Ο homo saecularis είναι το ραφινάτο απόσταγμα της ιστορίας. Για να φτάσουμε σε αυτόν, έπρεπε να ξεφορτωθούμε ένα σωρό βάρη: θρησκευτικά, πολιτικά, το βάρος της παράδοσης.
Αυτό όμως το αλάφρωμα δεν μας χάρισε ευτυχία ή έστω ικανοποίηση, αλλά ένα είδος πανικού. Η νίκη της εκκοσμίκευσης, που κατακλύζει πλέον όλο τον κόσμο, είναι παράδοξη. Ο homo saecularis βρέθηκε μπροστά σε έναν κόσμο που δεν μπορεί να διαχειριστεί. Νίκησε, αλλά του λείπει κάτι το ουσιαστικό, κυριαρχεί, αλλά εξεγείρεται ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό.
Όλες οι λέξεις που χρησιμοποιεί είναι ακατάλληλες και χρειάζονται «διόρθωση», αυτό δηλαδή που σύμφωνα με τον Κομφούκιο αποτελεί την κύρια λειτουργία της σκέψης. Γι’ αυτό και ονόμασα το τελευταίο μου βιβλίο «Το ακατονόμαστο παρόν», γιατί από τον Μάιο του 1945 έχουμε εισέλθει σε μία ζώνη που δεν έχει όνομα, σ’ έναν κόσμο δίχως σταθερά σημεία αναφοράς. Και για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει σήμερα, πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη την αμέσως προηγούμενη περίοδο ’33-’45, αυτήν την προσπάθεια αυτοκαταστροφής του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Ο κόσμος του homo saecularis δεν αντιπροσωπεύεται από καμία κατηγορία: ούτε από τον υπάλληλο, ούτε από τον εργάτη, ούτε από τον μάνατζερ ή τον πολιτικό. Η μόνη κατηγορία που καλύπτει τα πάντα είναι ο τουρίστας. Και με τη λέξη «τουρίστας» δεν εννοώ βέβαια αυτόν που ταξιδεύει, αλλά το ανθρωπολογικό μοντέλο της εικονικής πραγματικότητας.
Οι τεχνικοί της εικονικής πραγματικότητας μιλούν για μια επαυξημένη πραγματικότητα, η οποία όμως βασίζεται σε μια ελαττωμένη πραγματικότητα, σε μια πραγματικότητα από την οποία έχει αφαιρεθεί ένα χαρακτηριστικό ζωτικής σημασίας: η μη αναστρεψιμότητά της. Σε αυτή την οδό συναντιούνται τόσο ο φανατικός της υπερκαλωδίωσης όσο και ο ακτιβιστής που θέλει να διορθώσει τον κόσμο.
Στο επίκεντρο της ψηφιακής επανάστασης, στη Silicon Valley, λαμβάνει χώρα κάτι πρωτόγνωρο. Υπάρχουν εκεί κάποιοι επιχειρηματίες, οι οποίοι μπορούν να χαρακτηριστούν είτε ως τολμηροί διανοούμενοι είτε ως παραληρούντες τελάληδες (ανάλογα με τα γούστα του καθενός), και οι οποίοι χρηματοδοτούν πρότζεκτς που αλλάζουν τον κόσμο από την μια μέρα στην άλλη.
Ο όρος «τεχνητή νοημοσύνη» δεν εκφράζει σήμερα έναν τεχνολογικό εσωτερισμό, όπως τη δεκαετία του ’70, αλλά μια πανίσχυρη οικονομική δύναμη. Εκεί λοιπόν δεν μιλάν για τίποτε άλλο, παρά για τη στιγμή εκείνη που οι μηχανές θα γίνουν πιο έξυπνες από εμάς. Αυτό όμως για το οποίο δεν μιλάει κανένας είναι το πιο σημαντικό: η συνείδηση. Για το τι είναι και το πως λειτουργεί η συνείδηση, κανείς νευροεπιστήμονας κατάφερε να ψελλίσει οτιδήποτε. Θα τους συνιστούσα να διαβάσουν τις Ουπανισάδ.
Ο homo saecularis δεν εξεγείρεται μονάχα ενάντια στον εαυτό του, αλλά και ενάντια στη δημοκρατία. Αλλά το δημοκρατικό τυπικό που ρυθμίζει τον κόσμο μας είναι ο μόνος τρόπος να καταστεί βιώσιμη η ζωή, άσχετα αν για δημογραφικούς λόγους είναι σχεδόν ανεφάρμοστο. Αν όμως δεν υπήρχε, σε χώρες όπως π.χ. η Ινδία, θα είχαμε συνεχείς σφαγές.
