Έρευνες έχουν δείξει πως τα θετικά συναισθήματα και η γενικότερη θετική στάση απέναντι στη ζωή βοηθούν στην επίτευξη θετικών αλλαγών κι ευημερίας. Τα συναισθήματα της χαράς, της αγάπης, της ευγνωμοσύνης κ.λ.π. διευρύνουν το πεδίο επιλογών μας κι επηρεάζουν τον εγκέφαλό μας με τρόπο που αυξάνει την επίγνωση, την εστίαση και τη μνήμη μας.
Οι σκέψεις είναι η γλώσσα του εγκεφάλου και τα συναισθήματα είναι η γλώσσα του σώματος. Όταν εστιάζουμε τη σκέψη μας σε κάτι συγκεκριμένο, αγνοώντας οτιδήποτε άλλο, κάποια στιγμή η ίδια η σκέψη γίνεται η εμπειρία. Όταν αυτό συμβεί, η σκέψη μας αλλάζει τον εγκέφαλό μας.
Ο εγκέφαλος τότε παράγει συγκεκριμένες χημικές ουσίες που ταιριάζουν με αυτή τη σκέψη ώστε να νιώσουμε σύμφωνα με αυτό που σκεφτόμαστε. Όταν, λοιπόν, κάνουμε σκέψεις χαράς και αγάπης παράγονται χημικές ουσίες που μας κάνουν να νιώθουμε χαρούμενοι.
Το ίδιο ισχύει και για αρνητικές σκέψεις που μας δημιουργούν αρνητικά και βαριά συναισθήματα. Ο εγκέφαλος καταγράφει συνέχεια τον τρόπο που νιώθει το σώμα και ανάλογα με την ανατροφοδότηση που λαμβάνει παράγει περισσότερες σκέψεις που δημιουργούν αντίστοιχα συναισθήματα. Αρχικά, δηλαδή, νιώθουμε όπως σκεφτόμαστε και μετά σκεφτόμαστε όπως νιώθουμε.
Η σημαντική διαφορά, κατά τη γνώμη μου, είναι πως οι σκέψεις έχουν πάντα να κάνουν με το παρελθόν ενώ τα συναισθήματα είναι αγκυροβολημένα στο παρόν. Θυμηθείτε κάποια φορά, πριν χρόνια, που νιώσατε ευτυχισμένοι. Είναι συναίσθημα του παρελθόντος; Όχι. Το νιώθετε τώρα.
Το σώμα μας είναι σχεδιασμένο έτσι που μπορούμε να αισθανθούμε μόνο στην παρούσα στιγμή. Μπορούμε να σκεφτούμε το παρελθόν ή το μέλλον, αλλά μπορούμε να νιώσουμε μόνο στο τώρα. Η ανησυχία είναι αίσθημα του μέλλοντος, η ενοχή είναι αίσθημα του παρελθόντος, αλλά τα βιώνουμε στο τώρα.
Τελικά τι;
Σκεφτόμαστε όπως αισθανόμαστε ή
αισθανόμαστε όπως σκεφτόμαστε;
Δύσκολο ερώτημα. Οι σκέψεις προκαλούν τα συναισθήματα ή τα συναισθήματα τις σκέψεις;
Το 1972, ο Aaron Beck προσπαθώντας να ερευνήσει τις αιτίες της κατάθλιψης, επιχείρησε να απαντήσει στο ερώτημα. Έτσι γεννήθηκε η γνωστική θεωρία και θεραπεία. Σύμφωνα με τον Beck, οι σκέψεις δημιουργούν τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές μας. Σε πολύ γενικές γραμμές, οι θετικές σκέψεις οδηγούν σε θετικά συναισθήματα και οι αρνητικές σε αρνητικά, αν και η διαδικασία είναι πολύ πιο πολύπλοκη. Όταν νιώθουμε καλά, δεν αναρωτιόμαστε τι συμβαίνει, είναι μια κατάσταση που δε μας δυσκολεύει, άρα δε μας προβληματίζει. Τι μας συμβαίνει όμως όταν δε νιώθουμε καλά; Πώς προκύπτει συνεχής κακή διάθεση;
Πώς κάποιος παθαίνει κατάθλιψη;
Αν και η κακή διάθεση και η κατάθλιψη είναι πολύ διαφορετικές έννοιες, και οι αιτίες τις κατάθλιψης πολύ πιο βαθιές και πολύπλευρες, έχουν μια κοινή βάση: τη «γνωστική τριάδα» του Beck.
Η «γνωστική τριάδα» περιλαμβάνει:
1) την αρνητική εικόνα του εαυτού,
2) την αρνητική εικόνα για τους άλλους και τον κόσμο και
3) την αρνητική εικόνα για το μέλλον. Το άτομο βλέπει τον κόσμο μέσα από ένα οργανωμένο σύστημα αρνητικών σκέψεων που παραποιούν, διαστρεβλώνουν, τις εμπειρίες και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον εαυτό του, τον κόσμο και το μέλλον.
Οι παραποιήσεις, ή διαστρεβλώσεις ή γνωσιακά λάθη, είναι λάθη στη σκέψη που κάνουν το άτομο να εστιάζει μόνο στα αρνητικά. Παρατηρεί μόνο τα πράγματα που πάνε στραβά και κάθε τι θετικό κρίνεται ως ασήμαντο. Αυτές οι παραποιήσεις δημιουργούν τελικά αρνητικά συναισθήματα.
