Η Πανδώρα πήρε το κουτί με τα δεινά και το άνοιξε. Ήταν το δώρο των θεών στους ανθρώπους, εξωτερικά ένα όμορφο, γοητευτικό δώρο, που λεγόταν το «το κουτί της καλής τύχης». Τότε όλα τα δεινά, ζωντανά φτερωτά πλάσματα, πέταξαν έξω. Από τότε περιφέρονται και κάνουν κακό στους ανθρώπους μέρα και νύχτα. Ένα μόνο δεινό δεν είχε ακόμη γλιστρήσει έξω από το κουτί. Ύστερα, μετά από θέληση του Δία, η Πανδώρα έκλεισε το καπάκι κι έτσι το κακό έμεινε μέσα.
Τώρα ο άνθρωπος έχει το κουτί της καλής τύχης για πάντα στο σπίτι και θαυμάζει το θησαυρό που έχει μέσα· τον έχει στη υπηρεσία του· απλώνει το χέρι του να τον πιάσει όταν του κάνει κέφι. Γιατί δεν ξέρει ότι το κουτί που έφερε η Πανδώρα ήταν το κουτί των δεινών και παίρνει το κακό που έχει μείνει μέσα για το μεγαλύτερο κομμάτι καλοτυχίας – αυτό είναι η ελπίδα.
Γιατί ο Δίας ήθελε να μην πετάξει ο άνθρωπος τη ζωή του, ανεξάρτητα από το πόσο θα τον τυραννούσαν τα άλλα κακά, αλλά να συνεχίσει να αφήνεται να τυραννιέται. Γι’ αυτό το λόγο δίνει στους ανθρώπους την ελπίδα. Στ’ αλήθεια είναι το χειρότερο κακό γιατί παρατείνει την τυραννία των ανθρώπων.
Το κουτί της Πανδώρας
Ο θεός Δίας κάποτε θύμωσε με τους ανθρώπους και ήθελε να τους τιμωρήσει. Ζήτησε από τον Ήφαιστο να φτιάξει μια γυναίκα από πηλό με ανθρώπινη μορφή. Ο Ήφαιστος δημιούργησε ένα αριστούργημα, οι υπόλοιποι θεοί του έδωσαν πνοή και μετατράπηκε σε μία πανέμορφη γυναίκα. Τη δίδαξαν πώς να υφαίνει, να ντύνεται και πολλά άλλα. Ο Δίας έμεινε ικανοποιημένος, την ονόμασε Πανδώρα και την έστειλε στη Γη ως δώρο σε ένα θνητό άντρα, τον Επιμηθέα. Φεύγοντας από τον Όλυμπο, ο Δίας της έδωσε ένα κουτί και της είπε να μην το ανοίξει ποτέ.
Η Πανδώρα παντρεύτηκε τον Επιμηθέα και σε γενικές γραμμές ζούσαν ευτυχισμένοι, όμως συνεχώς αναρωτιόταν τι υπήρχε μέσα στο κουτί.
Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί κάποιος να της δώσει ένα κουτί εάν δε μπορούσε να το ανοίξει. Ποιος ο λόγος; Η περιέργεια άρχισε να τη σκοτώνει και δεν την άφηνε σε ησυχία. Ήταν αδύνατο να αντισταθεί άλλο και αποφάσισε να ανοίξει το κουτί. Ίσα που σήκωσε το καπάκι για να ρίξει μια γρήγορη ματιά αλλά, πριν το συνειδητοποιήσει, το δωμάτιο είχε γεμίσει με φοβερά πράγματα: την ασθένεια, την απόγνωση, την κακία, την αλαζονεία, το ρατσισμό, το θάνατο, το μίσος, τη βία, τη σκληρότητα, την απληστία, τον πόλεμο και όλο συνέχιζαν να βγαίνουν…
Η κοπέλα πανικόβλητη έβαλε τα κλάματα και πήγε να κλείσει το κουτί, μέχρι που είδε τελευταία να βγαίνει την ελπίδα. Ο πανούργος Δίας δεν είχε κάνει λάθος και σε αυτή του την επιλογή. Ήθελε να τιμωρήσει τους ανθρώπους και τους έστειλε όλα τα δεινά αλλά και την ελπίδα -που ως γνωστόν πεθαίνει τελευταία- για να τα ανέχονται.