Η δημοκρατία είναι το τελευταίο οχυρό που κάνει ανεκτή τη ζωή, μετά έχουμε μόνο βασανιστήρια και αστυνομικά καθεστώτα. Σε αντίθεση με όσους πιστεύουν ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία θα πρέπει να αντικατασταθεί από ένα αμεσοδημοκρατικό μοντέλο, εγώ νομίζω ότι η έννοια και η λειτουργία της διαμεσολάβησης είναι αποφασιστικής σημασίας.
Η σκέψη που δεν τη λαμβάνει υπ’ όψη της είναι μια σκέψη αδαούς, γιατί όλη η υπόστασή μας βασίζεται στη διαμεσολάβηση, άσχετα αν όλοι την συκοφαντούν σαν το στοιχείο εκείνο που διαστρεβλώνει τα πάντα.
Η ίδια η πρόσληψη της αισθητής πραγματικότητας είναι δυνατή μόνο χάρη στη διαμεσολάβηση. Για να δω κάτι χρησιμοποιώ φίλτρα. Όποιος δεν το γνωρίζει αυτό καταλήγει να πιστεύει ότι η διαμεσολάβηση είναι απλά ένα όργανο εξαπάτησης, σαν τον ανέντιμο δημοσιογράφο, τον ψεύτη πολιτικό ή, όπως συνέβη στο παρελθόν, τον πονηρό Εβραίο.
Είναι θλιβερό. Αυτή η απώθηση που προκαλεί η διαμεσολάβηση δείχνει ότι η σκέψη μας έγινε πιο χοντροκομμένη. Όσο προχωρά η διαδικασία αποδιαμεσολάβησης του κόσμου θα γίνεται όλο και πιο εύκολο να εξαπατηθεί όποιος δεν διαθέτει πνεύμα αντίστασης. Κι έτσι θα νομίζει ότι η φωνή του είναι ταυτόχρονα και vox populi. Ο homo saecularis ξεφορτώθηκε τις θρησκείες, αλλά παρέμεινε τραγικά εύπιστος.
Προκειμένου να κατονομάσω αυτό που είναι ακατονόμαστο, χρησιμοποιώ πολλές φορές κατηγορίες που είναι εντελώς ανεπίκαιρες, αρχαϊκές, όπως η θυσία. Από όλα τα πράγματα που συνάντησα, η θυσία είναι το πιο δύσκολο αντικείμενο για τη σκέψη. Δεν πρόκειται βέβαια για δικιά μου ανακάλυψη, τη συναντάμε παντού στην ιστορία.
Από την Κίνα ως την Ινδία κι απ’ την Ελλάδα ως την Παλαιστίνη, οι πιο διαφορετικοί και απομακρυσμένοι πολιτισμοί έχουν ως κοινό στοιχείο την πρακτική της θυσίας. Και μετά έχουμε την ανατροπή: με τον Ιησού η θυσία τελειώνει για πάντα και γίνεται, μέσω της Θείας Λειτουργίας, ανάμνηση θυσίας. Ταυτόχρονα όμως, η σταύρωση του Ιησού είναι και μια επιστροφή στις αρχές της θυσίας, όταν θύμα ήταν ο ίδιος ο Θεός.
Τέλος, φτάνουμε στο σήμερα, όπου το θυσιαστικό τελετουργικό έχει εξοβελιστεί πλήρως από την κοινωνία και δεν έχει δικαίωμα ύπαρξης. Όμως οι βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας των ισλαμιστών, απειλή που παραλύει τον κόσμο, αποτελεί μια εμφανή μορφή θυσιαστικής τελετουργίας, όπου θύμα είναι ο δράστης και καρπός της θυσίας όλοι εκείνοι που σκοτώνει μαζί του.
Το θυσιαστικό τελετουργικό δεν θα εξαφανιστεί έτσι απλά, επειδή η εκκοσμικευμένη κοινωνία αποφάσισε κάποια στιγμή να το θέσει εκτός λειτουργίας. Επιστρέφει με άλλες μορφές. Είναι η τρομοκρατία και βέβαια ο πόλεμος, ιδίως από τον Α’ Π. Π. κι έπειτα.
