Άνθρωπε!
Απόψε δεν θέλω να γράψω. Βαριέμαι!
Απόψε θέλω να τεμπελιάσω, να χουζουρέψω, να αράξω.
Απόψε θέλω να ξεκουραστώ, θέλω να ξαποστάσω το μυαλό μου, θέλω να το αφήσω να ησυχάσει λιγάκι από όλες εκείνες τις αμέτρητες ερωτήσεις που του το βομβαρδίζω, πολύ καιρό τώρα.
Απόψε θέλω να ρωτήσω εσένα!
Σου έχω ερωτήσεις!
Όχι για να μου τις απαντήσεις…στον εαυτό σου απάντησε τες. Σε αυτόν τις χρωστάς!
Για πες τώρα…
Ως πότε ρε άνθρωπε θα ζεις για τους άλλους και όχι για σένα; Ως πότε θα καις τις μέρες σου και θα σκοτώνεις τις νύχτες σου; Μέχρι πότε θα σκύβεις το κεφάλι σου και θα αφήνεις την μοναδική σου ζωή να περνάει και να φεύγει, άχρωμη, άοσμη και άψυχη.
Ως πότε θα κρύβεις τα όνειρα σου κάτω απ τις κουβέρτες; Ως ποτέ θα κλειδώνεις τα αύριο σου σε δωμάτια υγρά και σκοτεινά, μην βγουν έξω στο φως και ενοχλήσουν τους άλλους; Μέχρι πότε θα καταπίνεις τα λόγια σου, μην τυχόν και ξεβολέψουν όλους αυτούς που σε κρίνουνε, μην τυχόν και σε πουν κακό παιδί;
Μέχρι πότε θα φέγγεις τα λάθη σου και θα κρύβεις τα σωστά σου; Θα πνίγεις τα θέλω σου και θα ζεις για τα πρέπει; Θα φιμώνεις τις ανάγκες σου και θα κλαις στο σκοτάδι; Μέχρι πότε;
Πότε θα βγάλεις από την μούρη σου αυτό το ψεύτικο χαμόγελο, πότε θα πεις επιτέλους την αλήθεια, ποτέ θα πάψεις να λες “είμαι καλά”, ενώ μέσα σου όλα ουρλιάζουν; Πότε θα πάψεις να φοράς τον συμβιβασμό κατάσαρκα και να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου ότι όλα είναι καλά και όλα είναι στην θέση τους; Είναι;
Πότε θα βρεις λίγο χρόνο για σένα, λίγο κατάδικο σου χρόνο; Πότε θα πας εκείνο το ταξίδι που ονειρεύεσαι, πότε θα βγεις έξω και θα τα κάνεις όλα πουτάνα γιατί έτσι σου γουστάρει; Πότε ρε άνθρωπε θα βρεις το θάρρος να μιλήσεις όμορφα σε όσους το αξίζουν και να “στολίσεις” πατόκορφα όσους μαυρίζουν την ψυχή σου;
Πότε θα πλακώσεις στα μπινελίκια τον διπλανό σου, που δεν σε σέβεται, που δεν σε αφήνει να ησυχάσεις τα μεσημέρια και σε ξυπνάει τα βράδια, γιατί έτσι του γουστάρει;
Πότε θα βάλεις εκείνη την ταινία που σου αρέσει και θα αράξεις στον καναπέ σου μόνος ή μαζί με αυτόν που θες για να την απολαύσεις; Πότε ρε φίλε, θα πας μια βόλτα στα μαγαζιά και θα αγοράσεις ότι σου γυάλισε χωρίς να σκέφτεσαι τι θα πουν οι προστάτες σου, οι κριτές σου και οι συμβουλάτορες σου;
Πότε θα πάρεις τον εγκαταλελειμμένο σου εαυτό και θα μπείτε οι δυο σας μέσα στο αυτοκίνητο να πάτε μια βόλτα, να μιλήσετε, να τα βρείτε, να τον βρίσεις, να τον φιλήσεις και να τον αγκαλιάσεις;
Ναι!
Εσύ και ο εαυτός σου, ένα βράδυ οι δυο σας ρε αδελφέ και κανείς άλλος εκεί! Να τον αφήσεις να σου μιλήσει, να τον ακούσεις προσεκτικά, να του πεις ένα συγνώμη που του χρωστάς και ένα σ αγαπώ που του αξίζει.
Για πες.
Μήπως νομίζεις ότι είσαι δέντρο, μπας και νομίζεις ότι είσαι αιωνόβιος πλάτανος και θα ζήσεις χιλιάδες χρόνια; Μήπως πιστεύεις ότι έχεις ατελείωτο χρόνο και δεν πειράζει να χαραμίσεις λίγο από αυτόν; Μήπως φαντάζεσαι ότι η μάνα σου σε έκανε για να θυσιάζεσαι εσύ και να ζουν οι άλλοι, ότι η δική σου ζωή είναι λιγότερο σημαντική από των υπολοίπων;
Πόσους θα αφήσεις ακόμη να πατάνε πάνω σου, να σε μειώνουν, να σε προσβάλουν, να σε υποτιμούν; Πόσους;
Μέχρι πότε ρε άνθρωπε θα κάνεις τον μαλάκα;
Να σου πω κάτι;
Την έκαψες την ζωή σου ρε φίλε.
Σε “θέλω” σκοτωμένα.
Σε “πρέπει” άλλων.
Σε “όχι” ξένα, σε “ναι” πνιγμένα.
Σε αγάπες ασύμφορες, σε έρωτες μόνους.
Σε άλλοτε όνειρα που γίνανε εφιάλτες.
Σε ανθρώπους λίγους.
Σε υποχωρήσεις πρόστυχες.
Σε φόβους πούστικους.
Σε αναβολές αόριστες.
Σε θανάτους ψυχών.
Σε γαμημένους συμβιβασμούς.
Την έκαψες την ζωή σου ρε.
Σήκω και πάλεψε!
Για την ζωή σου, για τα όνειρα σου, για τους ανθρώπους σου, για την μαγκιά σου, για το γαμώτο, για την αγάπη και για τον έρωτα…
Για σένα ρε άνθρωπε!
Πάλεψε!