Μια από τις διαστρεβλώσεις είναι η προσωποποίηση, η πεποίθηση ότι το άτομο φταίει για τα αρνητικά πράγματα που συμβαίνουν σε εκείνο ή σε άλλους στο περιβάλλον, ακόμα κι αν δεν έχει κανέναν απολύτως έλεγχο. Ό,τι πάει στραβά είναι δικό του φταίξιμο!
Αν, για παράδειγμα, ένας φίλος έχει κακή διάθεση, το άτομο μπορεί να αναρωτηθεί «τι έκανα και θύμωσε μαζί μου;». Αν πάλι ένα φίλος περάσει από δίπλα του χωρίς να του μιλήσει, μπορεί να σκεφτεί, «πρέπει να είπα κάτι που τον ενόχλησε και δεν θέλει να μου μιλήσει».
Η επιλεκτική θεώρηση είναι ακόμα μια διαστρέβλωση. Το άτομο επικεντρώνεται σ’ ένα αρνητικό στοιχείο μιας γενικά θετικής κατάστασης. Για παράδειγμα, αν ένας φίλος επικοινωνήσει με το άτομο και μέσα στην, κατά τα άλλα ευχάριστη, συζήτηση αναφέρει τη λέξη «βαριέμαι» το άτομο μπορεί να σκεφτεί, «δεν είχε τίποτ’ άλλο να κάνει, γι αυτό πήρε τηλέφωνο».
Η μεγέθυνση του αρνητικού είναι το γνωσιακό λάθος όπου η σημασία των πραγμάτων που συμβαίνουν μεγαλοποιείται. Τα αρνητικά γεγονότα μεγεθύνονται και γίνονται υπερβολικά, ενώ τα θετικά ελαχιστοποιούνται. Ένα παράδειγμα: «έκανα λάθος το όνομά του και όλοι με κοιτούσαν και γελούσαν μαζί μου».
Τέλος, ένα ακόμα γνωσιακό λάθος είναι οι ταμπέλες. Το άτομο προσάπτει μια ταμπέλα στον εαυτό του και σκέφτεται και κρίνει τα πάντα σύμφωνα με αυτή την ταμπέλα. Οι ταμπέλες μπορεί να είναι «είμαι αποτυχημένος», «έτσι είμαι πάντα, δεν υπάρχει ελπίδα», «είμαι άχρηστος». Δίνοντας τις ταμπέλες, το άτομο αντιδρά σ’ αυτές κι όχι στα γεγονότα.
Παραδείγματος χάριν, το τηλεφώνημα του φίλου και η αναφορά στη βαρεμάρα αξιολογείται σύμφωνα με την ταμπέλα «είμαι αποτυχημένος», αφού υποτίθεται ότι οι φίλοι τον θυμούνται μόνο όταν βαριούνται. Οι ταμπέλες γίνονται τελικά τα γυαλιά μέσα από τα οποία κρίνει τα γεγονότα.
Καταλήγουμε λοιπόν στο ότι μια σκέψη πάντα μεσολαβεί ανάμεσα στο γεγονός και τη συναισθηματική αντίδραση, άρα η σκέψη μας οδηγεί στο συναίσθημα. Όλες οι σκέψεις που έρχονται στο μυαλό μας με ξαφνικό τρόπο, ονομάζονται «αυτόματες σκέψεις». Παρέχουν ένα συνεχή σχολιασμό για τη συμπεριφορά μας και για το τι συμβαίνει στο περιβάλλον γύρω μας. Αυτές οι σκέψεις είναι σημαντικές, γιατί μας συνοδεύουν σε μόνιμη βάση και γιατί επηρεάζουν τις πράξεις και τα συναισθήματά μας. Είναι αυτόματες γιατί δε συνειδητοποιούμε την ύπαρξη τους και το πώς επηρεάζει την ερμηνεία του γεγονότος.
Συνήθως κάνουμε ένα συνδυασμό από αρνητικές και θετικές αυτόματες σκέψεις. Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ικανοί να δουν και τις δύο πλευρές μιας κατάστασης, μπορούν να πάρουν ισορροπημένες αποφάσεις και να κρίνουν με ρεαλιστικό τρόπο.
Για άλλους είναι πιο δύσκολο να μπορέσουν να δουν τα πράγματα με ένα θετικό τρόπο, γιατί η σκέψης του επηρεάζεται από τις διαστρεβλώσεις. Οι αυτόματες σκέψεις τους λοιπόν τείνουν να είναι πρωτίστως αρνητικές.
Οι αρνητικές αυτόματες σκέψεις οδηγούν το άτομο σε ένα φαύλο κύκλο, όπου η κακή διάθεση τρέφεται από τις σκέψεις και οι σκέψεις από την κακή διάθεση. Μέσα σε αυτό τον κύκλο, οι αρνητικές σκέψεις δημιουργούν δυσάρεστα συναισθήματα. Τα δυσάρεστα συναισθήματα μας εμποδίζουν να κάνουμε πράγματα.
Η απραξία μας δίνει περισσότερο χρόνο να σκεφτούμε όλα αυτά που μπορούν να πάνε άσχημα. Τελικά αυτό επιβεβαιώνει τις αρνητικές μας σκέψεις. Αν αφεθούμε σ’ αυτό τον κύκλο, συντηρούμε την κακή διάθεση και ενδεχομένως να έρθουμε αντιμέτωποι με την κατάθλιψη. Όσο μπαίνουμε πιο βαθιά στο φαύλο κύκλο, όσο δίνουμε σημασία στις αρνητικές σκέψεις, τόσο πιο αυτόματες γίνονται και πιο πιστευτές και άρα πιο δύσκολο να βγούμε από αυτή την κατάσταση. Τότε είναι πιθανώς η ώρα να αναζητήσουμε τη βοήθεια ειδικού.