Αν διαβάσουμε τις «Τελευταίες ημέρες της ανθρωπότητας» του Κ. Κράους, θα δούμε ότι πιο πολύ χρησιμοποιεί τη λέξη θυσία παρά μάχη. Στον Β΄Π. Π. η θυσία μετατρέπεται σε μια διαδικασία απολύμανσης, μέσω των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Είναι πραγματικά εξοργιστικό το γεγονός ότι αποκαλούμε αυτή τη φρίκη με την ίδια λέξη που περιγράφει την ευχαριστηριακή θυσία που τέλεσε ο Νώε μετά τον κατακλυσμό: ολοκαύτωμα.
Σήμερα η θυσία δεν αποτελεί θρησκευτική κατηγορία. Η θρησκεία προϋποθέτει την επαφή με το αόρατο κι αυτό δεν ισχύει στην ισλαμική τρομοκρατία. Πηγή της ισλαμικής τρομοκρατίας είναι μάλλον η εκδίκηση, η απόρριψη του δυτικού πολιτισμού.
Σε μια τεράστια περιοχή του πλανήτη που εκτείνεται από το Μαρόκο ως την Ινδονησία, ένας αριθμός ανθρώπων που ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο αισθάνεται, όσον αφορά την ίδια του την ύπαρξη, ταπεινωμένος, απεγνωσμένος. Γι’ αυτό και στο βιβλίο μου μιλώ επίσης και για την πορνογραφία, εξ ίσου σημαντική με την οικονομική παράμετρο.
Το γεγονός ότι από τη μια στιγμή στην άλλη, σε κοινωνίες που έχουν πολύ προβληματικές σχέσεις με τον έρωτα, έγινε δυνατή, χάρη στο διαδίκτυο, η δωρεάν πρόσβαση σε άπειρες εικόνες γυμνών γυναικών που επιδίδονται σε σεξουαλικές πράξεις, αποτέλεσε ένα πολύ ισχυρό σοκ.
Στην ισλαμική τρομοκρατία, ο καρπός της θυσίας δεν δρέπεται πλέον στο αόρατο αλλά ταυτίζεται με τον σωρό πτωμάτων που στοιβάζονται στον ορατό κόσμο. Αλλά παρόλα αυτά η θυσία θα συνεχίσει να υπάρχει, η κοινωνία δεν μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν.
Ο μύθος είναι ένα συνειδησιακό δράμα, τόσο για τους θεούς όσο και για τους ανθρώπους. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα Ελευσίνια Μυστήρια, τα οποία δεν είναι, όπως ισχυρίζονται πολλοί, μια προσπάθεια του ανθρώπου να κλέψει λίγη από την θεϊκή αθανασία. Δεν πρόκειται περί αυτού.
Πρόκειται – κοιτάξτε καλά όλες τις ιστορίες που τα περιβάλλουν – για μια εσωτερική κρίση του ολύμπιου δωδεκάθεου. Τα Μυστήρια εκφράζουν μια στιγμή κατά την οποία κλυδωνίζεται η ολύμπια Τάξη εξ αιτίας της εξαφάνισης μιας παιδούλας, της Κόρης. Κι αν στη συνέχεια αποκαθίσταται μια (ασταθής) ισορροπία, είναι γιατί η θεοί αποφασίζουν να συναινέσουν στην απόφαση της Κόρης να δεχτεί την πρόταση του Πλούτωνα. Οι θεοί δέχτηκαν δηλαδή για πρώτη φορά την επαφή με τον θάνατο, με τον Άδη, τον οποίο απεχθάνονται ακόμα περισσότερο κι από τους ανθρώπους. Αυτό είναι το καινούριο στοιχείο.
Γι’ αυτό και τα Μυστήρια αντιστοιχούν παραδόξως σε μια νέα συνειδησιακή βαθμίδα των θεών και λιγότερο των ανθρώπων.
Οι άνθρωποι κατά κάποιο τρόπο ακολουθούν, αλλά όταν η Δήμητρα απειλεί ότι δεν θα επιτρέψει να ανθήσει η φύση, δεν απειλεί μόνο τους ανθρώπους, που θα έμεναν χωρίς τροφή, αλλά και τη θεϊκή τάξη, γιατί δεν θα επέστρεφε στον Όλυμπο και θα δημιουργούσε ένα κενό… Είναι η μεγάλη περιπέτεια της συνείδησης που συμβαίνει εν μέσω γεγονότων, ιστοριών που διαπλέκονται (μια απαγωγή, μια υπόσχεση, μια συμφωνία, μια επιστροφή).
