ο τρόπος, η μορφή με την οποία κατέχεται η ναρκωτική ουσία. Αν για παράδειγμα μια ποσότητα 10 γραμμαρίων κάνναβης είναι όλη μαζί σε ένα σακουλάκι, τότε για έναν χρήστη μπορεί να θεωρηθεί ότι κατέχεται για αποκλειστικά δική του χρήση.
Αν η ίδια ποσότητα βρεθεί «σπασμένη» σε σακουλάκια των 2-3 γραμμαρίων, μπορεί να θεωρηθεί ότι προορίζεται για εμπορία.