Το πρωταρχικό γεγονός της μυστηριακής γνώσης είναι το σημείο αναφοράς για την Ελλάδα. Γι’ αυτό τον λόγο στον Πλάτωνα, όπως και σε άλλους συγγραφείς, η εικόνα της γνώσης δίδεται συχνά διά μέσω της γλώσσας των μυστηρίων. Πρόκειται όμως για περιπέτειες κυρίως των θεών, κι αυτό συχνά το ξεχνάμε. Σ’ αυτές τις περιπέτειες οι θεοί έχουν ανάγκη την βοήθεια των ανθρώπων, όπως η Δήμητρα που περιπλανιέται και γίνεται δεκτή σ’ ένα σπίτι στην Ελευσίνα σαν μια οποιαδήποτε ζητιάνα. Ή όπως εκείνος ο άγνωστος που δείχνει στον Διόνυσο το δρόμο για τον Άδη.
Οι σχέσεις των θεών με τον Άδη είναι πολύ δύσκολες, γιατί τον έχουν αποκλείσει. Και σε μια στιγμή επέρχεται αυτός ο συμβιβασμός με τον θάνατο, που είναι συμβιβασμός με την απουσία, μ’ αυτό που δεν φαίνεται. Στην ουσία, όλα αυτά είναι μεταφυσικά. Οι μοντέρνες ερμηνείες αυτών των μύθων είναι πολύ αφελείς, αυτές τις ιστορίες πρέπει να τις αφήσουμε στην ησυχία τους, να ζήσουν τη δικιά τους ζωή. Είναι πολύ πλούσιες σε νόημα από μόνες τους.
Είναι πολύ δύσκολο για μας να καταλάβουμε τι σήμαινε για τον αρχαίο να προφέρει τη λέξη θεός, μια λέξη που πριν ακόμα γίνει όνομα δήλωνε μια αόριστη παρουσία. Ο πιο σίγουρος τρόπος για να ξεμπερδέψουμε με αυτό το ζήτημα είναι να υιοθετήσουμε τη λανθασμένη ερμηνεία του ελληνικού ανθρωπομορφισμού, ότι δηλαδή οι θεοί των Ελλήνων ήταν η τελειοποιημένη εκδοχή των ανθρώπων, πιο δυνατοί, πιο ωραίοι κτλ.
Πιστεύω ότι πρόκειται για μια ερμηνευτική οδό εντελώς λανθασμένη, αν και την ακολούθησαν πολλοί στη Δύση. Στην πραγματικότητα, αυτή η εκτυφλωτική επινόηση, το να δοθεί δηλαδή μια αναγνωρίσιμη, ανθρώπινη μορφή στους θεούς, ήταν ένα στοίχημα που δεν τους πλησιάζει περισσότερο στη γη.
Πρόκειται για το τυπικό λάθος της δυτικής σκέψης, να θεωρεί τον θεό των Ελλήνων πιο κοντινό, πιο προσιτό. Όμως όχι, το αντίθετο, το πιο περίεργο πράγμα της αρχαϊκής Ελλάδας είναι ακριβώς η τρομακτική ακρίβεια, η αγριότητα σχεδόν, με την οποία ορίζεται η απόσταση μεταξύ γήινου και θεϊκού. Και η αγριότητα αυτή γίνεται ακόμα εντονότερη όταν οι θεοί παρουσιάζονται στους ανθρώπους με ανθρώπινη υπόσταση.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται το μεγαλειώδες παράδοξο της Ελλάδας, αλλιώς θα μιλούσαμε για μια ακόμα εκκοσμικευμένη θρησκεία, όπως την εννοούσε ο Φώυερμπαχ, όπου οι θεοί είναι προβολές του ανθρώπινου πνεύματος. Αλλά όμως δεν είναι.
Κάθε φορά που στους μύθους ο άνθρωπος αγγίζει αυτό το όριο που τον χωρίζει με το θείο ή το ξεπερνά, βγαίνει από τη δοκιμασία πληγωμένος ή ακόμα και νεκρός. Το ότι οι θεοί έχουν ανθρώπινη μορφή δεν μειώνει την απόσταση, αλλά την εντείνει. Αυτό είναι το ελληνικό στοίχημα. Αλλά είναι επίσης ένα στοίχημα για τους θεούς το ότι παρουσιάστηκαν με μορφή τόσο ξεκάθαρη, τόσο αναγνωρίσιμη.
Χωρίς το ιερό είμαστε απλά τουρίστες
Roberto Calasso: